29/03/2024

Ο ρόλος της Αμερικής στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου και ο East-Med

Γράφει ο Δημήτριος Τσαϊλάς *

 

 

Για το μεγαλύτερο μέρος της τελευταίας δεκαετίας, αναμενόταν ότι η ενέργεια θα μεταμόρφωνε την Ανατολική Μεσόγειο. Ωστόσο, οι μετασεισμοί του εμφυλίου πολέμου στη Λιβύη και οι αναταραχές στην Ουκρανία και το Καζακστάν, έχουν διαταράξει τις προοπτικές για περιφερειακή συνεργασία. Μια συλλογική περιστροφή —με την αμερικανική υποστήριξη— μακριά από τις αβέβαιες υποσχέσεις για ενέργεια φαίνεται να μεταμορφώνεται σε μια συγκαλυμμένη ευλογία. Υπάρχει η πεποίθηση στις Ηνωμένες Πολιτείες ότι μπορούν να παράσχουν στα περιφερειακά κράτη (ειδικά τον Ελληνισμό και την Τουρκία) την ευκαιρία να αγκαλιάσουν ένα κοινό μέλλον που να δίνει έμφαση στην ενεργειακή διαφοροποίηση, την πολυεθνική συνεργασία και την επίλυση συγκρούσεων. Όμως υπάρχει έντονος προβληματισμός για το πως θα επιτευχθεί αυτό.

Οι Ηνωμένες Πολιτείες διαδραματίζουν κεντρικό ρόλο στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου. Η Ουάσιγκτον είναι ο κοινός παράγοντας διαμεσολάβησης για σχεδόν όλες τις συγκρούσεις  στην περιοχή, ενώ η αμερικανική υποστήριξη για την εκμετάλλευση των υδρογονανθράκων και για την περιφερειακή συνεργασία στην Ανατολική Μεσόγειο, είναι η κρίσιμη δύναμη για πιθανή συναίνεση. Ενώ παρουσίαζαν ενισχυμένη βούληση στην εξόρυξη του φυσικού αερίου από την περιοχή ως τρόπο ενίσχυσης της θέσης των συμμάχων της στην Ανατολική Μεσόγειο, μειώνοντας ταυτόχρονα την ευρωπαϊκή εξάρτηση από το ρωσικό αέριο, τελευταία φαίνεται να επανακάμπτουν. Εκτιμάται με τη σημερινή συμπεριφορά, η συνεχής δέσμευση με τα έθνη της Ανατολικής Μεσογείου θα επιτρέψει στις Ηνωμένες Πολιτείες να επιτύχουν τρείς σκοπούς: να καθοδηγήσουν τους εταίρους τους προς ένα πιο συνεργάσιμο μέλλον, να βοηθήσουν στην ανάπτυξη μηχανισμών απεμπλοκής και να αποθαρρύνουν την παρέμβαση από εξωτερικούς παράγοντες όπως η Ρωσία, το Ιράν και η Κίνα.

Αυτό για να επιτευχθεί, οι Ηνωμένες Πολιτείες θα προσπαθήσουν να εφαρμόσουν μια στρατηγική διαδραματίζοντας καταλυτικό ρόλο προς όλα τα κράτη της Ανατολικής Μεσογείου στη διαδικασία οριοθέτησης των θαλάσσιων ζωνών. Αυτό το θέμα θα αποτελέσει προτεραιότητα για όλους τους παράγοντες της περιοχής, συμπεριλαμβανομένων των Ευρωπαϊκών παραγόντων από Γαλλία και Ιταλία. Το αγκάθι σε όλες τις προσπάθειες είναι η υπογραφή συμφωνίας για τα θαλάσσια σύνορα από την Τουρκία με την Κυβέρνηση Εθνικής Συμφωνίας της Λιβύης τον Νοέμβριο του 2019 η οποία πυροδότησε σημαντικές διαμαρτυρίες σε ολόκληρη την περιοχή και μπλέκει τις αντιπαλότητες στην ενεργειακή πολιτική της Ανατολικής Μεσογείου.

