24/04/2024

Τα ήθη και τα έθιμα των Βυζαντινών κατά την περίοδο των Χριστουγέννων

Γράφει ο Γεώργιος  Ιωάννης Αντωνόπουλος* 

 

 

Η εορτή των Χριστουγέννων αποτελεί μια από τις σημαντικότερες εορτές της χριστιανικής θρησκείας. Την ημέρα εκείνη, οι Χριστιανοί επισκέπτονται τις εκκλησίες της γειτονιάς τους και υμνούν το θαύμα της γέννησης του Θεανθρώπου. Οι δρόμοι είναι διακοσμημένοι με γιρλάντες, στολίδια και χριστουγεννιάτικα δέντρα και τα μαγαζιά είναι γεμάτα από κόσμο που ψάχνει να ψωνίσει δώρα για να προσφέρει στους συγγενείς και φίλους. Επιπροσθέτως, η γιορτή αυτή συνδέεται με όμορφα έθιμα, όπως είναι τα κάλαντα, το στόλισμα του δέντρου ή του καραβιού, τα χριστουγεννιάτικα δώρα και το γιορτινό τραπέζι, όπου συγκεντρώνεται η οικογένεια την παραμονή της εορτής για να γευματίσει, να διασκεδάσει και να συζητήσει για διάφορα θέματα.

 

Περπατώντας με ένα φιλαράκι την Ερμού από το Σύνταγμα μέχρι το Μοναστηράκι και κοιτάζοντας τα στολισμένα μαγαζιά, τον κόσμο που περπατούσε, τους περιπλανώμενους μουσικούς που έπαιζαν χριστουγεννιάτικα τραγούδια, αναρωτήθηκα πως γιόρταζαν οι Βυζαντινοί τα Χριστούγεννα, ποια ήταν τα ήθη και τα έθιμα τους και πόσα από αυτά υπάρχουν μέχρι και σήμερα στην Ελλάδα; Δυσκολεύομαι να πιστέψω ότι οι άνθρωποι αυτοί ήταν βαθιά θρησκόληπτοι και δεν γνώριζαν διασκεδάσεις, ότι ήταν επηρεασμένοι από δεισιδαιμονίες και προλήψεις και δεν απολάμβαναν τις χαρές της ζωής. Γι’ αυτό τον λόγο, στόχος του άρθρου αποτελεί η εξέταση των χριστουγεννιάτικων ηθών και εθίμων την εποχή του Βυζαντίου.

Πριν ξεκινήσουμε, οφείλουμε να παραδεχτούμε ότι η έρευνα ενός τέτοιου ζητήματος δεν αποτελεί μια εύκολη υπόθεση. Κατά τους πρώτους αιώνες της ύπαρξης του, το Βυζάντιο ήταν ένα πολυεθνικό κράτος που περιλάμβανε μια πανσπερμία λαών: Έλληνες, Ιλλυριοί, Γερμανοί, Ίσαυροι, Αρμένιοι, Ίβηρες, Λάζοι, Αβασγοί κ.α. Επομένως, είναι αρκετά δύσκολο να εντοπιστούν και να εξεταστούν όλα τα διαφορετικά χριστουγεννιάτικα ήθη και έθιμα των κατοίκων που ζούσαν στην αυτοκρατορία. Επίσης, δεν έχουν διασωθεί αρκετά στοιχεία, τα οποία να καλύπτουν τη χρονική περίοδο χιλίων χρόνων, δεδομένου ότι η βυζαντινή κοινωνία δεν ήταν στατική αλλά υπέστη με το πέρασμα των αιώνων διάφορους μετασχηματισμούς, διαφοροποιήσεις και μεταλλαγές. Έχουμε, λοιπόν, στη διάθεση μας ελάχιστες πληροφορίες, με τις οποίες θα μπορούσαμε να σχηματίσουμε μια γενική εικόνα σχετικά με τον τρόπο εορτασμού των Χριστουγέννων στο Βυζάντιο.

Η γέννηση του Χριστού. Εικόνα με τη μέθοδο της εγκαυστικής, Μονή Αγίας Αικατερίνης Σινά (7ος αι. μ.Χ.)

Α) Ιστορία της γιορτής των Χριστουγέννων.

