19/04/2024

Οι επιπτώσεις του σεισμού σε Τουρκία και Συρία

Οι επιπτώσεις του σεισμού σε Τουρκία και Συρία

Γράφουν οι Γιώτα Χουλιάρα και Αλέξανδρος Νίκλαν*

 

Ήταν Αύγουστος του 2020 όταν στο λιμάνι της Βυρητού στον Λίβανο, σημειώθηκε μια τεράστια έκρηξη η οποία προκάλεσε τον θάνατο τουλάχιστον 220 ανθρώπων και καταγράφηκε ως μία από τις μεγαλύτερες μη πυρηνικές εκρήξεις στην Ιστορία. Η έκρηξη σημειώθηκε σε χώρο αποθήκευσης πυροτεχνημάτων και στη συνέχεια επεκτάθηκε σε χώρο όπου ήταν αποθηκευμένοι 2.750 τόνοι νιτρικού αμμωνίου με αποτέλεσμα να προκληθούν εκτεταμένες ζημιές και πολλοί τραυματισμοί (εκτός από τους νεκρούς). Αν και ο Λίβανος ήταν ήδη failed state και πριν από το τραγικό αυτό συμβάν, το αποτέλεσμα της έκρηξης ήταν η πολιτική αποσταθεροποίηση της χώρας, που με τη σειρά της οδήγησε σε πολλαπλά προβλήματα και βαθιά οικονομική και κοινωνική αβεβαιότητα. Δυστυχώς, οι καταστροφικοί σεισμοί που έπληξαν τον Φεβρουάριο την περιοχή των τουρκοσυριακών συνόρων αναμένεται να έχουν το ίδιο ακριβώς αποτέλεσμα σε πολλαπλάσιο μέγεθος, λαμβάνοντας υπόψη τα θύματα και τις καταστροφές που προκλήθηκαν στις δυο χώρες.  

Η καταστροφή από την σεισμική δόνηση  έρχεται σε μια ιδιαίτερη χρονική στιγμή για την περιοχή της Μέσης Ανατολής. Το γειτονικό Ιράν μαστίζεται από κρίση στο εσωτερικό του, η οποία δεν είναι μόνο αποτέλεσμα των δυτικών κυρώσεων, αλλά κυρίως οφείλεται στην επανάσταση των γυναικών που ξέσπασε τον περασμένο Σεπτέμβριο μετά τον θάνατο της 22χρονης, κουρδικής καταγωγής, Μάχσα Αμίνι. Παράλληλα, προβληματισμός επικρατεί για το εσωτερικό του Ισραήλ όπου οι συγκρούσεις μεταξύ Παλαιστινίων και Ισραηλινών έχουν αναζοπυρωθεί, θυμίζοντας προηγούμενα χρόνια και τρομάζοντας ειδικούς και αναλυτές, οι οποίοι φοβούνται μια νέα Παλαιστινιακή Ιντιφάντα. Τέτοιες φυσικές καταστροφές που αφήνουν έντονα το αποτύπωμα τους, όχι μόνο με τους νεκρούς αλλά και με τις κατεστραμμένες δομές, οδηγούν σε φτώχεια, ανέχεια και αβεβαιότητα την επόμενη ημέρα.Την ημέρα, δηλαδή,  που η διεθνής κοινότητα και η βοήθεια θα έχει αποχωρήσει, οι κάμερες και τα φώτα της δημοσιότητας θα έχουν στρέψει αλλού- πιθανόν στο επόμενο τραγικό συμβάν- την προσοχή τους και όσοι έχουν απομείνει ζωντανοί, θα επιχειρούν να επιβιώσουν στα χαλάσματα.

Στη περίπτωση της Τουρκίας θεωρούμε στο Geopolitics & Daily News σίγουρο ότι ο Ερντογάν θα προσπαθήσει να εκμεταλλευτεί την κατάσταση. Σε πρώτη φάση θα επιχειρήσει να εκτοπίσει τους πρόσφυγες από την Συρία, οι οποίοι βρέθηκαν στην περιοχή που επλήγη από το σεισμό προκειμένου να αποφύγουν τον εμφύλιο στη χώρα τους. Ήδη, όπως είχαμε αναφέρει και στα καθημερινά σημειώματα του Geopolitics, ο Ερντογάν επιθυμούσε να επιστρέψει στη Συρία τους πρόσφυγες που ζούσαν τα τελευταία χρόνια στην Τουρκία του, παρουσιάζοντάς το ως μια προεκλογική υπόσχεση προς τους ψηφοφόρους του, οι οποίοι εν μέσω της οικονομικής κρίσης, είχαν στρέψει τα πυρά τους προς τον προσφυγικό πληθυσμό.  Σε δεύτερη φάση, ο Ερντογάν θα επιχειρήσει να μεταφέρει τους κουρδικής καταγωγής πληθυσμούς που ζουν στις περιοχές που επλήγησαν από τον σεισμό στα μεγάλα αστικά κέντρα της χώρας, όπου θα χάσουν την επαφή με  την φυλή τους, αποδυναμώνοντας με τον τρόπο αυτό το κουρδικό στοιχείο, όσο είναι εφικτό.

