Η Ρωσία αρωγός της τουρκοσυριακής προσέγγισης
Γράφει η Γιώτα Χουλιάρα*
Παρά τις προσπάθειες των ΗΠΑ, της Ευρώπης και των άλλων περιφερειακών παραγόντων να απομονώσουν τη συριακή κυβέρνηση, η Τουρκία τις τελευταίες εβδομάδες πραγματοποίησε αρκετές υψηλού επιπέδου συναντήσεις με αξιωματούχους πληροφοριών, αμυντικών και διπλωματικών θέσεων της Συρίας. Μια συνάντηση μεταξύ του Τούρκου προέδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν και του προέδρου της Συρίας Μπασάρ Άσαντ μοιάζει να είναι πλέον εφικτή. Οι δύο πλευρές είναι, πιθανότατα, πολύ μακριά από την πλήρη εξομάλυνση των μεταξύ τους σχέσεων, αλλά οι περιστάσεις θα εξακολουθήσουν να αναγκάζουν την Τουρκία να ασκήσει επιρροή στη Δαμασκό και να σφυρηλατήσει μια τουρκο-ρωσο-συριακή συμφωνία, η οποία θα άλλαζε άρδην το τοπίο ασφαλείας της ευρύτερης περιοχής.
Κάνοντας μια σύντομη ανασκόπηση των τελευταίων έξι ετών, παρατηρούμε πως η Τουρκία μέσα από έναν κύκλο στρατιωτικής κλιμάκωσης είναι αποφασισμένη να αντιμετωπίσει τους Κούρδους μαχητές και να δημιουργήσει τον περιβόητο διάδρομο ασφαλείας που τόσο επιθυμεί στα τουρκοσυριακά σύνορα. Σ΄αυτές τις προσπάθειες της Άγκυρας να επεκταθεί/εισβάλλει στη βορειοανατολική Συρία, ένα εμπόδιο έχει σταθεί στον δρόμο της: η στρατιωτική παρουσία των ΗΠΑ στα βορειοανατολικά της χώρας και η συνεργασία της Ουάσιγκτον με τις Συριακές Δημοκρατικές Δυνάμεις, μια κουρδική ομάδα που η Τουρκία υποστηρίζει ότι είναι ευθυγραμμισμένη με το Κουρδικό Εργατικό Κόμμα που θεωρείται τρομοκρατική οργάνωση. Τα ανταγωνιστικά συμφέροντα της Τουρκίας και των ΗΠΑ στη βορειοανατολική Συρία έχουν δημιουργήσει τριβές μεταξύ των δυο συμμάχων του ΝΑΤΟ και έχουν μέχρι στιγμής ματαιώσει τις τουρκικές προσπάθειες για δημιουργία του τουρκικού διαδρόμου ασφαλείας.
Ωστόσο, οι πρόσφατες αλλαγές στην Τουρκία και η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία έχουν δημιουργήσει ευκαιρίες για μια τουρκική στροφή στη βορειοανατολική Συρία. Η επιδείνωση των οικονομικών συνθηκών στην Τουρκία έχει μεταφραστεί σε πολιτικές απογοητεύσεις στο εσωτερικό, συμπεριλαμβανομένου του θυμού των Τούρκων πολιτών, ο οποίος συγκεντρώνεται προς στα περίπου τέσσερα εκατομμύρια πρόσφυγες από την Συρία που διαμένουν εντός της τουρκικής επικράτειας. Το γεγονός αυτό σε συνδυασμό με την ένταση που προκλήθηκε μετά την τρομοκρατική επίθεση της 13ης Νοεμβρίου στην Κωνσταντινούπολη- η οποία σε χρόνο ρεκόρ εξιχνιάστηκε και αποδόθηκε στην κουρδική πτέρυγα- αύξησε την επείγουσα ανάγκη του Ερντογάν να εξασφαλίσει μια ζώνη επαναπατρισμού στο βόρειο τμήμα της Συρίας, προκειμένου να την παρουσιάσει ως μια νίκη στο κοινό του πριν από τις επικείμενες -και κρίσιμες πολιτικά για την παραμονή του στην εξουσία- προεδρικές εκλογές. Μεταξύ Νοεμβρίου και Δεκεμβρίου του 2022 η τουρκική κυβέρνηση απέτυχε τελικά να προχωρήσει σε μια νέα στρατιωτική επιχείρηση στη Συρία, καθώς οι αντιδράσεις ΗΠΑ και Ρωσίας – ειδικά της δεύτερης – ήταν τέτοιες που ο Ερντογάν δεν μπορούσε να προχωρήσει χωρίς το άτυπο πράσινο φως. Εν μέσω, λοιπόν, των διεθνών πιέσεων και των ενδείξεων ανάφλεξης μεταξύ των αδρανών πυρήνων του Ισλαμικού Κράτους σε όλη τη βορειοανατολική Συρία- μια προοπτική που η Ουάσιγκτον δεν ήθελε να συμβεί, ο Τούρκος πρόεδρος αναγκάστηκε εκ των πραγμάτων να υποχωρήσει.
