Η σημαντική Ελληνο-Ιαπωνική στρατηγική συνεργασία
Γράφει ο Δημήτριος Τσαϊλάς *
Ζούμε στον κόσμο ενός ιστορικού σημείου καμπής και μπροστά στο πιο αυστηρό και πολύπλοκο περιβάλλον ασφαλείας από το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.
Οι παγκόσμιες αλλαγές ορίζουν μια νέα εποχή. Η παγκοσμιοποίηση και η αλληλεξάρτηση από μόνες τους δεν μπορούν να θεωρούνται εγγυητές για την ειρήνη και την ανάπτυξη σε ολόκληρο τον κόσμο. Η ελεύθερη, ανοιχτή και σταθερή διεθνής τάξη, η οποία επεκτάθηκε παγκοσμίως στη μεταψυχροπολεμική περίοδο, διακυβεύεται τώρα με σοβαρές προκλήσεις εν μέσω ιστορικών αλλαγών στις ισορροπίες ισχύος και εντεινόμενων γεωπολιτικών ανταγωνισμών. Εν τω μεταξύ, αναδύονται νέα ζητήματα όπως η κλιματική αλλαγή και οι κρίσεις πανδημιών, που απαιτούν διασυνοριακή συνεργασία μεταξύ των εθνών. Σήμερα, βρισκόμαστε σε μια εποχή όπου η αντιπαράθεση και η συνεργασία είναι περίπλοκα συνυφασμένες στις διεθνείς σχέσεις. Στο σύγχρονο κόσμο, οι προηγμένες δημοκρατικές χώρες, έχουν αφοσιωθεί στην υποστήριξη παγκόσμιων αξιών όπως η ελευθερία, η δημοκρατία, ο σεβασμός των θεμελιωδών ανθρωπίνων δικαιωμάτων και το κράτος δικαίου, και πρωτοστατούν στην προσπάθεια διαμόρφωσης συνύπαρξης της διεθνούς κοινωνίας. Πολλές χώρες σε όλο τον κόσμο, συμπεριλαμβανομένων των αναπτυσσόμενων χωρών, έχουν επίσης απολαύσει τους καρπούς της διεθνούς ειρήνης, σταθερότητας και οικονομικής ανάπτυξης σε αυτόν τον παγκοσμιοποιημένο κόσμο που έχει τις ρίζες του σε μια τέτοια τάξη. Ταυτόχρονα, ωστόσο, η δυσαρέσκεια που προέρχεται από τις διευρυνόμενες οικονομικές ανισότητες και άλλους παράγοντες δημιουργούν ανανεωμένα συναισθήματα εντάσεων τόσο στο εσωτερικό των κρατών, όσο και στις διακρατικές σχέσεις.
Σε ολόκληρο τον κόσμο, σημειώνονται ιστορικές αλλαγές στις ισορροπίες ισχύος, ιδιαίτερα στις περιοχές της Μεσογείου, του Ευξείνου πόντου και του Ινδο-Ειρηνικού.
Με γνώμονα τις δικές τους ιστορικές απόψεις και αξίες, τα έθνη με αυταρχικά καθεστώτα, που δεν μοιράζονται τις δημοκρατικές αξίες, κάνουν προσπάθειες να αναθεωρήσουν την υπάρχουσα διεθνή τάξη. Κατά τη διάρκεια σχεδόν ενός αιώνα, η ανθρωπότητα έχει επενδύσει στον καθορισμό μιας θεμελιώδους διεθνούς αρχής της γενικής απαγόρευσης της χρήσης βίας. Παρατηρούμε όμως ότι ορισμένα κράτη με αυταρχικά καθεστώτα, όπως η Τουρκία, η Ρωσία και η Κίνα, δεν μοιράζονται οικουμενικές αξίες και έχουν καταπατήσει απροκάλυπτα αυτήν ακριβώς την αρχή. Αυτό συνδυάζεται με συνεχιζόμενες μονομερείς αλλαγές στο status quo και απόπειρες οικειοποιήσεως περιοχών κυρίως στη θάλασσα, καταπατώντας κυριαρχικά δικαιώματα των γειτόνων τους. Επιπλέον, δεν μοιράζονται τις οικουμενικές αξίες, εκμεταλλεύονται προσεγγίσεις για να αναπτύξουν γρήγορα την οικονομία και τις επιστημονικές τεχνολογίες και στη συνέχεια, σε ορισμένους τομείς, αποκτούν υπεροχή έναντι αυτών που υπερασπίστηκαν τις αρχές της ελευθερίας και της οικονομίας της αγοράς. Αυτές οι κινήσεις αμφισβητούν την υπάρχουσα διεθνή τάξη, εντείνοντας έτσι τους γεωπολιτικούς ανταγωνισμούς στις διεθνείς σχέσεις.
