Τι σημαίνει για την Ευρωπαϊκή Ασφάλεια η ένταξη της Φινλανδίας και της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ
Γράφει ο Δημήτριος Τσαϊλάς*
Η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία ανάγκασε τις ευρωπαϊκές χώρες, ιδιαίτερα τις χώρες που γειτνιάζουν με τη Ρωσία, να επαναπροσδιορίσουν τα θέματα της δικής τους ασφάλειας καθώς διαφαίνεται ότι μια νέα στρατηγική ευρωπαϊκής αρχιτεκτονικής ασφάλειας να αναδύεται στο εύθραυστο περιβάλλον τους, για τρεις λόγους. Πρώτον, η ρωσική απειλή έχει ξεπεράσει κάθε προσδοκία. Δεύτερον, λίγοι είχαν προβλέψει μια πλήρους κλίμακας εισβολή σε μια κυρίαρχη χώρα. Και τρίτον, η ευρωπαϊκή τάξη ασφαλείας, όπως την ξέραμε μετά τον Ψυχρό Πόλεμο, όχι μόνο έχει καταστρατηγηθεί αλλά και κατακερματισθεί.
Όταν διερράγη η εμπιστοσύνη μετά την προσάρτηση της Κριμαίας από τη Ρωσία το 2014, η διεθνής κοινότητα, εξακολουθούσε να θεωρεί, ότι μπορεί να διορθωθεί η κατάσταση, αλλά όχι πια. Έτσι το βασικό σκεπτικό της αίτησης εντάξεως της Φινλανδίας και της Σουηδίας, είναι να δυσκολέψουν το καθεστώς του Πούτιν να απειλήσει τις ευρωπαϊκές χώρες με την ίδια ευκολία που απείλησε την Ουκρανία. Έτσι οι δύο Βαλτικές χώρες, εκδήλωσαν επιθυμία για την ένταξη τους στο ΝΑΤΟ με σκοπό να αυξήσουν το αίσθημα της ασφαλείας τους. Αμφίδρομα, και με αμοιβαίο συμφέρον εάν επιτευχθεί αυτή η ένταξη θα ενισχυθεί η ατλαντική συμμαχία στρατιωτικά και γεωγραφικά.
Στην πραγματικότητα, τόσο η Φινλανδία όσο και η Σουηδία είναι ήδη βαθιά ενσωματωμένες στον αμυντικό τομέα του ΝΑΤΟ. Έτσι θα απαιτηθούν μόνο μικρές προσαρμογές για να εμβαθύνουν μια ήδη ολοκληρωμένη περιφερειακή αμυντική συνεργασία που έχει θεσμοθετηθεί στη Σκανδιναβική Αμυντική Συνεργασία και σε άλλους υποπεριφερειακούς φορείς συνεργασίας. Οι ένοπλες δυνάμεις αυτών των χωρών συνεργάζονται με το ΝΑΤΟ, αλλά οι χώρες, δεν κατέχουν την ιδιότητα του μέλους της συμμαχίας. Αυτό σημαίνει ότι στερούνται της αμυντικής εγγύησης του ΝΑΤΟ, βάσει του Άρθρου 5, και το ΝΑΤΟ δεν είναι σε θέση να υπολογίζει τη διαθεσιμότητά τους σε μια πολιτικο-αμυντική κρίση. Εφόσον ενσωματωθούν στη συμμαχία του ΝΑΤΟ η αμυντική σχεδίαση θα περιλαμβάνει την υπεράσπιση της περιοχής της Βαλτικής οπότε μπορούν να επωφεληθούν από την αποτρεπτική ισχύ του συνόλου της συμμαχίας.
Η ένταξη της Φινλανδίας και της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ θα αλλάξουν την εικόνα ισχύος στην περιοχή. Θα ενισχυθεί η αποτροπή και η άμυνα του ΝΑΤΟ προσθέτοντας στη συμμαχία δημοκρατικές, πλούσιες και σχετικά ισχυρές στρατιωτικές χώρες σε μια στρατηγικής σημασίας περιοχή. Οι σκανδιναβικές χώρες θα ενωθούν σε μια ικανή αμυντική κοινότητα που θα παρέχει αμοιβαίες αμυντικές εγγυήσεις καθώς και ένα στρατηγικό βάθος που θα βελτιώσει την ασφάλεια και την ικανότητα συλλογικής άμυνας, ιδίως των μικρών χωρών της Βαλτικής. Με αυτή τη σχεδίαση, η νατοϊκή πρόσβαση στη φινλανδική και σουηδική επικράτεια σε μια κρίση θα αμβλύνει τις ανησυχίες για την ενίσχυση των κρατών της Βαλτικής και θα μειώσει τις πιθανότητες μιας επιτυχημένης ρωσικής επίθεσης.
Η Φινλανδία είναι κάτι παραπάνω από έτοιμη να υπερασπιστεί τα μακρά σύνορά της με τη Ρωσία. Οι υπάρχουσες αμυντικές ικανότητές της είναι ενισχυμένες με τη μεγαλύτερη δύναμη πυροβολικού στη Δυτική Ευρώπη ακόμη και πριν από τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία. Μάλιστα, το Ελσίνκι είχε ήδη συνάψει συμφωνία με την Ουάσιγκτον για την απόκτηση του μαχητικού αεροσκάφους F-35 Lightning II Stealth, παραγγέλνοντας 64 από αυτά.
