10/12/2024

Γιατί  η Ιαπωνία έμεινε έξω από την AUKUS;

1

https://edition.cnn.com/2018/10/15/asia/japan-military-visibility-intl/index.html

Γράφει ο  Ιωάννης Κουτζούμης* 

 

 

Στις 15 Σεπτεμβρίου 2021 ανακοινώθηκε η τριμερής εταιρική σχέση ασφάλειας ανάμεσα στις ΗΠΑ, το Ηνωμένο Βασίλειο και την Αυστραλία  με πεδίο έμφασης την περιοχή του Ειρηνικού-Ινδικού ωκεανού (Indo-Pacific). O στόχος της συμφωνίας είναι η εμβάθυνση των σχέσεων μεταξύ των τριών εταίρων σε θέματα που αφορούν την τεχνολογία για σκοπούς άμυνας, τις βιομηχανικές βάσεις και τις εφοδιαστικές αλυσίδες. Ωστόσο, η συνιστώσα της AUKUS που την καθιστά ξεχωριστή και αναμένεται να της δώσει υπόσταση είναι η συνθήκη του προγράμματος που θα επιταχύνει την απόκτηση πυρηνοκίνητων υποβρυχίων από το Βασιλικό Ναυτικό της Αυστραλίας τους επόμενους 18 μήνες. Έτσι λοιπόν η Αυστραλία αναμένεται να είναι η έβδομη χώρα διεθνώς που θα αποκτήσει τέτοιες δυνατότητες και μόλις η πρώτη μη-πυρηνική δύναμη που θα λάβει τεχνογνωσία πυρηνικής πρόωσης για πλωτά μέσα. Η συγκεκριμένη στρατιωτική εκδοχή της AUKUS που ανατρέπει τις ισορροπίες της περιοχής, προκάλεσε την οργή της Κίνας κάνοντας λόγο για «ψυχροπολεμικές νοοτροπίες παιγνίων μηδενικού αθροίσματος». Το ερώτημα που γεννάται σε αυτό το σημείο είναι ότι εφόσον οι ΗΠΑ διάγουν την περίοδο που ξεκάθαρα υλοποιούν την στρατηγική ανάσχεσης απέναντι στην Κίνα, για ποιον λόγο επέλεξαν την Αυστραλία στο συγκεκριμένο εγχείρημα και όχι τον κυριότερο μεταπολεμικό τούς σύμμαχο, την Ιαπωνία;

