Βάσσος Μαυροβουνιώτης και Ελένη Βάσσου: Ένας έρωτας στα χρόνια της Επανάστασης του 1821

Βάσσος Μαυροβουνιώτη
Γράφει ο ιστορικός Παναγιώτης Γέροντας
Ο Βάσσος Μαυροβουνιώτης, μεγάλος Αγωνιστής του 1821, όπως λέει και το όνομά του ήταν Μαυροβούνιος. Γεννήθηκε το 1797, στην πεδιάδα Bjelapavlici (Πετροπαύλιτς). Σε ηλικία 20 ετών, το 1817, εγκατέλειψε την γενέτειρά του λόγω της ανέχειας αλλά και των συνεχών συγκρούσεων που επικρατούσαν εκεί. Θα μεταβεί αρχικά στην Σμύρνη, στην επαρχία του Αϊδινίου μέχρι το 1820 εργαζόμενος ως βοσκός, επιστάτης στην υπηρεσία των Καραοσμάνογλου. Τα επόμενα χρόνια τον βρίσκουμε στην Αθήνα πιθανώς διωγμενο λόγω ληστρικής δράσης στην περιοχή της Σμύρνης.
Ενετάχθη στην Ελληνική Επανάσταση δίνοντας πολλές και ηρωικές μάχες. Πρώτος σταθμός η Εύβοια, ενώ με το σώμα του συμμετείχε σε επιτυχημένη πειρατική επιδρομή κατά της Θάσου που του ανταπέδωσε λάφυρα. Ο Μαυροβουνιώτης αναγνωρίστηκε από την Προσωρινή Διοίκηση και τον Πρόεδρο του Βουλευτικού Σωτήριο Χαραλάμπη ως χιλίαρχος των σωμάτων της Αττικής ενώ αργότερα (1824) διατάσσεται να μετακινηθεί στην Ύδρα με σκοπό την άμυνα του νησιού, κάτι που του αναγνωρίστηκε από τον Υδραίο πρόεδρο του Εκτελεστικού Γεώργιο Κουντουριώτη, ο οποίος τον προβίβασε στον βαθμό της στρατηγίας.
Συγκρούσθηκε με τις αιγυπτιακές δυνάμεις του Ιμπραήμ πασά στην Πελοπόννησο, το 1825 (Σχοινόλακας Μεσσηνίας, κοντά στο Νεόκαστρο και στη συνέχεια στο Κρεμμύδι Μεσσηνίας), κατά του ρούμελι βαλεσί Κιουταχή πασά και κατά του Κεχαγιάμπεη στην Άμφισσα (Σάλωνα) και στις Θερμοπύλες. Τέλος συμμετείχε στη μάχη στη Ρούσσα (ανατολική Ελλάδα) κατά αποσπάσματος Κεχαγιάμπεη.
Το 1826 έφτασε στην Κέα με σκοπό να προχωρήσουν προς τον Λίβανο (Βηρυτό) μαζί με τον Χατζημιχάλη Νταλιάνη για να βοηθήσουν τον εμίρη Μπεσίρ να ξεσηκώσει τους πληθυσμούς εναντίον των Οθωμανών. Εκεί ερωτεύθηκε παράφορα την Ελένη…
Η Ελένη γεννήθηκε στην Ήπειρο στις αρχές του 19ου αιώνα. Η οικογένειά της καταδιώχτηκε και κατέφυγε στην Κέα. Εκεί έμεινε η Ελένη μέχρι την ενηλικίωσή της. Ο Βάσσος την ερωτεύθηκε παράφορα το ίδιο και αυτή αλλά παρ’ όλο που ήταν μόλις 16 ετών, ήταν παντρεμένη με τον προεστό και πρόξενο της Γαλλίας Μιχαήλ Τζωρτζή Πάγκαλο. Οι γονείς της λοιπόν ήταν αντίθετοι με τον έρωτά τους. Τότε ο Βάσσος την απήγαγε και την μετέφερε στην Άνδρο. Εκεί την εγκατέστησε στον πύργο του Δημητρίου Γιαννούλη, έχτισε την είσοδο του πύργου και άφησε απέξω φρουρά να την φροντίζει.
Το 1826, στον γυρισμό του από την Βηρυτό, ο στρατηγός Βάσσος την πήρε μαζί του και την μετέφερε στον Πειραιά. Εκεί αρχίζει και η δράση της Ελένης. Στις μάχες που έδινε ο Βάσσος, η γυναίκα του ήταν νοσοκόμα και γραμματέας. Τον βοήθησε στην λύση της πολιορκίας της Καρύστου και κράταγε την αλληλογραφία του με τον Κιουταχή, ενώ ήταν η κυρίως σύμβουλός του σε όλες τις σημαντικές διαπραγματεύσεις.
Στην περίοδο διακυβέρνησης της Χώρας από τον Καποδίστρια, το ζευγάρι αντιτάχθηκε στον Κυβερνήτη (με τον Βάσσο να προσπαθεί να κρατάει ίσες αποστάσεις μεταξύ Κυβερνήτη και αντιπολίτευσης). Από την άλλη, το σπίτι που είχε εγκατασταθεί η Ελένη στην Σαλαμίνα είχε γίνει κέντρο της αντιπολίτευσης. Στην εποχή του Όθωνα εγκαταστάθηκαν στην Αθήνα. Η Ελένη Βάσσου έγινε μια από τις πιο ευγενείς και φιλόξενες κυρίες της εποχής της. Στους χειμερινούς χορούς που έδινε συνέρρεε όλη η αριστοκρατία. Διακρίθηκε για την ομορφιά της, αλλά και για την νοημοσύνη και το μεγαλείο του φρονήματός της. Τραγουδήθηκε από τους ποιητές της εποχής της.
Ο Μαυροβουνιώτης από την άλλη, ήταν από τους λίγους ατάκτους αξιωματικούς της προηγούμενης περιόδου οι οποίοι εντάχθηκαν στον νέο οθωνικό στρατό. Το 1834 διορίστηκε Συνταγματάρχης -Νομοεπιθεωρητής Αττικής και Βοιωτίας και το 1836 διοικητής του Σώματος Οροφυλακής Φθιώτιδας. Το 1843 προήχθη σε υποστράτηγο και ανέλαβε διοικητής Οροφυλακής Λοκριδας ενώ το 1846 διορίστηκε βασιλικός υπασπιστής του Όθωνα.
Από την ένωσή τους προέκυψαν τέσσερεις γιοι, εκ των οποίων οι δύο έγιναν στρατιωτικοί. Πρόκειται για τους Αλέξανδρο Βάσσο και Τιμολέοντα Βάσσο. Ο δεύτερος κατά τον Ελληνοτουρκικό Πόλεμο του 1897 ανέλαβε την διοίκηση μικτού στρατιωτικού αποσπάσματος και στάλθηκε στη Κρήτη (29 Ιανουαρίου 1897) με σκοπό την παροχή κάθε βοήθειας και προστασίας του ελληνικού στοιχείου που δεχόταν άγριες επιθέσεις και καταστροφές από τους Οθωμανούς.
Το 1842 ο Βάσσος ξαναπαντρεύεται , την Μπίλιω Οικονόμου, κόρη Υδραίου εμπόρου, από την οποία απέκτησε μια κόρη ονόματι Πέτρα. Πέθανε το 1847. Η Ελένη πέθανε το 1891…
( Δυστυχώς απεικόνιση της Ελένης δεν κατέστη δυνατό να βρεθεί.)