Για μια δυναμική ελληνική εξωτερική πολιτική

Γράφει ο ιστορικός Παναγιώτης Γέροντας
Έχουμε συνηθίσει από τη καθημερινή ζωή μας καταστάσεις τυποποιημένων αντιδράσεων σε τυποποιημένα ερεθίσματα. Παράλληλα, λόγω της εξειδίκευσης πολλές φορές «αντιμετωπίζουμε» το δικό μας ζήτημα, ενώ μας διαφεύγει η «μεγάλη εικόνα». Δεν έχουμε χρόνο για δημιουργικές σκέψεις, ενώ αναλωνόμαστε στην αντιμετώπιση ανταγωνιστών στη δουλειά και στη προσωπική μας ζωή.
Σε έναν ποδοσφαιρικό αγώνα συνήθως βλέπουμε μια ομάδα να έχει την κατοχή μπάλας, να ελέγχει το παιχνίδι και να δημιουργεί ευκαιρίες. Η άλλη ομάδα προσπαθεί να αμυνθεί προχωρώντας ίσως σε κάποιες αντεπιθέσεις. Τελικά, το πιο πιθανό, είναι η πρώτη ομάδα να σημειώσει γκολ και να κερδίσει το παιχνίδι. Κάτι παρόμοιο με τη δεύτερη ομάδα συμβαίνει με την ελληνική εξωτερική πολιτική από το 1922 και μετά, με διάφορες διακυμάνσεις. Η Ελλάδα μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή απενεργοποίησε τη Μεγάλη Ιδέα και προσανατολίστηκε σε μια πολιτική φιλειρηνική και διατήρησης του status quo. Από το 1955 και μετά η Τουρκία θυμίζει τη πρώτη ομάδα. Η Τουρκία πιέζει, διεκδικεί έχοντας σαφείς, εκπεφρασμένους μάλιστα, στόχους και προχώρα αργά μεν μεθοδικά δε στην ευόδωσή τους.
Είναι μάλιστα χαρακτηριστικό ότι η Τουρκία αναμένει με υπομονή στιγμές κυβερνητικής αδυναμίας της Ελλάδος και όταν αυτές συμβούν, ταχύτατα προχωρά σε ενέργειες. Κατά τη γνώμη μου, αυτό που λείπει από την ελληνική εξωτερική πολιτική είναι η δημιουργία καταστάσεων πέρα από τις κινήσεις της Τουρκίας. Μην παρεξηγηθώ, η παρακολούθηση και η απόκρουση του εχθρού είναι κεφαλαιώδους σημασίας, η αποσπασματική αντίδραση και η λογική του Επιμηθέα όμως, είναι αμφίβολο αν θα μας δώσουν σημαντικά και μακροπρόθεσμα οφέλη. Παρακάτω, παραθέτω κάποια στοιχεία που ίσως φαίνονται τετριμμένα αλλά καλό είναι να υπάρχουν στο δημόσιο διάλογο.
Α) Κεντρική σχεδίαση στο κυβερνητικό επίπεδο
Η ελληνική εξωτερική πολιτική πρέπει να αποκτήσει ένα όραμα. Πού θέλουμε να πάμε, όχι για τους επόμενους μήνες αλλά για την επόμενη δεκαετία τουλάχιστον. Πρέπει, παράλληλα, να τεθούν οι λόγοι ύπαρξης αυτού του κράτους. Με λίγα λόγια να ανασυγκροτήσουμε μια εθνική ιδέα, μια εθνική ιδεολογία.
Β) Επικοινωνία της Ιδέας
Κατόπιν, η Ιδέα πρέπει να επικοινωνηθεί στις δομές του κράτους και κατ’ επέκταση να γίνει «κτήμα» όλων των πολιτών δια μέσου εκδηλώσεων, σχολικών προγραμμάτων και άλλων τρόπων/ μέσων.
Γ) Καθορισμών τομέων και περιοχών δράσης
Αφού καταρτιστεί η Ιδέα, θα καθοριστούν οι τομείς αλλά και οι γεωγραφικές περιοχές που θεωρούνται σημαντικές για τη πραγματοποίηση των σκοπών.
Δ) Άσκηση ανθρωπιστικής πολιτικής
Η Ελλάδα, αφού καθοριστούν οι τομείς και οι γεωγραφικές περιοχές, θα πρέπει να καταστεί μια δύναμη δημοκρατική και ανθρωπιστική με τη δημιουργία φιλανθρωπικών ιδρυμάτων, ιδιαίτερα στις χώρες και περιοχές ενδιαφέροντος. Η ελληνική εκπαίδευση και τα ελληνικά πανεπιστήμια θα πρέπει να επεκτείνουν τις δράσεις τους στις περιοχές αυτές. Σκοπός, με λίγα λόγια, είναι η δημιουργία φιλελλήνων.
Ε) Κατασκευή και εξαγωγή καινοτομιών και τεχνολογίας
Η δημιουργία καινοτομιών και τεχνολογίας πέρα το ότι λειτουργεί ως πολλαπλασιαστής ισχύος γενικά, η εξαγωγή και πώλησή τους ωθεί και τις διακρατικές σχέσεις.
ΣΤ) Προβολή της πολιτισμικής μας κληρονομιάς.
Η προβολή της ιστορίας μας ως Έθνος είναι πολύ σημαντική. Δυστυχώς, η Αρχαιότητα στην Ελλάδα καταδυναστεύει τη πολιτιστική μας πολιτική. Η ιστορία του Βυζαντίου αλλά και της νεώτερης και σύγχρονης Ελλάδος χρήζουν άμεσης προβολής.
Θα μπορούσε κάποιος να προσθέσει και πολλά ακόμη. Το σημαντικότερο όλων είναι να αποφασίσουμε ποιά είναι η ιδέα μας, που θέλουμε να πάμε. Ακόμη και αν το δόγμα μας είναι αμυντικό, εν τούτοις μπορούμε να δημιουργούμε τις καταστάσεις, οι οποίες θα ενισχύουν την ήπια (αλλά και τη σκληρή) ισχύ της Χώρας και παράλληλα θα αποτρέπουν και μια ενδεχόμενη στρατιωτική σύγκρουση.