Forbes: Αναμένεται κατάρρευση της αγοράς το 2021;
Του Simon Moore
Forbes
Παρατηρώντας τις αυξημένες αποτιμήσεις στην αγορά και άλλες ενδείξεις φούσκας είναι λογικό να θεωρούμε ότι επίκειται η κατάρρευση της χρηματιστηριακής αγοράς το 2021; Όχι, πιθανότατα αυτό δεν θα συμβεί.
Τα φαινόμενα κατάρρευσης της αγοράς οφείλονται συνήθως σε “τεχνικού” τύπου συμβάντα που προκαλούνται από τη χρηματιστηριακή αστάθεια. Ο μηχανισμός του “αυτόματου διακόπτη” (σ.μ. circuit breaker: μηχανισμός που ενεργοποιείται όταν οι μετοχές σημειώσουν πτώση 7% και ξανά όταν η υποχώρηση φτάσει στο 13% και στη συνέχεια στο 20%, αναστέλλοντας τη διαπραγμάτευση για 15 λεπτά, προκειμένου να αποτρέψει την ελεύθερη πτώση της αγοράς και να δώσει την ευκαιρία στους επενδυτές να επαναξιολογήσουν την κατάσταση) που υπάρχει σήμερα φαίνεται να αποτρέπει, ή τουλάχιστον να περιορίζει, αυτού του είδους τις απότομες καταρρεύσεις που έχουμε δει στο παρελθόν.
Το μόνο, λοιπόν, που μπορούμε να πούμε είναι ότι υπάρχουν ορισμένες ενδείξεις που, δεδομένων των υψηλών αποτιμήσεων, δείχνουν ότι οι αποδόσεις από εδώ και στο εξής και για τα επόμενα χρόνια μπορεί να είναι σχετικά χαμηλές. Αυτό, όμως, δεν σημαίνει ότι επίκειται κατάρρευση της αγοράς.
Παράλογοι φόβοι
Όπως συμβαίνει και με τα αεροπορικά δυστυχήματα και τις επιθέσεις καρχαριών, η κατάρρευση της αγοράς αποτελεί ένα έντονο, τρομακτικό γεγονός και φοβόμαστε ότι θα συμβεί περισσότερο από ό,τι θα έπρεπε, όπως δείχνουν τα στατιστικά στοιχεία. Παρ’ όλο που τέτοιες περιπτώσεις είναι έντονα χαραγμένες στη μνήμη μας, εντούτοις είναι σπάνιες. Για παράδειγμα, το χρηματιστηριακό κραχ της “Μαύρης Δευτέρας” του Οκτωβρίου του 1987, οπότε οι αγορές κατέγραψαν “βουτιά” 20% σε μία ημέρα, συνέβη πριν από 30 και πλέον χρόνια.
Η “Μαύρη Δευτέρα”
Επιπλέον, η “Μαύρη Δευτέρα” δεν ήταν ακριβώς τόσο μεγάλη καταστροφή όσο θεωρείται. Αν κάποιος είχε επενδύσει στον δείκτη Dow Jones καθ’ όλη τη διάρκεια του 1987, στην πραγματικότητα σε ετήσια βάση θα είχε ένα πολύ μικρό κέρδος, καθώς το χρονικό διάστημα που προηγήθηκε, πριν τα τέλη Οκτωβρίου, ήταν θετικό για τις μετοχές.
Εάν βέβαια κάποιος είχε επενδύσει λίγο πριν από την κορύφωση της αγοράς, θα είχε γυρίσει έως και 2 χρόνια πίσω.
Οι βίαιες διακυμάνσεις εκείνης της περιόδου σίγουρα κέρδισαν τα πρωτοσέλιδα, αλλά στην πραγματικότητα οι μακροπρόθεσμοι επενδυτές δεν επηρεάστηκαν πολύ από το κραχ του 1987, αν το δει κανείς σε βάθος χρόνου.
Χρηματιστηριακή αστάθεια
Σήμερα σε μεγάλο βαθμό η κατάρρευση της αγοράς το 1987 αποδίδεται στον μηχανισμό της ασφάλισης χαρτοφυλακίων. Ο μηχανισμός προστάτευε τους επενδυτές ενεργοποιώντας αυτόματα εντολές πώλησης μετοχών όταν οι τιμές τους έπεφταν κάτω από ένα ορισμένο επίπεδο, με στόχο τη διαχείριση του κινδύνου. Ο συγκεκριμένος μηχανισμός μπορεί να αποτελεί καλή επιλογή για έναν μεμονωμένο trader, αλλά η υιοθέτηση αυτής της πρακτικής από το σύνολο της αγοράς αυξάνει την αστάθεια, προκαλώντας μεγαλύτερη πτώση των τιμών. Και αυτό ακριβώς συνέβη και τότε.
