25/04/2024

Θρησκευτικό power game της Ρωσίας στην Αλεξανδρούπολη

της Δρ Άννας Κωνσταντινίδου*
Ιστορικός- Διεθνολόγος

 

 


Στο σημερινό φύλλο της εφημερίδας Εστίας αναφέρεται πως η Ρωσία ιδρύει ρωσική επισκοπή στην Αλεξανδρούπολη για τους Παλαιοημερολογήτες ρωσόφωνους που διαμένουν στη Βόρεια Ελλάδα.

Αρχικά, οφείλουμε να πούμε ότι στην Ελλάδα δεν ακολουθούν το παλαιό ημερολόγιο μόνο οι μεταναστευτικοί πληθυσμοί που ήρθαν από τις πρώην ομοσπονδιακές περιοχές της Ρωσίας, αλλά και Έλληνες. Υπάρχουν εκκλησίες και μοναστήρια παλαιοημερολογητών σε όλη την ελλαδική επικράτεια. Επίσης δε, οφείλουμε να πούμε ότι η Αθωνική Πολιτεία ακολουθεί το Παλαιό Ημερολόγιο, ωστόσο όμως οι σκήτες της είναι δογματικά ενωμένες με το Οικουμενικό Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως.

Για την Ιστορία, θα πρέπει να πούμε ότι η Εκκλησία της Ελλάδας μέχρι το 1924 ακολουθούσε το Ιουλιανό Ημερολόγιο, υιοθετώντας μετά την αλλαγή που ακολούθησε η Ελληνική Πολιτεία, το Γρηγοριανό. Οι Παλαιοημερολογήτες (ή Γ. Ο. Χ., δηλαδή Γνήσιοι Ορθόδοξοι Χριστιανοί, όπως αυτοαποκαλούνται οι παλαιοημερολογήτες), θεωρώντας ότι αυτό ήταν το πρώτο βήμα, ώστε το Οικουμενικό Πατριαρχείο και ως εκ τούτου η Ελλαδική Εκκλησία ήταν ένα βήμα πριν συνταχθεί με τον Παπισμό, αποσκίρτησαν από το πρώτο, ιδρύοντας δικές τους εκκλησίες και έχοντας δικούς τους Επισκόπους. Φυσικά, οφείλουμε να πούμε, ότι οι παλαιοημερολογήτες είναι διασπασμένοι σε κοινότητες με δύο επικρατέστερες αυτές των Φλωρινικών και Ματθαιϊκών, με τους δεύτερους να είναι πιο μετριοπαθείς απέναντι στην Ελλαδική Εκκλησία.

Από εκεί και ύστερα, κι αφού είπαμε κάποια βασικά στοιχεία για τους παλαιοημερολογήτες της Ελλάδας, οφείλουμε να πούμε ότι όλες οι Εκκλησίες των Βαλκανίων, πλην της Ρουμανίας, βαδίζουν με το Ιουλιανό Ημερολόγιο, είναι δηλαδή παλαιοημερολογήτες, ωστόσο όμως έχουν δογματική πρόσδεση με το Οικουμενικό Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως. Όμως υπάρχουν και μονές και ναοί σε αυτά τα κράτη με δικούς τους Επισκόπους, που δεν αποδέχονται το Οικουμενικό Πατριαρχείο ως επικεφαλής, αλλά το Ρωσικό Πατριαρχείο της Μόσχας.

Οπότε εδώ αρχίζει ή μάλλον πάνω σε όλο αυτό η ρωσική πολιτική σκηνή, ανέκαθεν διπλωματικά χρησιμοποίησε τη Θρησκεία και το δόγμα ως βασικό στοιχείο της Διπλωματίας της (βλ. βουλγαρική εξαρχία το 1876), ωστόσο όλο αυτό έγινε πιο εμφανές ιδιαίτερα μετά την Πτώση του Υπαρκτού Σοσιαλισμού. Δηλαδή τί έγινε μετά το 1990; Ανάλογα με τον εκάστοτε πολιτικό ηγέτη των βαλκανικών κρατών (που ασπάζονται φυσικά το ορθόδοξο χριστιανικό δόγμα) πόσο ρωσόφιλος αυτός ήταν, η Ρωσική Πολιτεία ασκούσε και την ανάλογη πίεση στο βαλκανικό χώρο, ως σημείο εισχώρησης σε αυτό και ως εκ τούτου πίεζε και τη Δύση μέσω του Οικουμενικού Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως, δημιουργώντας σε αυτό προβλήματα αποσχιστικών τάσεων των αντίστοιχων Εκκλησιών.

