Το έπος του Αδρία

Ο Αδρίας στην Αλεξάνδρεια. Πίνακας του Αντώνη Κανά.
Γράφει ο ιστορικός Παναγιώτης Γέροντας
6 Δεκεμβρίου 1943: Ο Αδρίας, το πλοίο «που αρνήθηκε να πεθάνει», επαναπλέει στο λιμάνι της Αλεξάνδρειας.
Στα νερά της Δωδεκανήσου, επέπρωτο να γραφτεί μία από τις πιο ένδοξες σελίδες της ιστορίες του ελληνικού Πολεμικού Ναυτικού. Πρωταγωνιστές το πλήρωμα του αντιτορπιλικού Αδρίας και ο κυβερνήτης του αντιπλοίαρχος Ι. Τούμπας.
Λίγο μετά το μεσονύκτιο της 21ης Οκτωβρίου 1943, το ελληνικό αντιτορπιλικό απέπλευσε μαζί με τα βρετανικά αντιτορπιλικά Jervis, Pathfinder και Hurworth με προορισμό τα Δωδεκάνησα. Κατά τον πλου, σηναντήθηκαν με τα αντιτορπιλικά Μιαούλης και Aurora και όλα μαζί συνέχισαν τον πλου προς την περιοχή των Δωδεκανήσων. Κατά τις 20:00΄, τα αντιτορπιλικά Ἀδρίας και Hurworth απεσπάστηκαν και έπλευσαν προς τους ορμίσκους της Καλύμνου με σκοπό την καταστροφή τυχόν εχθρικών πλοίων.
Αφού η έρευνα των δύο πλοίων απέβη άκαρπη, αυτά έστρεψαν με σκοπό να συναντηθούν στο προκαθορισμένο σημείο συνάντησης με τα υπόλοιπα πλοία. Κατά τη διάρκεια του πλου όμως, δέχθηκαν απανωτές αεροπορικές επιδρομές. Τα συμμαχικά πλοία απέφευγαν τους βομβαρδισμούς και τους πολυβολισμούς με ελιγμούς. Το Ἀδρίας, λόγω της εγγύτητας πτώσης των βομβών στο πλοίο, υπέστη μικροζημιές, ενώ τρεις από το πλήρωμα τραυματίστηκαν ελαφρά. Μετά την διάβαση του στενού της Κω, τα Ἀδρίας και Hurworth κατέπλευσαν ομαλά σε μικρασιατικό όρμο, όπου ευρίσκονταν και τα υπόλοιπα πλοία του στολίσκου. Κατά τη 19:15’ της 22ας /10, τα άλλα δύο βρετανικά αντιτορπιλικά απέπλευσαν για την Λέρο για να εκφορτώσουν εφόδια, ενώ τα Ἀδρίας και Hurworth απέπλευσαν για την Κάλυμνο για να διενεργήσουν αντιπερισπασμό βομβαρδίζοντας τους όρμους Βαθύ και Ακτή. Ενώ τα δύο συμμαχικά πολεμικά σκάφη έπλεαν προς τον προορισμό τους, το Αδρίας επέπεσε σε νάρκη. Ο κυβερνήτης του ελληνικού αντιτορπιλικού από την έκρηξη εκτινάχθηκε και τραυματίστηκε αλλά πάρα τον τραυματισμό του διέκρινε την τραγική εικόνα. Η πλώρη του πλοίου είχε αποκοπεί, νεκροί και τραυματίες κείτονταν, πυρκαγιά είχε ξεκινήσει απο βραχυκύκλωμα, ενώ διαρροή υπήρχε στον μεσόδομο των αξιωματικών και το διαμέρισμα χαμηλής τάσης. Οι μηχανές όμως και οι λέβητες ήταν εντάξει και ο κυβερνήτης ξεκίνησε τις ενέργειες για την διάσωση του πλοίου απαντώντας αρνητικά στην δύο φορές ειπωμένη διαταγή του Άγγλου διοικητή επί του Hurworth περί εγκατάλειψης και βύθισης του πλοίου.

