24/04/2024

Γιατί η Κίνα δεν θα εισβάλλει στην Ταϊβάν;

https://www.japantimes.co.jp/opinion/2021/06/10/commentary/world-commentary/china-taiwan-invasion/

 

Γράφει ο  Ιωάννης Κουτζούμης*

 

Την ώρα που γράφονται αυτές οι γραμμές, ο πόλεμος μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας βρίσκεται στο στάδιο της κλιμάκωσης και κανένας δεν μπορεί να προβλέψει εάν η εκτόνωση του θα πραγματοποιηθεί με διπλωματικά μέσα ή με διεύρυνση των εχθροπραξιών (escalate to deescalate). Όλες αυτές οι εξελίξεις έχουν φέρει στο προσκήνιο το ζήτημα της Ταϊβάν, μιας και η τελευταία θεωρείται ως το επικρατέστερο θέατρο εισβολής του μέλλοντος. Σε αυτήν την περίπτωση όπως και με την αντίστοιχη της Ουκρανίας, ο επικείμενος εισβολέας θα είναι μια αναθεωρητική δύναμη η οποία όπως και η Ρωσία, επιδιώκει να ανατρέψει την διεθνή αρχιτεκτονική όπως αυτή αναδύθηκε έπειτα από την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης. Έτσι λοιπόν, η γενικότερη αίσθηση που επικρατεί είναι ότι η Κίνα παρακολουθεί προσεκτικά τις εξελίξεις και μάλιστα κρατάει ειδικές σημειώσεις για τις αντιδράσεις του δυτικού συνασπισμού και τον βαθμό συνοχής που αυτός επιδεικνύει απέναντι στην ρωσική πολεμική μηχανή. «Εάν η Δύση φαίνεται απρόθυμη να υπερασπιστεί την Ουκρανία η οποία σε τελική ανάλυση αποτελεί το φυσικό σύνορο μεταξύ του ελεύθερου και του ‘ανελεύθερου’ κόσμου, είναι δυνατόν να υπερασπιστεί ένα απομακρυσμένο νησί στα αφιλόξενα νερά της Σινικής θάλασσας;», μπορεί να σκεφτεί ένας μέσος παρατηρητής. Προφανώς το ίδιο μπορεί να σκεφτεί και ένας αξιωματούχος του Κομμουνιστικού Κόμματος Κίνας από την άλλη πλευρά. Ωστόσο, ο βαθμός αφοσίωσης της Αμερικής και του συμμαχικού της δικτύου για την υπεράσπιση της Ταϊβάν έπειτα από κινεζική επίθεση, είναι μόλις ένας από τους αρκετούς παράγοντες που πρέπει να υπολογιστούν σε ένα τέτοιο σενάριο. Το συγκεκριμένο κείμενο, εξετάζει τους παράγοντες εκείνους που καθιστούν την στρατιωτική κατάκτηση της Ταϊβάν από την Κίνα εξαιρετικά δύσκολη.

Πρώτα απ’ όλα, ο όρος «εισβολή» χρησιμοποιείται στις περιπτώσεις της Ουκρανίας και της Ταϊβάν προκειμένου να περιγράψει την χρήση στρατιωτικής ισχύος με στόχο την κατάληψη μέρους της επικράτειάς τους από τις επιτιθέμενες δυνάμεις. Ωστόσο, η ταυτόχρονη χρήση της εισβολής για τις δύο περιπτώσεις, είναι αρκετά απλουστευμένος και συσκοτίζει τις επιχειρησιακές δυσκολίες που ενυπάρχουν στην περίπτωση της Ταϊβάν. Και αυτό γιατί ενώ η Ρωσία διατηρεί χερσαία σύνορα με την Ουκρανία, αντιθέτως, η Κίνα διαχωρίζεται από την Ταιβάν μέσω μιας πυκνής λωρίδας ύδατος. Η τελευταία είναι ευρέως γνωστή ως τα Στενά της Ταϊβάν και παρόλο που το μέσο πλάτος των Στενών είναι περίπου 180 χιλιόμετρα (το πιο στενό τους σημείο είναι μόλις 128 χιλιόμετρα), δεν παύουν να διατηρούν το στοιχείο που ο John Mearsheimer αποκαλεί ως ανασχετικό παράγοντα του νερού. Με άλλα λόγια, ο Mearsheimer υποστηρίζει ότι οι εισβολές μέσω της θάλασσας (αποβάσεις) είναι πολύ δυσκολότερες σε σχέση με τις χερσαίες επιδρομές διότι οι ωκεανοί θέτουν όρια και περιορισμούς στην αποτελεσματική προβολή ισχύος. Πράγματι, οι επιχειρησιακές δυσκολίες των αποβάσεων σε συνδυασμό με το δύσβατο θέατρο επιχειρήσεων όπως αυτό διαμορφώνεται από τα γεωγραφικά δεδομένα της Ταϊβάν, αποτελούν τις μεταβλητές που καθιστούν μια επικείμενη κινεζική απόβαση-εισβολή στην τελευταία, ιδιαιτέρως απαιτητική και ενδεχομένως ανορθολογική.   

