Τι να περιμένουμε από τον διάλογο Σερβίας-Κοσσυφοπεδίου το 2021
Του Igor Bandovic
European Council On Foreign Relations
Ο προωθημένος από την ΕΕ διάλογος μεταξύ Βελιγραδίου και Πρίστινας είναι μια πηγή αυξανόμενης ανυπομονησίας σε πολλές ευρωπαϊκές πρωτεύουσες. Οι συνομιλίες, οι οποίες έχουν συνεχιστεί για περίπου μια δεκαετία, προχωρούν σχεδόν το ίδιο γρήγορα όσο και οι μεταρρυθμίσεις που έχουν αναλάβει το Κοσσυφοπέδιο και η Σερβία στο πλαίσιο της ένταξης στην ΕΕ. Αυτές οι μεταρρυθμίσεις είναι μέτριες, τεχνικές και συχνά συναλλακτικές, με τα διαπραγματευόμενα μέρη να τείνουν σε προσεκτικούς υπολογισμούς του τι θα κερδίσουν από διάφορες ενέργειες, βασισμένα σε βραχυπρόθεσμα πολιτικά συμφέροντα. Και ίσως αυτό να είναι καλό -δεδομένου ότι το Κοσσυφοπέδιο και η Σερβία αυτή τη στιγμή δεν έχουν καμία μεγάλη ιδέα για την επίτευξη μιας τελικής συμφωνίας που είναι δημοκρατική και βιώσιμη, και που θα τους δεσμεύσει σε ένα μέλλον εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Ο διάλογος είχε τα πάνω και τα κάτω του με τα χρόνια. Το κατώτατο σημείο του ήρθε το 2011, όταν οι δύο πλευρές άρχισαν να καταστρώνουν σχεδία για εδαφικές αλλαγές σε ιδιωτικά δείπνα, προχωρώντας μέχρι να αρχίσουν να συζητούν για ανταλλαγή γης και την προσαρμογή των συνόρων. Αυτές οι συναντήσεις έμοιαζαν με εκείνες στη δεκαετία του 1990 μεταξύ του Franjo tudjman και του Slobodan Milosevic, των τότε προέδρων της Κροατίας και της Σερβίας αντιστοίχως, στην πρώτη φάση ττων Βαλκανικών πολέμων. Για πολλούς λόγους -συμπεριλαμβανομένης και της ένττοννης αντίθεσης από τα βασικά κράτη-μέλη της ΕΕ- η πρόταση για μιαα ανταλλαγή γης έφτασε σε αδιεξοδο. Ωστόσο αυτή ήταν η τελευταία μεγάλο ιδέα που είχαν οι ηγέτες της Σερβίας και του Κοσσυφοπεδίου για να έλθουν σε μια συνολική συμφωνία (ακόμη και αν ήταν λανθασμένη). Έκτοτε, με τις Βρυξέλλες να ενεργούν ως διαμεσολαβητής, ο διάλογος είχε ως στόχο να αντιμετωπίσει μικρές διαφωνίες αγνοώντας παράλληλα την μεγαλύτερη εικόνα.
Σύμφωνα με μια έρευνα που διεξήχθη από το Belgrade Centre for Security Policy, το μεγαλύτερο μέρος των πολιτών της Σερβίας υποστηρίζουν τον διάλογο και μια συμφωνία με το Κοσσυφοπέδιο. Αλλά το 50% αυτών δηλώνουν ότι δεν γνωρίζουν για το τι είναι αυτός ο διάλογος, το 21% ότι στόχος είναι το Κοσσυφοπέδιο να επανενταχθεί στη Σερβία, και το 71% ότι δεν έχει αλλάξει τίποτα. Αυτές οι απαντήσεις είναι αντιφατικές και αναχρονιστικές, αλλά αντικατοπτρίζουν το αφήγημα του κύριου πρωταγωνιστή της Σερβικής πολιτικής, του προέδρου Aleksandar Vucic. Δημοσίως, πάντα αναφέρεται στο Κοσσυφοπέδιο με ασάφεια και αόριστα. Οι ομιλίες του για το ΚΟσσυφοπέδιο περιλαμβάνουν εθνικιστική σερβική ρητορική, που υπενθυμίζει τη σημασία μιας ειρηνικής λύσης, και όλα τα ενδιάμεσα.