H πρώτη αιτία που μπορεί να εξηγήσει αυτήν την επιλογή έρχεται από την πλευρά της τεχνικής διάστασης. Η AUKUS πρόκειται να διαχυθεί σε εγχώριους βιομηχανικούς τομείς που συνδέονται με την εθνική ασφάλεια των τριών εταίρων. Το γεγονός αυτό προαπαιτεί από τους τελευταίους ιστορικό βαθιάς συνεργασίας σε θέματα ασφάλειας και προφανώς αμοιβαία εμπιστοσύνη αφού η διασφάλιση και ανταλλαγή ευαίσθητων πληροφοριών είναι απαραίτητη συνθήκη για τον σχεδιασμό και την πραγματοποίηση κοινών προγραμμάτων. Πέρα από την κοινή τους αγγλοσαξονική παρακαταθήκη, η Αυστραλία, η Μεγάλη Βρετανία και οι Ηνωμένες Πολιτείες είναι μεταξύ άλλων εταίροι και στην συμμαχία ανταλλαγής πληροφοριών και δεδομένων «Five Eyes». Άρα λοιπόν το ιστορικό βάθος των συνεργατικών δεσμών ανάμεσα στα τρία συγκεκριμένα κράτη, δεν αποτελεί απλά και μόνο την βάση στην οποία θα οικοδομηθεί η AUKUS, αλλά λειτουργεί ταυτόχρονα και ως συνθήκη που μετατρέπει την τελευταία σε προνομιακό πρόγραμμα στρατιωτικής αναβάθμισης για το τρίτο μέλος της συμμαχίας δηλαδή την Αυστραλία. Στον αντίποδα, μια αντίστοιχη JUKUS θα ξεκινούσε από ένα πολύ διαφορετικό σημείο εκκίνησης σε σχέση με την AUKUS. Αυτό εξηγείται από το γεγονός ότι η Ιαπωνία δεν έχει να επιδείξει το ανάλογο (σε σύγκριση με την Μεγάλη Βρετανία και την Αυστραλία) επίπεδο βάθους στους δεσμούς ασφάλειας με τις ΗΠΑ καθώς επίσης και από την αργή πρόοδο της Ιαπωνίας να εκσυγχρονίσει τα συστήματα τεχνολογίας και συλλογής πληροφοριών που είναι κρίσιμα για την εθνική της ασφάλεια. Σε συνδυασμό με την διστακτικότητα της ιαπωνικής αμυντικής βιομηχανίας να υπερβεί τα ασφαλή για αυτήν «πλαίσια εγχώριας ανάπτυξης» και μαζί με ένα πλήθος νομοθετικών περιορισμών, η σύζευξη της ιαπωνικής με την αμερικανική αμυντική βιομηχανική για σκοπούς συνεργασίας, όχι μόνο δεν εμβαθύνεται, τουναντίον επιβραδύνεται. Επομένως, μια εν δυνάμει JUKUS (ή έστω JUS) δεν θα πληρούσε ούτε τα ελάχιστα κριτήρια που απαιτούνται για τέτοιου είδους αμυντικές-επιχειρησιακές συνεργίες.

Η μοναδική ίσως παρήγορη προοπτική της Ιαπωνίας στην προκειμένη διάσταση είναι ο ηγετικός ρόλος που έχει επιδείξει στην συγκρότηση της QUAD, μιας ομάδας τεσσάρων κρατών (Αμερική-Ιαπωνία-Αυστραλία-Ινδία) που συνεργάζεται στα θέματα που αφορούν την διατήρηση της ασφάλειας και της ελεύθερης ναυσιπλοΐας στον Ινδικό-Ειρηνικό Ωκεανό. Συντάχθηκε για πρώτη φορά το 2007 έπειτα από ιαπωνικές πρωτοβουλίες και μετά από μια μακρά περίοδο ανομβρίας, η Ιαπωνία ήταν ξανά εκείνη που το 2017 άσκησε πιέσεις για την ανασύνταξή της. Είναι αλήθεια πως οι από κοινού στρατιωτικές επιχειρήσεις που απαιτούν ανταλλαγή ευαίσθητων πληροφοριών και γενικότερα η οποιαδήποτε μορφή αμυντικής ολοκλήρωσης, προϋποθέτουν την ύπαρξη κάποιου θεσμικού μηχανισμού που θα σχεδιάζει την αρχιτεκτονική της στρατηγικής και θα υπαγορεύει τους πολιτικούς στόχους. Η QUAD αποτελεί έναν τέτοιο θεσμικό πυρήνα και ο πρωταρχικός ρόλος της Ιαπωνίας είναι ευδιάκριτος μέσα σε αυτόν. Όμως, οι διπλωματικές της ικανότητες απέχουν αρκετά από τα κριτήρια που θα έπρεπε να πληροί προκειμένου να γίνει εφικτή η ενίσχυση του υποβρύχιου στόλου της με πυρηνοκίνητα υποβρύχια.      

