09/12/2024

Είναι η Ρωσία και η Ουκρανία για άλλη μια φορά στο χείλος του πολέμου;

800px-A_Russia-backed_rebel_armored_fighting_vehicles_convoy_near_Donetsk,_Eastern_Ukraine,_May_30,_2015

A Russia-backed rebel armored fighting vehicles convoy near Donetsk, Eastern Ukraine, May 30, 2015.

Alexander Baunov*
Carnegie Moscow Center 

 

 

Για μια ακόμα φορά, ο κόσμος συζητά την πιθανότητα η Ρωσία να εξαπολύσει πόλεμο κατά της Ουκρανίας. Αυτή τη φορά, ωστόσο, οι συνθήκες είναι διαφορετικές.

Tην άνοιξη που μας πέρασε, η αύξηση των ρωσικών στρατευμάτων για τη διενέργεια στρατιωτικών ασκήσεων κοντά στα σύνορα της Ουκρανίας έληξε σε μια σειρά επικοινωνιών μεταξύ του προέδρου των ΗΠΑ και των ηγετών της Ρωσίας και της Ουκρανίας, και ακολούθησε το καλοκαίρι η σύνοδος μεταξύ του Ρώσου προέδρου Vladimir Putin και του Αμερικάνου προέδρου Joe Biden. Αυτή η έξαρση των εντάσεων αποδόθηκε τότε στην επιθυμία να μπει η σύγκρουση στην Ντονμπάς ξεκάθαρα στην ατζέντα του νέου προέδρου των ΗΠΑ και να υπάρξουν νέες συνομιλίες για το θέμα.

Αν και η τρέχουσα κλιμάκωση φαίνεται παρόμοια με αυτή της άνοιξης, ωστόσο γίνεται υπό νέες συνθήκες. Το υπουργείο Εξωτερικών της Ρωσίας έσπασε ένα διπλωματικό ταμπού δημοσιοποιώντας εμπιστευτική αλληλογραφία με τη Γερμανία και τη Γαλλία αναφορικά με την Ουκρανία, κάτι που θα έπρεπε να έχει πάρει έγκριση από την κορυφή.

Μιλώντας στο υπουργείο Εξωτερικών μετά τη δημοσιοποίηση αυτή, ο Putin ζήτησε «σοβαρές, μακροπρόθεσμες εγγυήσεις που θα διασφαλίζουν την ασφάλεια της Ρωσίας στην περιοχή αυτή (στα δυτικά σύνορα), επειδή η Ρωσία δεν μπορεί μονίμως να σκέφτεται τι μπορεί να συμβεί εκεί αύριο».

Δεν είναι ξεκάθαρο ποια μορφή θα λάβουν αυτές οι εγγυήσεις, αλλά είναι πιθανό πως εν όψει μιας ακόμα πιθανής συνόδου μεταξύ του Putin και του Biden, η Μόσχα θα ήθελε να λάβει εξασφαλίσεις παρόμοιες με αυτές που δόθηκαν στο Πεκίνο: να μην εισέλθει σε ανοικτή σύγκρουση με την Κίνα και να μην προσπαθήσει να αλλάξει το κινεζικό πολιτικό σύστημα. Αντί για αυτές τις εξασφαλίσεις, ωστόσο, η Ρωσία έχει δει τα στρατιωτικά σκάφη της Δύσης να έρχονται κοντά στα σύνορα της Ρωσίας, αλλά και μια απόφαση που εισήχθη στο Κογκρέσο των ΗΠΑ που θα κηρύσσει αυτομάτως την κυριαρχία του Putin παράνομη πέραν των επόμενων εκλογών του 2024.

Φαίνεται πως η Ρωσία δεν έχει την ίδια επιρροή με την Κίνα ώστε να πάρει τις υποσχέσεις που έχει δώσει η μια υπερδύναμη στην άλλη. Ως πρόσφατη υπερδύναμη, η Ρωσία το θεωρεί αυτό ιδιαίτερα δυσάρεστο, και η θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει την σύγκρουση στην ανατολική Ουκρανία για να αποκτήσει μεγαλύτερη επιρροή.

Η Δύση, ως εκ τούτου, βρίσκεται αντιμέτωπη με το άβολη δίλημμα του αν θα πρέπει να ενισχύσει το status της Ρωσίας, επιβραβεύοντας έτσι την επικίνδυνη εκμετάλλευση μιας σύγκρουσης που σιγοβράζει, ή να αρνηθεί να δώσει στη Μόσχα τις υποσχέσεις που επιθυμεί, συντηρώντας έτσι τη σύγκρουση στην τρέχουσα, θερμή κατάστασή της.

