Ο δεύτερος συστηματικός εκσυγχρονισμός του Ελληνικού Πολεμικού Στόλου (1881-1910)

Το θωρακισμένο καταδρομικό Γεώργιος Αβέρωφ σε επιστολικό δελτάριο της εποχής.
Η περίοδος του εκσυγχρονισμού του Κράτους
Η περίοδος αυτή μπορεί να χωριστεί συμβατικά σε δύο υποπεριόδους, στην τρικουπική (1882-1895), στην οποία κυριαρχεί το όραμα εκσυγχρονισμού του μεγάλου πολιτικού Χαρίλαου Τρικούπη, και στην μετα-τρικουπική, κατά τη διάρκεια της οποίας η πορεία προς τον εκσυγχρονισμό του κράτους δεν σταματά εντελώς, αλλά αναστέλλεται σε πολλούς τομείς, λόγω έλλειψης πολιτικού ανδρός ικανού να αντέξει και να συμβαδίσει με τις υπάρχουσες εξελίξεις.

Βασικό μέλημα του Χαρίλαου Τρικούπη ήταν η ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων της χώρας, ώστε η οικονομία της να γίνει ανταγωνιστική. Αυτό ο Τρικούπης το επεδίωξε με προσπάθεια για ανόρθωση της χώρας σε όλους τους τομείς. Πρώτιστο μέλημά του υπήρξε η δημιουργία του πάγιου κοινωνικού κεφαλαίου της χώρας, δηλαδή η κατασκευή δρόμων, σιδηροδρόμων και γενικότερα, έργων κοινής ωφέλειας. Έτσι, οι πιο σύντομες και εύκολες μετακινήσεις συνέβαλαν στην ανάπτυξη της αγροτικής και βιοτεχνικής παραγωγής. Επιπροσθέτως, προσπάθησε με διάφορα νομοθετήματα να οργανώσει τον δημόσιο τομέα, όπως για παράδειγμα με τη θέσπιση τυπικών αξιοκρατικών κριτηρίων για τους δημόσιους υπαλλήλους, ούτως ώστε να αντιμετωπιστούν οι πελατειακές σχέσεις που ταλάνιζαν τη χώρα. Ακόμη, καταβλήθηκε σημαντική προσπάθεια για τη μείωση της εγκληματικότητας και την εμπέδωση της τάξης στη χώρα, κυρίως στην ύπαιθρο, με την υλοποίηση της αναδιοργάνωσης της Χωροφυλακής και η εκκαθάρισή της από τα διεφθαρμένα στοιχεία. Παράλληλα εκσυγχρονίστηκε το νομοθετικό πλαίσιο των συναλλαγών και μενομοθετικές ρυθμίσεις διευκολύνθηκαν οι οικονομικές δραστηριότητες.

Η οργανωτική προσπάθεια της αποστολής μεταφράστηκε σε πληθώρα νομοθετημάτων, τα οποία αφορούσαν στον ιματισμό των στελεχών, τη μισθοδοσία, την εκπαίδευση, τις λιμενικές αρχές, τη ναυτική στρατολογία, την οικονομική υπηρεσία, τη σύνταξη σηματολογίου, τον Γενικό Οργανισμό των πληρωμάτων του Στόλου, τη σύσταση Ναυτικού Νοσοκομείου, τη μισθοδοσία των τεχνιτών των συνεργείων του εργοστασίου του Ναυστάθμου, την κατάσταση των υπαξιωματικών κ.λπ.
Ο εκσυγχρονισμός του Στόλου
Κατά την διάρκεια αυτής της περιόδου, το Πολεμικό Ναυτικό πραγματοποίησε ένα μεγάλο εξοπλιστικό πρόγραμμα, με το οποίο εντάχθηκε στα σύγχρονα Ναυτικά του κόσμου, ενώ παράλληλα δόθηκε στην Ελλάδα ένα εξαιρετικό στρατηγικό πλεονέκτημα απέναντι στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, αλλά και απέναντι στα λοιπά βαλκανικά κράτη.
Το πρόγραμμα περιελάμβανε ναυπηγήσεις όλων των ειδών των πλοίων. Από κανονιοφόρους, τορπιλοβόλα και ναρκοθέτιδες (τορπιλοθέτιδες ονομάζονταν τότε), μέχρι υποβρύχια, αντιτορπιλικά και θωρηκτά. Κορωνίδα του εξοπλιστικού προγράμματος βέβαια υπήρξε η αγορά του θωρακισμένου καταδρομικού (Θ/Κ) Γεώργιος Ἀβέρωφ που έδωσε οριστικά το πλεονέκτημα στο Αιγαίο στο ελληνικό Πολεμικό Ναυτικό. Να σημειωθεί ότι η κυριαρχία των Ελλήνων στο Αιγαίο έγινε πραγματικότητα όχι μόνο λόγω των νέων πολεμικών πλοίων (το Οθωμανικό Ναυτικό διατηρούσε την υπεροπλία) αλλά και λόγω της ναυτοσύνης των Ελλήνων αξιωματικών και πληρωμάτων.