Πίνακας 1

 

Αναλογία αμυντικών δαπανών προς ΑΕΠ στην Νοτιοανατολική Ασία

 

Ο δεύτερος παράγοντας που ερμηνεύει την σημερινή μορφή της AUKUS, πέρα από την απόκλιση μεταξύ Ιαπωνίας και Αυστραλίας σε ότι αφορά τον βαθμό διασύνδεσης τους με την άμυνα και την ασφάλεια της αμερικανικής βιομηχανίας, βρίσκεται στο διαφορετικό γεωπολιτικό περιβάλλον των δύο συγκεκριμένων κρατών. Η Αυστραλία βρίσκεται σε μια (φαινομενικά) ασφαλή θαλάσσια ζώνη μεταξύ Ινδικού και Νότιου Ειρηνικού Ωκεανού στην οποία διατηρεί κίνητρα άσκησης ελέγχου επειδή η ΑΟΖ της ηπειρωτικής χώρας «συνορεύει» με τα νησιωτικά κράτη της Νότιας Ασίας και η αντίστοιχη ΑΟΖ της συστάδας των υπερπόντιων νησίδων της (Cocos, Christmas Islands), ανήκει καθαρά στον Ινδικό Ωκεανό. Η Ιαπωνία από την άλλη βρίσκεται στην πιο εύθραυστη γεωπολιτική τοποθεσία της σύγχρονης εποχής. Βρίσκεται απέναντι από τον «αιώνιο αντίπαλο» την Κίνα, είναι βόρεια της Ταιβάν που σύμφωνα με το «The Economist» αποτελεί το πιο επικίνδυνο μέρος του κόσμου (λόγω της επικείμενης(;) σινοαμερικανικής συμπλοκής που θα προκληθεί από την απόπειρα της Κίνας να επανασυνδέσει την Ταιβάν με την ηπειρωτική χώρα), είναι ανατολικά της Βόρειας Κορέας και γενικότερα της Κορεατικής χερσονήσου που παραδοσιακά αποτελεί πηγή κρίσεων. Επίσης, το αμφισβητούμενο καθεστώς για μια πληθώρα νησίδων στον δυτικό Ειρηνικό αποτελεί αντικείμενο διεκδικήσεων ανάμεσα στην Ιαπωνία και τα παραπάνω κράτη, συν την Ρωσία με την οποία διατηρεί διαφορές για τις Κουρίλες Νήσους. Σημειώνεται ότι Κίνα και Ρωσία είναι πυρηνικές δυνάμεις ενώ σύμφωνα με τον Διεθνή Οργανισμό Ατομικής Ενέργειας, η Βόρεια Κορέα φαίνεται να έχει ξαναρχίσει τις πυρηνικές δραστηριότητές της στον αντιδραστήρα της Yongbyon. Πριν από μερικές εβδομάδες μάλιστα, η Βόρεια Κορέα εκτόξευσε βαλλιστικούς πυραύλους «νέου τύπου» στην Θάλασσα της Ιαπωνίας οι οποίοι έπειτα από 1.500 km τροχιάς από το σημείο βολής, κατέληξαν εντός της ιαπωνικής ΑΟΖ. Πρόκειται δηλαδή για ένα περιβάλλον όπου οι ανταγωνισμοί ασφάλειας, οι συμβατικές και οι πυρηνικές απειλές μπορούν κάλλιστα να κλιμακωθούν.

Εικόνα 1

H αυστραλιανή ΑΟΖ

 

 

 

 

Εικόνα 2

 

Οι εδαφικές διαφορές της Ιαπωνίας στον Ειρηνικό

 

 

