01/12/2024

ΚΥΠΡΙΑΚΟ : ΗΓΓΙΚΕΝ Η ΩΡΑ ΤΟΥ ΜΕΓΑΛΟΥ ΟΧΙ

Γράφει ο Ηλίας Σολωμού*

 

Οι εναρκτήριοι μήνες του 2021 παρά την προσωρινή επιφανειακή και ψευδεπίγραφη ύφεση στις ελληνοτουρκικές σχέσεις αποτελούν αυτό που λέμε η ‘‘ηρεμία πριν την καταιγίδα’’. Το προσεχές διάστημα αναμένεται να πληθύνουν οι πιέσεις και να τεθούν ορισμένα αμείλικτα διλήμματα στα δύο κράτη του Ελληνισμού, Ελλάδα και Κύπρο. Πέραν της διεξαγωγής του πρώτου κύκλου συζητήσεων στα πλαίσια του 61ου γύρου διερευνητικών επαφών με την Τουρκία, η Ελλάδα πρέπει να προετοιμάζεται ενόψει της πενταμερούς διασκέψεως που θα διεξαχθεί κατά πάσα πιθανότητα αρχές Μαρτίου με αντικείμενο το Κυπριακό.

Η πολιτική δράση του τελευταίου διαστήματος έχει ταράξει τη Μεγαλόνησο. Σε πρώτη φάση, η εκλογή του Ερσίν Τατάρ στα κατεχόμενα, εκλεκτού του Ερντογάν και εκφραστή της σκληρής γραμμής υπέρ της λύσεως των δύο κρατών αποτελεί προπομπό εξελίξεων που κάθε άλλο παρά θετικές προμηνύονται για την Κύπρο. Είναι  παραπάνω από προφανές ότι στις προσεχείς διαπραγματεύσεις η Τουρκία ενδεχομένως και ο ‘‘Πόντιος Πιλάτος’’ που ακούει στο όνομα Μεγάλη Βρετανία θα επιχειρήσουν να πιέσουν προς την κατεύθυνση της χαλαρής συνομοσπονδίας, δηλαδή την ντε φάκτο διχοτόμηση του νησιού. Ο Ελληνισμός συνολικά πρέπει να ετοιμάσει την απάντηση του. Ειδικότερα η ελληνοκυπριακή ηγεσία οφείλει να αναρωτηθεί αν αξίζει τον κόπο έστω και λεκτικά να συνεχίζει να κάνει αναφορά σε διζωνική, δικοινοτική ομοσπονδία . Δεκαέξι χρόνια μετά την παρουσίαση του τουλάχιστον προβληματικού σχεδίου Ανάν, ο Νίκος Αναστασιάδης θα κληθεί να απαντήσει αν επιθυμεί να παραδώσει κράτος ή κοινότητα. Ο Τάσος Παπαδόπουλος ευτυχώς το 2004 τοποθετήθηκε ξεκάθαρα υπέρ του πρώτου.

 

 Το ερώτημα που γεννάται είναι τι μπορεί να κάνει η Ελλάδα; Κατά πρώτον, είναι αυτονόητο ότι θα στηρίξει κάθε διπλωματική θέση και προσέγγιση της Κύπρου εστιάζοντας στην πάγια σταθερά της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής για απόσυρση κατοχικών στρατευμάτων και κατάργηση του καθεστώτος εγγυήσεων. Αυτές οι δύο τελευταίες προϋποθέσεις είναι εκ των ουκ άνευ αν πρόκειται ποτέ το επανενωμένο νησί να προχωρήσει μπροστά χωρίς επίδοξους προστάτες όπως η Τουρκία. Βέβαια όποιος θέλει να μην εθελοτυφλεί, βλέπει ότι το ενδεχόμενο επίλυσης του Κυπριακού στην προσεχή διάσκεψη δεν συγκεντρώνει πολλές πιθανότητες. Αυτή την στιγμή εξελίσσεται ένα ευρύτερο γεωπολιτικό παίγνιο στην Ανατολική Μεσόγειο. Η πρόσφατη διεξαγωγή του Philia Forum με την συμμετοχή της Ελλάδος, της Γαλλίας, της Κύπρου και σειράς αραβικών χωρών πιστοποιεί την αλλαγή αντιμετώπισης και την ευθυγράμμιση των περιφερειακών εκείνων δυνάμεων που δεν ανέχονται τον νέο-οθωμανικό επεκτατισμό και αναθεωρητισμό. Μέσα σε αυτήν την μεγάλη εικόνα όπου επιχειρείται από τα δύο ελληνικά κράτη όχι μόνο η προώθηση των ενεργειακών πρότζεκτ της Ανατολικής Μεσογείου αλλά και η διασύνδεση με την Μέση Ανατολή και τις αραβικές μοναρχίες του Περσικού Κόλπου, πρέπει να ιδωθεί το Κυπριακό.

