29/03/2024

Ελλάδα και ενεργειακή ασφάλεια: Γιατί οφείλουμε να παίξουμε «το χαρτί» των ενεργειακών

της Δρ Άννας Κωνσταντινίδου*
Ιστορικός- Διεθνολόγος

 

 

Μετά τις χθεσινές εξαγγελίες του Έλληνα πρωθυπουργού για την εκμετάλλευση των εθνικών υδρογονανθράκων, μία κίνηση αναμφισβήτητα εθνικά συμφέρουσα, αυτό που οφείλουμε να έχουμε στο μυαλό μας, είναι ότι η χώρα μας (και ιδιαίτερα η Μακεδονία) είναι ένα από τα πιο ακριβά ενεργειακά «φιλέτα» παγκοσμίως.

Αυτό που αναφέρω δεν είναι κάτι πρωτόγνωρο, καθώς εδώ και δεκαετίες έχουν γίνει σχετικές μελέτες τόσο από το ΙΓΜΕ (Ινστιτούτο Γεωλογικών Μελετών) όσο και από ιδιωτικούς, αλλά και δημόσιους φορείς (λχ. Πανεπιστήμια). Ωστόσο, μετά τον πόλεμο στην Ουκρανία, οφείλουμε να παίξουμε ως χώρα «το χαρτί» των ενεργειακών, για όλες τις μορφές ενέργειας. Πριν λίγο χρονικό διάστημα, ήρθε στο προσκήνιο η προβληματική κατά πόσο η χώρα μας μπορεί να κατασκευάσει πυρηνικό εργοστάσιο και κατ’επέκταση να χρησιμοποιήσει την πυρηνική ενέργεια.

Θα πρέπει να πούμε αυτό, η οποία είναι μία συνισταμένη που οφείλουμε να λαμβάνουμε υπόψη. Η Γαλλία είναι μία από τις χώρες που η πυρηνική ενέργεια έχει ζωτική σημασία για το κατεστημένο της (οικονομικό, κοινωνικό κτλ). Και ενώ η Γερμανία αποτελεί ένα από τα κράτη που βλέπει με ιδιαίτερο σκεπτικισμό τη χρήση της, μάλιστα κλείνοντας δύο από τους μεγαλύτερους σταθμούς παραγωγής της, αντίθετα ο Εμμανουέλ Μακρόν πολύ πρόσφατα ανακοίνωσε την κατασκευή επιπλέον έξι πυρηνικών εργοστασίων μέχρι το 2030.

Ως εκ τούτου, είναι πολύ πιθανό με μία εκ νέου εκλογή του Μακρόν στον προεδρικό θώκο της Γαλλίας, να δούμε και μία νέα πολιτική ως προς τα ενεργειακά ζητήματα (με επίκεντρο την πυρηνική ενέργεια) στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Είναι άραγε η πυρηνική ενέργεια μία δυναμική της Ένωσης που άφησε ανεκμετάλλευτη; Και η Ελλάδα πώς μπορεί να διαμορφώσει τη νέα πυρηνική πολιτική του ενωσιακού περιβάλλοντος;

Στις 25 Μαρτίου 1957 μαζί με την ιδρυτική Συνθήκη για την ΕΟΚ (Ρώμη Ι) υπογράφηκε και η Συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Ατομικής Ενέργειας (πιο γνωστή ως Ευρατομ). Η Ατομική Ενέργεια (πιο γνωστή ως πυρηνική ενέργεια) ήρθε στο ευρωπαϊκό προσκήνιο για την άμεση εκμετάλλευσή της, μετά τους δύο αραβοϊσραηλινούς πολέμους και κυριότατα την Επανάσταση στο Ιράν το 1979, καθώς η ΕΟΚ όφειλε να στραφεί σε εναλλακτικές μορφές ενέργειας για την ασφάλειά της, μια και το εμπάργκο του OPEC ή η πιθανότητα ενός νέου εμπάργκο την στοίχειωνε.

Φυσικά βέβαια, η σχάση του πυρηνικού αντιδραστήρα στο Τσερνόμπιλ (το 1986) και κυρίως στη Φουκουσίμα (το 2011), επαναπροσδιόρισε τη διάσταση της πυρηνικής ενέργειας στο ενωσιακό περιβάλλον. Στη βάση της ενωσιακής νομοθεσίας, το κάθε κράτος – μέλος έχει τη διακριτή ευχέρεια να κάνει χρήση της ατομικής, ως προϊόν ενεργειακό. Ωστόσο, η ίδια η Ευρατόμ, προκειμένου να ελαχιστοποιήσει τους κινδύνους τόσο από μία ενεργειακή απειλή όσο και την κακή διαχείριση (ακόμα και στα πλαίσια της τρομοκρατίας) από τα κράτη που διαθέτουν πυρηνικούς αντιδραστήρες, προέβη στην υιοθέτηση μίας σειράς Οδηγιών, Κανονισμών και Αποφάσεων με σκοπό την ασφάλεια των κρατών – μελών της ΕΕ από μία πυρηνική απειλή.

Συγχρόνως, και οφείλουμε να το σημειώσουμε και να το ξαναπούμε αυτό, και χώρες τρίτες με τις οποίες γειτνιάζουν οι χώρες – μέλη της ΕΕ ή έχουν διαμορφώσει εταιρική σχέση με την ΕΕ (είτε ως υπό ένταξη είτε κάτω από άλλο νομικό καθεστώς) επιβάλλεται να συμμορφώνονται πλήρως με τους Κανόνες της ΕΕ (αυτό εν ολίγοις ισχύει και για την Τουρκία, που παρά το γεγονός ότι το εργοστάσιο στο Άκκουγιου είναι ρωσικών συμφερόντων, ωστόσο η έδρα της δραστηριότητας είναι στην τουρκική επικράτεια).