Δεδομένου ότι το 63% όσων συμμετείχαν στην έρευνα σχηματίζουν την άποψη τους από ό,τι ακούνε στην τηλεόραση, που ελέγχονται κατά κύριο λόγο από την κυβέρνηση, είναι κατανοητό ότι πολλοί από αυτούς επαναλαμβάνουν τις ψευδείς εντυπώσεις και τις προσδοκίες του διαλόγου, που βρίσκονται στον πυρήνα των δημοσίων δηλώσεων του Vucic. Παρόλα αυτά, το 73% των ερωτηθέντων δεν πιστεύει ότι η Σερβία και το Κοσσυφοπέδιο θα έχουν μια κανονική σχέση σύντομα.
Αυτό μπορεί να συμβαίνει διότι η κυβέρνηση δεν έχει ποτέ αποκαλύψει δημοσίως τους στόχους της για τη σχέση. Αλλά η επιφυλακτικότητα του Vucic για το θέμα αποκαλύπτει την πολιτική του στρατηγική: παίζοντας παιχνίδι αναμονής με τις Βρυξέλλες και το Κοσσυφοπέδιο -μια προσέγγιση που πιθανότατα τον βοηθάει να κερδίζει χρόνο ώστε να κερδίσει άλλη μία πενταετή θητεία στις προεδρικές εκλογές που είναι προγραμματισμένες για το 2022. Καθώς οι Σέρβοι γενικά έχουν γίνει πιο δεξιοί και αντί-ευρωπαίοι από ποτέ άλλοτε στα οκτώ χρόνια εξουσίας του Vucic, δεν θα έχει καμία ευκαιρία για μία συμβιβαστική λύση για το Κοσσυφοπέδιο που θα μπορούσαν να τη δουν ως “ήττα” ή “προδοσία”. Λίγο πριν από τις εκλογές, θα επιχειρήσει πιθανότατα να ελέγξει το δημόσιο αίσθημα με ένα μη ρεαλιστικό, συναισθηματικό αφήγημα για το Κοσσυφοπέδιο.
Μια άλλη πτυχή αυτής της στρατηγικής είναι καλή για τον Vucic. Όσο το Κοσσυφοπέδιο αντιτίθεται στην εφαρμογή των συμφωνιών που υπεγράφησαν στο πλαίσιο των συνομιλιών που ξεκίνησε η ΕΕ, ο Vucic θα μοιάζει σαν να συμμετέχει ολόψυχα στη διαδικασία και ότι θα είναι έτοιμος να συμβιβαστεί. Δεδομένου ότι το κόμμα του Albin Kurti πιθανώς θα κερδίσει τις πρόωρες εκλογές που είναι προγραμματισμένες να διεξαχθούν στο Κοσσυφοπέδιο στις 14 Φεβρουαρίου, ο Vucic ίσως να μην χρειαστεί να αλλάξει τη στρατηγική του για κάποιο διάστημα. Ο Kurti, ο οποίος έχει μια ασυμβίβαστη προσέγγιση απέναντι στις Βρυξέλλες, δεν θα δώσει προτεραιότητα στον διάλογο.
Η ΕΕ μπορεί επίσης να έχει μικρό ενδιαφέρον για τον διάλογο -για την ώρα- δεδομένου ότι είναι απασχολημένη με το Brexit, την πρόσφατη εμπορική και επενδυτική της συμφωνία με την Κίνα, και την γεωπολιτική αλλαγή που είναι πιθανό να έρθει με την ορκωμοσία της νέας αμερικανικής κυβέρνησης. Ως πρόεδρος, ο Joe Biden θα μπορούσε να αναπτύξει μια νέα στρατηγική για τα Βαλκάνια, αλλά αυτό είναι πιθανώς υπερβολή να το περιμένουμε στην πρώτη του θητεία. Επομένως το 2021, ο διάλογος μεταξύ Κοσσυφοπεδίου και Σερβίας πιθανώς θα σημειώσει μικρή πρόοδο μέσω τεχνικών συμφωνιών, με πολλές αναμονές και καθυστερήσεις.
Τα Βαλκάνια χρειάζονται έναν τέτοιον ιστορικό πολιτικό διακανονισμό που θα μπορούσαν να πετύχουν τελικά οι δύο χώρες. Ωστόσο είναι απίθανο να συμβεί χωρίς αυθεντική και τίμια ηγεσία στις διαπραγματεύσεις τους, και χωρίς ειλικρινείς προσπάθειες να προετοιμάσουν την κοινή γνώμη για έναν συμβιβασμό. Δεν έχει ακόμη ολοκληρωθεί το σοβαρό έργο της εξομάλυνσης των σχέσεων μεταξύ Κοσσυφοπεδίου και Σερβίας, που θα τους οδηγήσει προς την ένταξη στην ΕΕ.