Συγχρόνως οφείλουμε να πούμε και κάτι ακόμα, όσον αφορά το αυτοδιοίκητο των Εκκλησιών των Βαλκανίων, δηλαδή τη λεγόμενη Αυτοκεφαλία, αυτή έχει να κάνει με το δικαίωμα των μεγάλων (τοπικών) Εκκλησιών, όπως λχ της Σερβίας να ορίζει σε θεσμικό επίπεδο τα εσωτερικά θέματά της, όμως αυτό δεν σημαίνει ότι η πλήρης ανωτατη δικαιοδοσία της δεν ανήκει στο Οικουμενικό Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως. Μία ενδιάμεση κατάσταση της Αυτοκεφαλίας είναι η ημιαυτονομία, όπως έχει η Εκκλησία της Κρήτης. Αυτοκεφαλία και Ημιαυτονομία δεν είναι το ίδιο και η διαφορά έχει κυρίως να κάνει με τον τρόπο διοίκησης και εκλογής των επισκόπων.

Λοιπόν τώρα τί κάνει το Ρωσικό Πατριαρχείο με βάση το δημοσίευμα της εφημερίδας Εστία; Πάει να δημιουργήσει Εξαρχία, ουσιαστικά επιφέροντας τα προβλήματα πολιτικής διάστασης, μέσω του θρησκευτικού δόγματος, που είχαν δημιουργηθεί και το 1876 με μοχλό (τότε) το βουλγαρικό κράτος.

Με αφορμή το ουκρανικό, που το Οικουμενικό Πατριαρχείο αναγνώρισε ήδη από πέρσι την Εκκλησία της Ουκρανίας ως Αυτοκέφαλη, οι Ρώσοι δημιουργούν Επισκοπή στην Αλεξανδρούπολη.

Ενα άλλο ερώτημα που πρέπει να απαντηθεί, είναι γιατί έχει επιλεγεί η Αλεξανδρούπολη και όχι λχ η Θεσσαλονίκη;Άραγε στην Αλεξανδρούπολη ζούνε περισσότεροι ρωσόφωνοι μετανάστες; Είναι γεγονός ότι μετά το 1990 πολλοί ομογενείς, αλλά και άλλοι λαοί της πρώην ΕΣΣΔ μετεγκαταστάθηκαν στο νομό Ροδόπης και Ξάνθης, όπως επίσης και στους υπόλοιπους νόμους της Ανατολικής Μακεδονίας. Όμως η επιλογή της Αλεξανδρούπολης φυσικά, έχει να κάνει με την εγκατάσταση της αμερικανικής δύναμης και τις επιμέρους ελληνοαμερικανικές πρωτοβουλίες που έχουν ληφθεί μετά τη συνομολόγηση της ελληνοαμερικανικής, αμυντικής συνεργασίας.

Φυσικά, η δημιουργία Ρωσικής Επισκοπής στη συγκεκριμένη περιοχή διαμορφώνει για την ελληνική πλευρά όχι μόνο προβλήματα θρησκευτικής υφής (που στην πραγματικότητα είναι αμελητέα), αλλά με μοχλό τη θρησκεία και τις δογματικές αντιθέσεις θα διαμορφώσει τεράστια ζητήματα πολιτικής και εθνολογικής φύσης.

Οι Ρώσοι και μετά τη δημιουργία αντίστοιχης Επισκοπής στην Κωνσταντινούπολη προσπαθούν να δημιουργήσουν ένα βαλκανικό τετράγωνο στην Προποντίδα με άμεση πρόσβαση σε Αιγαίο, αλλά και βόρεια των Βαλκανίων. Είναι σίγουρο, κάτι που έπραξαν τόσο μέσω της Εξαρχίας το 1876, αλλά και στους Βαλκανικούς Πολέμους να εξάψουν τα εθνολογικά πάθη της ευρύτερης, γεωγραφικής περιοχής, φέροντας στο προσκήνιο το Μακεδονισμό, και ποσω δε μάλλον με έρεισμα τη Συνθήκη των Πρεσπών.