 

Η εορτή της γέννησης του Χριστού, αν και μια εκ των λαμπρότερων εορτών της χριστιανοσύνης, άργησε να καθιερωθεί στο εορτολόγιο της Εκκλησίας. Κατά τον 3ο αιώνα δεν υπήρχε κάποια σχετική εορτή, ενώ στα τέλη του οι χριστιανοί πάσης γης Ρωμαίων γιόρταζαν τα Χριστούγεννα μαζί με τα Επιφάνεια στις 6 Ιανουαρίου. Χρειάστηκε να περάσει ένας αιώνας ώσπου να καθιερωθεί μια ξεχωριστή γιορτή αφιερωμένη στη γέννηση του Χριστού. Η επιλογή της ημερομηνίας αποτέλεσε θέμα πολυάριθμων συζητήσεων και διχογνωμιών επειδή δεν υπάρχει καμία αναφορά στα ιερά βιβλία που να αναφέρει πότε γεννήθηκε ο Χριστός. Αρκετοί πατέρες της εκκλησίας πρότειναν διαφορετικές ημερομηνίες που περιλάμβαναν τους μήνες Ιανουάριο, Μάρτιο, Απρίλιο, Μάιο και Νοέμβριο. Τελικά, στα μέσα του 4ου αιώνα στη Ρώμη αποφασίσθηκε από τον πάπα Ιούλιο Α΄ να εορτάζονται τα Χριστούγεννα στις 25 Δεκεμβρίου. Σημαντικό ρόλο στην απόφαση αυτή έπαιξε η προσπάθεια της Εκκλησίας να αντικαταστήσει την ειδωλολατρική εορτή προς τιμήν του θεού Μίθρα-Ήλιου (Sol Invictus) που εορταζόταν την ημέρα εκείνη και ήταν αρκετά διαδεδομένη στην επικράτεια της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας καθώς επίσης και διάφορες άλλες παγανιστικές εορτές, όπως ήταν τα Σατουρνάλια, προς τιμήν του θεού Κρόνου. Το πρώτο επίσημο κείμενο που επιβεβαιώνει την προσπάθεια αυτή χρονολογείται το 354 και είναι το καλεντάρι των Φιλοκαλίων, το οποίο αντικαθιστά στην ημερομηνία της 25ης Δεκεμβρίου τη γέννηση του ακατανίκητου ήλιου με εκείνη του Θεανθρώπου στη Βηθλεέμ.

 

Νόμισμα του αυτοκράτορα Κωνσταντίνου Α΄ που απεικονίζει τον Sol Invictus με την αναφορά SOLI INVICTO COMITI. Η γιορτή του θεού ήλιου ήταν μια από τις σημαντικότερες εορτές της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. Θεσπίστηκε για πρώτη φορά ως επίσημη κρατική λατρεία την εποχή του αυτοκράτορα Μάρκου Αυρήλιου. Πρόκειται για μια εκ των λαμπρότερων παγανιστικών εορτών που γιορταζόταν την ημέρα του χειμερινού ηλιοστάσιου. Σύμφωνα με την αντίληψη της εποχής, την ημέρα εκείνη ο Ήλιος έδιωχνε μακριά το σκοτάδι.

 

Αν και στη Δύση οι κατά τόπους εκκλησίες γιόρταζαν τα Χριστούγεννα στις 25 Δεκεμβρίου, στην Ανατολή εξακολουθούσαν να τα γιορτάζουν μαζί με τα Επιφάνεια στις 6 Ιανουαρίου μέχρι και τα τέλη του 4ου αιώνα. Οι πατέρες της Εκκλησίας, όπως ο Βασίλειος Καισάρειας, ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος και ο Γρηγόριος ο Θεολόγος διαδραμάτισαν σημαντικό ρόλο στην προσπάθεια διαχωρισμού των δύο εορτών. Σύμφωνα με την παράδοση, το 376 ο επίσκοπος Καισάρειας Βασίλειος εκφώνησε ομιλία στο ποίμνιο του για τη γιορτή των Χριστουγέννων, εξυμνώντας το μυστήριο της ενσαρκώσεως του Χριστού και τη σημασία που είχε για τον άνθρωπο. Δύο χρόνια αργότερα, τα Χριστούγεννα εορτάστηκαν για πρώτη φορά ως αυτοτελής εορτή στην πρωτεύουσα της πρώτης χριστιανικής αυτοκρατορίας. Το έτος 386 πραγματοποιήθηκε λαμπρή γιορτή στην Αντιόχεια όπου ο Ιωάννης Χρυσόστομος εκφώνησε πανηγυρικό λόγο προς τιμήν της γεννήσεως του Χριστού, ενώ το 433 στους Αγίους Τόπους.