Αυτή η διαπίστωση είναι σημαντική διότι υποδηλώνει ότι οι σημερινές υψηλές αποτιμήσεις δεν δημιουργούν συνθήκες για επικείμενη κατάρρευση. Όντως, οι αποδόσεις των μετοχών ενδέχεται να είναι χαμηλότερες στο μέλλον, λόγω των υψηλών αποτιμήσεων. Επιπλέον, εάν οι μεγάλες βραχυπρόθεσμες υποχωρήσεις των μετοχών οφείλονται στη συναλλακτική δραστηριότητα, τότε είναι λιγότερο προβλέψιμες. Δεν πρέπει λοιπόν να θεωρούμε ότι οι υψηλές αποτιμήσεις αυξάνουν από μόνες τους τόσο πολύ την πιθανότητα να υπάρξει χρηματιστηριακή αστάθεια.
Ο μηχανισμός του “αυτόματου διακόπτη”
Παρότι δε για πολλά χρόνια ο μηχανισμός του “αυτόματου διακόπτη” αποτελούσε μια θεωρητική λύση αποφυγής μιας ελεύθερης πτώσης στην αγορά, το 2020 μας έδειξε ότι λειτουργεί σε μεγάλο βαθμό όπως αναμενόταν. Αυτό σημαίνει ότι ίσως πρέπει να ανησυχούμε περισσότερο για το ενδεχόμενο μιας παρατεταμένης πτώσης και όχι τόσο για την οποιαδήποτε ημερήσια “βουτιά”.
Η ενεργοποίηση του “αυτόματου διακόπτη”, που αναστέλλει τις συναλλαγές όταν καταγραφεί πτώση 7%, 13% και 20%, φαίνεται να μετριάζει τη συναλλακτική αστάθεια που θα μπορούσε να οδηγήσει την αγορά σε τροχιά κατάρρευσης.
Εξαλείφει, επίσης, την πιθανότητα να σημειωθούν βίαιες ημερήσιες διακυμάνσεις όπως αυτές που έχουμε δει στο παρελθόν.
Οι χαμηλές αποδόσεις
Ωστόσο, αυτό που χρήζει προσοχής είναι η προοπτική χαμηλότερων αποδόσεων τα επόμενα χρόνια. Η πιθανότητα κατάρρευσης της αγοράς είναι σχετικά χαμηλή και είναι εξαιρετικά δύσκολο να προβλεφθεί, με κύριο κριτήριο τη δυναμική των συναλλαγών και όχι τις αποτιμήσεις.
Από την άλλη, τα επίπεδα των αποτιμήσεων μπορούν να δώσουν μια εύλογη εικόνα για τις μακροπρόθεσμες αποδόσεις των μετοχών, και δυστυχώς αυτή η εικόνα δεν είναι τόσο ρόδινη για τις αμερικανικές μετοχικές αξίες.
Στην ουσία, με την πάροδο του χρόνου, ο ρυθμός αύξησης των κερδών γίνεται αρκετά προβλέψιμος. Οι μετοχές των ΗΠΑ, ιστορικά, τείνουν να καταγράφουν ρυθμό αύξησης των κερδών περίπου 5%-9% ετησίως για μεγάλα χρονικά διαστήματα. Γιατί όμως τώρα, οι τιμές των μετοχών κινούνται τόσο πολύ; Λόγω των διακυμάνσεων των αποτιμήσεων.
Πολλαπλασιαστές αποτίμησης
Αν και τα μακροπρόθεσμα κέρδη είναι μια λογική σταθερά, η αξία που οι επενδυτές επιθυμούν να πληρώσουν για αυτά τα κέρδη σίγουρα δεν είναι. Το 1919 οι επενδυτές ήταν πρόθυμοι να πληρώσουν περίπου 5 δολάρια για κάθε δολάριο εταιρικού κέρδους. Σήμερα, οι επενδυτές πληρώνουν κάτι λιγότερο από 40 δολάρια για κάθε δολάριο κέρδους. Ο μακροπρόθεσμος μέσος όρος στις ΗΠΑ εδώ και δεκαετίες κυμαίνεται περίπου στα 15 δολάρια για κάθε δολάριο κέρδους.
Οι μεγάλες διακυμάνσεις των αποτιμήσεων μπορούν να αμβλύνουν τις μεταβολές στον ρυθμό αύξησης αυτών καθεαυτών των επαναλαμβανόμενων κερδών.
Φυσικά, ενδεχομένως αυτή τη φορά τα πράγματα να εξελιχθούν διαφορετικά και οι αποτιμήσεις να κινηθούν ακόμη υψηλότερα λόγω του χαμηλού πληθωρισμού και της τεχνολογικής ανάπτυξης. Ωστόσο, η Ιστορία δεν επιβεβαιώνει αυτήν την άποψη.
Αυτό που μπορεί να φρενάρει λοιπόν τους επενδυτές είναι ο κίνδυνος συρρίκνωσης των αποτιμήσεων, όχι ο κίνδυνος άμεσης, ξαφνικής κατάρρευσης. Εάν οι αποτιμήσεις επιστρέψουν κοντά στα ιστορικά τους επίπεδα, ή χαμηλότερα, τότε θα μπορούσαμε να δούμε μέτριες αποδόσεις από τις μετοχές για κάποιο χρονικό διάστημα. Η μείωση των αποτιμήσεων, όμως, θα μπορούσε να αποδειχθεί τροχοπέδη για τις τιμές των μετοχών, ιδίως στις ΗΠΑ όπου οι αποτιμήσεις φαίνονται πιο αυξημένες.
πηγή: Capital.gr