Ο κυβερνήτης Ι. Τούμπας το μόνο που δέχθηκε ήταν το να αποβιβάσει στο βρετανικό αντιτορπιλικό αυτούς τους άνδρες του πληρώματος που δεν ήταν αναγκαίοι για την κίνηση του πλοίου. Ενώ λοιπόν το Hurworth χείριζε για να τους παραλάβει, επέπεσε και αυτό σε νάρκη με αποτέλεσμα την έκρηξη και την βύθισή του. Ακολούθησε ανάφλεξη του εκχυθέντος πετρελαίου πάνω στην επιφάνεια της θάλασσας και ενυπάρχοντος του κινδύνου της μετάδοσης της πυρκαγιάς και στο ελληνικό πολεμικό, το Αδρίας απομακρύνθηκε σε απόσταση περίπου 500 υαρδών. Κατόπιν, πλησίασε πάλι για περισυλλογή των ναυαγών αλλά όσο περνούσε η ώρα, η κατάσταση του ελληνικού αντιτορπιλικού γινόταν περισσότερο κρίσιμη. Αφού το Αδρίας έριξε σωσίβια στην περιοχή για να χρησιμοποιηθούν από τυχόν επιζώντες, κίνησε για τις τουρκικές ακτές. Όλο το πληρώμα συγκεντρώθηκε στη πρύμνη για να ισορροπήσει το πλοίο αλλά και για να αποφευχθεί – όσο το δυνατόν – απώλεια ανδρών σε περίπτωση νέας πρόσκρουσης σε νάρκη. Το ελληνικό πολεμικό κατόρθωσε, μετά από πολύ δύσκολο πλου 16 μιλίων που διήρκεσε 2 ώρες και 50 λεπτά, να προσορμστεί στον όρμο του Γκιουμουσλούκ (Gümüşlük: η αρχαία Μύνδος) της Μικράς Ασίας.
Εδώ αξίζει να εκτεθεί μία παράγραφος από την αναφορά του κυβερνήτη αντιπλοιάρχου Ι. Τούμπα για να δειχθεί εναργώς το ηθικό του πληρώματος:
“Εὐθύς κατόπιν ἐπεσκέφθην τοὺς τραυματίας εἰς τοὺς ὁποίους παρεῖχεν τὰς βοήθειὰς του ὁ ἰατρός, ὁμολογῶ δὲ ὅτι με ἐξαιρετικήν ὑπερηφάνειαν εἶδον ὅτι δεν ὑπῆρχε οὐδεὶς λόγος να τοὺς ἀπευθύνω ἐνθαρρυντικούς λόγους. Ὡς παράδειγμα σημειῶ ἐνταύθα ὅτι παρέστην τὴν στιγμήν ἐκείνην εἰς τὴν ἀποκοπήν τῆς ἀριστεράς χειρός ἀπὸ τοῦ ἀγκῶνος τοῦ διόπου μηχανικοῦ ΠΑΠΑΦΡΑΝΤΖΕΣΚΟΥ, ὁ ὁποῖος μόλις με εἶδεν με ζωηρόν τόνον μου λέγει «Δὲν με νοιάζει διόλου διὰ τὸ χέρι μου, Κύριε Κυβερνήτα. Τὶ εἶναι ἕνα χέρι διὰ τὴν πατρίδα; Τίποτε»”.
Ο απολογισμός των απωλειών στο πλήρωμα του Αδρίας είναι ο ακόλουθος: 18 νεκροί, 3 εξαφανισθέντες και 24 τραυματίες, μεταξύ των οποίων και ο κυβερνήτης. Αφού το ελληνικό αντιτορπιλικό διενήργησε μικροεπισκευές στο Γκιουμουσλούκ και κρατήθηκαν ως πλήρωμα μόνο οι αναγκαίοι για την κίνησή του (9 αξιωματικοί και 46 υπαξιωματικοί και ναύτες), το πλοίο κίνησε για την Αλεξάνδρεια με την συνοδεία τριών βρετανικών κανονιοφόρων. Ο πλους ήταν δύσκολος, γιατί έπρεπε να αποφύγει τον εντοπισμό από τις γερμανικές ναυτικές μονάδες αλλά και τα επάκτια παρατηρητήρια, πλέοντας παράλληλα προς τα πρόσω επειδή ήταν αδύνατο να κυβερνηθεί κινούμενο με την πρύμνη με τις μηχανές ανάποδα. Έτσι, το πλοίο εμφάνιζε έμπρωρη διαγωγή και η στάθμη των υδάτων ανέβαινε.