Η απόφαση της προμήθειας πυρηνοκίνητων υποβρυχίων στο ναυτικό της Αυστραλίας είναι ορθολογική βάσει αυτής της διάστασης. Πρακτικά, τα πυρηνοκίνητα υποβρύχια προσφέρουν υψηλότερες ταχύτητες και μεγαλύτερη αντοχή κάτω από το νερό χωρίς να απαιτείται ανεφοδιασμός. Έτσι λοιπόν οι υποβρύχιες μονάδες της Αυστραλίας αποκτούν δυνατότητες προβολής συμβατικής ισχύος σε απομακρυσμένες περιοχές και συγκεκριμένα, στην ευρύτερη ζώνη της Νότιας Σινικής Θάλασσας, εκεί δηλαδή που θα κριθεί όπως εκτιμάται η διατήρηση ή η ανατροπή της υπάρχουσας περιφερειακής τάξης μετά από ένα πιθανολογούμενο επεισόδιο. Αντιθέτως, από την στιγμή που η Ιαπωνία βρίσκεται στο επιχειρησιακό επίκεντρο της εν λόγω ζώνης, μπορεί να μπει στην εξίσωση με τα  ντιζελοκίνητα υποβρύχια κλάσεως Soryu που διαθέτει και άρα να προσφέρει την απαραίτητη υποστήριξη στον αμερικανικό, νοτιοκορεάτικο και δικό της στόλο σε περίπτωση που κάποια συμπλοκή απαιτήσει την παράταξή τους. Επίσης, η Αυστραλία είναι όσο μακριά χρειάζεται για να μην οξύνει το αίσθημα ανασφάλειας της Κίνας (παρά την οργισμένη αντίδραση του Πεκίνου) καθώς και για να μην ενισχύει τις πυρηνικές ή συμβατικές βλέψεις των δρώντων στην γύρω περιοχή. Αν η Ιαπωνία λάμβανε πυρηνοκίνητα υποβρύχια (ούτε λόγος για υποβρύχια με πυρηνικές κεφαλές) τότε θα συνέβαινε μια σχεδόν βέβαιη αλυσιδωτή αντίδραση. Ο συναγερμός στους κόλπους των κινεζικών ενόπλων δυνάμεων θα ηχούσε δυνατά, η στενότερη στρατιωτική συνεργασία Μόσχας-Πεκίνου θα ήταν ανάγκη επιβίωσης, η Βόρεια Κορέα θα προκαλούσε περισσότερο είτε με το πυρηνικό της πρόγραμμα είτε με βαλλιστικούς πυραύλους αυτή τη φορά πιο κοντά στην ιαπωνική ενδοχώρα που φιλοξενεί αμερικανικές βάσεις, η Ταιβάν θα απαιτούσε επαναπροσέγγιση της ξεχασμένης πυρηνικής προοπτικής της και η Νότια Κορέα που μόλις πρόσφατα ανακοίνωσε την πρώτη επιτυχημένη υποβρύχια δοκιμή εκτόξευσης βαλλιστικού πυραύλου (μόλις η 8η χώρα διεθνώς που έχει τέτοια ικανότητα) θα αξίωνε επιπρόσθετη στρατιωτική τεχνογνωσία πάνω ή κάτω από το νερό. Σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο δηλαδή, η Ιαπωνία θα μπορούσε να αποτελέσει την αιτία ενός κλιμακούμενου μπαράζ απαίτησης και τελικά απόκτησης όπλων μαζικής καταστροφής στην -παραφράζοντας το The Economist- «πιο επικίνδυνη περιφέρεια του κόσμου».  