Παράλληλα, με την κατάσταση έκτακτης ανάγκης που έχει κηρύξει στις επαρχίες που επλήγησαν, για τις οποίες θα μιλήσουμε αναλυτικότερα παρακάτω, θα εξετάσει με προσοχή τις επιλογές του. Αναλυτές και ειδικοί εκτιμούν ότι θα δρομολογήσει εκλογές σοκ και δέους – επρόκειτο για μια τακτική γνωστή και αγαπημένη για τον Ερντογάν, ο οποίος συσπειρώνει το κοινό του δίπλα του ως ο ηγέτης που θα τους σώσει απ΄όλα τα δεινά, γι΄αυτό αρέσκεται να δαιμονοποιεί αντιπάλους και να δαιμονοποιείται ο ίδιος από τη Δύση – είτε θα βρει ευκαιρία να τις ματαιώσει. Η αλήθεια είναι πως με βάση το τουρκικό σύνταγμα θα μπορούσε να αναβάλει τις εκλογές. Το αν θα το πράξει, θα εξαρτηθεί από τις εξελίξεις, καθώς ο Ερντογάν έχει αποδείξει ότι αντιμετωπίζει κάθε πρόκληση ως πολιτική ευκαιρία προκειμένου να αγκυλωθεί στην εξουσία. Παρόμοια χειρίστηκε και το «αποτυχημένο πραξικόπημα» του 2016. (Τα εισαγωγικά δεν μπήκαν τυχαία)

Εδώ θα πρέπει να τονίσουμε πως η Μεράλ Ακσενέρ, αρχηγός του αντιπολιτευόμενου Iyi (Καλό Κόμμα) είπε στον βετεράνο αρθρογράφο Μουράτ Γιέτκιν, δεδομένης της κλίμακας της καταστροφής, πως οι κάλπες μπορεί να χρειαστεί να αναβληθούν για τις 18 Ιουνίου, ημερομηνία που αντιστοιχεί στην επίσημη προθεσμία για τη διεξαγωγή του τρέχοντος γύρου. Αλλά η Ακσενέρ κατέστησε επίσης σαφές ότι δεν υπάρχει θέμα συμφωνίας της αντιπολίτευσης σε οποιαδήποτε επ’ αόριστον αναβολή.

Στη Συρία, από την άλλη, η ανθρωπιστική κρίση που ήταν ήδη παρούσα λόγω του πολυετούς εμφυλίου πολέμου, αναμένεται να  επιδεινωθεί. Σε χειρότερη μοίρα θα βρεθεί η ήδη ταλαιπωρημένη περιοχή της χώρας που ελέγχεται από την αντιπολίτευση (και την Τουρκία ουσιαστικά, καθώς δεν πρέπει να ξεχνάμε τον ρόλο της Άγκυρας στον εμφύλιο της Συρίας και την επιρροή της στις ανταρτικές ομάδες των φανατικών που δρουν στη συγκεκριμένη επικράτεια). Στα φαινόμενα φτώχειας και ανέχειας θα προστεθεί και ο φόβος μεταδιδόμενων ασθενειών που θα πλήξουν, όπως αναφέρουν γιατροί και ειδικοί, τους επιζώντες του σεισμού το επόμενο διάστημα. Οι διασωθέντες θα έχουν να αντιμετωπίσουν και την έλλειψη υποδομών, η οποία αποτελούσε ήδη πρόβλημα στη βορειοδυτική Συρία. Συχνά μια φυσική καταστροφή ή ένα γεωλογικό φαινόμενο χρησιμεύει για να υπογραμμίσει την ήδη υπάρχουσα δυσκολία και να την πολλαπλασιάσει. Η ζωή για τους φτωχούς του πλανήτη είναι εξαιρετικά επισφαλής και μαστίζεται από πολλαπλές, ταυτόχρονες κρίσεις, από τις οποίες η ανάκαμψη είναι συχνά αδύνατη. Οι πληγέντες στη βόρεια περιοχή της Συρίας βρίσκονται σε απείρως τραγικότερη κατάσταση από τους πληγέντες της Τουρκίας. Κρυώνουν, πεινούν και νιώθουν εξαντλημένοι. «Μιλάμε για εκτοπισμένους που έχουν ήδη χάσει τα σπίτια τους μια φορά και έχουν μείνει ξανά άστεγοι. Οι άνθρωποι θα πεθάνουν από το κρύο και κανείς δεν πρόκειται να τους μετρήσει στους σεισμούς [θύματα]. Οι άνθρωποι θα πεθάνουν από την πείνα και κανείς δεν θα τους μετρήσει. Χρειάζονται τόση βοήθεια» είχε αναφέρει κάτοικος της περιοχής στο Al Jazeera, δίνοντας με τις λέξεις του τα μελανά χρώματα της καταστροφής.    

Τα παραπάνω είναι πλέον σίγουρο πως θα λειτουργήσουν ως η κατάλληλη σπίθα για αναταραχή και ως γνωστό η αναταραχή φέρνει διατάραξη των ισορροπιών. Δεν αποκλείεται, μάλιστα, να έχουμε αναζωπύρωση των ομάδων των φανατικών. Θυμίζουμε πως η Χαμάς και η Χεζμπολάχ σε αντίστοιχες περιπτώσεις εκμεταλλεύτηκαν στρατόπεδα (camps) προσφύγων προκειμένου να εδραιώσουν την κυριαρχία τους. Η ιστορία έχει αποδείξει ότι οι φανατικοί βρίσκουν πεδίο δόξης λαμπρό όταν εκμεταλλεύονται τον ανθρώπινο πόνο, πουλώντας μια ανύπαρκτη ελπίδα.

 

Τουρκία: Ο σεισμός θέτει σε κίνδυνο την επανεκλογή του Ερντογάν ή αποτελεί την ευκαιρία που αναζητά ο Τούρκος πρόεδρος;

«Οι σεισμοί και άλλες φυσικές καταστροφές κλονίζουν τα πολιτικά συστήματα», γράφουν οι Bruce Bueno de Mesquita και Alistair Smith, συγγραφείς του βιβλίου «The Dictator’s Handbook: Why Bad Behavior is Almost Always Good Politics». Το βιβλίο το οποίο κυκλοφόρησε τον Σεπτέμβριο του 2011 εξετάζει πώς οι πολιτικοί αποκτούν και διατηρούν την πολιτική εξουσία.