Ψηφιδωτή απεικόνιση του αγίου Ιωάννη του Χρυσοστόμου στην Αγία Σοφία της Κωνσταντινούπολης (9ος αιώνας).

 

Ο εν λόγω άγιος στην ομιλία που αφιέρωσε στη γενέθλια ημέρα του Χριστού αναφέρει χαρακτηριστικά: «Μυστήριο παράξενο και παράδοξο αντικρύζω. Βοσκών φωνές φτάνουν στ’ αυτιά μου. Δεν παίζουν σήμερα με τις φλογέρες τους κάποιον τυχαίο σκοπό. Τα χείλη τους ψάλλουν ύμνο ουράνιο. Οι άγγελοι υμνολογούν, οι αρχάγγελοι ανυμνούν, ψάλλουν τα Χερουβείμ και δοξολογούν τα Σεραφείμ. Πανηγυρίζουν όλοι, βλέποντας τον Θεό στη γη και τον άνθρωπο στους ουρανούς. Σήμερα η Βηθλεέμ μιμήθηκε τον ουρανό: Αντί γι’ αστέρια, δέχτηκε τους αγγέλους, αντί για ήλιο, δέχτηκε τον Ήλιο της δικαιοσύνης. Και μη ζητάς να μάθεις το πώς. Γιατί όπου θέλει ο Θεός, ανατρέπονται οι φυσικοί νόμοι. Εκείνος λοιπόν το θέλησε. Και το έκανε. Κατέβηκε στη γη κι έσωσε τον άνθρωπο»…..«Αφού λοιπόν όλοι σκιρτούν από χαρά, θέλω κι εγώ να σκιρτήσω, θέλω να χορέψω, θέλω να πανηγυρίσω. Δίχως κιθάρα, δίχως αυλό, δίχως λαμπάδες αναμμένες στα χέρια μου. Πανηγυρίζω κρατώντας, αντί γι’ αυτά, τα σπάργανα του Χριστού. Αυτά είναι η ελπίδα μου, αυτά η ζωή μου, αυτά η σωτηρία μου, αυτά ο αυλός μου, αυτά η κιθάρα μου. Γι’ αυτό τα ‘χω μαζί μου: Για να πάρω από τη δύναμή τους δύναμη, για να φωνάξω μαζί με τους αγγέλους, «δόξα στον ύψιστο Θεό», και με τους ποιμένες, «και ειρήνη στη γη, ευλογία στους ανθρώπους».

 

 

Β) Χριστούγεννα στο Βυζάντιο

 

Οι εορταστικές ημέρες των Χριστουγέννων ξεκινούσαν στις 25 Δεκεμβρίου και ολοκληρώνονταν στις 5 Ιανουαρίου, παραμονή των Θεοφανίων. Κατά τη διάρκεια του δωδεκαήμερου, οι έπαρχοι των πόλεων φρόντιζαν για τον καθαρισμό και τον στολισμό των δρόμων, επάνω στους οποίους τοποθετούνταν στύλοι, διακοσμημένοι με κλαδιά μυρτιάς, λουλούδια της εποχής και δενδρολίβανα, εξού και ο γνωστός σε εμάς στίχος των πρωτοχρονιάτικων καλάντων ‘‘Αρχιμηνιά κι αρχιχρονιά, ψιλή μου δεντρολιβανιά’’. Ανάλογη ήταν η φροντίδα των οικιών από τους ενοίκους, οι οποίοι μεριμνούσαν για τον καθαρισμό, τον στολισμό και τον συνεχόμενο φωτισμό τους. Μέσα στο εορταστικό κλίμα, επικρατούσε μια απερίγραπτη φρενίτιδα ενθουσιασμού. Οι δρόμοι των πόλεων και των χωριών ήταν γεμάτοι από ανθρώπους που επισκέπτονταν τα σπίτια των συγγενών και φίλων τους για να γευματίσουν και να ανταλλάξουν δώρα, ενώ στις πλατείες ή σε σειρές μόνιμων καταστημάτων παραπλεύρως των δρόμων και των εκκλησιών πωλούνταν κάθε είδους αγαθά.

