Προς νέες γεωπολιτικές εξελίξεις
Του Αθαν.Χ. Παπανδρόπουλου
Ξαναμοιράζεται η γεωπολιτική πίτα και η Ε.Ε. δεν πρέπει να χάσει την ευκαιρία συμμετοχής της στην κατανομή. Η ανανέωση του εθνικισμού και του θρησκευτικού φανατισμού σε καυτές περιοχές, όπως η Βιρμανία, η Ινδία, η Αιθιοπία και η Μέση Ανατολή δεν προδικάζει ευνοϊκές εξελίξεις και ανοίγει στους δημαγωγούς πεδίον δόξης λαμπρόν.
Και όσο οι ΗΠΑ βρίσκονται στον δρόμο μιας συνολικής παρακμής, όλο και περισσότεροι αδίστακτοι ηγέτες θα εξετάζουν με ενδιαφέρουν και σχολαστικότητα ενίοτε το κινέζικο αυταρχικό μοντέλο επιθετικού καπιταλισμού, το οποίο σαφώς και έχει αποτελέσματα. Την ώρα που η Δύση τρεκλίζει, η Κίνα, από την οποία ξεκίνησε η πανδημία, όχι μόνον κατάφερε με δραστικά μέτρα να τη θέσει υπό έλεγχο, αλλά θα έχει και οικονομική άνοδο κλείνοντας το 2020.
Απώτερος στόχος η κορυφή το 2060
Επωφελείται δε από τις τραγικές συμπεριφορές και θέσεις του Ντόναλντ Τραμπ έναντι των διεθνών θεσμών και οργανισμών, για να ενισχύσει την παγκόσμια παρουσία και επιρροή της, με φιλόδοξο στόχο το 2060 να είναι η πρώτη υπερδύναμη στον κόσμο.
Ακόμα και αν χρειαστεί να χρησιμοποιήσει δυναμικά μέσα, η Κίνα δεν κρύβει την πρόθεσή της, όχι μόνο να αμφισβητήσει το σύστημα που ίσχυσε στον Ψυχρό Πόλεμο, αλλά να το διαμορφώσει με βάση τα δικά της συμφέροντα, τονίζει ο καθηγητής Τιερί ντε Μονμπριάλ,ιδρυτής του Γαλλικού Ινστιτούτου Διεθνών Σχέσεων. Για να πετύχει όμως αυτόν τον φιλόδοξο στόχο, η Κίνα πρέπει να απομονώσει τις ΗΠΑ, με παράλληλη δική της οικονομική και στρατιωτική επέκταση.
Προς επίτευξη του στόχου αυτού διαθέτει 260 δισ. δολ. στρατιωτικές δαπάνες, 18 δισ. δολ. βοήθεια για χώρες δορυφόρους της, όπως το Λάος, η Καμπότζη και η Σρι Λάνκα, και προτίθεται να επενδύσει άλλα 100 δισ. δολ. στην προώθηση Ασιατικής Ζώνης Ελεύθερων Συναλλαγών. Στο πλαίσιο της στρατηγικής αυτής η Κίνα απαγορεύει στις χώρες που συναλλάσσονται με αυτήν να ασκούν κριτική στο Κινεζικό Κομμουνιστικό Κόμμα και η Αυστραλία από εξαγωγικής πλευράς πλήρωσε υψηλό τίμημα, παραβαίνοντας τον κινεζικό κανόνα. Έχασε πάνω από 11 δισ. δολ. εξαγωγές στην Κίνα και άλλες ασιατικές χώρες.
