28/03/2024

Βενεζουέλα: μια «παγωμένη» κρίση ιδιάζουσας σημασίας

Protests opposing Bolivarian Revolution in São Paulo, Brazil

Γράφει ο  Ιωάννης Κουτζούμης*

 

Το 2022 θα είναι για την Βενεζουέλα το 9ο συνεχόμενο έτος που θα την βρει σε συνθήκες αστάθειας και πόλωσης. Σχεδόν δέκα χρόνια μετά τον θάνατο (5 Μαρτίου 2013) του πρώην ηγέτη της Βενεζουέλας Ούγκο Τσάβες, η χώρα φαίνεται να αδυνατεί να ξεφύγει από το αδιέξοδο στο οποίο εισήλθε λόγω μιας σειράς λανθασμένων επιλογών. Η απώλεια της πολυσχιδούς  προσωπικότητας του Τσάβες που εκτός από πολιτικός με φλογερή ρητορική, ήταν μεταξύ άλλων μεταρρυθμιστής, πρώην αλεξιπτωτιστής και πρώην πραξικοπηματίας (αποτυχημένο πραξικόπημα του 1992), έβγαλε στην επιφάνεια τις δομικές τρωτότητες της Βενεζουέλας και σε συνδυασμό με το σαφώς μικρότερο πολιτικό ανάστημα του διαδόχου του Νικολάς Μαδούρο, βύθισαν την Βενεζουέλα σε μια παρατεταμένη ανθρωπιστική, οικονομική και πολιτική κρίση.

Η πενταετία 2014-2019 ήταν άκρως θερμή για το πάλαι ποτέ πλουσιότερο κράτος της Νοτίου Αμερικής καθώς σημαδεύτηκε από επεισόδια, διαδηλώσεις, κρατική βία, εκλογικά μποϊκοτάζ, έναν μεταβατικό πρόεδρο, τέσσερεις απόπειρες συμφιλίωσης από το εξωτερικό περιβάλλον και από την ανάμειξη των μεγάλων δυνάμεων (ΗΠΑ, Κίνα, Ρωσία) στην ενδοκρατική κρίση της χώρας. Παρ’ όλα αυτά, η πανδημία που πλήττει ολόκληρο τον πλανήτη τον τελευταίο ενάμιση χρόνο, φαίνεται πως έχει σκεπάσει την ανθρωπιστική κρίση της Βενεζουέλας που σε απόλυτα νούμερα ξεπερνάει την αντίστοιχη της Συρίας, κάτω από ένα πέπλο μυστηρίου. Οι συνθήκες ευνόησαν τον Μαδούρο διότι ξέφυγε από το επίκεντρο της διεθνούς προσοχής και κατά πολλούς μάλιστα, κατάφερε να εδραιώσει την κυριαρχία του για την οποία «πολεμάει» από την πρώτη κιόλας μέρα που εκλέχθηκε το 2013. Συνεπώς, το ερώτημα που προκύπτει είναι που αφήσαμε την Βενεζουέλα το 2019 και που οδεύει από εδώ και πέρα;

 

Εικόνα από: https://blogs.shu.edu/thediplomaticenvoy/2018/07/07/venezuelan-crisis/

Πετρέλαιο: η ρίζα του προβλήματος

Η Βενεζουέλα βέβαια, δεν έφτασε εδώ που έφτασε σε μία νύκτα. Ούτε η κατάρρευσή της αποδίδεται στην απώλεια του Τσάβες, του οποίου η ηγετική φιγούρα κατόρθωνε να συγκρατεί τις φυγόκεντρες δυνάμεις αλλά και τις τεράστιες ανισότητες που χαρακτηρίζουν την πλειοψηφία των κρατών της Νοτίου Αμερικής. Για την ακρίβεια, τα προβλήματα και οι λάθος αποφάσεις άρχισαν να συσσωρεύονται πολύ πριν από τον εκλογικό θρίαμβο του αριστερού συνασπισμού που ηγούταν ο Τσάβες το 1998. Και αυτό επειδή ήδη από την δεκαετία του ’60 και του ’70, η Βενεζουέλα βυθίστηκε στην δίνη της «ολλανδικής ασθένειας».