Φορητή εικόνα από το χωριό Πελέντρι στην Κύπρο (14ος αιώνας)

 

Όπως και σήμερα, στο διάστημα του δωδεκαήμερου τα παιδιά επισκέπτονταν τα γειτονικά και συγγενικά σπίτια και τραγουδούσαν τα κάλαντα από το πρωί μέχρι το βράδυ με τη συνοδεία αυλών και συρίγγων, ενός πνευστού οργάνου που θυμίζει το σημερινό φλάουτο του Πανός. Παράλληλα, όπως μαρτυρεί τον 12 αιώνα ο λόγιος Ιωάννης Τζέτζης, εγκωμίαζαν τους ιδιοκτήτες και λάμβαναν διαφόρων ειδών φιλοδωρήματα, όπως δώρα, εξωτικά φρούτα (μανταρίνια), αυγά, ασημένια ή και χρυσά νομίσματα. Στο εορταστικό αυτό έθιμο συμμετείχαν και ενήλικες μουσικοί, οι οποίοι περιφέρονταν στους δρόμους και τραγουδούσαν τα κάλαντα με τη συνοδεία ορχήστρας. Μάλιστα, στην προσπάθεια τους να λάβουν το προσδοκώμενο χρηματικό ποσό, συνέχιζαν να τραγουδούν μέχρι αργά το βράδυ.

Μουσικοί, μικρογραφία σε χειρόγραφο (Σύνοψις Ιστοριών Ιωάννου Σκυλίτζη) Codex Matrinensis. Gr, VITR- 26-2, F. 145 V.

 

Την ίδια περίοδο υπήρχε η συνήθεια να μεταμφιέζονται και να πηγαίνουν σε σπίτια ξένων, όπου χτυπούσαν τις πόρτες μην αφήνοντας τους ένοικούς τους να κοιμηθούν. Αν λάβουμε υπόψιν τις πηγές της εποχής, τότε αντιλαμβανόμαστε ότι οι μεταμφιέσεις δεν είχαν όριο. Οι άνθρωποι παρίσταναν τους στρατιώτες, τους κληρικούς, τα ζώα (τράγους, καμήλες, ελάφια). Οι γυναίκες ντύνονταν με ανδρικά ρούχα και οι πόρνες εμφανίζονταν στους δρόμους ντυμένες καλόγριες. Η Εκκλησία πολέμησε τη συνήθεια αυτή, θεωρώντας την κατάλοιπο των εθνικών εθίμων. Πράγματι, το έθιμο αυτό έχει τις ρίζες του στην αρχαία Ελλάδα και συγκεκριμένα στην Αττική, όπου κατά τη διάρκεια  της εορτής των κατ’ αγρούς Διονυσίων οι άνδρες κάλυπταν τα πρόσωπά τους με προσωπεία, στεφανώνονταν με φύλλα κισσού ή κληματόφυλλα και ντύνονταν με προβιές για να μοιάζουν με τους Σατύρους. Μάλιστα, στη Πενθέκτη Οικουμενική Σύνοδο το 692 οι συμμετέχοντες αποφάσισαν μεταξύ άλλων την απαγόρευση των μεταμφιέσεων, τιμωρώντας τους παραβάτες κληρικούς με καθαίρεση ενώ τους λαϊκούς με αφορισμό. Εντούτοις, οι προσπάθειες αυτές απέβησαν άκαρπες, αφού η συνήθεια αυτή επικράτησε μέχρι και τον 12ο αιώνα, όπου και καταργείτε οριστικά από τον πατριάρχη Λουκά Χρυσοβέργη.

Ευαγγελιστάριο του αυτοκράτορα Φωκά. Η Γέννηση του Χριστού 1120-30. Άγιο Όρος, Μονή Λαύρας

 