Ας σημειώσουμε ακόμα ότι οι χώρες της Ευρασίας και της Ασίας που προκαλούν προβλήματα στις ΗΠΑ και πλήττουν την αμε
ρικανική οικονομία έχουν ιδιαίτερα «μπόνους» από την Κίνα. Και από την άποψη αυτή, κάτι γνωρίζει η Τουρκία, με αφορμή τα «νταηλίκια» του κ. Ερντογάν έναντι των ΗΠΑ
Κινεζικο-τουρκική συνεργασία
Αυτά τα «νταηλίκια» δεν είναι καθόλου τυχαία. Η κινεζικο-τουρκική συνεργασία, μεταξύ άλλων, έχει και μια μη ορατή πτυχή, που είναι αυτή του ρόλου της Τουρκίας στην αποσταθεροποίηση της Ευρώπης και των δυτικών θεσμών γενικότερα. Η Κίνα, όπως ήδη σημειώσαμε, θέλει με κάθε τρόπο να προωθήσει το μοντέλο ενός πετυχημένου οικονομικά καπιταλισμού υπό συνθήκες κλειστής κοινωνίας. Η επιδίωξη αυτή συμπίπτει με την αντίστοιχη του Ερντογάν, ο οποίος «οραματίζεται» μια ισλαμική αυταρχική πολιτικά Τουρκία με ελεγχόμενη κατά το κινεζικό πρότυπο καπιταλιστική οικονομία.
Έναντι της Δύσης δε, για να πετύχει τους απώτερους στόχους του, διαθέτει κάποια σοβαρά εργαλεία. Πρώτον, τα τρία εκατομμύρια πρόσφυγες που βρίσκονται στην Τουρκία και, δεύτερον,την επιθετικότητα και τις διεκδικήσεις του έναντι της Ελλάδας. Αυτό σημαίνει ότι η Τουρκία θα είναι για αρκετά χρόνια ο κύριος αποσταθεροποιητικός παράγοντας στην Ανατολική Μεσόγειο και βασικό στήριγμα σε συνεργασία με το Κατάρ του ακραίου ισλαμισμού.
Ένα ερώτημα που προκύπτει από όσα προηγούνται είναι αυτό του ρόλου και της θέσης της Ευρώπης μπροστά στις ιστορικές ανατροπές. Η απάντηση δεν είναι εύκολη γιατί η πολιτική Ευρώπη βρίσκεται σε νηπιακή κατάσταση. Και η ευθύνη γι’ αυτό δεν είναι θέμα των μεγάλων και ισχυρών χωρών της Ε.Ε., όσο των μικρών και κυρίως αυτών που έγιναν μέλη τα 20 τελευταία χρόνια.
Οι πολιτικές ηγεσίες στις μικρές χώρες είναι εγκλωβισμένες στα δίχτυα της μικροπολιτικής και δύσκολα μπορούν να δουν τη μεγάλη εικόνα. Μοιραία, λοιπόν, όσο εντείνεται ο διεθνής ανταγωνισμός για καλύτερη και πιο ισχυρή συμμετοχή στο ξαναμοίρασμα της πίτας, η Ευρώπη έχει χάσει αρκετά ερείσματα και θα χάσει ακόμα περισσότερα αν δεν αλλάξει τακτική. Ιδιαίτερα δε μετά το Brexit.
Οι νέες παγκόσμιες προκλήσεις
Όπως και να έχουν πλέον τα πράγματα, είναι κατάδηλο ότι στη νέα γεωπολιτική σκακιέρα, η σημερινή Ευρωπαϊκή Ένωση βρίσκεται μπροστά σε νέες προκλήσεις. Με την ανάδυση της Κίνας να είναι μια από αυτές και ίσως η πιο σοβαρή σε βά
θος χρόνου.
Από τις πολιτικές συζητήσεις που διεξάγονται στις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες για την εμπλοκή του κινεζικού τηλεπικοινωνιακού γίγαντα Huawei στην κατασκευή των δικτύων κινητής τηλεφωνίας 5G μέχρι την τεταμένη σύνοδο κορυφής E.E. – Κίνας νωρίς το 2019,γίνεται φανερό ότι οι Ευρωπαίοι ηγέτες είναι όλο και πιο ανήσυχοι για μια σχέση που μέχρι πρόσφατα αμφότερες οι πλευρές εκλάμβαναν ως εξαιρετικά επωφελή.