Γενικά μιλώντας, οι αποβάσεις είναι εκ φύσεως δύσκολες. Πρώτον, ο παράγοντας του νερού μετατοπίζει την ισορροπία επίθεσης-άμυνας υπέρ της τελευταίας και εφόσον ο επιτιθέμενος καταφέρει να προσεγγίσει το εχθρικό έδαφος επιτυχώς, θα πρέπει στη συνέχεια να διασπάσει την οχυρωμένη άμυνα του αντιπάλου. Δεύτερον σε αντίθεση με τις χερσαίες επιδρομές, οι αποβάσεις απαιτούν πολύ πιο άρτιο συντονισμό μεταξύ των τριών κλάδων (Στρατός ξηράς-Ναυτικό-Αεροπορία) καθ’ όλη τη διάρκεια της αποστολής. Αφού το Ναυτικό μεταφέρει τις χερσαίες δυνάμεις στην στεριά, οι τελευταίες χρειάζονται διαρκώς αεροπορική κάλυψη. Έπειτα, για το διάστημα που θα διαρκέσουν οι επιχειρήσεις, το Ναυτικό θα σηκώσει το βάρος στην διαδικασία του ανεφοδιασμού, με την λογιστική υποστήριξη να κρίνει εν πολλοίς την βιωσιμότητα της αποστολής διότι καθορίζει εάν ο επιτιθέμενος θα είναι σε θέση να συνεχίσει τον αγώνα ή αν θα υποχωρήσει. Άρα λοιπόν η επιμελητεία σε αυτές τις περιπτώσεις απαιτεί χειρουργική ακρίβεια καθώς και ανθεκτικότητα τόσο στον χρόνο όσο και στα απρόοπτα.  Τρίτον μιλώντας για απρόοπτα, οι αποβάσεις απαιτούν και ευνοϊκές καιρικές συνθήκες. Στην απόβαση της Νορμανδίας το 1944, της μεγαλύτερης απόβασης που είδε ποτέ η ανθρωπότητα, η αρχική ημερομηνία διεξαγωγής της μετατοπίστηκε λόγω καιρού. Οι εκτιμήσεις των 6 (!) μετεωρολόγων ήταν καθοριστικής σημασίας για τους συμμάχους αφού η επιχείρηση των αλεξιπτωτιστών απαιτούσε ολόκληρο φεγγάρι και η επίθεση θα έπρεπε να πραγματοποιηθεί όταν η παλίρροια θα βρισκόταν στη μέση της, εξαιτίας των παγίδων που είχαν στήσει οι Γερμανοί. Επομένως, η επιμελητεία δεν αρκεί μόνο να συντονίσει τους επιμέρους κλάδους της στρατιωτικής ισχύος, αλλά και η ίδια πρέπει να συντονιστεί με τον καιρό. Τέταρτον, η επανάσταση στις πολεμικές υποθέσεις και η ανάπτυξη οπλικών συστημάτων ακρίβειας, έχουν διευρύνει την ασυμμετρία επίθεσης-άμυνας που προαναφέρθηκε. Αυτό εξηγείται από το γεγονός ότι η ανάπτυξη συστημάτων ανίχνευσης, η πρόσβαση ακόμη και των μικρών δυνάμεων σε προηγμένα δορυφορικά συστήματα, καθώς και η τελειοποίηση των αντιπλοϊκών πυραύλων μεσαίας και μακράς εμβέλειας, αναγνωρίζουν την δραστηριοποίηση του εχθρικού στόλου τουλάχιστον 60 ναυτικά μίλια μακριά από τις ακτές και στην συνέχεια οι βαλλιστικοί πύραυλοι που είναι εγκατεστημένοι στην ξηρά έχουν επαρκές χρονικό περιθώριο προκειμένου να τον βυθίσουν.   