Εκτιμάται ως προτεραιότητα της Αμερικανικής πολιτικής, για τόπο-χρόνο, είναι η λύση του εμφυλίου πολέμου της Λιβύης ώστε στη συνέχεια να μεσολαβήσει μεταξύ των θιγόμενων μερών – των συμμάχων κρατών μελών του ΝΑΤΟ, Τουρκία και Ελλάδα – για το ζήτημα των θαλάσσιων ζωνών με σκοπό να δημιουργήσει ένα πιο εποικοδομητικό περιβάλλον για μελλοντικές διαπραγματεύσεις μεταξύ Τουρκίας και Κύπρου. Στην ιδανική περίπτωση, για τις Ηνωμένες Πολιτείες που ευνοεί και τις τουρκικές θέσεις, είναι να φέρουν ταυτόχρονα όλους τους παράγοντες της περιοχής στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων. Ωστόσο, οι παρούσες συνθήκες όπως διαμορφώνονται, απαιτούν μια πιο ευέλικτη, πρακτική προσέγγιση για τις διαφορές που παρουσιάζονται.

Επιπλέον, οι Ηνωμένες Πολιτείες επιθυμώντας να ενδυναμώσουν το Φόρουμ Φυσικού Αερίου της Ανατολικής Μεσογείου αναμένεται να επενδύσουν περισσότερους διπλωματικούς πόρους στον οργανισμό, παρέχοντας κίνητρα για τη συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών. Ένας τρόπος για να γίνει αυτό είναι να επεκτείνουν το νόημα του Νόμου για την Ασφάλεια και την Ενεργειακή Συνεργασία της Ανατολικής Μεσογείου του 2019 (γνωστού ως νομοσχέδιο Menendez-Rubio) με τρόπο που να προσφέρει πιθανές οδούς συμμετοχής παραγόντων της Ανατολικής Μεσογείου που δεν αναφέρονται σε αυτή τη νομοθετική δέσμη, και πιο συγκεκριμένα την Τουρκία. Έτσι το Ενεργειακό Κέντρο Ηνωμένων Πολιτειών-Ανατολικής Μεσογείου που περιγράφεται στο νομοσχέδιο Menendez-Rubio, σύμφωνα με τις σκέψεις των Αμερικανών, θα μπορούσε να αποτελέσει έναν αγωγό για πολυεθνική έρευνα και ανάπτυξη που θα επηρεάζει άμεσα και έμμεσα την αναζήτηση εξερεύνησης υδρογονανθράκων. Έτσι πιστεύουν ότι θα μπορούσαν να ανοίξουν διαύλους επικοινωνίας μεταξύ των βιομηχανιών της Αμερικής και της Ανατολικής Μεσογείου, ενισχύοντας τόσο οικονομικά, πολιτιστικά όσο και στρατηγικά συμφέροντα.

Συμπεράσματα

Μέχρι σήμερα, ούτε το διεθνές ναυτικό δίκαιο έχει βοηθήσει στην επίλυση διαφορών στην Ανατολική Μεσόγειο, ούτε η οικοδόμηση ανταγωνιστικών μπλοκ συμμαχιών. Μια πιο ρεαλιστική προσέγγιση είναι αυτή που εξετάζει τα στρατηγικά οφέλη από την ενίσχυση των δεσμών Ελλάδας-ΗΠΑ. Από την άλλη πλευρά η γεωστρατηγική σημασία και η στρατιωτική ικανότητα της Τουρκίας εξακολουθούν να την καθιστούν επιθυμητό εταίρο από την οπτική γωνία της Ουάσιγκτον. Έτσι η αμερικανική πολιτική ελίτ επανεκτιμά πως θα μπορούσε να επωφεληθεί περισσότερο από όσα θα μπορούσε να φέρει η εταιρική σχέση με την πάροδο του χρόνου.

Μια αναζωογόνηση των δεσμών Τουρκίας-ΗΠΑ δεν αποτελεί πανάκεια για το περιφερειακό αδιέξοδο, θα ήταν όμως ένα σαφές βήμα προς τη κατεύθυνση που δείχνει στους απρόθυμους γείτονες ότι μπορεί πραγματικά να επωφεληθούν από τη συνεργασία στην Ανατολική Μεσόγειο. Κανείς δεν πιστεύει ότι θα κερδίσει τον ενεργειακό πόλεμο μόνος του. Διακυβεύεται κάτι περισσότερο από την πολιτική του αγωγού. Διακυβεύεται ο έλεγχος των θαλασσίων ζωνών. Η τρέχουσα συγκυρία προσφέρει μια μοναδική ευκαιρία για την αναμόρφωση της περιφερειακής τάξης πραγμάτων με το να φανταστούμε μακροπρόθεσμες πολιτικές λύσεις που συμβάλλουν στην κοινή ασφάλεια, ενέργεια και ευημερία.