Η «ολλανδική ασθένεια» είναι ένας οικονομικός όρος που με απλά λόγια συσχετίζει την εισροή εύκολου χρήματος από τις εξαγωγές πετρελαίου με την μακροπρόθεσμη οικονομική απόδοση του κράτους-εξαγωγέα. Το κράτος που κατέχει πετρελαϊκά κοιτάσματα (petro-state), στηρίζει τις οικονομικές του υποδομές αποκλειστικά και μόνο στην παραγωγή και εξαγωγή υδρογονανθράκων. Η ζήτηση για το εθνικό νόμισμα του petro-state γίνεται μεγαλύτερη έπειτα από τις μαζικές εξαγωγές πετρελαίου, προκαλώντας πιέσεις ανατίμησης σε αυτό. Μετά όμως από μία ανατίμηση εθνικού νομίσματος, οι εξαγωγές του συγκεκριμένου κράτους γίνονται ακριβότερες για τους εξωτερικούς εισαγωγείς, συντελώντας με αυτόν τον τρόπο στην διάβρωση της βιομηχανικής ανταγωνιστικότητας του petro-state πέραν του πετρελαϊκού κλάδου. Συνεπώς, ο κοινός παρονομαστής για τα petro-states είναι ότι η βιομηχανική τους βάση προσαρμόζεται στην εκμετάλλευση των πετρελαϊκών κοιτασμάτων που κατέχουν, παραμελώντας την αξιοποίηση των υπόλοιπων οικονομικών τομέων (γεωργία, κατασκευαστικός κλάδος).

Εκτός από τους μακροοικονομικούς δείκτες υπάρχει και μία πολιτική μεταβλητή που παίζει κρίσιμο ρόλο στην βιωσιμότητα του petro-state, η διαφθορά. Πρόσφατα παραδείγματα πετρελαιοπαραγωγών κρατών όπως η Νιγηρία, η Λιβύη και η Βενεζουέλα έδειξαν ότι οι πολιτικές ελίτ τους δεν επένδυσαν τις τεράστιες χρηματοοικονομικές ροές στην εγχώρια βιομηχανική βάση, ούτε αποταμίευσαν το ξένο συνάλλαγμα. Τουναντίον, τα χρήματα αυτά σπαταλήθηκαν σε προγράμματα (πχ εξοπλισμοί) που δεν είχαν άμεσο αντίκτυπο στην βελτίωση του βιοτικού επιπέδου των πολιτών ή χρησιμοποιήθηκαν για την ανάληψη δανείων από το εξωτερικό, διογκώνοντας έτι περισσότερο το εξωτερικό χρέος. Άρα λοιπόν, η διαφθορά και η έλλειψη διαφάνειας είναι παράγοντες που εξηγούν την διττή φύση του πετρελαίου ως ταυτόχρονης ευχής και κατάρας.

Στην περίπτωση της Βενεζουέλας, η διαφθορά είναι περισσότερο ο κανόνας και λιγότερο η εξαίρεση. Αυτή ήταν η λέξη που περιέγραφε καλύτερα την πρώτη δημοκρατική περίοδο της χώρας 1958-1998. Η περίοδος του Punto Fijo όπως έμεινε στην ιστορία, σημαδεύτηκε από την επικράτηση ενός συνασπισμού τριών κομμάτων που σε βάθος τεσσάρων δεκαετιών, η πολιτική εξουσία ταλαντευόταν ανάμεσα σε αυτά τα τρία πολιτικά κόμματα. Κατά την διάρκεια της δημοκρατίας του Punto Fijo οι κυβερνήσεις δημιούργησαν ένα πολυδαίδαλο πελατειακό κράτος το οποίο χρησιμοποιούσε τις προσόδους από το πετρέλαιο με τρόπο που εξασφάλιζε την επανεκλογή και την πολιτική του ανακύκλωσή. Τα μεσαία και χαμηλότερα εισοδήματα ένιωθαν ότι τα πετρελαϊκά κέρδη δεν προστάτευαν την αγοραστική τους δύναμη από τις εξάρσεις του πληθωρισμού, ο οποίος αποτελεί διαχρονικό πρόβλημα της Λατινικής Αμερικής και αντ’ αυτού, έβλεπαν τους πολιτικούς της εποχής να αλλάζουν συνεχώς πολιτικές παρατάξεις για καιροσκοπικούς και μόνο λόγους. Αυτό εξηγεί τον θριαμβευτικό ερχομό του Τσάβες στον πολιτικό βίο με 56% και 16% διαφορά από την δεύτερη παράταξη. Η δε επαναστατική ρητορική του συμβάδιζε απόλυτα με την λαϊκή βούληση για κοινωνικές μεταρρυθμίσεις και ολικό ξήλωμα του προγενέστερου συστημικού μηχανισμού. Από τότε και έπειτα, το πετρέλαιο έγινε το κυριότερο εργαλείο του Τσάβες για την αλλαγή της Βενεζουέλας.