Στο συγκεκριμένο βιβλίο, οι δυο συγγραφείς αναφέρουν πως τα κίνητρα των πολιτικών είναι «να έρθουν στην εξουσία, να παραμείνουν στην εξουσία και, στο βαθμό που μπορούν, να διατηρήσουν τον έλεγχο του χρήματος».

Το αν μια φυσική καταστροφή μπορεί να ανατρέψει μια κυβέρνηση, λένε οι συγγραφείς, εξαρτάται από δύο πράγματα: το μέγεθος του «νικητή συνασπισμού» του ηγεμόνα και πόσο καιρό είναι στην εξουσία (όσο περισσότερο τόσο το καλύτερο).

Ας πάρουμε λοιπόν την περίπτωση του Ερντογάν. Ο Τούρκος πρόεδρος βρίσκεται στην εξουσία εδώ και 20 χρόνια, είτε ως πρωθυπουργός είτε ως πρόεδρος με αυξημένες εξουσίες. Ο Ερντογάν έχει συνδέσει ουσιαστικά τη μοίρα της Τουρκίας με την πολιτική του επιβίωση,  παρουσιάζοντας εαυτόν ως ένα νέο πατέρα των Τούρκων και ιδιαίτερα των μουσουλμάνων.  Η επιλογή του να συμπορευθεί ιδεολογικά στο παρελθόν με τους Αδερφούς Μουσουλμάνους της Αιγύπτου και την Χαμάς στην Παλαιστίνη, η εμπλοκή του στον εμφύλιο της Λιβύης και της Συρίας και η στήριξη των ανταρτών που δρουν εναντίον του Άσαντ, ακόμη και η απόφαση του να μετατρέψει την Αγία του Θεού Σοφία από Μουσείο σε τέμενος, την στιγμή που ήδη η Κωνσταντινούπολη έχει πάρα πολλά τεμένη, αποδεικνύουν την επιθυμία του να έχει ηγετικό ρόλο στο σουνιτικό Ισλάμ. Ουσιαστικά, ο Ερντογάν με τις πολιτικές του κινήσεις τα τελευταία χρόνια, ειδικά από το καλοκαίρι του πραξικοπήματος κι έπειτα, κινείται δικτατορικά εντός της τουρκικής επικράτειας, φορώντας το μανδύα ενός εκλεγμένου από το λαό ηγέτη που δρα ελέω Αλλάχ.  

Ενώ, λοιπόν, οι  πολίτες θεωρούν τις δημοκρατίες υπεύθυνες για τη χρηστή διακυβέρνηση, ειδικά για την αντιμετώπιση καταστροφών και φαινομένων, όπως οι σεισμοί και περισσότερο κατά τη διάρκεια των εκλογικών ετών (για την Τουρκία είναι εκλογικό έτος το 2023 και έτος ιδιαίτερης σημασίας λόγω των 100 ετών από την ίδρυση της χώρας από τον Μουσταφά Κεμάλ), οι δικτατορίες, ακόμη και εκείνες με τον μανδύα της δημοκρατίας, έχουν την ικανότητα να αποτινάξουν με συγκεκριμένους χειρισμούς από επάνω τους την αντίστοιχη ευθύνη.

Σε πρώτη φάση, οι επιπτώσεις από τον σεισμό μοιάζουν προβληματικές για τον Τούρκο Πρόεδρο, ειδικά από την στιγμή που είναι αναγκασμένος να αντιμετωπίσει μια κρίσιμη εκλογική αναμέτρηση στις 14 Μαΐου, αλλά θα πρέπει να λάβουμε υπόψη μας πως αγωνίζεται χωρίς ουσιαστικό αντίπαλο. Η αντιπολίτευση, η οποία συσπειρώθηκε πίσω από τον άγευστο και άοσμο για το εσωτερικό της Τουρκίας, Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου, ηγέτη του Ρεπουμπλικανικού Λαϊκού Κόμματος (CHP), μπορεί να ασκεί κριτική για τα δρώμενα, αλλά δυσκολεύεται να πείσει τον Τούρκο ψηφοφόρο, ειδικά αυτόν που ζει στο εσωτερικό της χώρας. 

Σίγουρα, η  πίεση στον Ερντογάν είναι τεράστια με χιλιάδες νεκρούς  να  έχουν χάσει τη ζωή τους, αλλά αυτή εκδηλώνεται και, εν τέλει, εκτονώνεται με τις αποδοκιμασίες σε υπουργούς και βουλευτές της κυβέρνησής του.

Άξιο αναφοράς για να κατανοήσουμε καλύτερα την κατάτασταση είναι το γεγονός πως μεταξύ των 10 τουρκικών επαρχιών που βρίσκονται στη ζώνη της καταστροφής, επτά (Adiyaman, Malatya, Kilis, Gaziantep, Kahramanmaras, Osmaniye, Sanliurfa) ελέγχονται από δημάρχους του Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (AKP) του Ερντογάν. Το Ντιγιαρμπακίρ ελέγχεται από έναν διαχειριστή που έχει ορίσει η κυβέρνηση και μόνο δύο (Άδανα και Χατάι) διοικούνται από το κόμμα της αντιπολίτευσης. Με  άλλα λόγια, ο σεισμός χτύπησε την κεντρική εκλογική περιφέρεια του Ερντογάν και πρέπει να τους δείξει με κάθε τρόπο ότι μπορεί να τα καταφέρει με τις εκλογές που πλησιάζουν.  