Τέλος, η απουσία της Ιαπωνίας από το πακέτο προμήθειας πυρηνοκίνητων υποβρυχίων πρέπει να ερμηνευθεί και από την πλευρά της συμμαχίας ΗΠΑ-Ιαπωνίας, της σχέσης που οι Kissinger και Brzezinski είχαν συμφωνήσει ότι αποτελεί το πολιτικό θεμέλιο για την αρχιτεκτονική της Ανατολικής Ασίας όπως την γνωρίζουμε σήμερα. Η προ επτά δεκαετιών αμερικανοϊαπωνική σύνδεση αποτέλεσε περισσότερο προϊόν συγκυρίας, παρά αποτέλεσμα ισχυρών δεσμών κουλτούρας ή ιδεολογίας. Από τα τέλη του 19ου μέχρι το πρώτο μισό του 20ου αιώνα, η Ιαπωνία ήταν ένα μιλιταριστικό κράτος που είχε διαμορφώσει βαθιά γεωπολιτική σκέψη και επιδίωκε να γίνει ο περιφερειακός ηγεμόνας της Νοτιοανατολικής Ασίας. Η αποτροπή αυτού του σεναρίου, η άνευ όρων παράδοση στους Αμερικάνους και η μετέπειτα συμμαχία μαζί τους απαίτησε τα λουτρά αίματος στο Περλ Χάρμπορ, στις μάχες της Οκινάουα και της Ίβο Τζίμα καθώς επίσης και τις ατομικές βόμβες στην Χιροσίμα και το Ναγκασάκι. Κάπως έτσι, το τέλος των εχθροπραξιών βρήκε την Ιαπωνία να συνθηκολογεί άνευ όρων, να προσδένεται στο άρμα των ΗΠΑ και τις τελευταίες να εγκαθιστούν εκεί τις στρατιωτικές τους βάσεις. Με αυτόν τον τρόπο, η συγκυρία του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου μετέτρεψε το πάλαι ποτέ επεκτατικό κράτος σε προκεχωρημένο φυλάκιο της Αμερικής στον Ειρηνικό Ωκεανό και σύμβολο εγγύησης για την «ασφάλεια και την διατήρηση της ισορροπίας ισχύος σε ολόκληρη την Ασία». Από εκεί και ύστερα, ο άκαμπτος διπολισμός του Ψυχρού Πολέμου και η απειλή της ΕΣΣΔ, ήταν επαρκείς συνθήκες προκειμένου να κρύβουν τους κραδασμούς στις σχέσεις ΗΠΑ-Ιαπωνίας, με μοναδική ίσως εξαίρεση την επιθυμία της τελευταίας να αποκτήσει πυρηνικά όπλα μέσα στην δεκαετία του 1960 αλλά με τον πρόεδρο Λίντον Τζόνσον να σταματάει την οποιαδήποτε συζήτηση. Ωστόσο, η κατάρρευση της Σοβιετικής απειλής και η εκθετική αύξηση ισχύος από την πλευρά της Κίνας, προκάλεσαν ριζικές αναδιατάξεις στην αρχιτεκτονική της Ανατολικής Ασίας. Η δομική μετάβαση στις μεταψυχροπολεμικές δεκαετίες επέφερε ταλαντώσεις στην αμερικανοϊαπωνική σχέση και μια σειρά από ερωτήματα.