Επίσης, οφείλουμε να σημειώσουμε ότι σε ευρωπαϊκό έδαφος, εκτός από τη Γαλλία που είναι πρωτοπόρος στη χρήση της πυρηνικής ενέργειας (και εννοούμε στο παρόν κείμενο αποκλειστικά αυτήν που χρησιμοποιείται για τις καθημερινές ανάγκες της κοινωνίας) επίσης η Βουλγαρία με το Κοζλοντούι, η Σλοβακία με το Μποχονιτσε (στο Μπρνο), αλλά και η Λιθουανία, παρόλο που οι τρεις τελευταίες έχουν τεθεί σε ειδικό καθεστώς διαχείρισης από την ΕΕ (Κανονισμός 2021/100/ΕΕ), είναι από τα κράτη που επενδύουν στην ενεργειακή τους ασφάλεια μέσω της ατομικής ενέργειας.

Η ατομική ενέργεια θεωρείται μία από τις μορφές ενεργειακών προϊόντων που επειδή δεν εκλύουν διοξείδιο του άνθρακα είναι φιλικές προς το περιβάλλον. Ωστόσο φυσικά υπάρχουν συγκεκριμένες επιπτώσεις στο περιβάλλον (και επομένως και στα έμβια όντα), που ωστόσο η σωστή διαχείριση και η εναρμόνιση των κρατών με τους ενωσιακούς Κανόνες ελαχιστοποιούν την οποιαδήποτε επικινδυνότητα.

Η Ελλάδα θα πρέπει να τονίσουμε ότι είναι ένα από τα κράτη διεθνώς που φέρουν πλούσια κοιτάσματα σε ουράνιο, βασικό ορυκτό στοιχείο της πυρηνικής ενέργειας. Όλη η Μακεδονία και κυρίως η Ανατολικό-Κεντρική (κυρίως στην περιοχή των Σερρών) είναι πλούσια από το συγκεκριμένο ορυκτό στοιχείο.

Η Αλεξανδρούπολη είναι αναμφισβήτητα ο νέος διπλωματικός κόμβος της ανατολικής περιφέρειας. Φυσικά και η ύπαρξη και μόνο νατοϊκής βάσης τόσο εκεί (όσο ήδη και στην Καβάλα, εδώ και χρόνια) ελαχιστοποιεί την πιθανότητα του οποιοδήποτε «λάθους». Συγχρόνως, και καθώς η Βουλγαρία αν και χώρα του ΝΑΤΟ και της ΕΕ, ωστόσο κρίνεται από κάθε άποψη μία επισφαλής χώρα, και μάλιστα όπως αναφέραμε ανωτέρω σε ειδικό καθεστώς διαχείρισης της πυρηνικής ενέργειας, μία επένδυση από μέρους της Ελλάδας σε ένα πυρηνικό εργοστάσιο με σύμπραξη των Γάλλων, θα δημιούργουσε μία νέα «ημέρα» στα ενεργειακά πράγματα, όχι μόνο της Ένωσης, αλλά κυρίως των Βαλκανίων. Εκ των πραγμάτων λοιπόν, κι εκτός από το EuroMed 7, οι βαλκανικές χώρες με προεξάρχουσα την Ελλάδα θα έμπαιναν σε ένα νέο κάδρο για τη Δύση, ελαχιστοποιώντας την παρεμβατικότητα της Ρωσίας σε αυτά τα περιβάλλοντα (γιατί δεν πρέπει να λησμονούμε ότι τα Βαλκάνια ως χωρικό περιβάλλον είναι το πιο πλούσιο φιλέτο σε κάθε μορφής ορυκτά).

Με μία «θυγατρική» της Ευρατόμ (και κατ’επέκταση της ΕΕ) Ένωση στο βαλκάνιο χώρο, κρίνεται πολύ πιο πρακτική η περιθωριοποίηση τρίτων χωρών (και επίσης, εκτός της Ρωσίας και της Τουρκίας) στο συγκεκριμένο περιβάλλον (που επειδή είναι, και κυρίως επειδή είναι πολυεθνοτικό και πολυθρησκευτικό είναι μία από τις ενεργές μπαρουταποθήκες της Διεθνούς Κοινωνίας).

Δεν πρέπει να αφήσουμε τίποτα ανεκμετάλλευτο που επικουρεί στην εθνική μας ασφάλεια, διασφαλίζει το εθνικό μας συμφέρον, και κυρίως σηματοδοτεί νέους ρόλους διπλωματικούς για τη χώρα μας στην ευρύτερη ανατολική περιφέρεια.

Θα πρέπει να επενδύσουμε στο γαλλικό παράγοντα, και πόσω δε μάλλον στα ενεργειακά. Γιατί το σπίτι μας είναι η Ελλάδα και το εξοχικό μας η ΕΕ.

 

*Η Δρ Άννα Κωνσταντινίδου είναι Ιστορικός- Διεθνολόγος, Μέλος και Εξωτερική Συνεργάτιδα του Ελληνικού Ινστιτούτου Στρατηγικών Μελετών (ΕΛ.Ι.Σ.ΜΕ), Εξωτερική Συνεργάτιδα Ανώτατης Διακλαδικής Σχολής Πολέμου (ΑΔΙΣΠΟ) και Σχολής Εθνικής Άμυνας (ΣΕΘΑ)

 

Διαβάστε επίσης:Τουρκία: Πρώτο βήμα ενέργεια, δεύτερο οι εξοπλισμοί

 

Facebooktwitterredditpinterestlinkedinmail
Geopolitics & Daily News Copyrights Reserved 2024