Η Ελληνογαλλική αμυντική συμφωνία φέρνει το λυκαυγές στη Ευρωπαϊκή Άμυνα
Γράφει ο Δημήτριος Τσαϊλάς*
Μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου, πολλοί Ευρωπαίοι αγκάλιασαν την ιδέα ότι η απειλή πολέμου είχε τελειώσει και ότι η παγκοσμιοποίηση θα μετατρέψει όλες τις χώρες σε φιλελεύθερες δημοκρατίες, φέρνοντας έτσι αιώνια ειρήνη. Κατά συνέπεια, οι περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες απολάμβαναν το μέρισμα ειρήνης και μείωσαν ριζικά τις ένοπλες δυνάμεις τους, διαμορφώνοντας αυτό που παρέμεινε κυρίως για επιχειρήσεις σταθερότητας στο εξωτερικό.
Αλλά από το 2014, η Ευρώπη χτυπήθηκε από ένα τετραπλό χτύπημα: Από τα βόρεια κλονίστηκε από μια ρεβιζιονιστική Ρωσία, από το νότο χτυπήθηκε από την ανεξέλεγκτη μαζική μετανάστευση και τρομοκρατία, από τα δυτικά απειλήθηκε με μετακίνηση δυνάμεων από την Αμερική, και από τα ανατολικά από μια κακότροπη Τουρκία με αναθεωρητική πολιτική από δυνάμεις λαϊκισμού και εθνικισμού.
Αυτό οδήγησε σε τουλάχιστον δύο έντονες συζητήσεις: η μία για το πόσο ελλιπείς είναι οι αμυντικές δυνάμεις του ΝΑΤΟ ενάντια στη Ρωσία και η άλλη πώς να ανταποκριθούμε στην απειλή της αμερικανικής αποχώρησης.
Η αμυντική συμφωνία που επιτεύχθηκε με το Γάλλο πρόεδρο Εμανουέλ Μακρόν και τον Έλληνα Πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη φαίνεται να δείχνει το δρόμο προς μια μειωμένη εξάρτηση από τα Ηνωμένα Κράτη και για περισσότερη ευρωπαϊκή «στρατηγική αυτονομία». Βέβαια υπάρχουν ακόμη οι ατλαντικές φωνές (συχνά από ανατολικά και βόρεια) οι οποίες υποστηρίζουν την αναζωογόνηση του ΝΑΤΟ και τη βελτίωση της κατανομής των βαρών με την ανοικοδόμηση των ευρωπαϊκών στρατιωτικών δυνατοτήτων, ενώ μια τρίτη ομάδα συμμάχων, όπως η Τουρκία, φαίνεται να ελπίζει ότι το όλο πράγμα θα περάσει και η κατάσταση θα επανέλθει στη προτέρα μορφή καθώς δεν επιθυμούν να αντιληφθούν τις γεωπολιτικές αλλαγές όσον αφορά τη διεθνή ασφάλεια.
Έτσι προσηλώνονται σε άδικα διχαστική όσο και άγονη κριτική, όπως είναι οι τελευταίες δηλώσεις των τουρκικών αξιωματούχων, σε σχέση με την Ελληνογαλλική αμυντική συμμαχία και την Ευρωπαϊκή συνοχή. Θα ήταν καλύτερο να αποδέχονται αμοιβαία και να υποστηρίζουν τις υποκείμενες ανησυχίες της ΕΕ και του ΝΑΤΟ που έχουν προκαλέσει με την αντιφατική στρατηγική τους.
Εάν η Ευρωπαϊκή Αμυντική πολιτική πρόκειται να δώσει μια πνοή, τότε τα μέλη που αισθάνονται ότι απειλούνται, πρέπει να δούνε κίνητρα, με σκοπό, να εμπλακούν πραγματικά και να συνεισφέρουν. Η συμμαχία πρέπει να αντιμετωπίσει τόσο αυτές τις προοπτικές όσο και να προσθέσει ουσία στο σύνθημα Ευρωπαϊκή Αποτροπή από όλη την ήπειρο. Για την Ευρώπη, αυτό θα σήμαινε την ανάληψη σημαντικού ρόλου στην αποτροπή των αναθεωρητικών και αυταρχικών καθεστώτων από κοινού. Ιδίως η Γερμανία χρειάζεται να διαδραματίσει έναν πιο ισχυρό ρόλο. Ταυτόχρονα, οι Ευρωπαίοι σύμμαχοι πρέπει να προσαρμοστούν στη μακροπρόθεσμη στροφή της προσοχής της Αμερικής από την Ευρώπη στην Ασία και να επωμιστούν περισσότερα βάρη, ενώ η Αμερική πρέπει να συνειδητοποιήσει ότι η διατλαντική εμπιστοσύνη έχει υπονομευτεί, να αποδεχθεί και να ενθαρρύνει έναν μεγαλύτερο ρόλο στην Ευρώπη, και να παύσουμε να είμαστε τόσο ενστικτωδώς καχύποπτοι για όλες τις ευρωπαϊκές πρωτοβουλίες.
*Ο Υποναύαρχος Δημήτριος Τσαϊλάς δίδαξε επί σειρά ετών στις έδρες Επιχειρησιακής Σχεδιάσεως καθώς και της Στρατηγικής και Ασφάλειας, σε ανώτερους Αξιωματικούς στην Ανώτατη Διακλαδική Σχολή Πολέμου, είναι μέλος και ερευνητής του Ινστιτούτου για την Εθνική και Διεθνή Ασφάλεια.