Πώς ο Ζόραν Ζάεφ ευνόησε τον βουλγαρικό και αλβανικό αλυτρωτισμό
της Δρ Άννας Κωνσταντινίδου*
Ιστορικός- Διεθνολόγος
Ο Ζόραν Ζάεφ παραιτήθηκε από πρωθυπουργός της χώρας των Σκοπίων και από πρόεδρος του κόμματός του, καθώς έχασε τις εκλογές στο μητροπολιτικό δήμο, των Σκοπίων.
Αυτό που έβγαλε η κάλπη ήταν η επικράτηση του εθνικιστικού κόμματος VMRO – DPMNE που ενώ ουσιαστικά έχει λάβαρο τη σημαία του «εθνοτισμού των Μακεδόνων» ωστόσο η πατρογονική εστία του είναι – κατ’ουσίαν – ο βουλγαρισμός.
Από εκεί και πέρα, το σημείο που πρέπει να εστιάσουμε είναι ότι η νέα δήμαρχος, Αρόφσκα, στηρίχθηκε τόσο από το VMRO-DPMNE όσο και από την αλβανική μειονότητα, αναδεικνύοντας ουσιαστικά ότι για πρώτη φορά το VMRO στηρίζει κοινό υποψήφιο με την αλβανική πλευρά!!!!
Για τους καλά γνωρίζοντες των σκοπιανών πραγμάτων, τα Σκόπια ήταν ο χώρος εθνικισμού δύο κύριων ομάδων, των Βουλγάρων (που εκμεταλλεύτηκαν το Μακεδονισμό κυριότατα μετά το 1918, στο βωμό της αλυτρωτικής πολιτικής, ανεξαρτήτως που τα Σκόπια ανήκαν στην πρώην Γιουγκοσλαβία, αλλά ευνοούσαν πολύ ως μόρφωμα το αλισβερίσι Τίτο και Βουλγαρίας εναντίον των ελληνικών μειονοτικών ομάδων σε όλη τη βαλκανική περιοχή) και των Αλβανών.
Τα Σκόπια ουδέποτε – αν και διοικητικά ανήκαν στην πρώην Γιουγκοσλαβία- προσδέθηκαν στο άρμα της Σερβίας (παρά μόνο την περίοδο του Τίτο για τους λόγους που γνωρίζουμε), αλλά αντίθετα ήταν φερέφωνο Βουλγάρων και Αλβανών, σε σημείο που όταν το 1990 αποχώρησαν οι Σέρβοι από το εσωτερικό, όχι μόνο δεν προσπάθησαν να προστατεύσουν ένα κράτος με τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα του σκοπιανού, αλλά αντίθετα του είχαν αφήσει οπλισμό του Β’ΠΠ, προφανώς λόγω του στενού συσχετισμού του με Βουλγαρία και Αλβανία, ενδεχομένως για να μην πέσει ο σερβικός, στρατιωτικός εξοπλισμός στα χέρια των Αλβανοβουλγάρων.
Οι Σκοπιανοί πρωθυπουργοί και πρόεδροι μέχρι πρόσφατα, εκτός από την Σκοπιανή ιθαγένεια, έφεραν υπηκοότητα και ιθαγένεια του βουλγαρικού κράτους (οι περισσότεροι εκ των οποίων χρησιμοποιώντας τον «Μακεδονισμό» ταυτόχρονα στην πολιτική τους, εξυπηρετώντας εκτός των άλλων τον βουλγαρικό αλυτρωτισμό που θα ήταν δύσκολο να εκδηλωθεί εναντίον της Ελλάδας, όταν η Βουλγαρία μπήκε σε ΕΕ και ΝΑΤΟ).
Ο Ζάεφ ήταν το πιο ενδεδειγμένο άτομο για τη γερμανική πολιτική, το οποίο έφερε σκοπιανή ιθαγένεια και μπορούσε να διαμορφώσει αυτό που επιδίωκαν οι Γερμανοί στα Δυτικά Βαλκάνια. Δυστυχώς, συναινέσαμε κι εμείς παραχωρώντας όχι μόνο το ιστορικό όνομα της Μακεδονίας, αλλά και εθνότητα σε ένα κρατίδιο, έρμαιο του βουλγαρικού και αλβανικού εθνικισμού.
Το πού πήγαινε το πράγμα, φάνηκε όταν πριν λίγους μήνες η σκοπιανή κυβέρνηση χρηματοδότησε αλυτρωτικό βιβλίο των Αλβανοφώνων εναντίον της Ελλάδας. Συγχρόνως δε, η αμυντική συμφωνία των Σκοπίων με τη Τουρκία πριν λίγες εβδομάδες ήταν μία συνθήκη που έδειχνε και αυτό κάτι: Ότι δηλαδή επί της ουσίας ο Ζάεφ χρησιμοποιήθηκε από τη Γερμανία για πολύ συγκεκριμένο σκοπό, ποτέ ο ίδιος δεν είχε το πολιτικό έρεισμα σε ένα κράτος ουσιαστικά βουλγαροαλβανόφωνο και φυσικά, το ότι παραιτείται από το πρωθυπουργικό αξίωμα με την αιτιολογία ότι έχασε το μητροπολιτικό δήμο, είναι μία δικαιολογία που αποδεικνύει ότι το συγκεκριμένο πρόσωπο εξυπηρετούσε συμφέροντα.
Και φυσικά δεν υπαινίσσομαι ότι κάποιο κράτος το 2017 παρενέβη στην εκλογική διαδικασία των Σκοπίων, αλλά ως φάνηκε ήταν μία συμφωνία κυρίων, βουλγαριζόντων και αλβανοφώνων, προκειμένου ο ιδιομορφος εθνικισμός τους να πάρει επιτέλους «σάρκα και οστά» μέσω μιας ονοματοδοσίας που θα μπορούσε να πετύχει ένα πολιτικό πρόσωπο, Σκοπιανής ιθαγένειας και μόνο. Και φυσικά οι Αλβανόφωνοι δεν καλύπτονται πίσω από την ονοματοδοσία Βόρεια Μακεδονία, αλλά τα Σκόπια ανέκαθεν ιστορικά ήταν ένας από τους δύο θύλακες του εθνικισμού της Αλβανίας, ο άλλος είναι το Κόσοβο.
Η Ελλάδα όφειλε να περιμένει την εξέλιξη αυτή, γιατί ήξερε ποιος είναι ο Ζάεφ. Πραγματικά, οι μεγάλοι «ινστρούχτορες» της Συμφωνίας των Πρεσπών που προσπαθούν μέχρι τώρα να αποδείξουν τη θετική πλευρά της σύναψής της, μετά από όλο αυτό τί πρέπει να πούνε, που αυτήν την στιγμή με επίσημη τη δική τους βούλα, ο βουλγαρισμός και ο αλβανισμός με επικουρική συμβολή της Τουρκίας θα διαμορφώσουν νέα δεδομένα για τα ελληνικά συμφέροντα;
*Η Δρ Άννα Κωνσταντινίδου είναι Ιστορικός- Διεθνολόγος, Μέλος και Εξωτερική Συνεργάτιδα του Ελληνικού Ινστιτούτου Στρατηγικών Μελετών (ΕΛ.Ι.Σ.ΜΕ), Εξωτερική Συνεργάτιδα Ανώτατης Διακλαδικής Σχολής Πολέμου (ΑΔΙΣΠΟ) και Σχολής Εθνικής Άμυνας (ΣΕΘΑ)