 

Ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν έχει ανοίξει τόσο πολύ την βεντάλια των τουρκικών διεκδικήσεων και ταυτόχρονα έχει δημιουργήσει υψηλές προσδοκίες στον τουρκικό λαό με τις φαντασιοπληξίες περί ‘‘Γαλάζιας Πατρίδας’’ και πιο πρόσφατα με τα διάφορα χολιγουντιανά σχέδια περί εφόδου στο Διάστημα, που δεν πρόκειται ποτέ να συναινέσει σε μια λύση του δράματος του Κυπριακού που θα εγγυάται μια πραγματική βιώσιμη, ενιαία κρατική οντότητα. Ξέρει πολύ καλά ότι στο ενδεχόμενο επανένωσης του νησιού η τουρκοκυπριακή κοινότητα θα επωφεληθεί από το αυξημένο βιοτικό επίπεδο και τις νέες ευκαιρίες εντός μιας χώρας μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ότι σε σύντομο χρονικό διάστημα θα στρέψει την πλάτη της στην Τουρκία. Παρόμοιο επιτυχές προηγούμενο αποτελεί η μουσουλμανική μειονότητα της Θράκης όπου παρά τις μεθοδεύσεις του τουρκικού προξενείου στην Κομοτηνή, σε συντριπτικό βαθμό τα μέλη της έχουν ενσωματωθεί στους κόλπους της ελληνικής κοινωνίας.

 

Επομένως,  αν ο Ερντογάν με τον Τάταρ προτείνουν μια λύση τύπου χαλαρής συνομοσπονδίας, ποιά πρέπει να είναι η αντίδραση της ελληνικής πλευράς; Προφανώς αρνητική. Οποιαδήποτε τέτοια λύση συνιστά στην πραγματικότητα νομιμοποίηση της προ σαράντα-επτά  ετών εισβολής και θα οδηγήσει στην οριστική και με την βούλα διχοτόμηση του νησιού. Παράλληλα τίποτα δεν θα μπορεί να εγγυηθεί ότι η Τουρκία θα μειώσει την  επιρροή στην τουρκοκυπριακή κοινότητα του νησιού ή ότι θα σταματήσει να εγκαθιστά εποίκους με απώτερο σκοπό την ανατροπή των πληθυσμιακών ισορροπιών στο νησί. Ο Νίκος  Αναστασιάδης δεν πρέπει να έχει το βλέμμα στις προσεχείς εκλογές τον ερχόμενο Μάιο ούτε να λυγίσει από τις διάφορες (υπαρκτές ή μη) υποθέσεις διαφθοράς που εσχάτως βλέπουν το φως της δημοσιότητας ώστε να το οδηγήσουν σε ιταμή υποχώρηση. Το βλέμμα του πρέπει να είναι στραμμένο ενώπιον της Ιστορίας και η όποια απόφαση του να οδηγεί στην διαφύλαξη της ελληνικότητας της Κύπρου. Συνολικά, πρέπει από κοινού με την Ελλάδα να χαραχθεί μια νέα σκληρή γραμμή ασφυξίας των Κατεχόμενων με αφαίρεση διαβατηρίων από τους Τουρκοκύπριους και απαγόρευση μετακινήσεων στο ελεύθερο κομμάτι του νησιού για εργασία. Μόνο μια τέτοια πολιτική όπου θα καταστήσει τα Κατεχόμενα την ‘‘Βόρεια Κορέα της Μεσογείου’’ θα έχει επιτυχία καθώς θα εξαναγκάσει τις πιο μετριοπαθείς φωνές των Τουρκοκυπρίων να διαφοροποιηθούν σε μελλοντικό χρόνο από την Τουρκία, διαπιστώνοντας ότι η συνέχιση της παρουσίας της στο νησί είναι η αιτία για την απουσία μέλλοντος και προοπτικής για τους ίδιους. Τέλος, με δεδομένη και την πρόσφατη μερική άρση του εμπάργκο όπλων από τις ΗΠΑ και την σύσφιγξη των σχέσεων με το Ισραήλ πρέπει να επιδιωχθεί η πλήρης στρατιωτικοποίηση του νησιού, με επαναφορά του ενιαίου αμυντικού δόγματος Ελλάδος και Κύπρου ώστε να διαμορφωθούν οι επιχειρησιακές προϋποθέσεις ακόμη και στρατιωτικής επανάκτησης των απολεσθέντων περιοχών.

 

*Πτυχιούχος τμήματος Επικοινωνίας του Πάντειου Πανεπιστήμιου, Μεταπτυχιακός φοιτητής Διεθνών Σχέσεων

Facebooktwitterredditpinterestlinkedinmail
Geopolitics & Daily News Copyrights Reserved 2024