«Η μεγαλύτερη οικονομική κατάρρευση κράτους δίχως πόλεμο»

Το δεύτερο σημαντικότερο πρόβλημα που προκύπτει από την πρόσδεση της εθνικής οικονομίας στο πετρέλαιο είναι ότι η οικονομική βιωσιμότητα του petro-state εξαρτάται από τις διεθνείς πετρελαϊκές τιμές. Όταν οι τελευταίες βρίσκονται σε υψηλά επίπεδα τότε η πετρελαιοπαραγωγός χώρα πλουτίζει. Αν όχι, τότε αντιμετωπίζει σοβαρότατους τριγμούς, πολλώ δε μάλλον όταν συνδυάζεται με διαφθορά και αδιαφάνεια. Η 13ετής θητεία του Ούγκο Τσάβες συνέπεσε με την εκτίναξη των παγκόσμιων τιμών πετρελαίου από περίπου 20 $/βαρέλι το 1999 στα 100 δολάρια το 2010, γεγονός που ευνόησε την αναθεωρητική ατζέντα της Μπολιβαριανής Επανάστασης.

Ο Τσάβες χρησιμοποίησε τα υψηλά κέρδη που του απέφερε το πετρέλαιο προκειμένου να χρηματοδοτήσει τις λεγόμενες «Αποστολές» στο εσωτερικό της χώρας με σκοπό την επέκταση των κοινωνικών υπηρεσιών (παροχή στέγης, εκπαίδευσης κτλ.) στα χαμηλότερα στρώματα και την εξάλειψη της φτώχειας, της οποίας τα επίπεδα κυμαίνονταν στο 49,4% το 1999. Αν και η σημαντικότερη κοινωνική παρακαταθήκη του Τσάβες ήταν ότι στο τέλος της προεδρίας του κατάφερε να υποδιπλασιάσει το ποσοστό της φτώχειας (23,9% το 2012), παρ’ όλα αυτά, τα χρήματα που εισέρευσαν στην Βενεζουέλα από την εκτίναξη των παγκόσμιων τιμών πετρελαίου δεν χρησιμοποιήθηκαν για την αναδιαμόρφωση της εθνικής βιομηχανίας, ούτε επενδύθηκαν στην τεχνογνωσία και την βελτίωση της πετρελαϊκής παραγωγής. Η συγκυρία μάλιστα από το πραξικόπημα του 2002 εναντίων του Τσάβες ώθησε τον τελευταίο στην εκκαθάριση της εθνικής εταιρείας εξόρυξης πετρελαίου (PDVSA) από το προσωπικό που πολιτικά ταυτιζόταν με την προγενέστερη εποχή του Τσαβισμού. Αυτή η αντικατάσταση του κατά τα άλλα καταρτισμένου εργατικού δυναμικού με οπαδούς του Τσάβες, επιδείνωσε ακόμη περισσότερο τις παραγωγικές δυνατότητες του πετρελαϊκού τομέα. Πράγματι, ενώ η ημερήσια παραγωγή ήταν περίπου στα 3 εκατομμύρια βαρέλια πριν το πραξικόπημα, μετά από αυτό κατρακύλησε στα 500 χιλιάδες/ημέρα και στο βάθος της επόμενης δεκαετίας διακυμάνθηκε ανάμεσα στα 2,5 και 2 εκατομμύρια βαρέλια ημερησίως.

