Τι σηματοδοτεί η εκλογή του Άρμιν Λάσετ στην ηγεσία των Χριστιανοδημοκρατών
Του Κώστα Ράπτη
Ο “γιός του ανθρακωρύχου” απέναντι στον πολυεκατομμυριούχο μάνατζερ. Ο “σωματοφύλακας της Μέρκελ” απέναντι στον αιώνιο αντίπαλο της καγκελαρίου που αναζητά τη ρεβάνς. Ο “Τούρκο-Άρμιν”, που ενθάρρυνε τη μετανάστευση, απέναντι στον θιασώτη της σαφέστερης στροφής προς τα δεξιά. Η νίκη του Άρμιν Λάσετ επί του Φρίντριχ Μερτς στον δεύτερο γύρο της αναμέτρησης για την ηγεσία των Γερμανών Χριστιανοδημοκρατών μπορεί να κωδικοποιηθεί κατά πολλούς παρόμοιους τρόπους.
Το κύριο ζήτημα όμως είναι ότι οι σύνεδροι της CDU κατά την ηλεκτρονική ψηφοφορία (που μένει να επαληθευτεί και από την επιστολική τους ψήφο) αποφάσισαν πρωτίστως με ένα κριτήριο: ποιος μπορεί να κρατήσει το κόμμα αρκούντως “ευρύχωρο” και ταυτοχρόνως αρκούντως ενωμένο, συνδυάζοντας τις σωστές δόσεις οικονομικού φιλελευθερισμού, συντηρητικών αξιών, απήχησης στο κέντρο, κοινωνικής μέριμνας και “νόμου και τάξης”. Ενώ στο πίσω μέρος του μυαλού τους παραμονεύει οπωσδήποτε το ερώτημα ποιος θα είναι καταλληλότερος για να ηγηθεί (μετά τις γενικές εκλογές του Σεπτεμβρίου) μιας συγκυβέρνησης με τους Πράσινους, που σύμφωνα με όλες τις εκτιμήσεις προορίζονται να αποτελέσουν, λόγω της καταβύθισης των Σοσιαλδημοκρατών, τον αναντικατάστατο εταίρο του αυριανού κυβερνητικού σχήματος.
Ο νικητής του συνεδρίου φρόντισε να φανεί εκ των προτέρων αρκούντως “συμπεριληπτικός”, διαμορφώνοντας δίδυμο με τον ομοσπονδιακό υπουργό Υγείας Γενς Σπαν, το αγαπημένο των νεότερων στελεχών δεξιάς απόκλισης, στον οποίο πρόσφερε την αντιπροεδρία (αν και χαρακτηριστικά λημσόνισε να τον αναφέρει κατά την επινίκια ομιλία του), ενώ αποκαλυπτικό είναι και το γεγονός ότι στον δεύτερο γύρο ο Λάσετ απέσπασε τα δύο τρίτα των εκλεκτόρων που αρχικά είχαν ταχθεί υπέρ του τρίτου σε δύναμη υποψηφίου, Νόρμπερτ Ρέντγκεν.
Διαθέτει επίσης ο Λάσετ την εμπειρία της Pizza Connection, ήτοι της άτυπης ομάδας βουλευτών των Χριστιανοδημοκρατών και Πρασίνων που πραγματοποιούσε τις συναντήσεις της σε ιταλικό εστιατόριο, με στόχο την κανονικοποίηση των σχέσεων με το πάλαι ποτέ αντισυμβατικό οικολογικό κόμμα. Αυτή η τριβή άλλωστε είναι που τον οδήγησε στην προσχώρηση σε πολιτικές απεξάρτησης από τον άνθρακα, ενώ ο ίδιος αρχικά, ως προερχόμενος από την καρδιά της βιομηχανικής Γερμανίας, δεν φημιζόταν για τις περιβαλλοντικές του ευαισθησίες.
Στην Βόρεια Ρηνανία-Βεστφαλία πάντως, όπου ασκεί την πρωθυπουργία, ο Λάσετ προτίμησε κυβερνητικούς εταίρους “πιο κοντά στην καρδιά του”, ήτοι τους υπέρμαχους της ελεύθερης αγοράς Ελεύθερους Δημοκράτες.
Στην εξωτερική πολιτική ο Λάσετ κρατά ίσες αποστάσεις: θεωρείται soft απέναντι στην Κίνα και την Ρωσία (όπως αντιστοιχεί σε άνθρωπο αφοσιωμένο στα γερμανικά πλεονάσματα), χωρίς συγκρουσιακές διαθέσεις προς τις ΗΠΑ, αλλά με ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την ισλαμιστική απειλή.
Οι δημοσκοπήσεις δεν αφήνουν καμία αμφιβολία ότι η Ένωση της CDU με τους Βαυαρούς Χριστιανοκοινωνιστές της CSU θα αποσπάσει την πρώτη θέση και συνεπώς θα διατηρήσει και μετά την αποχώρηση της Άγκελα Μέρκελ την καγκελαρία. Όμως αυτό καθόλου δεν σημαίνει ότι ο Λάσετ έχει εξασφαλίσει εκ των προτέρων τη θέση, για την οποία φέρεται να ενδιαφέρεται ο πολύ δημοφιλέστερος του ηγέτης του αδελφού κόμματος και πρωθυπουργός της Βαυαρίας, Μάρκους Ζέντερ.
Η πορεία του Λάσετ προς την κορυφή, σημαδεύτηκε από πολλά πισωγυρίσματα. Όπως ο ίδιος δήλωσε κατά τη βράβευσή του στο καρναβάλι της ιδιαίτερης πατρίδας του, στο οποίο συμμετέχει ενεργά, αυτή ήταν η πρώτη περίπτωση κατά την οποία κατέκτησε έναν τίτλο, χωρίς προηγουμένως να έχει αποτύχει δύο φορές. Ωστόσο, η μάλλον αναπάντεχη νίκη του το 2017 στη Βόρεια Ρηνανία-Βεστφαλία (το πολυπληθέστερο ομόσπονδο κρατίδιο, που αποτελεί παραδοσιακό προπύργιο της Σοσιαλδημοκρατίας) μάλλον υπήρξε η αποφασιστική καμπή στην καριέρα του.
Αξίζει να σημειωθεί ότι η πολιτική φιλοσοφία του Λάσετ κατεξοχήν σφραγίζεται από την κοινωνική διδασκαλία της Καθολικής Εκκλησίας, στους κόλπους της οποίας είναι ιδιαίτερα ενεργός. Ο ίδιος επίσης, ως πιστό τέκνο του Άαχεν, κοντά στο τριεθνές με το Βέλγιο και την Ολλανδία, εμφανίζεται ως αφοσιωμένος ευρωπαϊστής, δεκτικός στα μηνύματα που έρχονται από πέρα από τα σύνορα. Υπήρξε άλλωστε δραστήριος ευρωβουλευτής την περίοδο 1999-2004.
Δεν είναι, ωστόσο, αρκετά όλα αυτά. Η εμφανής έλλειψη οράματος η οποία διακρίνει την γερμανική πολιτική ζωή, καθιστώντας την “ξένη” προς τις αγωνίες και τις αναζητήσεις της υπόλοιπης Ευρώπης, δεν θεραπεύεται με συνταγές “συνέχειας” και “μετριοπάθειας”.
πηγή: Capital.gr