Την ημέρα των Χριστουγέννων πραγματοποιούταν θεία λειτουργία σε όλες τις βυζαντινές εκκλησίες παρουσία πλήθους πιστών. Η βυζαντινή υμνογραφία των εορτών των Χριστουγέννων είναι αρκετά πλούσια και με μεγάλη ποιητική αξία. Κορυφαίοι επώνυμοι υμνογράφοι, ποιητές και μελωδοί όπως ο Ρωμανός ο μελωδός, ο Ιωάννης Δαμασκηνός, ο Κοσμάς επίσκοπος Μαϊουμά, ο Ανδρέας Κρήτης, ο Ανατόλιος Στουδίτης, η Κασσιανή και αρκετοί άλλοι ανώνυμοι αποτύπωσαν την ενανθρώπηση του Χριστού με κοντάκια, καταβασίες και κανόνες εμπλουτίζοντας τη χριστουγεννιάτικη θεία λειτουργία. Ανήμερα της γιορτής φαίνεται ότι στην εκκλησία γινόταν αναπαράσταση της Γέννησης με την κατασκευή ενός σπηλαίου/φάτνης και την τοποθέτηση ενός στρώματος μέσα σε αυτήν, πάνω στο οποίο καθόταν ένα μικρό παιδί. Το έθιμο αυτό μαρτυρείται για πρώτη φορά από τον Ιωάννη Χρυσόστομο, αφού σε λόγο που εκφώνησε για τα Χριστούγεννα στις 20 Δεκεμβρίου του 386, καλεί τους πιστούς να αφήσουν τα σπίτια τους και να επισκεφθούν την εκκλησία για να δουν τον Δεσπότη να κείτεται στη φάτνη. Η συνήθεια αυτή φαίνεται να κράτησε αρκετά χρόνια, διότι κάτι παρόμοιο συνέβαινε και τον 12ο αιώνα. Την εποχή εκείνη, ο πατριάρχης Αντιόχειας και νομικός του εκκλησιαστικού δικαίου Θεόδωρος Βαλσαμών ερμηνεύοντας τον 83ο κανόνα της Πενθέκτης Συνόδου παραπονέθηκε για τη συνήθεια αυτή με τα εξής λόγια: Νομίζω ὅτι κακῶς ποιοῦσιν οἱ τὴν ἀπόρρητον καὶ σωτήριον ἐν σπηλαίῳ γέννησιν τοῦ Κυρίου καὶ Θεοῦ καὶ Σωτῆρος ἡμῶν, Ἰησοῦ Χριστοῦ διὰ παιδὸς καὶ στρωμνῆς ὑποτυποῦντες καὶ τὰ ὑπὲρ λόγον καὶ ἔννοιαν ἀνθρωπίνοις ἐπιτηδεύμασι διαγράφοντες.

 

Παναγιά η Εγκυμονούσα (γνωστή στη βυζαντινή τέχνη ήδη από τον 11ο αιώνα). Ιερός Ναός Αγίου Στυλιανού, Καλλιθέα, Πιερία.

Την επόμενη μέρα των Χριστουγέννων, οι Βυζαντινοί κατασκεύαζαν το λοχόζεμα, ένα ζωμό από σιμιγδάλι, βούτυρο και μέλι, το οποίο έστελναν σε λεχώνες σε φιλικά σπίτια προς τιμήν των λοχείων της Παναγίας. Οι βυζαντινοί πίστευαν ότι το λοχόζεμα ενδυνάμωνε τη λεχώνα και τη βοηθούσε να παράγει περισσότερο γάλα. Η Εκκλησία αντέδρασε για ακόμη μια φορά και στην Πενθέκτη Οικουμενική Σύνοδο απαγόρευσε το έθιμο αυτό, απειλώντας με αφορισμό τους λαϊκούς και καθαίρεση τους κληρικούς που συνέχιζαν την παράδοση αυτή. Τα αίτια ήταν κατά κύριο λόγω θρησκευτικά: η Παναγία οὐκ ἔγνω λοχείαν, δεν γνώρισε λοχεία μιας και ο Χριστός γεννήθηκε εκ Πνεύματος Αγίου και Μαρίας της αειπαρθένου. Δεν είμαστε βέβαιοι πότε ξεκίνησε το έθιμο αυτό, αν και γνωρίζουμε ότι τον 10ο αιώνα βρισκόταν σε ισχύ, όπως μας βεβαιώνει ο Θεόδωρος Βαλσαμών.