Ευτυχώς για τον Ούγκο Τσάβες, οι υψηλές διεθνείς τιμές πετρελαίου μέχρι και τον θάνατο του κατάφερναν να συγκρατούν τις επιπτώσεις των δομικών αστοχιών που προηγήθηκαν. Δυστυχώς όμως για τον Μαδούρο και την Βενεζουέλα, η κατάρρευση των παγκόσμιων τιμών από τον Σεπτέμβριο του 2014 βύθισαν την χώρα σε μία πρωτοφανή οικονομική κρίση η οποία με την σειρά της όξυνε τις πολιτικές τρωτότητες. Η ακραία πολιτική πόλωση ήταν πλέον εμφανής από τις προεδρικές εκλογές του 2013, όταν η αντιπολίτευση απέδωσε την οριακή νίκη του Μαδούρο με μόλις 235.000 ψήφους στην νοθεία και την κατάχρηση. Έτσι λοιπόν, οι προβληματικές δομές, το διαχρονικά συγκρουσιακό υπόβαθρο του πολιτικού περιβάλλοντος, η πετρελαιοκεντρική οικονομία και η διαφθορά που κληρονομήθηκαν από τον Μαδούρο σε συνδυασμό με την πτώση της παγκόσμιας τιμής του μαύρου χρυσού, είναι οι κυριότερες αιτίες της κρίσης. Υπό τέτοιες συνθήκες, ο Μαδούρο επέλεξε να θωρακίσει την προεδρία του από τις απειλές, ασκώντας ολοκληρωτικό έλεγχο στις ένοπλες δυνάμεις, τα σώματα ασφαλείας, τα ΜΜΕ, την δικαστική και νομοθετική εξουσία. Αντιθέτως, η μη αναπροσαρμογή της δημοσιονομικής πολιτικής (μείωση των κρατικών δαπανών, αλλαγή φορολογίας) και η μαζική τύπωση χρήματος για την αντιμετώπιση του ελλείματος, οδήγησε σε πληθωρισμό και έπειτα σε υπερπληθωρισμό. Για το 2019 σύμφωνα με το IMF, o πληθωρισμός της Βενεζουέλας αυξήθηκε περισσότερο από 200.000 % σε σχέση με το προηγούμενο έτος, ενώ το ΑΕΠ για την ίδια χρονιά ήταν μόλις το 21% του αντίστοιχου για το 2012 (70 και 331 δισεκατομμύρια δολάρια αντίστοιχα). Οι οικονομολόγοι έχουν καταλήξει πως η περίπτωση της Βενεζουέλας αποτελεί την χειρότερη οικονομική κατάρρευση μη εμπόλεμου κράτους και μάλιστα είναι δύο φορές χειρότερη από το κραχ της Wall Street το 1929.

Ο ρόλος των ΗΠΑ στην κρίση και οι προοπτικές εξομάλυνσης

Η πολιτική του Ούγκο Τσάβες ήταν αναθεωρητική ακόμη και στην εξωτερική της διάσταση. Ενώ οι προηγούμενες κυβερνήσεις είχαν αναπτύξει άρρηκτους δεσμούς με τις ΗΠΑ, ο Τσάβες αντιθέτως επιδίωξε την ρήξη. Ο στόχος του τελευταίου ήταν να ανταγωνιστεί την υπερδύναμη μέσω της νοτιοαμερικανικής ένωσης η οποία ως συνασπισμός θα εξισορροπούσε την αμερικανική ηγεμονία στο δυτικό ημισφαίριο. Η Βενεζουέλα θα βρισκόταν στον πυρήνα αυτού του σχήματος και το πετρέλαιό της θα ήταν το μέσο που θα υλοποιούσε την επιθυμητή ενοποίηση. Ο διακυβερνητικός οργανισμός ALBA που τελικά διαμορφώθηκε, μολονότι αποτυχημένος, επισφράγισε την πρόθεση του Τσάβες να ανασχέσει την επιρροή της υπερδύναμης στην Λατινική Αμερική. Επιπροσθέτως, το πραξικόπημα του 2002 που σύμφωνα με τον Τσάβες ήταν υποκινούμενο από τις ΗΠΑ, έστρεψαν την Βενεζουέλα σε στρατιωτική και πολιτική σύμπραξη με την Ρωσία και το Ιράν αντίστοιχα, ενώ ενίσχυσε την πολιτικοοικονομική της σύμπλευση με την Κούβα.

Προφανώς οι ΗΠΑ είχαν λόγους να θέλουν τον Τσάβες εκτός προεδρίας. Τώρα έχουν περισσότερους για τον Μαδούρο. Και αυτό όχι μόνο επειδή ο τελευταίος κληρονόμησε, συντήρησε και επέκτεινε το αυταρχικό καθεστώς του Τσάβες καθώς και το πολιτικό-οικονομικό-στρατιωτικό δίκτυο συναλλαγών με κράτη-ανταγωνιστές της Αμερικής και ιδιαίτερα με κράτη που σύμφωνα με αυτήν ανήκουν στον «άξονα του κακού». Η μετατροπή της Βενεζουέλας σε αποτυχημένο κράτος τα τελευταία χρόνια αποτελεί εφαλτήριο απειλών για την ασφάλεια και τα συμφέροντα των ΗΠΑ επειδή:

  • Η κατάρρευση των κυβερνητικών θεσμών, η διαφθορά και η αδυναμία επιβολής του νόμου στην επικράτεια της Βενεζουέλας έχουν μετατρέψει την χώρα σε ένα αχανές narco-state με περιφερειακές επιπτώσεις. Η Βενεζουέλα θεωρείται πλέον ως η νούμερο ένα χώρα-transit για το εμπόριο ναρκωτικών στο δυτικό ημισφαίριο.
  • Η οικονομική εξαθλίωση της Βενεζουέλας που συνεχίζεται από το 2014, έχει οδηγήσει 5,9 εκατομμύρια ανθρώπους να εγκαταλείψουν την πατρίδα τους. Η πρωτοφανής αυτή μεταναστευτική κρίση προκαλεί αστάθεια στα κράτη-υποδοχείς και ενισχύει τα ακροδεξιά-λαϊκίστικα κινήματα στο εσωτερικό τους.
  • Το Ιράν έχει οικοδομήσει ένα ικανό δίκτυο βάσεων πληροφοριών στα κράτη του συμπλέγματος Νοτίου Αμερικής-Καραϊβικής τα τελευταία 30 χρόνια. Αυτό δικτυώνεται καλύτερα υπό συνθήκες αστάθειας και δεδομένου ότι η Τεχεράνη έχει υποκινήσει τρεις απόπειρες δολοφονίας στην αμερικανική επικράτεια, η κρίση στην Βενεζουέλα αποτελεί το ορμητήριο των υβριδικών απειλών του Ιράν και της Χεζμπολάχ προς στις Ηνωμένες Πολιτείες.   
  • Η στρατιωτική παρουσία της Ρωσίας κατά την διάρκεια της κρίσης έγινε πιο έντονη στην Βενεζουέλα. Η εγγύτητα των ρωσικών οπλικών συστημάτων στην αμερικανική επικράτεια και η πολιτική επιρροή της Μόσχας στο υποσύστημα που διαχρονικά έχει παρουσιάσει σοσιαλιστικές ροπές, αμφισβητεί εμπράκτως το Δόγμα Μονρόε που επί δύο αιώνες εξυπηρετεί τις ΗΠΑ. Επίσης, η ύπαρξη της ρωσικής σκληρής ισχύος στην Βενεζουέλα (και στην Κούβα) ενισχύει την διαπραγματευτική ισχύ της Μόσχας έναντι της Ουάσιγκτον στα υπόλοιπα μέτωπα (Ουκρανία).

Οι παραπάνω λόγοι εξηγούν ευκρινώς την σκληρή στάση του Ντόναλντ Τραμπ απέναντι στον Μαδούρο. Ο πρώην Αμερικανός πρόεδρος υιοθέτησε σκληρή ρητορική για το καθεστώς του Καράκας, τοποθετώντας την Βενεζουέλα στην «Τρόικα της τυραννίας» μαζί με την Κούβα και την Νικαράγουα ως κράτη αυταρχικών κυβερνήσεων που διατηρούν θερμές σχέσεις με την Ρωσία και την Κίνα. Το σημαντικότερο μέτρο από πλευράς ΗΠΑ ήταν η επιβολή κυρώσεων στους βιομηχανικούς τομείς της Βενεζουέλας και προσωπικά στον Μαδούρο και τους κυβερνητικούς αξιωματούχους του, προκειμένου να τον εξαναγκάσουν να παραιτηθεί. Ωστόσο, πέρα από το γεγονός ότι η επιβολή κυρώσεων ιστορικά δεν έχει αποδειχθεί επαρκές εργαλείο για την αλλαγή κυβέρνησης ( πχ Ιράν, Κούβα), η συγκεκριμένη στρατηγική είχε τα αντίθετα αποτελέσματα. Και αυτό γιατί οι αμερικανικές κυρώσεις επιδείνωσαν την ανθρωπιστική και οικονομική κρίση της χώρας, καθώς και ότι η αναζήτηση υποστήριξης από την Βενεζουέλα την πρόσδεσαν έτι περισσότερο στο ρωσικό και κινεζικό άρμα. Τέλος, η αναγνώριση του προέδρου της Εθνοσυνέλευσης Χουάν Γκουαηδό ως de jure προέδρου της Βενεζουέλας τον Ιανουάριο του 2019 από τις ΗΠΑ, αποτέλεσε τον πιο πρόσφατο αμερικανικό βραχίονα άσκησης πίεσης κατά του Μαδούρο. Ο Γκουαηδό αναγνωρίζεται συνολικά από 56 κράτη (μεταξύ αυτών και η Ελλάδα) και έχει ενεργή παρουσία στα διεθνή φόρουμ. Εντούτοις, στο εσωτερικό της Βενεζουέλας είναι ιδιαίτερα ανίσχυρος επειδή πρώτον, το συγκεντρωτικό καθεστώς του Μαδούρο ελέγχει όλους τους θεσμούς και προπαντός τον στρατό και δεύτερον, η αντιπολίτευση της Βενεζουέλας που συσπειρώθηκε γύρω από τον Γκουαηδό αποτελεί ένα ανομοιογενές συνονθύλευμα ετερόκλιτων πολιτικών ιδεολογιών που περιλαμβάνει από σοσιαλιστές μέχρι και συντηρητικούς δεξιούς.