Η χειροτέρευση του καιρού όμως, δυσχέραινε τον πλου προκαλώντας μια ανησυχητική κατάσταση. Το πλοίο κινδύνευε να βυθιστεί. Τότε, το ελληνικό αντιτορπιλικό ρυμουλκήθηκε από βρετανικό ρυμουλκό υπό την κάλυψη των βρετανικών αντιτρορπιλικών Jervis και Penn και των κανονιοφόρων, ενώ από αέρος κάλυπτε η βρετανική αεροπορία. Στην συνέχεια, επειδή η ρυμούλκηση ήταν δύσκολη το Ἀδρίας άρχισε να πλέει αυτόνομα από την Κύπρο προς την Αλεξάνδρεια υπό την παρακολούθηση των Βρετανών.
Το ελληνικό αντιτορπιλικό κατόρθωσε να φτάσει στην Αλεξάνδρεια, όπου έγινε δεκτό με ενθουσιασμό από όλα τα πλοία στο λιμάνι. Οι Βρετανοί είχαν θαυμάσει την επιμονή, το θάρρος αλλά και την ναυτοσύνη των Ελλήνων ναυτικών. Το βρετανικό Ναυαρχείο τηλεγράφησε στον Έλληνα Αρχηγό Στόλου:
«Παρακαλῶ διαβιβάσατε τὰ συγχαρητηρια τῶν Λόρδων τοῦ Ναυαρχείου πρὸς τὸν κυβερνήτην τοῦ ἀντιτορπιλικοῦ Ἀδρίας, χάρις εἰς τὴν τόλμην καὶ ἐπιδεξιότητα τοῦ ὁποίου κατέστη δυνατόν να φθάσῃ τὸ πλοῖον τοῦ ἀσφαλῶς εἰς τῆν Ἀλεξάνδρειαν».
Ενώ ο Άγγλος Αρχηγός του Στόλου της Μεσογείου ανέφερε σε σήμα:
«Παρηκολούθησα μετὰ θαυμασμοῦ τὸν πλήρη ἀποφασιστικότητος τρόπον, με τὸν ὁποῖον ὁ κυβερνήτης του κατέστησε τὸ βεβλαμμένον πλοῖον τοῦ ἰκανόν πρὸς πλοῦν καὶ τὸ ἐπανέφερεν ἐπὶ τόσα μίλια καί με τόσας δυσχέρειας. Ἐλπίζω ὅτι οἱ γενναῖοι ἀξιωματικοί καὶ ἄνδρες του θα εὕρουν ταχέως ἐν ἄλλο πλοῖον, με τὸ ὁποῖον να συνεχίσουν τὸν ἀγώνα καὶ ὅτι ὁ Ἀδρίας θα εἶναι καὶ πάλιν μίαν ἡμέραν ἔτοιμος δι’ ὑπηρεσίαν ἐν τῶ ΒΝ».

Ένας άνθρωπος που σπανίως αναφέρεται που όμως έχει ένα μεγάλο μερίδιο στο κατόρθωμα του Αδρία είναι ο Α’ μηχανικός του πλοίου,ο Υποπλοίαρχος τότε, Κωνσταντίνος Αράπης. Αυτός κατάφερε μαζί με το πλήρωμα να κάνει το πλοίο και πάλι πλεύσιμο.
«Θα το σπάσω…»
Κατά την είσοδο του μισού Αδρία στην Αλεξάνδρεια, τα πληρώματα όλων των συμμαχικών πλοίων ξέσπασαν σε επευφημίες. Ο κυβερνήτης του Αδρίας Αντιπλοίαρχος Ιωάννης Τούμπας με εννέα τραύματα και σπασμένο το δεξί του χέρι στεκόταν υπερήφανος πλοηγώντας το ηρωικό πλοίο του. Γεμάτος δάκρυα λέει στον Ανθυποπλοίαρχο Σπυρίδωνα Μουρίκη που ήταν δίπλα του: «Δεν βλέπω καλά μπροστά μου. Θα σπάσω το καράβι». Ένα χαμόγελο ζωγραφίστηκε στο πρόσωπο του νεαρού Αξιωματικού που έσπευσε να δώσει την απάντηση «Μη σας νοιάζει κύριε Κυβερνήτα, είναι που είναι σπασμένο!».
Σημείωση: Στον ζωγραφικό πίνακα του Αντώνη Κανά εικονίζεται ο λαβωμένος Αδρίας στο λιμάνι της Αλεξάνδρειας καθώς επευφημείται από τα πληρώματα των συμμαχικών πλοίων.