Η σχετική ομαλότητα που χαρακτήρισε την περιοχή του Ειρηνικού στον Ψυχρό Πόλεμο και η αμερικανική κηδεμονία επί της Ιαπωνίας ως αποτέλεσμα της πάγιας φοβίας των ΗΠΑ ότι οι διευρυμένοι βαθμοί στρατιωτικής ελευθερίας θα επαναφέρουν το μιλιταριστικό παρελθόν των Ιαπώνων και άρα την αυτονομία τους, είναι τα κυριότερα χαρακτηριστικά που εξέθρεψαν την λεγόμενη ιαπωνική αδράνεια στα εξοπλιστικά. Αν λάβουμε υπόψη την μακροχρόνια ροπή της Ιαπωνίας να διαθέτει μόλις το 1% του ΑΕΠ για την άμυνα, αυτή εξακολουθεί να διατηρείται μέχρι και σήμερα. Η ψυχροπολεμική νηνεμία, η διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης και η μετέπειτα αναπτυσσόμενη και υποτίθεται μη απειλητική Κίνα, δημιούργησαν μια Ιαπωνία τόσο απρόθυμη να επενδύει στην πολεμική άμυνα και την κυβερνοασφάλεια σε βαθμό που οι Αμερικάνοι την χαρακτήριζαν «αντιδραστικό κράτος» (reactive state). Οι μοναδικές υποχρεώσεις που αναλάμβαναν οι Ιάπωνες προκειμένου να δικαιολογήσουν την συμμαχία τους με τις ΗΠΑ ήταν οι υποστηρικτικές αποστολές στο πλευρό των αμερικανικών επιχειρήσεων στην Μέση Ανατολή κατά τις δεκαετίες 1990 και 2000. Την ίδια ώρα που η Ιαπωνία διαιώνιζε τον στρατιωτικό της παρασιτισμό και εξακολουθούσε να βρίσκεται σε ένα περιοριστικό καθεστώς σύναψης συμμαχιών πέραν των ΗΠΑ, η Κίνα όχι μόνο ξεπέρασε την ιαπωνική οικονομική ισχύ το 2010 αλλά εξελίχθηκε σε παίκτη που επιδιώκει να ηγεμονεύσει την Νοτιοανατολική Ασία με πολιτικοοικονομικούς και στρατιωτικούς όρους. Η αναδυόμενη κινέζικη απειλή σε συνδυασμό με την παραδοσιακή ενδόμυχη σκέψη των Ιαπώνων περί αμερικανικής πατρωνίας, έχουν δημιουργήσει ένα φοβικό σύνδρομο στις τάξεις των τελευταίων ότι οι ΗΠΑ θα τους εγκαταλείψουν στα δύσκολα. Αυτό το σύνδρομο έχει ενισχύσει ένα παραδοσιακό ενδοιαπωνικό ρεύμα που συνηγορεί υπέρ της στρατηγικής αυτονομίας από τις Ηνωμένες Πολιτείες. Πρόκειται ουσιαστικά για το άλλο άκρο του «reactive state» που επαναπαύεται κάτω από την πυρηνική ομπρέλα των ΗΠΑ. Ως εκ τούτου, η συμμαχία ΗΠΑ-Ιαπωνίας πάλλεται μεταξύ δύο αντίθετων φασμάτων. Έτσι, οι στρατηγικοί υπολογισμοί της Αμερικής για την διατήρηση του status quo στην Νοτιοανατολική Ασία σε συνάρτηση με το επεκτατικό παρελθόν της Ιαπωνίας και τις σύγχρονες φοβίες της, θα είναι ιδιαίτερα πολύπλοκες.  

Ένας από τους λόγους για τους οποίους η σχέση ΗΠΑ-Ιαπωνίας άντεξε στον χρόνο είναι επειδή δεν δοκιμάστηκε ποτέ σε κάποια κρίση. Η ΕΣΣΔ δεν διανοήθηκε ποτέ να πλήξει την οικονομική μητρόπολη του δυτικού μπλοκ ενώ η Βόρεια Κορέα ήταν απλά πολύ αδύναμη για να φοβίζει με τις σπασμωδικές προκλήσεις της. Η Κίνα όμως τώρα είναι αλλιώς και προκαλεί τα εξής ερωτήματα:

  • Η Κίνα διεκδικεί την άνευ κόστους προσάρτηση της Ταιβάν η οποία βρίσκεται μόλις 100 χιλιόμετρα μακριά από την Ιαπωνία. Η Ταιβάν για τις ΗΠΑ είναι περιφερειακό θέμα ασφάλειας, όμως για την Ιαπωνία είναι ζήτημα επιβίωσης. Θα ρισκάρουν οι Αμερικάνοι την πυρηνική ομηρεία των πόλεων τους από την Κίνα για ένα ζήτημα που Αμερικάνοι και Ιάπωνες αντιλαμβάνονται εντελώς ασύμμετρα; Μπορούν οι ΗΠΑ να εγγυηθούν την άνευ όρων υπεράσπιση των ζωτικών συμφερόντων της Ιαπωνίας; Πως θα αντιδρούσε η Ιαπωνία εάν η Κίνα καταλάμβανε τα νησιά Senkaku/Diaoyu; Ποιες οι συνέπειες για την αμερικανική αξιοπιστία εάν στην προκειμένη περίπτωση αδυνατούσε να βοηθήσει την σύμμαχο της; Μπορεί η ιαπωνική ανασφάλεια να παρασύρει την Ουάσιγκτον σε αχρείαστες και ταυτόχρονα εξαιρετικά επικίνδυνες κρίσεις;   

