Θετικές και αρνητικές επιπτώσεις από τον τερματισμό του πολέμου
Γράφει ο Δημήτριος Τσαϊλάς*
Μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία το γεωπολιτικό πεδίο παρουσιάζει μια καινοφανή μεταβλητότητα, έτσι που η συνολική επανεκτίμηση είναι επιβεβλημένη. Βρισκόμαστε στη διαδρομή μιας περιόδου όπου τα ισχυρά έθνη της παγκόσμιας κοινότητας ξεδιπλώνουν την ισχύ τους. Η καθοδηγούμενη από τη Δύση, φιλελεύθερη παγκόσμια τάξη που προέκυψε στην αυγή της δεκαετίας του 1990 βιώνει τώρα πολύπλευρους μετασχηματισμούς. Τα πενιχρά αποτελέσματα (αν όχι η προφανής αποτυχία) των υφιστάμενων διεθνών πολιτικών και οικονομικών θεσμών για την αντιμετώπιση των παγκόσμιων προκλήσεων του σήμερα, δείχνει ότι η τρέχουσα κατάσταση βρίσκεται σε μια απότομη κορυφή με επικίνδυνη κλίση. Οι ηγέτες καλούνται να οδηγήσουν τις χώρες τους σε αυτή την απότομη πλαγιά, αλλά η απότομη κλίση και ο κίνδυνος ολίσθησης είναι μάλλον ακανόνιστα. Ούτε αυτός που στέκεται εκεί ούτε οι υπόλοιποι μπορούν να είναι αρκετά σίγουροι πόσο μεγάλος είναι ο κίνδυνος ή πόσο αυξάνεται όταν κάποιος κάνει μερικά βήματα προς τα κάτω. Ως εκ τούτου πλέον εξετάζεται το ενδεχόμενο παύσης των εχθροπραξιών και του τερματισμού του πολέμου.
Έχουν παρουσιαστεί σενάρια για την επίλυση του πολέμου της Ρωσίας κατά της Ουκρανίας με το ελκυστικότερο αυτών, να υποστηρίζει ότι η Ουκρανία πρέπει να ξεκινήσει τη διαδικασία ανοικοδόμησης το συντομότερο δυνατό, το οποίο ερμηνεύεται και με το τέλος του πολέμου. Αυτό πάσχει καθώς γίνεται de facto η αποδοχή μιας διαιρεμένης Ουκρανίας, ακόμη και αν δεν το επιθυμούν κάποιοι κύκλοι θα είναι μια de jure αποδοχή, που σημαίνει ότι θα παραμείνει μια εχθρική, δυνητικά ανατρεπτική Ρωσία στα σύνορα της Ουκρανίας.
Ας εξετάσουμε τα πλεονεκτήματα αυτού του σεναρίου που δείχνουν προς την κατεύθυνση του οφέλους για την Ουκρανία, αφού θα κερδίσει εκμεταλλευόμενη την ευκαιρία, ξεκινώντας αμέσως μια τεράστια προσπάθεια ανοικοδόμησης που θα χρηματοδοτείται από τη Δύση επιδιώκοντας την πολιτική και οικονομική της ολοκλήρωση στην Ευρώπη. Επίσης θα ενίσχυε την ασφάλειά της και θα επιτάχυνε την πορεία της προς ένα δημοκρατικό μέλλον. Σε αυτό το σενάριο η Ουκρανία φαίνεται να κερδίζει επιδεικνύοντας την ενίσχυση ανθεκτικότητας του πολιτικού και οικονομικού φιλελευθερισμού στο διεθνές στερέωμα ξεκινώντας αυτή τη διαδικασία το συντομότερο δυνατό, όχι αργότερα που η χώρα θα έχει καταστραφεί από τις πολεμικές επιχειρήσεις και ο υπόλοιπος κόσμος θα έχει ταλαιπωρηθεί από την ακρίβεια, την επισιτιστική κρίση και την επικράτηση λαϊκίστικων πολιτικών. Έτσι λοιπόν η Ουκρανία κερδίζει πληρώνοντας ένα τίμημα όμως πολύ ακριβό. Αυτό είναι η απώλεια της ανεξαρτησίας της, η οποία μέχρι στιγμής είχε διατηρηθεί ως εκ θαύματος με πολλές θυσίες, αλλά παραμένει σε κίνδυνο μέχρι να σταματήσει ο πόλεμος. Η Ουκρανία με αυτή τη λύση, μάλλον ταπεινωμένη θα κερδίσει υποτάσσοντας την εθνική της υπερηφάνεια που έχει παραχθεί από την είσοδο σε ένα πόλεμο για μια καλύτερη ειρήνη και ένα ισχυρότερο, πιο ευημερούν έθνος.