Η κίνηση της Ρωσίας να δημοσιοποιήσει τη διπλωματική αλληλογραφία και το αίτημα του Putin για εγγυήσεις, μπορεί να ερμηνευτεί με δυο τρόπους.  Είτε η Μόσχα έχει πληροφορίες πως το Κίεβο εξετάζει σοβαρά μια στρατιωτική λύση στο πρόβλημα των αυτονομιστών της Ντονμπάς – κάτι μάλλον απίθανο-, είτε η Ρωσία προετοιμάζεται για στρατιωτική επιχείρηση στην ανατολική Ουκρανία, και αυτές οι υπερβολικές δηλώσεις είναι μια προσπάθεια να απαλλάξει τον εαυτόν της από την ευθύνη για τις μελλοντικές της ενέργειες, ότι δηλαδή η Μόσχα μάταια προειδοποιούσε για την επερχόμενη καταιγίδα και έχει ζητήσει αποτελέσματα

Το πρόβλημα είναι πως εάν υλοποιηθεί το πρώτο σενάριο της ανακατάληψης της Ντονμπάς δια της βίας από την Ουκρανία, θα μετατραπεί αμέσως στο δεύτερο σενάριο, αυτό της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία. Δημοσιογράφοι και πολιτικοί της Δύσης δεν θα είχαν αρκετό χρόνο να αποφασίσουν ποιος από τους δυο το ξεκίνησε, ούτε ποια ήταν τα κίνητρα, αφού η Ουκρανία θα ενεργούσε σε έδαφος που διεθνώς αναγνωρίζεται ως δικό της, σε αντίθεση με τη Ρωσία, που αναπόφευκτα θα χαρακτηρίζονταν ως η επιτιθέμενη.

Ακόμα και αν η Ρωσία απλώς απαντούσε σε ενέργειες της Ουκρανίας, και πάλι θα θεωρούνταν πως εισβάλει: και η Δύση έχει προειδοποιήσει ενάντια στο ενδεχόμενο αυτό. Το να καθοριστεί το πόσο ανάλογη ήταν μια απάντηση στη χρήση βίας, θα είναι μια μακρά και δύσκολη διαδικασία.

Στο Κίεβο, ο τόνος των δηλώσεων της Μόσχας θεωρείται ένδειξη πως η ίδια η Ρωσία ετοιμάζεται να επιτεθεί πρώτη, και απλώς προσπαθεί να επιρρίψει σε άλλους την ευθύνη για την επανάληψη των εχθροπραξιών. Η Ρωσία θυμάται την προσπάθεια της Γεωργίας να ανακαταλάβει τον έλεγχο της Νότιας Οσετίας το 2008, που εμποδίστηκε κατόπιν παρέμβασης της Ρωσίας. Παρά το γεγονός πως ο ενεργός ρόλος της Γεωργίας στα γεγονότα του εξαήμερου πολέμου είναι πλέον πολύ πιο ξεκάθαρος (χάρη στα Wikileaks και την αναφορά Tagliavini), ο πόλεμος εκείνος εξακολουθεί να αναφέρεται ως παράδειγμα ρωσικής επιθετικότητας και κατοχής, αφού διενεργήθηκε σε έδαφος που ήταν διεθνώς αναγνωρισμένο ως μέρος της Γεωργίας, αν και ήταν βρίσκονταν σε τοποθεσία μιας σύγκρουσης που είχε «παγώσει». Η επίθεση του τότε προέδρου της Γεωργίας, Mikheil Saakashvili, στη Νότια Οσετία, εξακολουθεί να θεωρείται πως προκλήθηκε από μια εσκεμμένη πρόκληση αυτονομιστών και της Μόσχας.

Σε μια κατάσταση όπου οι δυο πλευρές υποπτεύονται η μια την άλλη ότι έχουν τις χειρότερες προθέσεις, και με κάθε λεπτό να μετρά στην αρχή μιας στρατιωτικής ενέργειας, το σενάριο της Νότιας Οσετίας θα μπορούσε να επαναληφθεί. Μια αντιπαράθεση στη γραμμή οριοθέτησης της Ντονμπάς που ξεπερνά τις κανονικές συγκρούσεις, θα προκαλούσε απάντηση σαν αυτή της Οσετίας: γιατί να περιμένουμε να συμβεί το χειρότερο; Ούτε θα ήταν δύσκολο να κατασκευαστεί ένα τέτοιο γεγονός, στην περίπτωση που κάτι τέτοιο είναι επιθυμητό.