Έχοντας εξαντλήσει τις στρατιωτικές επιλογές και πρόθυμος να δράσει πριν από τις προεδρικές εκλογές, ο Ερντογάν άρχισε να διερευνά τη σταδιακή δέσμευση με τον Άσαντ. Η προσπάθεια αυτή έφερε τη σφραγίδα της Ρωσίας, η οποία επιθυμεί διακαώς το τελευταίο διάστημα να δει την Άγκυρα και την Δαμασκό να λύνουν τις διαφορές τους, ώστε μια ισχυρή συμμαχία να δημιουργηθεί στην περιοχή για να επεκταθεί το τρίγωνο Μόσχας Άγκυρας Τεχεράνης. Ο λόγος είναι απλός. Η Μόσχα εδώ και χρόνια στηρίζει τον πρόεδρο Άσαντ. Μια τουρκική εισβολή τη δεδομένη χρονική στιγμή θα άλλαζε τις ισορροπίες δημιουργώντας πρόβλημα στον Άσαντ και δίνοντας στην Τουρκία μια δυναμική που το Κρεμλίνο θα αδυνατούσε να ελέγξει. Ας μη λησμνούμε πως η Ρωσία είναι απασχολημένη με τον πόλεμο στην Ουκρανία και με την πιθανότητα μιας νέας εαρινής εισβολής επί του ουκρανικού εδάφους με αποτέλεσμα να περνά η Συρία σε δεύτερο πλάνο και να μην έχει το νου τους σε ό,τι συμβαίνει στην επικράτεια των τουρκοσυριακών συνόρων.
Το Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (AKP) του Ερντογάν έχει υπολογίσει την προσέγγιση με τη Συρία στην εκλογική του στρατηγική, κερδίζοντας την έγκριση όχι μόνο από βασικούς αξιωματούχους του AKP και εταίρους του συνασπισμού, όπως το ακροδεξιό Κόμμα Εθνικιστικού Κινήματος του Μπαχτσελί, αλλά και από την κύρια δύναμη της αντιπολίτευσης, το Ρεπουμπλικανικό Λαϊκό Κόμμα. Η τουρκική κυβέρνηση προχώρησε προσεκτικά, ξεκινώντας συναντήσεις υψηλού επιπέδου μεταξύ αξιωματούχων πληροφοριών και άμυνας και χτίζοντας ώθηση για να συγκληθούν τελικά οι υπουργοί Εξωτερικών και οι αρχηγοί κρατών και των δύο χωρών λίγο πριν το τέλος του 2022 σε μια συνάντηση κορυφής στην Μόσχα. Ένα βασικό χαρακτηριστικό αυτών των προσπαθειών ήταν για ακόμη μια φορά, ο μεσολαβητικός ρόλος της Ρωσίας.
Η Μόσχα φιλοξένησε την πρώτη συνάντηση υψηλού επιπέδου μεταξύ αξιωματούχων πληροφοριών και άμυνας των δυο πλευρών και εργάστηκε για την κατάρτιση σχεδίων για έναν τροποποιημένο τουρκο-συρο-ρωσικό «οδικό χάρτη» στα βορειοανατολικά της Συρίας. Το σχέδιο που επεξεργάζεται η Μόσχα και έχει έρθει προς συζήτηση φέρεται να ανοίγει εκ νέου τον αυτοκινητόδρομο Χαλέπι-Λατάκια, να επεκτείνει τις κοινές περιπολίες μεταξύ των στρατιωτικών δυνάμεων και να θέτει τα θεμέλια για σταδιακή ώθηση του YPG έξω από την προβλεπόμενη ουδέτερη ζώνη της Τουρκίας κατά μήκος των συνόρων. Με άλλα λόγια την ιδανική εναλλακτική της Άγκυρας απέναντι στην πιθανότητα μιας ακόμη αποτυχημένης στρατιωτικής επέμβασης. Σημαντικό είναι το γεγονός πως την συμφωνία των τριών πλευρών (Μόσχα- Άγκυρα- Δαμασκός) αυτόματα μειώνεται ο ρόλος των ΗΠΑ στην περιοχή, οι οποίες δεν βλέπουν με καθόλου καλό μάτι την προοπτική μιας συνεργασίας Ερντογάν Άσαντ.