Αυτήν την στιγμή, η Ελλάδα βάλλεται και είναι σε πολύ δυσμενή θέση, σε περίπτωση που ευοδωθεί η συγκεκριμένη επιδίωξη των Ρώσων. Το Οικουμενικό Πατριαρχείο θα δεχθεί όλη την πίεση και συγχρόνως ο Ελληνισμός γιατί με εφαλτήριο το Μακεδονισμό τα εθνικιστικά πάθη στα Βαλκάνια θα αναζωπυρωθούν. Κι ας μην ξεχνάμε κάτι. Δυστυχώς, η Ελλάδα με τους ηγέτες που αυτήν την στιγμή βρίσκονται στο πολιτικό προσκήνιο των άλλων βαλκανικών κρατών, έχει λυκοφιλίες. Οπότε αντιλαμβανόμαστε την επικινδυνότητα της κατάστασης για τα δίκαιά μας.

Παρενθετικά και τελειώνοντας για να κατανοήσουμε το συμπλοκο που δημιουργείται αυτήν την στιγμή στο βαλκανικό χώρο, θα πρέπει να πούμε ότι το Ελληνορθόδοξο Πατριαρχείο Αλεξανδρείας μέχρι το 2004 (εν πολλοίς και αυτό έχει να κάνει με τη ρωσική επεκτατική πολιτική του 19ου αι. με επικεφαλής τον Ρώσο διπλωμάτη Ουσπένσκυ που συνεχίστηκε μέχρι το θάνατο του Πατριάρχη Πέτρου Β’, που δημιουργούσε διασπαστικές τάσεις ανάμεσα σε Ελληνική Παροικία και Πατριαρχείο) είχε μία στάση με πολύ ουδετερόφιλο πρόσημο υπέρ του Ρωσικού Πατριαρχείου, κάτι φυσικά που άλλαξε με τον νυν Πατριάρχη Θεόδωρο Β’, έναν πραγματικά άξιο εκκλησιαστικό ποιμένα.

Φυσικά, το Πατριαρχείο Αλεξανδρείας ήταν η Εκκλησία που επηρέαζε και επηρεάζει (και κάθε άλλο παρά είναι αδόκιμο να υποστηριχθεί) και τα υπόλοιπα παλαίφατα Ορθόδοξα Πατριαρχεία της Μέσης Ανατολής. Αυτό θα πει κάποιος, ότι είναι προς το συμφέρον μας. Όμως ας μην ξεχνάμε κάτι. Ότι η Ελλάδα εθνολογικό και ταυτολογικό εναρμονισμό, δηλαδή μειονότητες και ζητήματα εθνικά φέρει στα Βαλκάνια και όχι στη Μέση Ανατολή, που απλά διατηρεί παροικίες. Ως εκ τούτου, καταλαβαίνουμε την κρισιμοτητα των πραγμάτων.

Πώς μπορούμε να αντιδράσουμε ως Διπλωματία, παράλληλα προστατεύοντας και το Οικουμενικό Πατριαρχείο; Επειδή είμαστε μέλη του ΝΑΤΟ δεν μπορούμε να συναψουμε συμφωνίες παρόμοιες με αυτές που συνομολογήσαμε με Γαλλία και ΗΠΑ. Όμως μπορούμε να κάνουμε κάτι που είναι εξίσου στρατηγικής σημασίας. Να έρθουμε σε εμπορική διαπραγμάτευση με τη Ρωσία για την ΕΝΟΙΚΊΑΣΗ πχ λιμένων σε νησιά που έχουν σημασία για τη διέλευση εμπορικών καραβιών.

Η Ελλάδα αυτήν την στιγμή οφείλει να προστατεύσει τα εθνικά της συμφέροντα. Η παγίδα της κατάπτυστης Συνθήκης των Πρεσπών θα χρησιμοποιηθεί ως φαίνεται με τον χείριστο τρόπο, πλέον από μία Μεγάλη Δύναμη.

 

*Η Δρ Άννα Κωνσταντινίδου είναι Ιστορικός – Διεθνολόγος, Διδάκτωρ Δημοσίου Δικαίου & Πολιτικής Επιστήμης της Νομικής Σχολής ΑΠΘ, Επιστημονική Συνεργάτιδα ΑΠΘ (Νομικής Σχολής και Θεολογικής Σχολής ΑΠΘ), Εξωτερική Συνεργάτιδα της Ανώτατης Διακλαδικής Σχολής Πολέμου (ΑΔΙΣΠΟ) και της Σχολής Εθνικής Άμυνας (ΣΕΘΑ)

Facebooktwitterredditpinterestlinkedinmail
Geopolitics & Daily News Copyrights Reserved 2024