 

 

Γ) Χριστούγεννα στα ανάκτορα

Σε τέτοιους σημαντικούς εορτασμούς δεν θα ήταν δυνατόν να μην συμμετέχουν ο αυτοκράτορας και η αυλή του. Χάρις την Έκθεσις περί της βασιλείου τάξεως του αυτοκράτορα Κωνσταντίνου Ζ΄ Πορφυρογέννητου, βιβλίο σχετικά με τις τελετουργίες των ρωμαίων αυτοκρατόρων κατά τη διάρκεια των κοσμικών τελετών και των θρησκευτικών εορτών, διαθέτουμε πληροφορίες μέχρι τον 12ο αιώνα για το εθιμοτυπικό της συμμετοχής του αυτοκράτορα στον εορτασμό των Χριστουγέννων. Σύμφωνα με αυτές, από το πρωί γίνονταν προετοιμασίες στο παλάτι για τη μεταφορά του αυτοκράτορα από τα ανάκτορα μέχρι την Αγία του Θεού Σοφία. Η πρώτη φάση του εθιμοτυπικού λάμβανε χώρα μέσα στα ανάκτορα. Ο αυτοκράτορας δεχόταν τις επευφημίες των αυλικών, των πολιτικών και στρατιωτικών αξιωματούχων, οι οποίοι απάρτιζαν την ακολουθία του. Έπειτα, ντυμένος με την επίσημη ενδυμασία του και συνοδευόμενος από την ακολουθία του, ξεκινούσε την πορεία προς την Αγία Σοφία δια μέσου της Μέσης οδού, τον πιο πλατύ δρόμο της Κωνσταντινούπολης. Κατά τη διάρκεια της πομπής, σε διάφορα σημεία του δρόμου πραγματοποιούταν ευχές από αντιπρόσωπους των Δήμων, οι οποίοι υποδέχονταν και επευφημούσαν τον αυτοκράτορα με τα λεγόμενα Άκτα, τη δημόσια έκφραση της υποταγής σε εκείνων. Παράλληλα, οι ψάλτες τραγουδούσαν σχετικά με την ημέρα τροπάρια στα ελληνικά και λατινικά, αρκετά από τα οποία μας έχουν σωθεί μέχρι σήμερα.

 

Η είσοδος του αυτοκράτορα και της ακολουθίας του στην Μεγάλη Εκκλησία. Μικρογραφία σε χειρόγραφο (Σύνοψις Ιστοριών Ιωάννου Σκυλίτζη, Ισπανία, Μαδρίτη, Εθνική Βιβλιοθήκη).

Στον εξωνάρθηκα της εκκλησίας ο αυτοκράτορας συναντούσε έναν από τους ανώτερους αυλικούς αξιωματούχους, τον πραιπόσιτο, ο οποίος του αφαιρούσε το στέμμα από την κεφαλή. Έπειτα, προχωρούσε ως τον νάρθηκα της εκκλησίας όπου τον υποδεχόταν ο πατριάρχης, τον οποίο ασπαζόταν μαζί με το ευαγγέλιο. Με τη σειρά του, ο πατριάρχης διάβαζε ευχή υπέρ του αυτοκράτορα ενώ ο τελευταίος άναβε κεριά και προσκυνούσε. Με αυτόν τον τρόπο ξεκινούσε η πανηγυρική θεία λειτουργία. Η επιστροφή της βασιλικής πομπής στο Ιερόν Παλάτιον πραγματοποιούνταν με την ίδια θρησκευτική ευλάβεια. Στη συνέχεια, ο αυτοκράτορας παρέθετε επίσημο γεύμα στα ανάκτορα στους άρχοντες και σε ξένους αντιπροσώπους. Κατά τη διάρκεια του λουκούλλειου γεύματος ανταλλάζονταν ευχές μεταξύ των παρευρισκόμενων ενώ οι καλλίφωνοι ψάλτες της Αγίας Σοφίας και των αγίων Αποστόλων έψελναν ύμνους. Λόγω των ημερών, ο βασιλέας προσκαλούσε στο επίσημο αυτοκρατορικό τραπέζι και 12 φτωχούς, αναπαριστώντας με αυτόν τον τρόπο τον μυστικό δείπνο.

 

 

Το συμπόσιο του Ηρώδη, τοιχογραφία από τους Αγίους Αποστόλους Θεσσαλονίκης, αρχές 14ου αι., Κουρκουτίδου-Νικολαΐδου/ Τούρτα (1997).

