Ελλάδα και συμμαχίες
Γράφει ο Γρηγόρης Μπρόζος*
Από τα πρώτα χρόνια ακόμα της ιστορίας μας, οι Έλληνες είχαμε το βλέμμα μας στην Ανατολή. Είτε πρόκειται για εμπορικές συναλλαγές, είτε για ίδρυση αποικιών, είτε ακόμα και για πολεμικές επιχειρήσεις, οι περιοχές της Μικράς Ασίας και της Μέσης Ανατολής ήταν πάντα η πρώτη επιλογή. Αυτό δεν μειώνει βέβαια την Ελληνική παρουσία και στη δυτική Μεσόγειο με επίκεντρο την Μεγάλη Ελλάδα (Magna Grecia). Το ίδιο μοτίβο βλέπουμε να ακολουθείτε και στα χρόνια του Μεγάλου Αλεξάνδρου αλλά και στην Βυζαντινή Αυτοκρατορία. Πρώτη φορά που αυτός ο προσανατολισμός προσπάθησε να αλλάξει ήταν το 1830 με την ίδρυση του πρώτου Ελληνικού κράτους. Οι σχεδιάζοντες προσπάθησαν να δημιουργήσουν μία κρατική οντότητα στα δυτικά πρότυπα. Το σχέδιο αυτό όμως δεν είχε μεγάλη επιτυχία καθώς λόγο των μεγάλων και συμπαγών Ελληνοορθόδοξοι πληθυσμών της Μικράς Ασίας, η Μεγάλη Ιδέα και η απελευθέρωση των αλύτρωτων πατρίδων μονοπωλούσαν της πολιτική και κοινωνική ζωή του τόπου μας.
Η ουσιαστική αλλαγή πλεύσης της Ελληνική πολιτικής συμβαίνει στα πρώτα χρόνια της μεταπολίτευσης. Η Ευρωπαϊκή προοπτική που άνοιξε για την χώρα μας ως μέλος της τότε Ε.Ο.Κ. είχε μονοπωλήσει την πολιτική αλλά και κοινωνική ζωή της Ελλάδας. Ο Ευρωπαϊκός υπέρ-οργανισμός, του οποίου πλέον ήμασταν μέλος, μας κάνει να εναποθέσουμε σ’ αυτόν όλες μας τις ελπίδες. Από την προστασία έναντι της τουρκικής απειλής έως την σταθερότητά μας και την οικονομική μας ανάπτυξη τα εναποθέσαμε στους Ευρωπαίους εταίρους μας. Χαρακτηριστικά μάλιστα ο Κωνσταντίνος Καραμανλής αναφέρει μεταξύ άλλων σε επιστολή του προς τα εννέα, τότε, κράτη μέλη της Ε.Ο.Κ. το 1978:
‘’ …Ο Ελληνικός λαός επίστεψε στην πολιτική μου αυτή και έχει ήδη στην συνείδηση του ταυτίσει την τύχη του πολιτικά, οικονομικά και αμυντικά με την Ευρώπη… ‘’
Παράλληλα, βέβαια η Ελλάδα προσπάθησε να πραγματοποιήσει ένα άνοιγμα και στον Αραβικό κόσμο. Αυτή η διεύρυνση όμως περιοριζόταν σε εμπορικές συμφωνίες και σε ανοιχτούς διαύλους επικοινωνίας. Σε καμία περίπτωση δεν είχαμε επεκταθεί σε στρατηγικές σημασίες και δημιουργία κοινών forum, όπως σημειώνεται τον τελευταίο μήνα. Επιστρέφοντας ξανά όμως στο πρόσφατο παρελθόν και στις ελπίδες που η χώρα μας είχε εναποθέσει στην Ευρώπη, να τονίσουμε πως έμελε να διαψευτούν παταγωδώς. Πρώτος σταθμός αυτής της διάψευσης ήταν η κρίση των Ιμίων. Η Ελλάδα στάθηκε μόνη της απέναντι στη τούρκικη απειλή χωρίς καμία ουσιαστική βοήθεια από του Ευρωπαίους εταίρους της. Η αντίληψη αυτής της πραγματικότητας, άλλωστε, οδήγησε σε μία κούρσα εξοπλιστικών προγραμμάτων και στην απόκτηση όπλων που μέχρι και σήμερα μας δίνουν το πλεονέκτημα σε ορισμένους τομείς (π.χ. υποβρύχια type-214). Η περίπτωση των Ιμίων και η ευρωπαϊκή τότε αδιαφορία ήταν μόνο η αρχή καθώς όσα συνέβησαν κατά τη διάρκεια του τελευταίου έτους έκαναν ακόμη και τους πιο θερμούς υποστηρικτές του ευρωπαϊκού οράματος να πειστούν για την ανεπάρκεια της Ε.Ε. απέναντι στην προκλητική στάση της Τουρκίας. Πλέον, οι Τούρκοι αξιωματούχοι απειλούσαν ευθέως τα κυριαρχικά δικαιώματα Ελλάδας και Κύπρου με τους Ευρωπαίους να μην προβαίνουν σε ουσιαστικές κυρώσεις και σε ορισμένες περιπτώσεις να υποδαυλίζουν τις τουρκικές κινήσεις.