Σε μια εποχή που εντείνεται ο γεωπολιτικός ανταγωνισμός, ανακύπτουν ζητήματα σε μέρη του κόσμου που απαιτούν παγκόσμια συνεργασία γενικότερα. Ζούμε σε μια εποχή όπου υπάρχει μεγαλύτερη επιτακτική ανάγκη από ποτέ για τη διεθνή κοινότητα να συσπειρωθεί σε συνεργασία πέρα από τις διαφορές στις αξίες, τις συγκρούσεις συμφερόντων και άλλες για χάρη της αντιμετώπισης αυτών των παγκόσμιων προκλήσεων που υπερβαίνουν τα εθνικά σύνορα που η ίδια η ύπαρξη της ανθρωπότητας τίθεται σε κίνδυνο, όπως η κλιματική αλλαγή και οι πανδημίες. Στρέφοντας τα μάτια μας στη γειτονική περιοχή, το περιβάλλον ασφαλείας του Ελληνισμού είναι τόσο αυστηρό και περίπλοκο όσο ποτέ άλλοτε από το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Η επιθετικότητα της Ρωσίας κατά της Ουκρανίας παραβίασε εύκολα τα θεμέλια των κανόνων που διαμορφώνουν τη διεθνή τάξη. Δεν μπορεί να αποκλειστεί η πιθανότητα να προκύψει παρόμοια σοβαρή κατάσταση στο μέλλον στις θαλάσσιες περιοχές της Μεσογείου και του Ινδο-Ειρηνικού.
Επιπλέον, οι στρατιωτικές συσσωρεύσεις, συμπεριλαμβανομένων των όπλων νέας τεχνολογίας, μη στελεχωμένων πλατφορμών και των βαλλιστικών πυραύλων, προχωρούν γρήγορα, σε συνδυασμό με αυξανόμενες πιέσεις με τη μονομερή αλλαγή του status quo με τη βία. Επίσης, καταστάσεις γκρίζας ζώνης σε νησιωτικά συμπλέγματα, υβριδικές απειλές με διασυνοριακές κυβερνοεπιθέσεις σε κρίσιμες μη στρατιωτικές υποδομές και πόλεμος πληροφοριών μέσω διάδοσης παραπληροφόρησης, λαμβάνουν χώρα συνεχώς, θολώνοντας έτσι περαιτέρω τα όρια μεταξύ έκτακτης ανάγκης εν καιρώ ειρήνης. Είναι πλέον δεδομένο ότι το πεδίο εφαρμογής της εθνικής ασφάλειας έχει επεκταθεί για να συμπεριλάβει και τομείς που προηγουμένως θεωρούνταν μη στρατιωτικοί, όπως ο οικονομικός, ο τεχνολογικός και άλλοι, και έτσι τα όρια μεταξύ στρατιωτικών και μη στρατιωτικών πεδίων δεν είναι πλέον σαφή. Ο Ελληνισμός αντιμετωπίζει επίσης δύσκολες προκλήσεις στο εσωτερικό, όπως η μείωση και η γήρανση του πληθυσμού με χαμηλό ποσοστό γονιμότητας και σοβαρή δημοσιονομική κατάσταση.
Συμπεράσματα
Προκειμένου να επιλύσει αυτές τις προκλητικές οικονομικές και κοινωνικές ατζέντες στο εσωτερικό και να επιφέρει οικονομική ανάπτυξη, η Ελλάδα χρειάζεται να εξασφαλίσει ένα διεθνές περιβάλλον που να ευνοεί τη διευκόλυνση των διεθνών οικονομικών και κοινωνικών δραστηριοτήτων, όπως το εμπόριο αγαθών, ενέργειας και τροφίμων που είναι απαραίτητα για βιομηχανίες και την κίνηση των ανθρώπων.
Σε αυτό το πλαίσιο, ο Ελληνισμός πρέπει να προστατεύσει τα δικά του εθνικά συμφέροντα, συμπεριλαμβανομένης της ειρήνης, της ασφάλειας και της ευημερίας της Ελλάδας, της ασφάλειας του πληθυσμού και της συνύπαρξης με τη διεθνή κοινότητα, προετοιμάζοντας σταθερά την εθνική άμυνα για το χειρότερο σενάριο, συμπεριλαμβανομένης της θεμελιώδους ενίσχυσης και εκσυγχρονισμού των δυνατοτήτων μας. Προς το σκοπό αυτό, εκτιμάται η προσπάθεια προώθησης ενός επιθυμητού περιβάλλοντος ασφάλειας, ασκώντας σθεναρή διπλωματία όχι μόνο με τους εταίρους στην ΕΕ, τα παράκτια κράτη της Μεσογείου και τους συμμάχους στο ΝΑΤΟ αλλά και με κράτη που μοιραζόμαστε παρόμοιες προκλήσεις όπως η Ιαπωνία.
Για να επιτύχουμε αυτούς τους στόχους, η Ελλάδα χρειάζεται μια στρατηγική που να ενσωματώνει τις εθνικές της απαντήσεις σε υψηλότερο επίπεδο, λαμβάνοντας μια πανοραμική άποψη των διαφορετικών διαστάσεων των διεθνών σχέσεων στο σύνολό τους, όπου η αντιπαράθεση και η συνεργασία είναι περίπλοκα αλληλένδετες, συμπεριλαμβανομένου του γεωπολιτικού ανταγωνισμού και των απαντήσεων στην παγκόσμια κλιμάκωση των προκλήσεων, με την πλήρη αξιοποίηση της συνολικής εθνικής ισχύος, συμπεριλαμβανομένων των διπλωματικών, αμυντικών, οικονομικών, τεχνολογικών δυνατοτήτων και των πληροφοριών.
*Ο Δημήτριος Τσαϊλάς είναι απόστρατος αξιωματικός του Πολεμικού Ναυτικού. Είναι επιστημονικός συνεργάτης και ερευνητής του Institute for National and International Security (INIS) και του Think Tank, Strategy International. Δίδαξε επί σειρά ετών στις έδρες Επιχειρησιακής Σχεδιάσεως καθώς και της Στρατηγικής και Ασφάλειας, σε ανώτερους Αξιωματικούς στην Ανώτατη Διακλαδική Σχολή Πολέμου.