Στο μεταξύ, εν μέσω του πλήθους δεσμεύσεων με τη συριακή κυβέρνηση, Τούρκοι αξιωματούχοι όπως ο υπουργός Εξωτερικών Μεβλούτ Τσαβούσογλου, ο υπουργός Άμυνας Χουλουσί Ακάρ και ο εκπρόσωπος του Ερντογάν, Ιμπραήμ Καλίν προσπάθησαν να αντισταθμίσουν τις όποιες αντιδράσεις με δηλώσεις υποστήριξης προς τη συριακή αντιπολίτευση και εκφράσεις της δέσμευσης της Τουρκίας σε μια δίκαιη συνταγματική διαδικασία εντός των παραμέτρων του ΟΗΕ. Μάλιστα, πραγματοποιήθηκε και σχετική συνάντηση στην Άγκυρα, όπου ουσιαστικά ο Τσαβούσογλου προσπάθησε να κάνει πολιτικό μασάζ στους αρχηγούς της συριακής αντιπολίτευσης. Παρά όμως τη χορωδία υποστήριξης από τους πολιτικούς συμμάχους και τους αντιπάλους του AKP, υπήρξαν δημόσιες διαδηλώσεις στην Τουρκία κατά της δέσμευσης καθώς και προειδοποιητικές δηλώσεις από τους συμμάχους του ΝΑΤΟ, οι οποίοι ασκούν πίεση στην τουρκική κυβέρνηση.
Την ίδια ώρα ο Άσαντ φαίνεται ότι ζητά πολλαπλά ανταλλάγματα, έχοντας κατανοήσει πόσο πολύ επιθυμεί η τουρκική πλευρά μια συμφωνία, κυρίως για λόγους φαίνεσθαι- διότι για την ουσία ουδείς μπορεί να μιλήσει με βεβαιότητα. Αναλυτές της Δύσης εκτιμούν ότι η πλήρης ομαλοποίηση μεταξύ Τουρκίας και Συρίας παραμένει μια μακρινή προοπτική. Όμως ένας συνδυασμός εκλογικών, οικονομικών και πιέσεων ασφαλείας στην Τουρκία, όπως και η επιθυμία της Ρωσίας να ελέγχει απόλυτα την περιοχή μέσω συμφωνιών που προτείνει, φαίνεται πως θα οδηγήσει τελικά την Άγκυρα να διαμορφώσει ένα νέο status quo με τη Ρωσία και τη Συρία κατά μήκος των νότιων συνόρων της.
Στην εξίσωση ας προσθέσουμε και ένα ακόμη γεγονός: ανήμερα της επίσκεψης Τσαβούσογλου στην Ουάσιγκτον και ενώ είχε γίνει ήδη γνωστή η δυσαρέσκια των ΗΠΑ για την πιθανότητα τουρκοσυριακής προσέγγισης, ο υπουργός Εξωτερικών της Ρωσίας Σεργκέι Λαβρόφ ανακοίνωσε μια νέα συνάντηση με τους ομολόγους του από την Άγκυρα και τη Δαμασκό με αντικείμενο συζήτησης τη Συρία. «Ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα είναι το Ιντλίμπ», είπε ο Ρώσος ΥΠΕΞ δίνοντας ουσιαστικά την διάσταση των διαφορών των δυο πλευρών.
Η αντίδραση των ανταρτών και των προσφύγων από την Συρία
Η δήλωση αυτή Λαβρόφ δεν έγινε τυχαία, καθώς η Hayat Tahrir al-Sham (HTS), η τζιχαντιστική ομάδα που κυριαρχεί στην πόλη Ιντλίμπ, φαίνεται πρόθυμη να επωφεληθεί από τη σύγχυση που επικρατεί ενόψει της προσέγγισης Άγκυρας Δαμασκού στις τάξεις των ανταρτών και να επεκτείνει τον έλεγχό της.