 

Την ημέρα εκείνη, η κεντρική εξουσία διέταζε τη διεξαγωγή ιπποδρομικών αγώνων παρουσία μεγάλου πλήθους θεατών. Η Εκκλησία αντέδρασε για μια ακόμη φορά και απαιτούσε την παύση τους, επειδή ο ιππόδρομος τραβούσε τον κόσμο μακριά από τις εκκλησίες. Γνωρίζουμε ότι οι πατέρες της Συνόδου της Καρθαγέννης, η οποία συνήλθε το 419, ζήτησαν από τον αυτοκράτορα Ουαλεντινιανό Γ΄ να σταματήσει τη διεξαγωγή των ιπποδρομικών αγώνων κατά τις εορταστικές ημέρες. Κάτι τέτοιο, ωστόσο, ήταν αδύνατο, επειδή οι Βυζαντινοί έδειχναν ιδιαίτερη αγάπη για τις ενασχολήσεις αυτές. Έτσι, φαίνεται ότι η συνήθεια αυτή συνεχίστηκε για αρκετά χρόνια αργότερα, αφού ο Ιουδαίος περιηγητής Βενιαμίν από την Τουδέλα μάς πληροφορεί ότι παρακολούθησε τέτοιους εορταστικούς αγώνες τον 12ο αιώνα στην Κωνσταντινούπολη, τους οποίους περιγράφει ως ιδιαίτερα λαμπρούς.

 

Προς τιμήν της γεννήσεως του Χριστού, οι αυτοκράτορες απαγόρευαν για την ημέρα εκείνη τη σύλληψη και φυλάκιση των ατόμων που είχαν διαπράξει μικρά εγκλήματα. Διέταξαν επίσης την απελευθέρωση των φυλακισμένων για ελαφρά παραπτώματα, την τροφοδότηση των άπορων κρατούμενων και επέτρεψαν σε όποιον ήθελε να επισκεφθεί τα δημόσια λουτρά ασφαλώς με τη συνοδεία αξιόπιστου φρουρού. Τέλος, τιμωρούσαν με βαρύ πρόστιμο όσους δικαστές και δεσμοφύλακες παραβαίναν τις εντολές αυτές. Στις αρχές του 6ου αιώνα, ο αυτοκράτορας Ιουστινιανός Α΄ απαγόρευσε την εργασία και τα δημόσια έργα την ημέρα των Χριστουγέννων, την οποία όρισε ως ημέρα αργίας και ανάπαυσης.

 

Δημόσιο θέαμα, Μικρογραφία σε χειρόγραφο (Σύνοψις Ιστοριών Ιωάννου Σκυλίτζη, Ισπανία, Μαδρίτη, Εθνική Βιβλιοθήκη).

 

Επίλογος

Δυστυχώς, έχει επικρατήσει στο ευρύ κοινό η εντύπωση ότι οι Βυζαντινοί ήταν ένας λαός ακραία θεοσεβούμενος που δεν γνώριζε διασκεδάσεις. Στόχος αυτού του άρθρου ήταν ακριβώς η αμφισβήτηση αυτής της άποψης. Όπως παρατηρήσαμε, ο Βυζαντινός δεν ήταν ένας άνθρωπος φοβισμένος και βυθισμένος στις δεισιδαιμονίες, ούτε ήταν απομακρυσμένος από τις απολαύσεις της ζωής. Ασφαλώς και τα χαρακτηριστικά στοιχεία ενός βυζαντινού ήταν το ανεπτυγμένο θρησκευτικό συναίσθημα και η διάχυτη διάθεση για προσωπική επαφή με τον Θεό. Από την άλλη πλευρά, όμως, ο βυζαντινός άνθρωπος ήταν ένας πρόσχαρος άνθρωπος που κατά τις εορταστικές περιόδους ξεχνούσε τα προβλήματα του, συναναστρεφόταν με τους συνανθρώπους του και γλεντούσε, πολλές φορές χωρίς μέτρο.

 

 

 

Χρόνια πολλά σε όλους !!!!

 

* Απόφοιτος του τμήματος Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Κρήτης και κάτοχος μεταπτυχιακού διπλώματος Βυζαντινής Ιστορίας του ΕΚΠΑ

 

 

Βιβλιογραφία

 

Κουκουλές Φαίδων, Βυζαντινών Βίος και Πολιτισμός, τόμος Στ, εκδόσεις Παπαζήση, Αθήνα 1955.

 

Cameron Averil, Οι Βυζαντινοί, εκδόσεις Ψυχογιός, Αθήνα 2009.

 

Καρατόλιος Κ, «Χριστούγεννα στο Βυζάντιο. Στο historical-quest.com

 

 

 

Facebooktwitterredditpinterestlinkedinmail
Geopolitics & Daily News Copyrights Reserved 2024