Εξάλλου, όπως αναφέρει και ο Νικολό Μακιαβέλι στο έργο του «Ο Ηγεμόνας», είναι πιο σημαντικό για έναν πρίγκιπα (με την έννοια του άρχοντα) να τον φοβούνται παρά να τον αγαπούν, αν και θα πρέπει αν είναι δυνατόν να αποφεύγει το μίσος. Μπορεί άραγε ο Ερντογάν να αποφύγει το μίσος και να γυρίσει την λαϊκή οργή ως το κατάλληλο εργαλείο που θα του εξασφαλίσει μια εκλογική νίκη καθιστώντας τον απόλυτο άρχοντα στην ατελή δημοκρατία της Τουρκίας; Αυτό είναι ένα ερώτημα στοίχημα που ήδη έχει τεθεί στον στενό πυρήνα του κομματικού του επιτελείου. 

Στην περιοχή του Gaziantep (Γκαζιαντέπ) που επλήγη από τον σεισμό κατοικεί ένας συμπαγής αριθμός Κούρδων που στα τέλη της δεκαετίας του 2010 ανερχόταν στους 400.000 – 450.000 ανθρώπους. H επαρχία Kahramanmaras (Καχραμανμάρας) υπήρξε περιοχή όπου κατοικούσαν πολλοί Αρμένιοι και Αλεβήδες. Οι τελευταίοι μάλιστα δέχθηκαν διώξεις από τους Γκρίζους Λύκους το 1978, όταν συνέβη στην πόλη η σφαγή των Αλεβηδών. Γενικότερα, οι επαρχίες όπου χτύπησε ο σεισμός είναι οι περιοχές όπου ζουν φτωχοί Τούρκοι κουρδικής καταγωγής και εξισλαμισμένα χριστιανικά φύλα της Ανατολίας που πλέον αισθάνονται Τούρκοι, ζουν επίσης Σύριοι πρόσφυγες και Αρμένιοι. Δεν έχουν καμία απολύτως σχέση με τα μεγάλα αστικά κέντρα της Τουρκίας και ούτε με τους αστέρες πολιτικούς της αντιπολίτευσης, όπως είναι ο δήμαρχος της Κωνσταντινούπολης Εκρέμ Ιμάμογλου, ο δήμαρχος της Άγκυρας Μανσούρ Γιαβάς και ο δήμαρχος της Σμύρνης Τουντς Σογιέρ, οι οποίοι είναι εκείνοι που μπορούν να χτυπήσουν τον Ερντογάν σε δημοφιλία στα τουρκικά παράλια και τα μεγάλα αστικά κέντρα. Στην περιοχή που επλήγη από τον σεισμό δρα αποκλειστικά το δίκτυο Ερντογάν, το οποίο ο Τούρκος πρόεδρος έχει θέσει ήδη σε λειτουργία προκειμένου να παρουσιάσει τον εαυτό του ως εκείνον με τις διασυνδέσεις που θα προσφέρει διεθνή υποστήριξη στην Τουρκία αυτή την κρίσιμη στιγμή.

Στο μεταξύ, καθώς οι πολιτικοί ηγέτες μάχονταν στις ισοπεδωμένες νότιες επαρχίες, το κοινοβούλιο στην Άγκυρα ενέκρινε νομοθεσία κατάστασης έκτακτης ανάγκης  με τις ψήφους του AKP και του πολιτικού του συμμάχου, του Κόμματος Εθνικιστικού Κινήματος (MHP). Η πρόταση του Iyi για περιορισμό της κατάστασης έκτακτης ανάγκης σε ένα μήνα απορρίφθηκε. Η υπόλοιπη αντιπολίτευση καταψήφισε την πρόταση με το σκεπτικό ότι ο εκτελεστικός πρόεδρος είχε όλες τις εξουσίες για τη διαχείριση καταστροφών σύμφωνα με το τουρκικό σύνταγμα.

Η κατάσταση έκτακτης ανάγκης προκλήθηκε για ολόκληρη τη χώρα και μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα το 2016. Είναι αξιοσημείωτο πως παρέχει στην εκτελεστική εξουσία σαρωτικές εξουσίες, συμπεριλαμβανομένου του περιορισμού της μετακίνησης προς και από την πληγείσα περιοχή. Μπορεί επίσης να χρησιμοποιηθεί για τον περιορισμό των θεμελιωδών δικαιωμάτων, όπως η ελευθερία της έκφρασης και τα δικαιώματα των μέσων ενημέρωσης. Η Ένωση Δημοσιογράφων της Τουρκίας εξέφρασε την ανησυχία της ότι οι δημοσιογράφοι στο έδαφος είχαν ήδη αντιμετωπίσει πολλαπλά εμπόδια από την πλευρά των αρχών, ιδιαίτερα όταν ανέφεραν την έλλειψη διασωστών ή ήθελαν να κινηματογραφήσουν κτίρια που κατέρρευσαν.

Ορισμένοι παρατηρητές ανησυχούν ότι οι εξουσίες αυτές θα μπορούσαν επίσης να χρησιμοποιηθούν για την περαιτέρω καταστολή των επικριτικών μέσων ενημέρωσης- ήδη γίναμε μάρτυρες της υπολειτουργίας του Twitter κατά την περίοδο που ξένα σωστικά συνεργεία (ανάμεσά τους και το ελληνικό σωστικό συνεργείο) ήταν στην Τουρκία και αποθεώνονταν από τους πληγέντες.