Με αυτή τη παραγγελία το μαχητικό F-35 θα κατέχει κυρίαρχο ρόλο στην αλλαγή της στρατηγικής θέσης του ΝΑΤΟ στην Ανατολική Ευρώπη. Οι ικανότητες πληροφοριών, επιτήρησης και αναγνώρισης θα του επιτρέπουν να συλλέγει πληροφορίες για τον ρωσικό στρατό ενώ θα παραμένει ουσιαστικά ανεντόπιστο από τα ρωσικά ραντάρ. Έτσι θα παρέχει ένα πειστικό αποτρεπτικό μέσο σε έναν μελλοντικό πόλεμο. Η ένταξη της Φινλανδίας στο ΝΑΤΟ και η παρουσία, του νέας γενιάς μαχητικού στην περιοχή θα αυξήσουν την αποτρεπτική ισχύ κατά της Ρωσίας για τα κράτη της Βαλτικής, μετριάζοντας σημαντικά τη σχετική γεωγραφική τους απομόνωση από τους περισσότερους συμμάχους του ΝΑΤΟ.
Από την άλλη πλευρά, εκτιμάται, ότι θα αυξηθεί η ένταση με το Κρεμλίνο βραχυπρόθεσμα. Η προοπτική της ένταξης της Φινλανδίας στο ΝΑΤΟ ήταν βαθιά συνδεδεμένη με την ιστορία της με τη Ρωσία. Ειδικά από τότε που η Ρωσία προσάρτησε την Κριμαία το 2014, η Μόσχα εξέπεμπε επανειλλειμένα απειλητικές δηλώσεις, που συνήθως περιείχαν κάποιες μετακινήσεις ρωσικών στρατευμάτων πιο κοντά στα σύνορα της Φινλανδίας. Σε κάθε περίπτωση, η Φινλανδία και η Σουηδία, όπως έκανε η Νορβηγία, μπορούν να παράσχουν διαφορετικά μέτρα διαβεβαίωσης σχετικά με συμμαχικές βάσεις και τα πυρηνικά όπλα σε καιρό ειρήνης, ώστε να καθησυχάσει τους Ρώσους.
Συμπεράσματα
Η ένταξη της Φινλανδίας στο ΝΑΤΟ είναι μια τεκτονική αλλαγή στη στρατηγική ισορροπία της ανατολικής πλευράς της συμμαχίας, επειδή η Ρωσία θα μοιράζεται σύνορα μήκους 1300 χιλιομέτρων με το ΝΑΤΟ, που ήδη είναι ένα σημαντικό μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Με την ένταξη της Φινλανδίας και της Σουηδίας ενισχύεται το στρατιωτικό δυναμικό του ΝΑΤΟ. Οι δύο χώρες είναι συμπληρωματικές όσον αφορά τους στρατιωτικούς πόρους. Η Σουηδία διαθέτει αεροπορική άμυνα και ικανή ναυτική δύναμη για ασφάλεια στη θάλασσα, ενώ η Φινλανδία ως μια χώρα με υποχρεωτική στρατιωτική θητεία, έχει ενισχυμένες χερσαίες δυνάμεις. Φυσικά, αυτές οι δύο χώρες έχουν συνεργαστεί με το ΝΑΤΟ στο παρελθόν, αλλά η ενδεχόμενη ενσωμάτωσή τους στην εδαφική αμυντική δομή θα ενισχύσει τη στρατιωτική ισχύ της συμμαχίας.
Επίσης, η ένταξη της Φινλανδίας και της Σουηδίας θα ενισχύσει τη μέχρι τώρα σχετικά αδύναμη βόρεια και βορειοανατολική πλευρά του ΝΑΤΟ. Θα συμβάλει έτσι στην αύξηση του επιπέδου ασφάλειας σε μια περιοχή που είναι πιο ευάλωτη στις υβριδικές και όχι μόνο, απειλές από τη Ρωσική Ομοσπονδία.
Η απόφαση των κυβερνήσεων αυτών των δύο χωρών να ενταχθούν στο ΝΑΤΟ καταδεικνύει ότι ο ρόλος του βορειοατλαντικού αμυντικού οργανισμού στη διασφάλιση της εδαφικής άμυνας της Ευρώπης είναι απολύτως κρίσιμος. Η αυξημένη αξιοπιστία του ΝΑΤΟ συμβάλλει στην ενίσχυση της ευρωπαϊκής ασφάλειας και είναι ιδιαίτερα σημαντική για τους συμμάχους που βρίσκονται σε κοντινή γεωγραφική γειτνίαση με τη Ρωσία.
*Ο Δημήτριος Τσαϊλάς είναι απόστρατος αξιωματικός του Πολεμικού Ναυτικού. Είναι επιστημονικός συνεργάτης και ερευνητής του Institute for National and International Security (INIS). Δίδαξε επί σειρά ετών στις έδρες Επιχειρησιακής Σχεδιάσεως καθώς και της Στρατηγικής και Ασφάλειας, σε ανώτερους Αξιωματικούς στην Ανώτατη Διακλαδική Σχολή Πολέμου.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στη FREE PRESS Karfitsa (21/5/22)