19/04/2024

Ζητείται Υψηλή Στρατηγική

Γράφει ο Δημήτριος Τσαϊλάς* 

 

Πρέπει ένα κράτος να επενδύσει περισσότερα στις ένοπλες δυνάμεις του, στο σύστημα υγείας του, στην εκπαίδευση των νέων του, στην οικονομική του υποδομή ή στην διπλωματία; Για πολλούς, η απάντηση σε αυτό το ερώτημα εξαρτάται όχι μόνο από το πώς το κράτος αντιλαμβάνεται την εθνική ισχύ αλλά και από το αν αποδέχεται κανείς ότι η υψηλή στρατηγική είναι εθνική, περιεκτική και μακροπρόθεσμη, ενώ προωθεί την αντίληψη του εθνικού συμφέροντος στο σύνολό του.

Η υψηλή στρατηγική δεν είναι ένα σύνολο αόριστων εννοιών, αλλά, είναι ένα λεπτομερές σχέδιο, με σαφή και καθαρή αξιολόγηση της κατάστασης. Ξεκινάει από την εξέταση των διαθέσιμων επιλογών εξετάζοντας το σχετικό κόστος τους, προχωράει στα οφέλη και τους κινδύνους, δίδει την απάντηση στο γιατί κάναμε τις συγκεκριμένες επιλογές, για να καταλήξουμε σε ένα σχέδιο δράσης που θα θέτει σαφείς στόχους με συγκεκριμένους πόρους, καθώς εκτελεί και ουσιαστική μέτρηση της αποτελεσματικότητας, με έναν κύκλο αναθεώρησης που εξασφαλίζει την εφαρμογή του σχεδίου να παραμένει σε ισχύ ή να τροποποιείται ώστε να αντιμετωπίζει τις αναδυόμενες πραγματικότητες και αστάθμητους παράγοντες.

Με αυτό τον ευρύτερο ορισμό δεν θεωρώ την υψηλή στρατηγική ως απάντηση στο ερώτημα, όπλα ή βούτυρο, αλλά προσφέρεται μια ορθολογική λύση που αφορά και τα δύο. Έτσι υπάρχει μια επαναλαμβανόμενη συζήτηση σχετικά με την ελληνική υψηλή στρατηγική ως την πρόκληση της επίτευξης της σωστής ισορροπίας μεταξύ της μονομερούς και πολυμερούς προσέγγισης αυτής.

Ένας άλλος παράγοντας που πλαισιώνει την ελληνική ισχύ εκτός από τα ραβδιά και τα καρότα της σκληρής ισχύος, είναι η έλξη και η πειθώ της ήπιας ισχύος. Ο Ελληνισμός βρίσκεται στο απόγειο της ήπιας ισχύος εφόσον οι επιστήμες και ο πολιτισμός έχουν ρίζες ελληνικές. Ωστόσο αυτό το κεφαλαιώδες πλεονέκτημα μένει αναξιοποιήσιμο κατά το μάλλον. 

Μια συνοπτική εξέταση του πολιτισμού, της κοινωνίας, της οικονομίας και των πολιτικών θεσμών της Αρχαίας Ελλάδος παρέχει ένα σύντομο αλλά νηφάλιο μάθημα. Με αυτή την αναλογία, καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι το κλειδί για να διατηρήσουμε τον Ελληνισμό βρίσκεται στην πολιτική του ενότητα, την αντιμετώπιση της υπογεννητικότητας, της εστίασης της επιχειρηματικής καινοτομίας και την εμβάθυνση των δημοκρατικών του θεσμών. Ενώ πολλοί ψάχνουν για απαντήσεις στην ελληνική ασφάλεια στο διεθνές σύστημα, αποφεύγουμε να εστιάσουμε στους εσωτερικούς παράγοντες ως μέσο για την επιβίωση του έθνους μας.

Η εσωτερική πολιτική, αποδεικνύεται, ότι είναι το κλειδί για την υψηλή στρατηγική. Για τους θιασώτες της στρατηγικής, η εγχώρια ζωτικότητα είναι το κλειδί για την επιτυχημένη δέσμευση στο εξωτερικό. Να δημιουργήσουμε μεταξύ των λαών της Ευρώπης γενικά την εντύπωση μιας χώρας που ξέρει τι θέλει, η οποία αντιμετωπίζει με επιτυχία τα προβλήματα της εσωτερικής της ζωής και τις ευθύνες της ως μια περιφερειακή δύναμη στα Βαλκάνια που έχει μια πνευματική ζωντάνια ικανή να συγκρατηθεί ανάμεσα στα μεγάλα ιδεολογικά ρεύματα της εποχής.

Για την εθνική μας άμυνα, της οποίας το μέλημα είναι να αξιοποιήσει τα στοιχεία της εθνικής ισχύος για την επίτευξη ενός πολιτικού στόχου, μπορούμε να συμφωνήσουμε ότι η θεωρία της ελληνικής ασφάλειας αρχίζει και τελειώνει με ένα έθνος που εξαρτάται από τη συναίνεση και την αποδοχή των ευθυνών ηθικών και πολιτικών των ηγεσιών που η ιστορία προφανώς έχει καταγράψει. Με αυτό το σκεπτικό πιστεύω ότι όλοι οι παράγοντες εθνικής ισχύος αλληλοσυμπληρώνονται και μας υπενθυμίζουν ότι οι πιο σημαντικές επαναλαμβανόμενες συζητήσεις σχετικά με την υψηλή στρατηγική ξεκινούν από την πατρίδα μας.  

 

*Ο Δημήτριος Τσαϊλάς είναι απόστρατος αξιωματικός του Πολεμικού Ναυτικού. Είναι επιστημονικός συνεργάτης και ερευνητής του Institute for National and International Security (INIS). Δίδαξε επί σειρά ετών στις έδρες Επιχειρησιακής Σχεδιάσεως καθώς και της Στρατηγικής και Ασφάλειας, σε ανώτερους Αξιωματικούς στην Ανώτατη Διακλαδική Σχολή Πολέμου.

Facebooktwitterredditpinterestlinkedinmail
Geopolitics & Daily News Copyrights Reserved 2024