Στο μεταξύ, ο Τούρκος πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, ο οποίος πραγματοποίησε την περιοδεία στην περιοχή του σεισμού με μια στάση στο Γκαζιαντέπ, το βιομηχανικό κέντρο της περιοχής και προπύργιο της διακυβέρνησής του για το Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (AKP), δεσμεύτηκε να την ανοικοδομήσει μέσα σε ένα χρόνο — ένα δύσκολο έργο καθώς περισσότερα από 900 κτίρια κατέρρευσαν μόνο στο Γκαζιαντέπ. Ενώ ο Ερντογάν είπε ότι ο αριθμός των κατεστραμμένων κτιρίων στην περιοχή ήταν περίπου 6.444, ντόπιοι δημοσιογράφοι λένε ότι ο αριθμός μπορεί να είναι πιο κοντά στα 9.000 με 10.000, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που καταστράφηκαν ανεπανόρθωτα.

Επισκεπτόμενος μια πόλη σκηνών με τη φιλόδοξη και πιστή στο κόμμα του δήμαρχο της Γκαζιαντέπ, Φατμά Σαχίν, ο Ερντογάν είπε ότι η τρίμηνη κατάσταση έκτακτης ανάγκης στην περιοχή θα συμβάλει στη διασφάλιση γρήγορων και αποτελεσματικών επιχειρήσεων διάσωσης και βοήθειας, τονίζοντας πως θα πράξει τα δέοντα στην καταπολέμηση των λεηλατών, των «τοκογλυφικών καρχαριών » και άλλων ομάδων που στοχεύουν στην εκμετάλλευση της κρίσης.

Τα τελευταία λόγια ήταν μια συγκαλυμμένη αναφορά στα κόμματα της αντιπολίτευσης, τα οποία έχουν επισημάνει τον Ερντογάν και την «ατομική διακυβέρνησή» του ως την αιτία για την αργή απόκριση στις επιχειρήσεις διάσωσης και βοήθειας. Με τις κρίσιμες διπλές εκλογές της Τουρκίας μόλις τρεις μήνες μακριά, οι πολιτικοί ηγέτες της έχουν όλοι να πουν πολλά και παχιά λόγια σε αυτούς τους κρίσιμους καιρούς. Καθώς η οργή του λαού μεγαλώνει μαζί με τον αριθμό των νεκρών, ο Ερντογάν έχει βρει τον τρόπο να φανεί ως ο σωτήρας του λαού. Ξεκίνησε τις συλλήψεις εργολάβων, στους οποίους αναμένεται να ρίξει και όλη την ευθύνη.

Παράλληλα, ο ρατσισμός, που υπήρχε ήδη, προς τους πρόσφυγες από την Συρία αυξάνεται. Την κατάσταση πυροδότησε ένα βίντεο που ανέβασε ένας ακροδεξιός πολιτικός. Ο Ουμίτ Οζντάγκ, που έχει κάνει εκστρατεία υπέρ της βίαιης απέλασης περίπου 3,7 εκατομμυρίων Σύριων, μοιράστηκε ένα βίντεο με πληγέντες που φέρεται να εμπλέκονται σε λεηλασίες στο Χατάι και στο Καχραμανμάρας. Ο Οζντάγκ ισχυρίστηκε ότι αυτοί που κάνουν το πλιάτσικο είναι πρόσφυγες από την Συρία. Το βίντεο έγινε viral, προκαλώντας πολλαπλές αντδράσεις και μηνύματα μίσους.  Ο Οζντάγκ κάλεσε την αστυνομία και τον στρατό να πυροβολήσουν τους Σύριους, προκαλώντας φόβους ότι οι εξοργισμένοι πολίτες θα πάρουν την κατάσταση στα χέρια τους αν δεν συλληφθούν όσοι είναι από την Συρία.

Η είδηση αυτή είναι ιδιαίτερα ανησυχητική και για την Ελλάδα, διότι είναι πολύ πιθανό ο Τούρκος πρόεδρος να επαναλάβει τα γεγονότα του Μαρτίου του 2020, όταν, μετά από δηλώσεις αξιωματούχων της τουρκικής κυβέρνηση, πυροδοτήθηκε ένα μεταναστευτικό κύμα άνευ προηγουμένου που ήθελε να εισβάλει στη χώρα μας. 

Διπλωματία, εξωτερική πολιτική και η ανάγκη για εξωτερικό εχθρό

Το 1999, ένας ισχυρός σεισμός έπληξε την περιοχή του Ισμίτ κοντά στην Κωνσταντινούπολη, προκαλώντας μια ανθρωπιστική, οικονομική και κοινωνική καταστροφή, οι επιπτώσεις της οποίας αντηχούν ακόμη και σήμερα στη γειτονική Τουρκιά. Η διεθνής υποστήριξη ξεχύθηκε στην Τουρκία και οι διαφορές της χώρας με άλλα κράτη, ιδιαίτερα με τη χώρα μας και το Ισραήλ, φάνηκαν να διαλύονται.  Κάποιοι ισχυρίζονται ότι ανάλογη κατάσταση επικρατεί και σήμερα, με αξιωματούχους να επιβεβαιώνουν ότι η Τουρκία θα εξομαλύνει τις σχέσεις της με την Ελλάδα, η οποία ανταποκρίθηκε άμεσα και έστειλε κάθε δυνατή βοήθεια. Είναι όμως αυτές οι τουρκικές δηλώσεις αληθινές ή γίνονται μέσα στο γενικότερο κλίμα προκειμένου η Τουρκία να κερδίσει χρόνο;

Στο Geopolitics εξ’αρχής εκφράσαμε την άποψη πως η τουρκική πολιτική και στρατηγική δεν αλλάζει και η εποχή της διπλωματίας των σεισμών έχει περάσει ανεπιστρεπτί. Μεγαλύτερη απόδειξη αποτελεί το γεγονός πως, κατά την πρόσφατη επίσκεψη του επικεφαλής του State Department, Άντονι Μπλίνκεν, στην Τουρκία, ασκήθηκε για μια ακόμη φορά πίεση για το ζήτημα των F-16, ενώ η χώρα βρίσκεται αντιμέτωπη με τόσα προβλήματα. Μοιάζει λες και η τουρκική κυβέρνηση αδιαφορεί για ό,τι συνέβη, θεωρώντας ως μέγιστο ζήτημα τον εξοπλισμό της απέναντι στην Ελλάδα.

