Τα F-16, η Τουρκία, το Κογκρέσο και η HalkBank
Γράφει η Γιώτα Χουλιάρα
«Αναμένουμε την έγκριση». Αυτό ήταν το μήνυμα που ήθελε να δώσει ο Τούρκος υπουργός Εξωτερικών Μεβλούτ Τσαβούσογλου κατά την επίσκεψή του στην Ουάσιγκτον, την ώρα που έχει ξεκινήσει μια συζήτηση για το αν τελικά η κυβέρνηση Μπάιντεν επιθυμεί να ζητήσει πράσινο φως από το Κογκρέσο για πιθανή πώληση μαχητικών αεροσκαφών F-16 στην Τουρκία αξίας 20 δισεκατομμυρίων δολαρίων.
«Η κυβέρνηση δεν πρέπει να σπαταλήσει μια τόσο σημαντική συμφωνία μεταξύ δύο συμμάχων μόνο και μόνο επειδή ένα άτομο ή λίγοι άνθρωποι την εμποδίζουν. Δεν πρέπει να υποκύψει», είπε ο Τσαβούσογλου στους δημοσιογράφους μετά τη συνάντησή του με τον υπουργό Εξωτερικών Άντονι Μπλίνκεν.
Ο Μεβλούτ Τσαβούσογλου προέτρεψε ουσιαστικά την αμερικανική κυβέρνηση να μην ρίχνει τις ευθύνες στο Κογκρέσο και διεμήνυσε ότι δεν μπορούν να δέσουν την Τουρκία χειροπόδαρα. Όπως είπε δεν θα κάνουν την Τουρκία ό,τι θέλουν για να τους πουλήσουν τα F-16 (προφανώς επρόκειτο για μήνυμα με πολλαπλούς αποδέκτες, το οποίο έχει άμεση σχέση και με την τουρκοσυριακή προσέγγιση την οποία οι ΗΠΑ δεν βλέπουν με καλό μάτι).
Να πούμε εδώ πως η πιθανή πώληση F-16 συναντά ισχυρή αντίσταση από το Κογκρέσο, όπου οι Αμερικανοί νομοθέτες και από τα δυο κόμματα ανησυχούν για την ολίσθηση της Άγκυρας προς τον αυταρχισμό, τη νεο-οθωμανική ρητορική του Τούρκου προέδρου αλλά και την άρνησή της να εγκρίνει τις υποψηφιότητες της Φινλανδίας και της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ.
Από την πλευρά του ο Τσαβούσογλου στις δηλώσεις του απέρριψε τη συσχέτιση του ζητήματος των F-16 με την ένταξης της Φινλανδίας και της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ. «Όλοι δηλώνουν πως η επιτάχυνση της διαδικασίας της ένταξης της Φινλανδίας και της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ, θα έχει θετικές επιπτώσεις στο Κογκρέσο στο ζήτημα των F-16, κι ας μην έχουν καμία σχέση τα θέματα αυτά. Εμείς λέμε πως αυτά τα δυο θέματα δεν θα πρέπει να συνδέονται μεταξύ τους», είπε χαρακτηριστικά.
Όπως έγινε γνωστό μέσα από άρθρο της Wall Street Journal με τίτλο: Biden Administration to Ask Congress to Approve F-16 Sale to Turkey, την περασμένη εβδομάδα, το Στέιτ Ντιπάρτμεντ ενημέρωσε ανεπίσημα τους αμερικανούς νομοθέτες ότι θα ζητούσε την έγκρισή τους για την πιθανή πώληση, η οποία φέρεται να περιλαμβάνει 40 νέα F-16 και 79 κιτ αναβάθμισης για τον υπάρχοντα στόλο της Τουρκίας των τζετ Lockheed Martin.
Ο πρόεδρος της Επιτροπής Εξωτερικών Σχέσεων της Γερουσίας Μπομπ Μενέντεζ, ο κορυφαίος Δημοκρατικός της Γερουσίας με εποπτεία στις πωλήσεις όπλων, εξέφρασε την έντονη αντίθεσή του στην πρόταση και θα μπορούσε να θέσει άτυπη αναστολή στο πακέτο πολλών δισεκατομμυρίων δολαρίων.