 

  • Επί ημερών Ψυχρού Πολέμου, η Κίνα αντιλαμβανόταν την αμερικανοϊαπωνική συμμαχία ως λυκοφιλία που εν μέρει νομιμοποιούταν από την ύπαρξη της Σοβιετικής Ένωσης. Πλέον την θεωρεί ως επιθετικό μόρφωμα που δεν θα διστάσει να επαναφέρει τον ιαπωνικό μιλιταρισμό προκειμένου να περιορίσει τις ηγεμονικές φιλοδοξίες της. Μπορεί το δίλλημα ασφάλειας Κίνας-Ιαπωνίας να προκαλέσει τον πανικό της δεύτερης απαιτώντας από τις ΗΠΑ στρατιωτική αυτονομία ή ενδεχομένως και πυρηνική τεχνογνωσία; Μια πυρηνικοποιημένη Ιαπωνία με τίμημα την αποτροπή της Κίνας, θα επαναφέρει εκ νέου την ισορροπία στο οικοδόμημα της Νοτιοανατολικής Ασίας ή θα την μετατρέψει σε ανεξέλεγκτο παράγοντα που θα προξενήσει ντόμινο πυρηνικής διάδοσης και ταυτόχρονα θα επαναφέρει τα φαντάσματα του Περλ Χάρμπορ;

 

Το πρώτο κεφάλαιο της σύγχρονης υψηλής στρατηγικής των ΗΠΑ στον Ινδοειρηνικό γράφτηκε από την AUKUS και τα κεφάλαια των επόμενων μηνών αναμένεται να δώσουν απαντήσεις στα παραπάνω ερωτήματα, συγκεκριμενοποιώντας τον μελλοντικό στρατηγικό ρόλο της Ιαπωνίας. Για αρχή, η Αυστραλία ήταν ασφαλής επιλογή. Η Ιαπωνία όμως, λόγω της ευαίσθητης γεωπολιτικής θέσης που κατέχει και εξαιτίας της ιδιόμορφης συμμαχίας που διατηρεί τα τελευταία 70 χρόνια με τις ΗΠΑ χρειάζεται μια πολύ πιο λεπτή διαχείριση. Το ιδανικό σενάριο για τις Ηνωμένες Πολιτείες είναι να αποτρέψουν την περιφερειακή ηγεμονία της Κίνας χωρίς να χρειαστεί να θυσιάσουν την άνιση πολιτικοστρατιωτική σχέση που διατηρούν με την Ιαπωνία. Έτσι η λογική λέει ότι η τελευταία θα αρχίσει σταδιακά να επωμίζεται περισσότερα στρατιωτικά βάρη, κάπου ανάμεσα στα δύο άκρα του αντιδραστικού κράτους και της πυρηνικής αυτονομίας. Όμως, στην πιο εύφλεκτη περιοχή του κόσμου όπου οι κρίσεις, οι διεκδικήσεις νησιών και οι συμβατικές-πυρηνικές απειλές συνυπάρχουν, υπάρχουν περιθώρια για ιδανικά σενάρια και σολομώντειες λύσεις;

ΠΗΓΕΣ ΕΙΚΟΝΩΝ

Εικόνα από: https://edition.cnn.com/2018/10/15/asia/japan-military-visibility-intl/index.html

Πίνακας 1 από: https://inf.news/en/military/388485570e7c2e82b5b2ecc73743f5de.html

Εικόνα 1 από: http://iilss.net/australia-territorial-sea-claimsbaselines-for-measuring-the-breadth-of-the-territorial-sea/

Εικόνα 2 από: https://cruiseportnavigation.com/guide/disputes.html

 

 

*Τελειόφοιτος του Μεταπτυχιακού Προγράμματος Διεθνών Σχέσεων του Πανεπιστημίου Μακεδονίας  

 

 

Facebooktwitterredditpinterestlinkedinmail
Don`t copy text!