Οι παραπάνω γενικές δυσκολίες που χαρακτηρίζουν τις σύγχρονες αποβάσεις σε συνδυασμό με το δύσβατο περιβάλλον του αμυνόμενου, δηλαδή της Ταϊβάν, πολλαπλασιάζουν τους περιορισμούς της επικείμενης κινεζικής εισβολής. Κατ’ αρχάς, το ευρύτερο σύμπλεγμα της Δημοκρατίας της Κίνας (Ταϊβάν), πέρα από την μεγαλύτερο νήσο στην οποία βρίσκεται η πρωτεύουσα Ταιπέι και τα υπόλοιπα σημαντικά αστικά κέντρα, περιβάλλεται από εκατοντάδες νησίδες οι οποίες είναι εξοπλισμένες με πυραύλους, ρουκέτες και πυροβόλα όπλα. Αφού λοιπόν η Ταϊβάν είναι περικυκλωμένη από μια εξωτερική αλυσίδα η οποία θεωρητικά αποτρέπει την προσέγγιση του εχθρικού στόλου, στην συνέχεια λαμβάνεται υπόψη ακόμη μία γεωγραφική παράμετρος. Η εδαφική μορφολογία της Ταϊβάν παρέχει μόνο 14 διαθέσιμες ακτές για εχθρική προέλαση. Από την στιγμή που η απαραίτητη συνθήκη για την υλοποίηση μιας επιτυχημένης απόβασης είναι το αποτύπωμα του Στρατού ξηράς πάνω στο εχθρικό έδαφος, οι ένοπλες δυνάμεις της Ταϊβάν έχουν μετατρέψει τις συγκεκριμένες ακτές σε απόρθητα φρούρια. Συν τοις άλλοις, οι εν λόγω παράλιες περιοχές συνορεύουν με λόφους και τροπικές ζούγκλες ενώ σύμφωνα με αρκετές αναφορές, οι Ταϊβανέζοι έχουν αναπτύξει εκεί ένα πολυδαίδαλο σύστημα από τούνελ και καταφύγια, ενισχύοντας έτι περισσότερο τις αμυντικές δικλείδες. Τέλος, εφόσον το τελικό στάδιο της εισβολής θα προβλέπει την επέλαση προς την πρωτεύουσα και τα αστικά κέντρα με στόχο την κατάκτησή τους, αυτό σημαίνει ότι οι κινεζικές ένοπλες δυνάμεις θα πρέπει να εμπλακούν σε συμβατικές μάχες μέσα σε μεγάλες πόλεις. Αυτές οι περιπτώσεις αποτελούν εφιάλτη για τους συμβατικούς στρατούς και πράγματι, οι 2,6 εκατομμύρια κάτοικοι της Ταιπέι, είναι παραπάνω από αρκετοί προκειμένου να δημιουργούν εφιάλτες στους επίδοξους κατακτητές. Μαζί με αυτό δεν πρέπει να αμελούμε και την γενική ορεινή μορφολογία της Ταϊβάν. Διαθέτοντας συνολικά 258 κορυφές που ξεπερνούν τα 3.000 μέτρα και με ψηλότερη αυτών το βουνό Jade που βρίσκεται οριακά πιο κάτω από τα 4.000 μέτρα, ο στρατός της Ταιβάν διαθέτει πολλές επιλογές για υποχώρηση. Ταυτόχρονα, τα ίδια ορεινά στρατηγικά σημεία μπορούν να αποτελέσουν θύλακες αντεπίθεσης και τελικά προπύργια ανταρτοπόλεμου. Άρα λοιπόν συνοπτικά, εάν η Κίνα θέλει να εισβάλει επιτυχώς στην Ταϊβάν θα πρέπει:

  1. Να διαπεράσει την άμυνα των πυρών ακριβείας της Ταϊβάν και να προσεγγίσει την στεριά της.
  2. Να επιβιβαστεί επιτυχώς στις ακτές της Ταϊβάν για τις οποίες διαθέτει περιορισμένο εύρος επιλογών.
  3. Να κάμψει την αντίσταση των αμυνομένων σε αυτές τις περιοχές και στην συνέχεια να προωθηθεί εδαφικά, αντιμετωπίζοντας παράλληλα σοβαρούς γεωγραφικούς περιορισμούς.
  4. Να ανταπεξέλθει σε ένα ευρύτατο επιχειρησιακό φάσμα το οποίο θα απαιτήσει από αμφίβιες επιχειρήσεις μέχρι τακτικό πόλεμο και αντοχή σε πόλεμο φθοράς. Η μίξη πυκνοκατοικημένων πόλεων και των ορεινών-απρόσιτων περιοχών της Ταϊβάν, αναπόφευκτα θα οδηγήσει σε μία δυναμική συμβατικών και ανορθόδοξων επιχειρήσεων, συσκοτίζοντας τους πολιτικούς και στρατιωτικούς στόχους της Κίνας.
  5. Μαζί με τα παραπάνω να συνυπολογίσει ότι ο στρατός της Ταϊβάν είναι επαγγελματικός, πολυάριθμος (300.000 μόνιμοι και περίπου 4 εκατομμύρια έφεδροι συνολικά), εξοπλισμένος από την Δύση και εκπαιδευμένος από τους Αμερικανούς.

Σημειώνεται ότι το χαρακτηριστικότερο θέατρο επιχειρήσεων του οποίου η  δυσπρόσιτη μορφολογία ευνόησε την μετατροπή της εισβολής-συμβατικού πολέμου σε ανταρτοπόλεμο, υπήρξε στο Αφγανιστάν. Και όλοι γνωρίζουμε ότι αποτέλεσε νεκροταφείο για τρεις διαφορετικές υπερδυνάμεις και πολλώ δε μάλλον, τον τρόπο με τον οποίο αποχώρησε η τελευταία εξ’ αυτών τον Αύγουστο του 2021.

 

Εικόνα 1. Οι διαθέσιμες επιλογές για αμφίβια επιχείρηση στην Ταϊβάν

(Πηγή: Foreign Policy, 2018)

 

Στον αντίποδα και από την πλευρά του επιτιθέμενου, η Κίνα θα πρέπει να ενεργοποιήσει ίσως την μεγαλύτερη κινητοποίηση ανθρώπινων πόρων στην ιστορία των πολεμικών εκστρατειών. Εάν στην Νορμανδία οι Σύμμαχοι χρειάστηκαν συνολικά 155.000 στρατιώτες, 6.000 πολεμικά πλοία και 1.000 μαχητικά αεροσκάφη για τους 50.000 αμυνόμενους της Ναζιστικής Γερμανίας, ομοίως η Κίνα θα χρειαστεί μια αναλογία τουλάχιστον 3:1 υπέρ της σε ότι αφορά τους οπλίτες και το πολεμικό υλικό. Αυτή η αναλογία μπορεί να φτάσει μέχρι και 5:1 εξαιτίας της αφιλόξενης γεωγραφίας της Ταϊβάν, εκτιμώντας το εύρος της κινεζικής κινητοποίησης από 1,35 μέχρι και 2,25 εκατομμύρια ανθρώπους. Φυσικά η τεράστια πληθυσμιακή δεξαμενή που διαθέτει η Κίνα, της επιτρέπει να μην προβληματίζεται για τυχών όρια στην ενεργοποίηση του ανθρώπινου παράγοντα. Εντούτοις, τα καίρια προβλήματα με τα οποία η Κίνα θα βρεθεί αντιμέτωπη, είναι κυρίως δομικής και επιχειρησιακής φύσεως:  

