H γεωστρατηγική σκοπιά της συνάντησης Μπάιντεν Πούτιν
Γράφει ο Δημήτριος Τσαϊλας*
Ο Πρόεδρος Μπάιντεν στη Γενεύη, σε αντίθεση με τον προκάτοχό του, ήταν ξεκάθαρος και δυναμικός έναντι της Ρωσίας, τόσο για τα διεθνή (ειδικά η εισβολή στην Ουκρανία) όσο και για τα εσωτερικά ζητήματα (ειδικά στη φυλάκιση του Ναβάλνι και τους περιορισμούς στον Τύπο). Το αποτέλεσμα ήταν μια σχετικά παραγωγική αντιπαράθεση που οδηγεί σε μελλοντικές συναντήσεις για συζητήσεις στον έλεγχο των πυρηνικών, και την ασφάλεια στον κυβερνοχώρο. Οπότε εκτιμάται η συνάντηση φέρνει νικητή το Μπάιντεν, καθώς η αντίθεση με τη μηδαμινή απόδοση του Προέδρου Τράμπ στο Ελσίνκι είναι εντυπωσιακή. Ο Τράμπ δεν είχε καταφέρει τίποτα. Ο Μπάιντεν έφερε τη Ρωσία σε συνομιλίες υπέρ των ΗΠΑ.
Πλέον είναι φανερό ότι η προσωπική γνώση των παγκόσμιων ηγετών είναι ζωτικής σημασίας για την εξωτερική πολιτική. Έχει να κάνει με το να πείσει ένας ηγέτης τους άλλους ομολόγους του να σκεφτούν τα συμφέροντα της χώρας τους και όχι τις προσωπικές τους σχέσεις μαζί του. Εν προκειμένω αρνείται να είναι «φιλικός» με το κινέζο πρόεδρο Σι Τζινπίνγκ, ισχυριζόμενος ότι τον γνωρίζει καλά. Υποβαθμίζει με συνέπεια τη δήλωσή του για το Πούτιν ότι είναι δολοφόνος και αγνοεί την υποστήριξη του Ρώσου προέδρου στον Τράμπ. Ο Μπάιντεν θέλει η σχέση να αφορά τα συμφέροντα των δύο κρατών και όχι των δύο ηγετών. Αντί να κολακεύει, προειδοποιεί ότι η ρωσική κακοποίηση θα μπορούσε να τερματίσει τις ελπίδες για ξένες επενδύσεις, ιδίως αν ο Ναβάλνι πεθάνει στη φυλακή. Προσπαθεί, όχι πάντα επιτυχώς, να απορρίψει αυτό που θέλει υπό όρους και πιθανώς να αποδεχθεί ο αντίπαλός του.
Από τη μεριά του Πούτιν, φαίνεται πως δεν πήγε σε αυτήν τη συνάντηση με τον συνηθισμένο υπερήφανο ύφος. Η οικονομία της Ρωσίας βρίσκεται σε κακή κατάσταση, έχει χάσει σε δημοφιλία μετά από τόσα χρόνια στην εξουσία και η Κίνα γίνεται γρήγορα η υπερδύναμη που θα ήθελε να υποσκελίσει τη Ρωσία. Η Μόσχα έχει βαλτώσει στη Συρία και μάλλον χάνει στη Λιβύη. Ο Πούτιν χρειάζεται καλύτερη σχέση με τις ΗΠΑ τουλάχιστον όσο ο Μπάιντεν χρειάζεται αυτό που χαρακτηρίζει μια πιο «σταθερή και προβλέψιμη» σχέση με τη Ρωσία. Ο Πούτιν χρειάζεται επίσης από τις ΗΠΑ να μην ανταποδώσουν τις παρεμβάσεις στις αμερικανικές εκλογές του 2016 και του 2020, με την Ουάσιγκτον να μην παρεμβεί στην προσπάθεια επανεκλογής του το 2024. Ο έλεγχος των Ρώσων χάκερ του κυβερνοχώρου και η απόδοση ελευθεριών σε ορισμένα ανεξάρτητα μέσα ενημέρωσης μπορεί να είναι ένας λογικός τρόπος να αποφευχθεί αυτό. Ούτε ο Πούτιν επιθυμεί περισσότερο από το Μπάιντεν να ξοδέψει περισσότερα δισεκατομμύρια για στρατηγικά πυρηνικά όπλα.
Κανείς δεν πρέπει να περιμένει μια αλλαγή στη συμπεριφορά του Πούτιν. Είναι ένας ηγέτης που κυβερνά απολυταρχικά, και δεν θα διστάσει να γυρίσει το τραπέζι ανάποδα αν νομίζει ότι θα εξυπηρετήσει τα συμφέροντά του και μπορεί να ξεφύγει από τις δυσκολίες. Τελικά το μόνο εποικοδομητικό είναι ότι αποφάσισαν αμφότεροι να αποφύγουν έναν άκαρπο ανταγωνισμό ισχύος.
*Ο Υποναύαρχος (εα) Δημήτριος Τσαϊλάς ΠΝ δίδαξε επί σειρά ετών στις έδρες Επιχειρησιακής Σχεδιάσεως καθώς και της Στρατηγικής και Ασφάλειας, σε ανώτερους Αξιωματικούς στην Ανώτατη Διακλαδική Σχολή Πολέμου, είναι μέλος και ερευνητής του Ινστιτούτου για την Εθνική και Διεθνή Ασφάλεια.