Το ελληνικό ΥΠΕΞ φαίνεται πως αντιλήφθηκε εγκαίρως τα νέα δεδομένα, καθώς έδειξε γρήγορα αντανακλαστικά. Η Ελλάδα κοίταξε εκτός των Ευρωπαϊκών πλαισίων που είχαν δημιουργηθεί προς την Ανατολή. Η πατρίδα μας ουσιαστικά αυτοπροσδιόρισε τον ρόλο της στην περιοχή της ανατολικής Μεσογείου, προσπαθώντας να απαλλαχτεί από έναν γεωπολιτικό χαρακτήρα που μέχρι πρόσφατα απλώς ακολουθούσε τις εξελίξεις. Πλέον με διευρυμένες συμμαχίες με τον Αραβικό κόσμο αλλά και το Ισραήλ προσπαθεί να αναλάβει νέες πρωτοβουλίες. Η τακτική της χώρας μας είναι να καταδείξει σε διεθνές επίπεδο πως η Ελλάδα αποτελεί πόλο σταθερότητας απέναντι στη Τουρκία που υιοθετεί το ρόλο του νταή της περιοχής και είναι ένας ισχυρός και υπολογίσιμος γωπολιτικής παίκτης στην ευρύτερη περιοχή της Μεσογείου για την ειρήνη και την ηρεμία.
Μία από τις σημαντικότερες συμφωνίες στις οποίες προχώρησε η χώρα μας είναι αυτή με το Ισραήλ. Στις 5 Ιανουαρίου, Αθήνα και Τελ Αβίβ έφτασαν σε συμφωνία σχετικά με την πολεμική αεροπορία. Όπως μας πληροφορεί η Ισραηλινή πρεσβεία, οι ομοεθνείς τους πρόκειται να επενδύσουν το ποσό των 1,68 δισεκατομμυρίων δολαρίων. Η συμφωνία προβλέπει την δημιουργία διεθνή εκπαιδευτικού κέντρου πιλότων της πολεμικής αεροπορίας στην Καλαμάτα. Επιπλέον, η Ελλάδα θα προμηθευτεί νέα εκπαιδευτικά αεροσκάφη. Η 20ετή εμβέλεια της συμφωνίας μαρτυρά την εμβάθυνση στις Ελληνοισραηλινές σχέσεις αλλά και τον στρατηγικό της χαρακτήρα.
Πολύ σημαντικό βήμα όμως θεωρείται και η συμφωνία Ελλάδας – Η.Α.Ε. Στις 16 Δεκεμβρίου 2020, οι ΥΠΕΞ των δύο χωρών υπέγραψαν μία κολοσσιαίας σημασίας και πολύπλευρη συμφωνία. Μεταξύ άλλων, η συμφωνία αναφέρεται στην εκπαίδευση Αράβων μηχανικών στην Ελληνική Αμυντική Βιομηχανία για τα επόμενα 10 χρόνια, στη δυνατότητα στάθμευσης ενόπλων δυνάμεων των δύο χωρών στα εδάφη τους, στη κοινοποίηση διαβαθμισμένων πληροφοριών αλλά και στη διπλωματική υποστήριξη. Το βασικότερο όμως είναι η ρήτρα αμοιβαίας στρατιωτικής συνδρομής, δηλαδή, η στρατιωτική βοήθεια της μίας χώρας στην άλλη, εάν δεχτεί επίθεση από 3η χώρα. Η Ελλάδα έχει να υπογράψει ανάλογη συμφωνία από τα χρόνια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου.
Οι προαναφερθείσες είναι ίσως οι δυο σημαντικότερες από τις συμφωνίες-συμμαχίες για τη χώρα μας το τελευταίο διάστημα, συμφωνίες που ενισχύουν και το γεωπολιτικό της ρόλο στη περιοχή. Υπάρχουν βέβαια και άλλες συμφωνίες με βάθος και στρατηγικές σχέσεις με πλήθος ακόμα χωρών, όπως η Αίγυπτος, η Σαουδική Αραβία κ.α. Αποκορύφωμα όλων αυτών υπήρξε η πρόσφατη Ελληνική πρωτοβουλία και η διοργάνωση στην Αθήνα του Philia Forum μεταξύ Ελλάδας, Γαλλίας και λοιπών Αραβικών κρατών. Πρόκειται για ιδιαίτερα σημαντική αλλαγή της Ελληνικής νοοτροπίας η οποία πλέον προσθέτει τη χώρα μας στο γεωπολιτικό παιχνίδι της Μεσογείου ως ανεξάρτητο και ισχυρό παίκτη.
*φοιτητής Οικονομικού Α.Π.Θ.