  1. Η Κίνα έχει να πολεμήσει από το 1979, πράγμα που σημαίνει ότι ακόμη και τα ανώτατα κλιμάκια των ενόπλων δυνάμεων της δεν έχουν εμπειρία σε πραγματικές συνθήκες πολέμου.
  2. Προκειμένου να καταληφθεί επιτυχώς η Ταϊβάν, ο κινεζικός στόλος θα πρέπει να διατηρηθεί γύρω από την στεριά της τελευταίας ακόμη και για εβδομάδες. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι η ναυτική ισχύς της Κίνας θα μείνει εξαιρετικά ευάλωτη σε εξωτερικές απειλές, ενώ παράλληλα θα πρέπει να συντηρεί μια μακρόσυρτη θαλάσσια εφοδιαστική αλυσίδα μεταξύ των Στενών της Ταϊβάν.
  3. Ασυμμετρία συμμάχων-αντιπάλων. Είτε για λόγους φόβου προς την κινεζική ηγεμονία στη Νοτιοανατολική Ασία, είτε λόγω της ενεργοποίησης του αμερικανικού δικτύου ασφαλείας στην περιοχή, τυχών επιθετική ενέργεια της Κίνας θα ωθούσε τις ΗΠΑ, Ιαπωνία, Νότια Κορέα, Ινδία, Αυστραλία, Φιλιππίνες προς την υπεράσπιση της Ταϊβάν. Αντιθέτως, οι μόνοι αξιόπιστοι στρατιωτικοί σύμμαχοι της Κίνας στην περιοχή είναι το Πακιστάν και η Ρωσία. Σε ενδεχόμενο ρωσικής ανάμειξης μάλιστα, τα πολεμικά πλοία και τα υποβρύχια της Ρωσικής Ομοσπονδίας θα πρέπει πρώτα να περάσουν από την θάλασσα της Ιαπωνίας.
  4. Ένα εναλλακτικό σενάριο για την κατάληψη της Ταϊβάν περιγράφει μια άλλη διαδρομή. Αυτή θα αρχίσει με τον στρατηγικό βομβαρδισμό των ζωτικών υποδομών της Ταϊβάν (λιμάνια, αεροδρόμια) από την κινεζική αεροπορία. Αφού η Κίνα αποκεφαλίζει την πολιτική και στρατιωτική ισχύ της Ταϊβάν, θα εξαπολύσει ταυτόχρονα ολοκληρωτικό κυβερνοπόλεμο ώστε να αποκόψει την επαφή της με τους αμερικανικούς δορυφόρους, διαμελίζοντας ουσιαστικά τις δυνατότητες επικοινωνίας της με το εσωτερικό και εξωτερικό περιβάλλον. Έπειτα, αφού η Κίνα επιβάλει την κυριαρχία της στον εναέριο χώρο της Ταϊβάν και αφού θα έχει επιτύχει τον εκμηδενισμό του στόλου και του στρατού ξηράς της, θα είναι έτοιμη να εισβάλει στις δυτικές ακτές του νησιού. Η παραπάνω φόρμουλα αν και απλουστευτική, πρακτικά εικάζεται ως εξαιρετικά πολύπλοκη διότι εμπεριέχει το στοιχείο του κυβερνοπολέμου, προϋποθέτοντας την αρμονική και αλάνθαστη σύμπραξη ανάμεσα σε τέσσερα ξεχωριστά πεδία: ξηρά, νερό, αέρας, κυβερνοχώρος.

Η μοναδική περίπτωση στην οποία η Κίνα θα εισβάλλει στην Ταϊβάν ανεξαρτήτως συνθηκών, είναι όταν η τελευταία ανακηρύξει την εθνική της ανεξαρτησία (κινεζικός αντιαποσχιστικός νόμος του 2005). Από εκεί και μετά, το εάν η Κίνα θα επιχειρήσει την βίαιη ενοποίηση της κινεζικής ενδοχώρας με την Ταϊβάν ή όχι, βασίζεται αποκλειστικά και μόνο στην συνθήκη του ορθολογισμού: οφέλη > κόστη. Οι παράγοντες που αναφέρθηκαν σε αυτό το κείμενο, προδιαθέτουν ότι η συγκεκριμένη επιχείρηση θα αποβεί ανορθολογική για την Κίνα επειδή ο βαθμός δυσκολίας που παρουσιάζει, την στρέφει περισσότερο στην ήττα και λιγότερο στη νίκη. Μια ήττα της Κίνας στην Ταϊβάν θα σήμαινε την ανεξαρτησία της τελευταίας καθώς και την επιστροφή της κινεζικής οικονομίας στα επίπεδα της Μαοϊκής περιόδου. Γιατί λοιπόν η κινεζική πολιτική ελίτ να απεμπολήσει τους εξωπραγματικούς ρυθμούς οικονομικής ανάπτυξης, την αναπτυσσόμενη διεθνή επιρροή της και σε τελική ανάλυση την 70ετή πολιτική κυριαρχία στο εσωτερικό της χώρας για μια αβέβαιη πολεμική εκστρατεία; Στο τέλος της ημέρας ούτως ή άλλως, ο ελάχιστα αποδεκτός πολιτικός σκοπός που δεν είναι άλλος από την αποτροπή της ανεξαρτησίας της Ταϊβάν, ήδη επιτυγχάνεται ανέξοδα.     

 

*Τελειόφοιτος του Μεταπτυχιακού Προγράμματος Διεθνών Σχέσεων του Πανεπιστημίου Μακεδονίας  

Facebooktwitterredditpinterestlinkedinmail
Geopolitics & Daily News Copyrights Reserved 2024