Εν κατακλείδι, η αποτελεσματική διαχείριση της σχεδόν δεκαετούς κρίσης στην Βενεζουέλα απαιτεί πρωτίστως την κατανόηση των αιτιών της. Έπειτα θα πρέπει να επανεκτιμηθούν οι ενέργειες αντιμετώπισής της. Αυτές που υλοποιήθηκαν μέχρι στιγμής, όχι μόνο απέτυχαν αλλά ίσα-ίσα εκτράχυναν την κρίση. Συνεπώς, όλο και περισσότεροι αναλογίζονται πλέον ότι οι κυρώσεις πρέπει να αρθούν ως το πρώτο βήμα που θα γεφυρώσει τις διαφορές και σε βάθος χρόνου θα επιφέρει έναν win-win συμβιβασμό. Οι εκτιμήσεις κάποιων χρηματοπιστωτικών οίκων ότι το 2023 μπορεί να είναι έτος ανάπτυξης για την Βενεζουέλα, μαζί με την πρόσφατη ανάκαμψη της πετρελαϊκής παραγωγής της, ενδέχεται να αποτελούν δείκτες θετικής έκβασης. Ωστόσο, οι πρόσφατες αναφορές που θέλουν την Βενεζουέλα να εργαλειοποιείται σε τυχών γεωπολιτική αντιπαράθεση μεταξύ των μεγάλων δυνάμεων, αποδεικνύουν ότι η ευτυχής κατάληξη θα είναι γεμάτη με εμπόδια και κρίσιμα διλλήματα. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, η ομαλοποίηση της κρίσης εξαρτάται περισσότερο από την πρόθεση των μεγάλων παικτών να προχωρήσουν σε επίπονες παραχωρήσεις στο πεδίο της Βενεζουέλας. Όσο μικρότερες θα είναι οι πιθανότητες των παραχωρήσεων, τόσο θα απομακρύνεται το σενάριο του συμβιβασμού και της εξεύρεσης λύσης.       

 

*Τελειόφοιτος του Μεταπτυχιακού Προγράμματος Διεθνών Σχέσεων του Πανεπιστημίου Μακεδονίας  

 

 

Πηγές-Βιβλιογραφία

  • Berman Ilan , Iran and the New Monroe Doctrine, 2 Σεπτεμβρίου 2016, Foreign Affairs
  • Cohen and Weinberg, Οι κυρώσεις δεν μπορούν να προκαλέσουν αλλαγή καθεστώτος, 30 Απριλίου 2019, Foreign Affairs (Hellenic Edition)
  • Congressional Research Service, Venezuela: Background and U.S. Relations, 28 Απριλίου 2021
  • The Guardian, Russia threatens military deployment to Cuba and Venezuela as diplomacy stalls, 13 Ιανουαρίου 2022
  • Για την πετρελαική απόδοση της Βενεζουέλας και τους σχετικούς δείκτες βλέπε: https://tradingeconomics.com/venezuela/crude-oil-production
  • Πιπίνης Ιάσωνας, ΒΕΝΕΖΟΥΕΛΑ: Από τον Τσάβες στον Μαδούρο, Κεδρος, 2018

 

 

 

 

 

Facebooktwitterredditpinterestlinkedinmail
Geopolitics & Daily News Copyrights Reserved 2024