Σ΄αυτό το σημείο καλό θα ήταν να ξεκαθαρίσουμε το εξής: Η Δύση θεωρεί την Τουρκία σύνθετο, ενδεχομένως και προβληματικό εταίρο, αλλά σίγουρα έναν εταίρο που δεν επιθυμεί να απολέσει, διότι αν συμβεί αυτό, ουσιαστικά θα τον σπρώξει ακόμη πιο βαθιά στην αγκαλιά της Ρωσίας. Οι σχέσεις μεταξύ Τουρκίας και ΗΠΑ δεν ήταν ειδυλλιακές, με τις διαδοχικές κυβερνήσεις στην Ουάσιγκτον να ακολουθούν μια ως επί το πλείστον ρεαλιστική προσέγγιση, η οποία τα τελευταία χρόνια είχε ως σκοπό περισσότερο να συμμορφώσει τον Ερντογάν λόγω της νέο-οθωμανικής ρητορικής του, παρά να μαλώσει την Τουρκία. Για τον λόγο αυτό, κατά τη διάρκεια της προεκλογικής του εκστρατείας, ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Τζο Μπάιντεν κατηγόρησε τον Ερντογάν ότι ακολουθεί αυταρχικές πολιτικές και είπε ότι η κυβέρνησή του θα υποστηρίξει ανοιχτά τους ηγέτες της αντιπολίτευσης στις εκλογές. (Το δικό της ρόλο σ΄ατή τη στάση του Αμερικανού προέδρου έχει παίξει και η ελληνική ομογένεια, η οποία ασκεί διπλωματία υψηλού επιπέδου  στις ΗΠΑ). Ως πρόεδρος, ωστόσο, ο Μπάιντεν ήταν πιο συμβιβαστικός. Το 2021, στο περιθώριο της συνόδου κορυφής των G20 στη Ρώμη, ο Μπάιντεν και ο Ερντογάν συμφώνησαν να σχηματίσουν κοινές επιτροπές για να επιλύσουν τις διαφορές τους. Και είναι πιθανό ότι οι δύο χώρες μπορούν να παραμερίσουν τα επίμαχα ζητήματά τους, να επικεντρωθούν στα κοινά τους συμφέροντα και να οικοδομήσουν έναν μηχανισμό για τη διαχείριση των διαφορών τους. Η ιστορία και η πραγματικότητα των τουρκοαμερικανικών σχέσεων, καθώς και οι τομείς συνεργασίας τους, διατηρούν αυτή τη σχέση. Καμία από τις δυο χώρες δεν έχει την πολυτέλεια να αποξενωθεί από την άλλη και αυτό η Ουάσιγκτον το γνωρίζει πολύ καλά.

Σε αντίθεση με τις ΗΠΑ, η σχέση της Τουρκίας με την Ευρώπη είναι διαφορετική. Λόγω των ψευδαισθήσεων που δημιούργησε η πολιτική του πρώτου προέδρου της χώρας, Μουσταφά Κεμάλ, υπάρχει η αίσθηση ότι οι κοσμικοί κύκλοι της Τουρκίας θα μπορούσαν να ενσωματωθούν στην Ευρώπη. Από την άλλη, αν η Ευρώπη δεχθεί την ένταξη της Τουρκίας, θα παραδέχεται ουσιαστικά ότι στα νοτιοανατολικά συνορεύει με το Ιράκ και την Συρία. Η αλήθεια είναι πως οι Ευρωπαίοι δεν επιθυμούν την ένταξη της Τουρκίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση και οι λόγοι δεν είναι άλλοι από το γεγονός ότι επιθυμούν να υφίσταται η τουρκική επικράτεια ως ένας χώρος που χωρίζει την κατεξοχή ευρωπαϊκή περιοχή από εκείνη της Μέσης Ανατολής. Για την Ευρώπη, η Τουρκία διαδραματίζει σημαντικό ρόλο ως σύνδεσμος με τον αραβικό και τον ισλαμικό κόσμο – χωρίς στην πραγματικότητα να αποτελεί μέρος της ίδιας της ηπείρου. Αυτή την σχέση όμως έχει βάλει σε κίνδυνο ο Ερντογάν, ο οποίος απειλεί με την οθωμανική πολιτική του να μετατρέψει τη χώρα του σε χαλιφάτο. Ας μην έχουμε αυταπάτες: είναι δεδομένο πως  εάν ένας υποψήφιος της αντιπολίτευσης κερδίσει τις επερχόμενες εκλογές, οι σχέσεις της Τουρκίας με την Ευρώπη και τις ΗΠΑ  θα βελτιωθούν αυτόματα και αυτό βάζει σε κίνδυνο τον αναβαθμισμένο ρόλο της Ελλάδας.

Ήδη στο όνομα της αλληλεγγύης προς τον τουρκικό λαό, φαίνεται να στήνεται μια επιδέξια παγίδα για τη χώρα μας  προκειμένου να ασπαστεί ως δεδομένο την ελληνοτουρκική φιλία.