Προς το παρόν, φαίνεται να μην υπάρχει διάθεση για μια εναλλακτική λύση στο status quo. Οι συνεχιζόμενες εξελίξεις στη Λιβύη αναμφίβολα θα επηρεάσουν την ισορροπία δυνάμεων στην Ανατολική Μεσόγειο. Όμως, με ρεαλιστικές επιλογές εκτιμάται ότι είναι δυνατόν να αποτρέψουν τη μονομερή στάση της Τουρκίας. Εφόσον αυτό επιτευχθεί, τα άλλα μέρη μπορούν να παραδεχτούν ότι ο αποκλεισμός της Άγκυρας από τη γενναιοδωρία της Ανατολικής Μεσογείου απλώς δεν είναι βιώσιμος. Η Τουρκία, με τη σειρά της, θα χρειαστεί μια επιλογή αμοιβαίου συμφέροντος για να αποκλιμακώσει τις τακτικές της διπλωματίας των κανονιοφόρων και να αποφύγει τη διεθνή απομόνωση. Σε τελική ανάλυση, ο διάλογος για την αναζήτηση συναίνεσης που περιλαμβάνει όλους τους βασικούς παράγοντες είναι ο μόνος τρόπος για να επιτευχθεί περιφερειακή σταθερότητα.

Επίλογος

Αν ο Ελληνισμός θέλει να αποφύγει να είναι απλά πιόνι σε παιχνίδια μεγάλων δυνάμεων, θα πρέπει να επανεξετάσουμε το ρόλο μας στη διεξαγωγή των διεθνών υποθέσεων. Η διατήρηση του καθεστώτος της αξιόπιστης δύναμης και νησίδας ασφαλείας θα απαιτήσει δύο πράγματα: Πρώτον, να έχουμε τη βούληση και τα μέσα για να προστατεύσουμε τα ζωτικά εθνικά μας συμφέροντα και δεύτερον, να είμαστε σε θέση να ενεργούμε ως διαμεσολαβητές ισχύος για να ηγηθούμε της αλλαγής στο διεθνές σύστημα με τρόπους που θα διατηρήσουμε τα εθνικά μας συμφέροντα. Για να γίνει αυτό, θα πρέπει να υιοθετήσουμε προληπτικές εξωτερικές πολιτικές και στρατηγικές εθνικής άμυνας που να εξισορροπούν ισχυρές εταιρικές σχέσεις με τις Ηνωμένες Πολιτείες και άλλες χώρες συμμάχους και αξιόπιστα  μέσα διπλωματίας με αντίπαλες δυνάμεις για να αποφύγουμε λάθη και περιττή κλιμάκωση. Θα είναι ατυχής υπόθεση και θα  χρησιμεύει ως υπενθύμιση ότι δεν έχουμε πλέον την πολυτέλεια να βασιζόμαστε αποκλειστικά στις εγγυήσεις ασφαλείας των ΗΠΑ και θα χρειαστεί να κάνουμε μια σημαντική επανεπένδυση, τόσο από άποψη ιδεών όσο και πόρων, στην εξωτερική μας πολιτική.

 

*Ο Υποναύαρχος ε.α. Δημήτριος Τσαϊλάς δίδαξε επί σειρά ετών στις έδρες Επιχειρησιακής Σχεδιάσεως καθώς και της Στρατηγικής και Ασφάλειας, σε ανώτερους Αξιωματικούς στην Ανώτατη Διακλαδική Σχολή Πολέμου, είναι μέλος και ερευνητής του Ινστιτούτου για την Εθνική και Διεθνή Ασφάλεια.

 

 

Facebooktwitterredditpinterestlinkedinmail
Geopolitics & Daily News Copyrights Reserved 2024