Το 1880, ναυπηγήθηκαν στη Γαλλία τέσσερις κανονιοφόροι, που έφεραν τις ακόλουθες ονομασίες: Μυκάλη, Σφακτηρία, Ναυπακτία και Ἀμβρακία, αλλά αμέσως μετονομάστηκαν σε Κανονιοφόρους Α, Β, Γ και Δ. Το 1881, ναυπηγήθηκαν στη Αγγλία οι ατμοβάριδες Ἄκτιον και Ἀμβρακία. Το ίδιο έτος αγοράστηκαν από την Αγγλία οι τορπιλοθέτιδες Αἰγιαλεία, Μονεμβασιά και Ναυπλία. Στα ναυπηγεία Yarrow της Αγγλίας μεταξύ των ετών 1881-1883, ναυπηγήθηκαν τα τορπιλοβόλα Κύπρος, Κως, Μυτιλήνη, Ῥόδος, Σάμος και Χίος, τα οποία αρχικά δεν διέθεταν τορπιλοσωλήνες, αλλά απέκτησαν αργότερα στην Ελλάδα. Ειδικά στα Σάμος και Χίος, τοποθετήθηκαν στο Fiume. To 1881, αγοράστηκε από την Αγγλία το τορπιλοβόλο Ἰωνία, που ήταν το πρώτο που διέθετε πλευρικούς τορπιλοσωλήνες.
Την περίοδο 1900 – 1905, δυστυχώς, επήλθε ένας αδικαιολόγητος εφησυχασμός και αναστολή των εξοπλισμών. Όταν όμως έγινε γνωστό ότι η Οθωμανική Αυτοκρατορία ανακαίνισε το θωρηκτό Μεσουδιέ, παρήγγειλε δύο τορπιλοβόλα, θα έθετε σε εφαρμογή την επισκευή πολλών οθωμανικών πλοίων και τέλος, παρήγγειλε και τρία ελαφρά καταδρομικά (Χαμηδιέ, Μετζητιέ και Δράμα-το τελευταίο δεν παραδόθηκε), στην Αθήνα σήμανε συναγερμός. Έτσι, κατά τα έτη 1905-1907, η Ελλάδα προέβη σε αγορά τεσσάρων αντιτορπιλικών από τα Ναυπηγεία Yarrow της Αγγλίας με χρήματα του Ταμείου Εθνικού Στόλου (Θύελλα, Λόγχη, Ναυκρατοῦσα, Σφενδόνη) και άλλα τέσσερα από τα ναυπηγεία Vulcan του Στετίνου, σημερινό Στέτσιν της Πολωνίας (Βέλος, Δόξα, Νίκη και Ἀσπίς).

Παράλληλα, το καλοκαίρι του 1907 με πρωτοβουλία του βασιλέως Γεωργίου, ζητήθηκε από τον απόστρατο ναύαρχο Ε. Φουρνιέ να υποβάλει πρόγραμμα οργάνωσης του Πολεμικού Ναυτικού. Το πρόγραμμα έδινε μεγάλη προτεραιότητα στο όπλο της τορπίλης. Προέβλεπε την απόκτηση δέκα υποβρυχίων με προοπτική για αύξηση του αριθμού, τη δημιουργία ναυπηγείων για υποβρύχια, τη ναυπήγηση τεσσάρων ελαφρών καταδρομικών μεγάλης ταχύτητας και δώδεκα ταχέων αντιτορπιλικών. Για θωρηκτά δεν γινόταν λόγος λόγω του υψηλού τους κόστους. Το πρόγραμμα όμως αυτό δεν το υιοθέτησε ούτε η ελληνική κυβέρνηση ούτε η ελληνική κοινή γνώμη.