Σε δήλωσή του αργά την προηγούμενη Παρασκευή, ο Δημοκρατικός του Νιου Τζέρσεϊ υποσχέθηκε να μην εγκρίνει τα F-16 «μέχρι ο Ερντογάν να σταματήσει τις απειλές του, να βελτιώσει το ιστορικό του για τα ανθρώπινα δικαιώματα στο εσωτερικό — συμπεριλαμβανομένης της απελευθέρωσης δημοσιογράφων και της πολιτικής αντιπολίτευσης — και αρχίσει να ενεργεί όπως ένας αξιόπιστος σύμμαχος.»
Ο Μενέντεζ δεν είναι μόνος που εκφράζει την αντίθεσή του, αλλά ορισμένοι νομοθέτες θα μπορούσαν ενδεχομένως να επηρεαστούν εάν η Τουρκία επικυρώσει τις υποψηφιότητες της Σουηδίας και της Φινλανδίας στο ΝΑΤΟ, κάτι που μέχρι στιγμής δεν έχει κάνει- δημιουργώντας πρόβλημα στη βορειοατλαντική συμμαχία σε μια κρίσιμη γεωπολιτική συγκυρία με τον πόλεμο στην Ουκρανία να συνεχίζεται- λόγω των ανησυχιών που εκφράζει η τουρκική πλευρά ότι οι δύο σκανδιναβικές χώρες φιλοξενούν Κούρδους αυτονομιστές και άλλες ομάδες που η Άγκυρα θεωρεί «τρομοκράτες».
Η υποστήριξη προς την Τουρκία μειώθηκε στο Καπιτώλιο, μεταξύ άλλων λόγω της εμβάθυνσης των δεσμών της με τη Ρωσία, των συνεχιζόμενων προκλήσεων κατά της Ελλάδας γεγονός που θυμίζει τον ρωσικό αναθεωρητισμό και των πολλαπλών στρατιωτικών εκστρατειών κατά των κουρδικών δυνάμεων που υποστηρίζονται από τις ΗΠΑ στη βορειοανατολική Συρία και χωρίς τη συνδρομή τους δεν θα είχε περιορισθεί το DAESH.
Οι διαβουλεύσεις της κυβέρνησης Μπάιντεν με το Κογκρέσο στις οποίες ελπίζει ο Ερντογάν έρχονται καθώς η Τουρκία ετοιμάζεται να διεξαγάγει κρίσιμες προεδρικές και κοινοβουλευτικές εκλογές οι οποίες θα δειξαχθούν πρόωρα στα μέσα Μαΐου. Ο Ερντογάν επιδιώκει να επεκτείνει την 20ετή κυριαρχία του στην εξουσία σε μια ψηφοφορία που ορισμένοι αναλυτές προειδοποιούν ότι δεν μπορεί να είναι ούτε ελεύθερη ούτε δίκαιη. Με τη συζήτηση για την συνταγματικότητα της υποψηφιότητας Ερντογάν να έχει πάρει φωτιά και την τουρκική αντιπολίτευση να αναζητά τα πατήματά της, οι ΗΠΑ μοιάζουν να θέλουν να κερδίσουν χρόνο απέναντι στον Τούρκο πρόεδρο, ποντάροντας στην εκλογική του ήττα.
Την ίδια ώρα μια σειρά από άρθρα παρουσιάζει τον πραγματικό ρόλο της Τουρκίας εντός του ΝΑΤΟ. Türkiye is Not an Important NATO Member. Stop Pretending it is γράφει σε άρθρο του ο δρ Michael Rubin του American Enterprise Institute (AEI) και ο John Bolton σε άρθρο του στη Wall Street Journal με τίτλο: NATO’s Electoral Message for Erdoğan αναφέρει πως ο Τούρκος πρόεδρος δεν συμπεριφέρεται ουσιαστικά ως σύμμαχος.
Καθώς λοιπόν ο Μπλίνκεν κράτησε στον πάγο τον Τσαβούσογλου, ένα άλλο ζήτημα μπαίνει στη ζυγαριά και αφορά την Halkbank.