Αν η Δύση θεωρεί ότι οποιοδήποτε περιστατικό στην Ντονμπάς  εντάσσεται στο ευρύτερο πλαίσιο μιας ρωσικής επίθεσης κατά της εδαφικής ακεραιότητας της Ουκρανίας, ή ακόμα και της αποκατάστασης της ρωσικής αυτοκρατορίας, πολλοί στη Μόσχα θεωρούν τα ίδια περιστατικά ως επίθεση από τις αρχές του Κιέβου στην ακεραιότητα των Ρώσων. Σε πρόσφατο άρθρο του για την ουκρανική ιστορία, ο Putin έγραψε με εντυπωσιακά σκληρούς όρους για την εξαφάνιση εκατοντάδων χιλιάδων Ρώσων, συγκρίνοντάς την με τη χρήση όπλων μαζικής καταστροφής. Ένας άνδρας που έχει τέτοιες απόψεις είναι απίθανο απλώς να κάνει πίσω από τη θέση του χωρίς καν να προσπαθήσει να σταματήσει μια τέτοια δυσμενή τροπή των γεγονότων. Τι θα έλεγε ο διάδοχός του; Άλλωστε, την Ουκρανία προσφέρθηκε η αξιοπρεπής επιλογή των συμφωνιών του Μινσκ και της εθελοντικής ομοσπονδιοποίησης, ενώ στη Δύση προσφέρθηκε η Ουκρανική ουδετερότητα. Οι επιλογές που απέμειναν είναι κακές.

Η Ρωσία, από την πλευρά της, ανακαλύπτει τη δική της χειρότερη επιλογή. Για τρεις δεκαετίες, ο μεγαλύτερος φόβος της ρωσικής ηγεσίας ήταν πως η Ουκρανία (και η Λευκορωσία) θα εντάσσονταν στο ΝΑΤΟ και θα μετέφεραν δυτικές στρατιωτικές υποδομές στα σύνορα της Ρωσίας. Τώρα φαίνεται πως αυτό μπορεί να συμβεί ακόμα και χωρίς το ΝΑΤΟ, και μάλιστα με πιο πραγματικούς και μακροπρόθεσμους και λιγότερο προβλέψιμους τρόπους. Μια προσβεβλημένη χώρα που χτίζει ολόκληρη την ταυτότητά της στην απόρριψη οτιδήποτε ρωσικού είναι πολύ πιο εύκολο να μετατραπεί σε μια οχυρωμένη περιοχή στα σύνορα της Ρωσίας, απ’ ότι μια χώρα που περιορίζεται από τις διαδικασίες του ΝΑΤΟ. Απουσία οποιονδήποτε εγγυήσεων ασφάλειας από κάποιο μπλοκ, η χώρα εκείνη θα είναι έτοιμη ανά πάσα στιγμή να υποδεχθεί ξένα αεροσκάφη, πλοία και στρατιώτες και να εξοπλίσει τον δικό της στρατό και να ενεργήσει από φόβο.

Οι στρατιωτικές προετοιμασίες της Ρωσίας, η δημοσιοποίηση της απόρρητης αλληλογραφίας και το αίτημα του Putin για εγγυήσεις στα νοτιοδυτικά της χώρας, σηματοδοτούν πως η Μόσχα έχει αναγνωρίσει τον κίνδυνο συνύπαρξης με μια τέτοια οχυρωμένη περιοχή και δεν θέλει να τον αποδεχθεί, αλλά δεν γνωρίζει ακόμα και τι να κάνει γι’ αυτό.

Για την ώρα, η Μόσχα και το Κίεβο επιλέγουν να αυξήσουν τη σημασία τους δείχνοντας το πώς –με την συγκρατημένη και υπεύθυνη συμπεριφορά τους- σώζουν την ανθρωπότητα από τον κίνδυνο μιας παγκόσμιας σύγκρουσης στην οποία θα έσερνε ευχαρίστως η αντίπαλη πλευρά τον κόσμο.

Σημείωση: Αυτή η δημοσίευση αποτελεί μέρος ενός έργου που πραγματοποιήθηκε με την υποστήριξη της Βασιλικής Πρεσβείας της Δανίας στη Μόσχα.

 

*Ο Baunov είναι ανώτερος συνεργάτης στο Carnegie Moscow Center και αρχισυντάκτης του Carnegie.ru.

 

Facebooktwitterredditpinterestlinkedinmail
Don`t copy text!