Τα επιχειρήματα σε αυτό το σενάριο είναι ρητορικά ελκυστικά, αλλά καθόλου ρεαλιστικά
Αν δεχθούμε ότι αποδεχόμαστε αυτή τη λύση, τότε το πρόβλημα είναι ότι οι αυταρχικές ρεβιζιονιστικές δυνάμεις του πλανήτη παίρνουν ψήφο εμπιστοσύνης και θα αρχίσει ένα γαϊτανάκι αναθεώρησης των συνόρων όπου υπάρχουν διαφορές (Βαλκάνια-Αιγαίο-Μεσόγειο-Ταϊβάν-Αρκτική ζώνη). Όσον αφορά την Ουκρανία δεν πρόκειται να υπάρξει ειρήνη όσο η Ρωσία θα παραμένει νικήτρια, ως μια δύναμη κατοχής στο ουκρανικό έδαφος. Η Μόσχα θα εξακολουθεί να ελέγχει τα μεγάλα λιμάνια της Ουκρανίας και το μικρότερο κακό θα είναι ότι θα επιβάλλει εμπάργκο στις εξαγωγές της Ουκρανίας. Εκτιμάται ότι η Μόσχα θα χρησιμοποιήσει μη στρατιωτικά μέσα για να υπονομεύσει όχι μόνο την Ουκρανία, αλλά και ολόκληρη τη Δύση. Αυτά θα περιλαμβάνουν επιθέσεις στον κυβερνοχώρο, παραπληροφόρηση, οικονομική χειραγώγηση, δολοφονίες, τρομοκρατικά επεισόδια, βίαιες διαδηλώσεις, υποστήριξη στο οργανωμένο έγκλημα και τη διαφθορά, και ο κατάλογος θα περιλαμβάνει μια σειρά ενεργειών που δεν μπορούμε ακόμη να φανταστούμε. Εξ’ άλλου τα έχουμε ήδη γευτεί όλα αυτά που αναφέρω στα Βαλκάνια, τη Συρία και σε άλλες περιοχές του πλανήτη όπου η Μόσχα έχει αξιώσεις. Ένα ακόμη σημαντικό θέμα είναι ότι θα ανοίξει ο ασκός του Αιόλου καθώς η Ρωσία θα χρησιμοποιήσει τις αποδεσμευμένες δυνάμεις μετά τον οποιαδήποτε τερματισμό του πολέμου με την Ουκρανία για να υπονομεύσει τη Μολδαβία (μη μέλος του ΝΑΤΟ) και την Πολωνία (μέλος του ΝΑΤΟ). Ακόμα θα εγείρει απειλές για τα κράτη της Βαλτικής, καθώς θα είναι υποψήφιες χώρες για ένταξη στο ΝΑΤΟ, Φινλανδία και Σουηδία και θα εντείνει τις προσπάθειές της για αποσταθεροποίηση στα Βαλκάνια.
Χωρίς καμία αμφιβολία όλος ο κόσμος θα ήθελε να τελειώσει ο πόλεμος το συντομότερο δυνατό. Όσο περισσότερο συνεχίζεται, τόσο περισσότερο στην Ευρώπη και στις ΗΠΑ θα υποφέρει η οικονομία και ο κόσμος θα αρχίσει να στρέφεται εναντίον της Ουκρανίας. Πολλοί είναι αυτοί που κατανοούν πολύ καλά ότι οι δημοκρατίες σήμερα δυσκολεύονται να ξεπεράσουν τις απολυταρχίες. Η υποστήριξη προς την Ουκρανία μέχρι στιγμής κρατάει γερά. Ωστόσο, η αύξηση των τιμών της ενέργειας, ο γενικότερος πληθωρισμός, μια πιθανή ύφεση και άλλες εγχώριες ανησυχίες θα υπονομεύσουν τη στήριξη προς την Ουκρανία.
Συνεκτιμώντας τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα, διαπιστώνουμε ότι δεν ήρθε ακόμη η στιγμή για συνθηκολόγηση, διότι περί αυτού πρόκειται, ελπίζοντας ότι η Μόσχα θα αφήσει την Ουκρανία στις δυτικές φιλοδοξίες της. Η ώρα να σκεφτούμε ένα τέλος του πολέμου μέσω διαπραγματεύσεων είναι όταν το Κίεβο και η Μόσχα πιστέψουν ότι έχουν αμοιβαίο συμφέρον για να καθίσουν στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων. Δυστυχώς δεν έχει έρθει ακόμα αυτή η ώρα. Ο τερματισμός των εχθροπραξιών είναι δυνατός, αλλά δεν θα επιτρέψει το είδος της ανοικοδόμησης και της προόδου που επιθυμούμε.
*Ο Δημήτριος Τσαϊλάς είναι απόστρατος αξιωματικός του Πολεμικού Ναυτικού. Είναι επιστημονικός συνεργάτης και ερευνητής του Institute for National and International Security (INIS). Δίδαξε επί σειρά ετών στις έδρες Επιχειρησιακής Σχεδιάσεως καθώς και της Στρατηγικής και Ασφάλειας, σε ανώτερους Αξιωματικούς στην Ανώτατη Διακλαδική Σχολή Πολέμου.