Οι Έλληνες διασώστες κέρδισαν μεγάλη ευγνωμοσύνη από το τουρκικό κοινό για τη διάσωση ζωών στα ερείπια, αλλά πρέπει κανείς να αναγνωρίσει ότι αυτό δεν αρκεί για να γυρίσει μια νέα σελίδα στα ελληνοτουρκικά. Ας μην ξεχνάμε την ακραία ρητορική των προηγούμενων μηνών, αλλά και το γεγονός ότι οι ισλαμιστές της Τουρκίας υποστήριξαν την ιδέα ότι μόνο οι μουσουλμάνοι θα μπορούσαν να είναι αληθινοί αδελφοί μεταξύ τους, ενώ οι εθνικιστές προώθησαν το σύνθημα  ότι «Οι Τούρκοι δεν έχουν άλλους φίλους εκτός από τους Τούρκους». Βασιζόμενοι σε τέτοια συναισθήματα στη βάση τους, το κυβερνών Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης και ο σύμμαχός του, το Κόμμα του Εθνικιστικού Κινήματος, φρόντιζαν να δημιουργούν «εξωτερικούς εχθρούς», συχνά ως εκτροπή από τα εσωτερικά δεινά. Και η Ελλάδα, την οποία βλέπουν ως εμπόδιο για την δική τους ανάπτυξη, δεν μπορεί να θεωρηθεί ως φιλική χώρα. Αντιθέτως θεωρείται ο ιδανικός εξωτερικός εχθρός για να απορροφήσει κάθε κραδασμό.Επιπλέον, η Τουρκία δεν ήταν τόσο ευπρόσδεκτη στη βοήθεια των Ελληνοκυπρίων. Η προσφορά τους να στείλουν ομάδα έρευνας και διάσωσης απορρίφθηκε.

Στο μεταξύ, η Τουρκία ενδεχομένως να πάρει κάποια ανάπαυλα από την πίεση της Δύσης σχετικά με την ένταξη Σουηδίας και Φινλανδίας στο ΝΑΤΟ μετά τον σεισμό, αλλά όχι για πολύ. Οι δυτικές και άλλες χώρες έχουν στείλει ομάδες βοήθειας και διάσωσης για τις προσπάθειες ανακούφισης, αλλά οι διαφωνίες θα εμφανιστούν ξανά όταν οι ομάδες επιστρέψουν στην πατρίδα τους.

Πολιτικά, ο Ερντογάν, ο οποίος κρατά κλειστά τα χαρτιά του θα προσπαθήσει να εκμεταλλευτεί την στιγμή για να λάβει από την Δύση πολύτιμη βοήθεια, οικονομκή και άλλη. Εξάλλου γνωρίζει πολύ καλά πως ο σεισμός του 1999, που έπληξε  την Κωνσταντινούπολη, που αντιπροσωπεύει το 35% της τουρκικής οικονομίας ήταν εκείνος που τον οδήγησε στην ανάληψη της εξουσίας.  Πιστεύοντας τότε ότι το κατεστημένο κόμμα είχε κακοδιαχειριστεί την κατάσταση μέσω της διαφθοράς και του κακού σχεδιασμού, οι ψηφοφόροι εξέλεξαν τον Ερντογάν, ο οποίος παραμένει στην εξουσία από τότε και δεν είναι διατεθειμένος να την παραδώσει εξαιτίας ενός νέου σεισμού.

Συρία: Τα ερείπια του σεισμού ευκαιρία για τον Άσαντ

Για τον Άσαντ, ο σεισμός αποκλείεται να κλονίσει την εξουσία του, καθώς έχει αντιμετωπίσει πολλαπλές κρίσεις στο παρελθόν και τις ξεπέρασε. Στην πραγματικότητα αποτελεί μια ευκαιρία να πιέσει την υπόθεσή του για τον τερματισμό των διεθνών κυρώσεων προς τη χώρα του.

Ο Άσαντ ικανοποιεί εύκολα και τα δύο κριτήρια επιβίωσης που αναφέρονται στο βιβλίο «The Dictator’s Handbook»  παρά την ανθρωπιστική κρίση που πλήττει την Συρία και τους νεκρούς από τον σεισμό: είναι μακρόβιος ως πρόεδρος για περισσότερα από 22 χρόνια και κυβερνά μέσω μιας στενής εκλογικής περιφέρειας και ενός ισχυρού πυρήνα γύρω από την εξουσία του που τον καθιστά τον απόλυτο ηγέτη της χώρας. Επομένως, διατρέχει χαμηλό κίνδυνο να χάσει την εξουσία, καθώς οι ευθύνες για την κατάσταση που επικρατεί στην χώρα επιρρίπτονται στη Δύση – εχθρός εκτός- και όχι στον ίδιο, ούτε φυσικά στην αντιπλίτευση και τις αντάρτικες ομάδες  των φανατικών στα βόρεια της χώρας. Παράλληλα, διακρίνει μια ευκαιρία, όχι μόνο για να ελέγξει οποιαδήποτε διεθνή βοήθεια διοχετεύεται μέσω της κυβέρνησής του, αλλά και για να έρθει σε επαφή με την Δύση.

Ο σεισμός του δίνει την κατάλληλη ανθρωπιστική ευκαιρία για να κάνει έκκληση για την άρση των διεθνών κυρώσεων και για αποκατάσταση των σχέσεων με τις αραβικές χώρες. Καθώς, λοιπόν, οι αραβικές χώρες ανταποκρίθηκαν άμεσα στέλνοντας βοήθεια στη Συρία, οι κυρώσεις κατέστησαν σχεδόν αδύνατη την παροχή της στην περιοχή της βορειοδυτικής Συρίας. Οι ΗΠΑ ισχυρίστηκαν από την πλευρά τους ότι οι κυρώσεις δεν περιόριζαν τη διεθνή βοήθεια, αλλά υπήρχαν  απαγορεύσεις, ή τουλάχιστον μια «γκρίζα ζώνη», σχετικά με τη διανομή βοήθειας σε εδάφη που ελέγχονται από την κυβέρνηση. Τελικά, η πλευρά Άσαντ ανακοίνωσε ότι επιτρέπει τη διασυνοριακή βοήθεια, τόσο σε κυβερνητικά όσο και σε εδάφη που ελέγχονται από τους αντάρτες.