Δυνάμεις που συνδέονται με το επιχειρησιακό κομμάτι της ομάδας al-Fatah al-Mubin υπό την ηγεσία του HTS έχουν εξαπολύσει επιθέσεις κατά μήκος των γραμμών επαφής με κυβερνητικά στρατεύματα στο νότιο Ιντλίμπ, στο βορειοδυτικό Χαλέπι και στη βορειοανατολική Λατάκια, χρησιμοποιώντας τακτικές διείσδυσης, σύμφωνα με δημοσιεύματα του συριακού Τύπου. Σύμφωνα με άλλες πληροφορίες, οι συγκρούσεις εντάθηκαν όλη την προηγούμενη εβδομάδα, με ομάδες τζιχαντιστών που συνδέονται με την Al-Qaeda -όπως οι Firqat al-Ghuraba και Ansar al-Tawhid- να συμμετέχουν επίσης στις μάχες. Ο συριακός στρατός έστειλε ενισχύσεις σε αρκετές περιοχές στο νότιο και ανατολικό Ιντλίμπ καθώς και στη βάση 46 και σε μερικές πόλεις στα δυτικά του Χαλεπίου. Ο ηγέτης του HTS Αμπού Μοχάμαντ Αλ-Τζουλάνι παρουσιάζει τώρα την ομάδα του ως τον μοναδικό σημαιοφόρο της επανάστασης στη Συρία. Σε ένα βιντεοσκοπημένο μήνυμα στις 2 Ιανουαρίου με τίτλο «Δεν θα συμφιλιωθούμε» υποσχέθηκε να πολεμήσει μέχρι να ανατρέψει την κυβέρνηση στη Δαμασκό.
Πληροφορίες από την Τουρκία αναφέρουν πως ο Τούρκος Υπουργός Εξωτερικών Μεβλούτ Τσαβούσογλου στη συνάντηση που είχε στην Άγκυρα στις 3 Ιανουαρίου με μέλη της συριακής αντιπολίτευσης ζήτησε να αποτραπούν οποιεσδήποτε διαδηλώσεις εναντίον της Τουρκίας και διαβεβαίωσε την αντιπροσωπεία ότι η Τουρκία θα διατηρήσει την υποστήριξη της συριακής αντιπολίτευσης. Παράλληλα, η Τουρκία φαίνεται, σύμφωνα με συριακά κανάλια στο telegram που δημοσιεύουν φωτογραφίες και βίντεο, να μετακινεί επιπλέον μονάδες στρατιωτικού εξοπλισμού στη Συρία μέσω της συνοριακής διέλευσης Μπαμπ Αλ Σαλάμ.
Παράλληλα, πολλοί Σύριοι στην Τουρκία εμφανίζονται απρόθυμοι να επιστρέψουν όσο ο Άσαντ παραμένει στην εξουσία, φοβούμενοι διώξεις καθώς ήταν αντίθετοι προς την πολιτική του. Άλλοι φοβούνται την προοπτική να ξεριζωθούν ξανά μετά από μια δεκαετία αγώνα για να χτίσουν νέες ζωές στην Τουρκία.
Ενώ η στάση των ριζοσπαστών απέναντι στον τουρκοσυριακό διάλογο είναι ξεκάθαρη και οι φόβοι των προσφύγων που ζουν στην Τουρκία δικαιολογημένοι, υπάρχουν ερωτήματα για το τι θα συμβεί με τον SNA (Ελεύθερος Συριακός Στρατός που υποστηρίζεται από την Τουρκία όπως απακαλούνται οι αντίπαλοι του Άσαντ), τον οποίο η Άγκυρα έχει υποστηρίξει και κατευθύνει σύμφωνα με τα συμφέροντά της. Οι ισορροπίες παραμένουν λεπτές με την Τουρκία να καλείται να διαχειριστεί πάλι την κατάσταση ανάμεσα σε δυο βάρκες και την ρωσική πίεση σχεδόν ασφυκτική για συνεργασία με τον Άσαντ. Ο χρόνος πλέον- λόγω εκλογικής αναμέτρησης τον Μάιο – πιέζει τον Ερντογάν να λάβει μια απόφαση. Ποια θα είναι; Ενδεχομένως να εξαρτηθεί από τα ανταλλάγματα που θα ζητήσει ο Άσαντ ή από το πόσο πιεσμένος νιώθει ο ίδιος από την Δύση καθώς ήδη σε εξέλιξη βρίσκεται ένα νέο παιχνίδι ισχύος που αφορά την ένταξη Σουηδίας και Φινλανδίας στο ΝΑΤΟ.
*Διεύθυνση Σύνταξης Geopolitics & Daily News