Mια μόλις ημέρα πριν την επίσκεψη Τσαβούσογλου στις ΗΠΑ και ενώ ο Τούρκος υποδεχόταν τον ομόλογό του Ιράν στην Άγκυρα, όπως αναφέραμε και σε χθεσινό μας κείμενο, το Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ άκουσε επιχειρήματα σχετικά με το εάν η τουρκική Halkbank βοήθησε την Ισλαμική Δημοκρατία του Ιράν να αποφύγει τις αμερικανικές κυρώσεις, σε μια προσπάθεια από την τράπεζα να αποφύγει τις κατηγορίες.
Υπενθυμίζουμε πως το 2019, το Υπουργείο Δικαιοσύνης των ΗΠΑ κατηγόρησε τη Halkbank για τραπεζική απάτη, συνωμοσία και ξέπλυμα βρώμικου χρήματος, κατηγορώντας την τράπεζα για «συμμετοχή σε ένα σχέδιο πολλών δισεκατομμυρίων δολαρίων για την αποφυγή των αμερικανικών κυρώσεων στο Ιράν».
Από το 2012, οι υπάλληλοι της Halkbank χρησιμοποίησαν οντότητες στην Τουρκία, το Ιράν και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα για να αποφύγουν τις κυρώσεις που σχετίζονται με την πρόσβαση του Ιράν στο χρηματοπιστωτικό σύστημα των ΗΠΑ, τους περιορισμούς στις ιρανικές πωλήσεις ενέργειας και τους περιορισμούς στην προμήθεια χρυσού στην ιρανική κυβέρνηση. Η Halkbank βοήθησε συγκεκριμένα το Ιράν να αγοράσει χρυσό χρησιμοποιώντας έσοδα από πωλήσεις πετρελαίου και φυσικού αερίου που είχαν κατατεθεί στην τράπεζα. Το Υπουργείο Δικαιοσύνης κατηγόρησε ανώνυμους «υψηλόβαθμους» Τούρκους και Ιρανούς αξιωματούχους ότι συμμετείχαν στο σχέδιο. Η Halkbank ανήκει κατά πλειοψηφία στην τουρκική κυβέρνηση.
Γιατί έχει σημασία: Διότι θα μπορούσε να απειλήσει περαιτέρω την τεταμένη σχέση ΗΠΑ-Τουρκίας. Ο Τσαβούσογλου ρωτήθηκε για την υπόθεση της Halkbank καθώς έφευγε από συνέντευξη Τύπου στις Ηνωμένες Πολιτείες την Τρίτη, αλλά δεν απάντησε στην ερώτηση.
Ο Τούρκος πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν δήλωσε το 2019 ότι οι κατηγορίες κατά της Halkbank ήταν «παράνομες» και «άσχημες». Οι New York Times ανέφεραν το 2020 ότι ο Ερντογάν πίεσε τον τότε Πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ να αποσύρει την υπόθεση. Οι κατηγορίες κατά της Halkbank καταδεικνύουν επίσης περαιτέρω τον ρόλο των ΗΑΕ στην αποφυγή των κυρώσεων στο Ιράν. Τον Νοέμβριο, το Υπουργείο Οικονομικών των ΗΠΑ επέβαλε κυρώσεις σε άλλη εταιρεία με έδρα τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα για φερόμενη διευκόλυνση των πωλήσεων ιρανικού πετρελαίου.
Τα παραπάνω έχουν ιδιαίτερη σημασία καθώς ο Άντονι Μπλίνκεν ετοιμάζει την περιοδεία του σε Ελλάδα, Τουρκία και Ισραήλ τον επόμενο μήνα σε μια προσπάθεια οι ΗΠΑ να ελέγξουν την περιοχή. Και ας μου επιτραπεί να πω (δική μου εκτίμηση και όχι πληροφορία) ότι οι ΗΠΑ βλέπουν μάλλον με καλό μάτι την ευκαιρία που τους δίνεται, καθώς ο πόλεμος στην Ουκρανία συνεχίζεται, να μειώσουν την επιρροή της Ρωσίας στην περιοχή. Και για να γίνει αυτό πρώτον δεν πρέπει να επιτευχθεί η τουρκοσυριακή συνεργασία, δεύτερον πρέπει να δουν πώς θα χειριστούν την Λιβύη.