Ανησυχούν για την πολιτική επιρροή που έχει αποκτήσει η Κίνα, ιδίως στα μικρότερα μέλη της E.E., καθώς και για την αυξανόμενη οικονομική επιρροή της και την τεχνολογική ικανότητά της. Ξεκινούν, διστακτικά, να αντιδρούν. Προκειμένου να προωθήσει καλύτερα τα συμφέροντά της, η Ευρώπη πρέπει να χρησιμοποιήσει την οικονομική, πολιτική και διπλωματική ισχύ της για να εξισορροπήσει τον οικονομικό ανταγωνισμό με την Κίνα, να προστατευτεί από την κινεζική πολιτική επιρροή και να προασπίσει τις δημοκρατικές αξίες στο εσωτερικό της. Ωστόσο, δύο πράγματα εμποδίζουν μια τέτοια στρατηγική.
Πρώτον, η Ευρώπη παραμένει διχασμένη ως προς το πόσο σοβαρή είναι η πρόκληση της Κίνας. Σε αντίθεση με τις στρατηγικές μετατοπίσεις που συμβαίνουν στο Βερολίνο, στο Παρίσι και στην πρωτεύουσα της E.E., τις Βρυξέλλες, οι ηγέτες πολλών μικρότερων κρατών εξακολουθούν να βλέπουν μόνο τα οικονομικά οφέλη της βαθύτερης δέσμευσης με την Κίνα.
Δεύτερον, η Ευρώπη βρίσκεται μπλεγμένη στη μέση μιας αυξανόμενης αμερικανο-κινεζικής αντιπαλότητας. Δεν μπορεί να εγκαταλείψει τους μακροχρόνιους δεσμούς της με τις Ηνωμένες Πολιτείες, αλλά επίσης δεν μπορεί να αντέξει να αποδυναμώσει μια εμπορική σχέση με την Κίνα που αξίζει πολύ περισσότερα από ένα δισεκατομμύριο δολάρια την ημέρα. Η Ευρώπη βαδίζει σε μια λεπτή γραμμή, με το να αντιστέκεται ονομαστικά στις επιθετικές εμπορικές και επενδυτικές πρακτικές της Κίνας, αλλά και μην απευθύνοντας σημαντικές απειλές. Μέχρι στιγμής, με το να παίζει εκ του ασφαλούς έχει αποτύχει να πείσει την Κίνα να αλλάξει πορεία.
Ανάγκη καινούργιας προσέγγισης από την Ευρώπη
Η Ευρώπη χρειάζεται μια νέα προσέγγιση, που να αναγνωρίζει τη σοβαρότητα των προβλημάτων που θέτει η άνοδος της Κίνας και να σκιαγραφεί μια ευδιάκριτα ευρωπαϊκή, παρά αμερικανική, απάντηση. Η Ευρώπη και οι Ηνωμένες Πολιτείες θα πρέπει να συντονίσουν καλύτερα τις πολιτικές τους για την Κίνα, αλλά δεν θα συμφωνήσουν ποτέ σε όλα.
Ακόμα και χωρίς να αντιγράφει κάθε κίνηση της Ουάσιγκτον, η Ευρώπη μπορεί να υπερασπιστεί την οικονομική και τεχνολογική της κυριαρχία και να αποτελέσει ένα προπύργιο κατά των προσπαθειών της Κίνας να προωθήσει τις αξίες και το σύστημα της διακυβέρνησής της στο εξωτερικό.
Για να γίνει αυτό, όμως, η Ευρώπη θα πρέπει να επιτύχει δύο στόχους που τόσο συχνά της διέφυγαν: ενότητα και αυτονομία. Πρόκειται για δύο φιλόδοξους στόχους πάνω στους οποίους θα επανέλθουμε, προκειμένου να διερευνήσουμε πώς θα μπορούσαν να υλοποιηθούν. Περιττόν δε να τονιστεί ότι αφορούν άμεσα και το μέλλον της χώρας μας.