Υπενθυμίζουμε εδώ αυτό που είχαμε γράψει σε άρθρα μας τις προηγούμενες ημέρες, πως η επιχείρηση βοήθειας του ΟΗΕ παρεμποδίστηκε από το κλείσιμο της συνοριακής διέλευσης Μπαμπ Αλ-Χάουα μεταξύ Τουρκίας και Συρίας λόγω ζημιών που προκλήθηκαν στους δρόμους από τον σεισμό. Οι αξιωματούχοι του ΟΗΕ προσπαθούσαν να βρουν εναλλακτικές λύσεις, αλλά η γενική απογοήτευση με την αργή αντίδραση και την εγκατάλειψη της Συρίας παρέμεινε.  Εμπόδιο φυσικά αποτέλεσε και  το παρακλάδι της Αλ Κάιντα, η ομάδα Χαγιάτ Ταχρίρ Αλ-Σαμ, η οποία ελέγχει το μεγαλύτερο μέρος της επαρχίας Ιντλίμπ, που επηρεάστηκε από τον σεισμό. Η Χαγιάτ έχει χαρακτηριστεί ως τρομοκρατική ομάδα από τις Ηνωμένες Πολιτείες και το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ.

Την ίδια ώρα η αντιπολίτευση βρήκε την ευκαιρία να επικρίνει την κυβέρνηση Άσαντ για την άσχημη κατάσταση που επικρατεί στην περιοχή. Με τα χρόνια, οι αεροπορικές επιδρομές της Συρίας και της Ρωσίας στον πυκνοκατοικημένο θύλακα των ανταρτών ισοπέδωσαν ολόκληρες γειτονιές, κατέστρεψαν νοσοκομεία και δημιούργησαν ένα νέο κύμα εκτοπισμένων ανθρώπων. Άρα η ζωή όσων σώθηκαν από τον σεισμό, κινδυνεύει από την έλλειψη υποδομών, όπως αναφέρουν χαρακτηριστικά.

Πολιτικά, πάντως, ο Άσαντ δέχθηκε έναν καταιγισμό τηλεφωνημάτων συμπαράστασης από Άραβες ηγέτες. Ως ιδιαίτερα σημαντικό κρίνεται το τηλεφώνημα  από τον Αιγύπτιο Πρόεδρο Αμπντέλ Φατάχ αλ-Σίσι. Η Αίγυπτος και η Σαουδική Αραβία είναι οι αραβικές χώρες με τη μεγαλύτερη επιρροή στον αραβικό μουσουλμανικό κόσμο και δυο χώρες που κρατούσαν τον Σύριο πρόεδρο σε απόσταση. Η επιφυλακτικότητα της Σαουδικής Αραβίας πηγάζει από τη συμμαχία του Άσαντ με τον αιώνιο εχθρό τους, το Ιράν. Οι αναλυτές λένε ότι το κάλεσμα του Σίσι μπορεί κάλλιστα να προμηνύει περισσότερο μια επιτάχυνση μιας υπάρχουσας τάσης για επικοινωνία, παρά μια στροφή. Η ανθρωπιστική κρίση ενδέχεται να αποτελεί το πρόσχημα για την επιτάχυνση της ομαλοποίησης των σχέσεων των αραβικών χωρών με τη Συρία. Ας μην ξεχνάμε πως πρόσφατα γίναμε μάρτυρες αντίστοιχης προσπάθειας εξομάλυνσης των σχέσεων της Συρίας με την Τουρκία.

Πριν από τον σεισμό, ο Τούρκος πρόεδρος είχε δηλώσει πώς ήταν έτοιμος για μια συνάντηση με τον Άσαντ. Υπενθυμίζουμε εδώ πως η Τουρκία είναι ο κύριος χορηγός των σουνιτικών ανταρτών της αντιπολίτευσης που προσπάθησαν να ανατρέψουν τον Άσαντ και που τώρα βοηθούν την Άγκυρα να πολεμήσει τους υποστηριζόμενους από τις ΗΠΑ Κούρδους μαχητές στη βορειοανατολική Συρία, όταν δεν είναι απασχολημένοι να πολεμούν μεταξύ τους.

Ο Άσαντ επιμένει ότι η Τουρκία πρέπει πρώτα να αποσύρει τις δυνάμεις της από τις μεγάλες περιοχές της βόρειας Συρίας, που βρίσκεται αυτή τη στιγμή υπό την κατοχή της. Οι ζημιές από τον σεισμό  έχουν κάνει την κατάσταση σ΄αυτή την περιοχή δραματική και η Άγκυρα, τη δεδομένη χρονική στιγμή, δεν δύναται να το διαχειριστεί, οπότε ας μην προκαλέσει έκπληξη αν τελικά υπάρξει τουρκική απόσυρση από την περιοχή. Δεν αποκλείεται μάλιστα Άσαντ και Ερντογάν να συνασπιστούν και να κινηθούν εναντίον των Κούρδων που αποτελούν μόνιμο αγκάθι και για τους δυο και ελέγχονται ουσιαστικά από την Ουάσιγκτον.

 

 

 

 

 

 

  • Η Γιώτα Χουλιάρα είναι αρθρογράφος και διευθύντρια σύνταξης του Geopolitics και ο Αλέξανδρος Νίκλαν είναι σύμβουλος θεμάτων ασφαλείας και CEO του Geopolitics 

 

 

Facebooktwitterredditpinterestlinkedinmail
Geopolitics & Daily News Copyrights Reserved 2024