21 Φεβρουαρίου 1913: Η απελευθέρωση των Ιωαννίνων

Γράφει ο ιστορικός Παναγιώτης Γέροντας
Οι επιχειρήσεις των ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων στην Ήπειρο κατά τον Α’ Βαλκανικό Πόλεμο
Οι ελληνικές στρατιωτικές δυνάμεις υπό τον Αντιστράτηγο Κωνσταντίνο Σαπουντζάκη είχαν συγκεντρωθεί στην Άρτα κρατώντας αμυντική στάση διότι το σχέδιο προέβλεπε ότι μετά την απελευθέρωση της Μακεδονίας θα απελευθερώνονταν στρατεύματα για τις επιχειρήσεις στην Ήπειρο. Από τις 6 Οκτωβρίου 1912 όμως άρχισαν οι αψιμαχίες και ο Ελληνικός Στρατός προχώρησε σε επιθετικές επιχειρήσεις καταλαμβάνοντας την Φιλιππιάδα στις 12 Οκτωβρίου και την Πρέβεζα στις 21 Οκτωβρίου.
Η προέλαση του Ελληνικού Στρατού όμως ανακόπηκε λόγω των καιρικών συνθηκών, της οχυρής τοποθεσίας του Μπιζανίου που είχε ενισχυθεί και με πέντε μόνιμα πυροβολεία κατασκευασμένα από Γερμανούς και των οθωμανικών ενισχύσεων που είχαν καταφθάσει από το Μοναστήρι. Ο Ελευθέριος Βενιζέλος επιζητούσε την γρήγορη απελευθέρωση της Ηπείρου αλλά όταν ο Διάδοχος Κωνσταντίνος ανέλαβε την αρχηγία των επιχειρήσεων, βρήκε έναν στρατό περιορισμένο στις 28.000 άνδρες (από 40.000), ο οποίος είχε καταπονηθεί από τις απώλειες και τις δυσμενείς καιρικές συνθήκες. Εκτός των άλλων, ο Διάδοχος Κωνσταντίνος έφθασε ενώ οι επιθετικές επιχειρήσεις ήταν εν εξελίξει (7 Ιανουαρίου) αφού η αυτομόληση ένος αυτοκινήτου με δύο άνδρες προς τις οθωμανικές γραμμές δημιούργησε τον φόβο ότι μπορεί να προδιδόταν η διάταξη των ελληνικών γραμμών. Ο Διάδοχος ζήτησε ενισχύσεις από τον Βενιζέλο αλλά το αίτημα απορρίφθηκε• δεν μπορούσαν να φύγουν στρατεύματα από την Μακεδονία.
Την παραμονή της επίθεσης, στις 19 Φεβρουαρίου ο Ελληνικός Στρατός παρατάχθηκε τελικά ενισχυμένος με 41.000 άνδρες και 105 κανόνια, τα οποία άρχισαν να βάλουν κατά του Μπιζανίου έναντι 35.000 ανδρών του Εσάτ Πασά. Τις πρώτες πρωινές ώρες ο Ελληνικός Στρατός ξεκίνησε την επίθεση και με μάχες εκ του συστάδην και μέχρι το σπόγευμα της 21 Φεβρουαρίου είχε αναγκάσει τον Οθωμανικό Στρατό σε παράδοση. Στη διήμερη μάχη για την απελευθέρωση των Ιωαννίνων ο ελληνικός στρατός είχε 284 νεκρούς και τραυματίες. Οι απώλειες για τους Οθωμανούς ήταν 2.800 νεκροί και 8.600 αιχμάλωτοι.
Ιδιαίτερα πρέπει να εξαχθεί ο ηρωισμός του Ταγματάρχη Ιωάννη Βελισσαρίου, ο οποίος με το 9ο Τάγμα του 1ου Συντάγματος Ευζώνων κατάφερε να διεισδύσει ανάμεσα σε τρία οθωμανικά οχυρά που ακόμη δεν είχαν παραδοθεί (Χιντζηρέλου, Μπιζανίου και Καστρίτσας) και μαζί με τον Γεώργιο Ιατρίδη και το τάγμα του και να καταλάβει το χωριό Άγιος Ιωάννης συλλαμβάνοντας πολλούς αιχμαλώτους και κυριεύ8οντας μεγάλες ποσότητες πολεμικού υλικού του εχθρού.
Η Μοίρα του Ιονίου Πελάγους (Επιχειρήσεις Αμβρακικού Κόλπου και απελευθέρωση Πρέβεζας)
Η συγκρότηση της Μοίρας του Ιονίου Πελάγους σκοπό είχε την παρεμπόδιση του εφοδιασμού του Οθωμανικού Στρατού στην Ήπειρο, τον αποκλεισμό της Πρέβεζας προς το Ιόνιο, ούτως ώστε να παρεμποδιστεί ο έκπλους των εκεί ευρισκόμενων δύο οθωμανικών κανονιοφόρων και του τορπιλοβόλου Ἀττάλεια, την προστασία της παραλιακής οδού Αμφιλοχίας (Κραβασαρά) – Άρτας, μέσω της οποίας γινόταν ο εφοδιασμός του μαχόμενου στην Ήπειρο Ελληνικού Στρατού και τέλος την ελευθερία κινήσεως πέντε φορτηγών πλοίων εντός του Αμβρακικού Κόλπου, τα οποία μετέφεραν εφόδια και στρατό από Αμφιλοχία και Βόνιτσα προς Κόπραινα.
Η Μοίρα Ἰονίου αποτελούταν από τις τέσσερεις κανονιοφόρους Ἄκτιον, Ἀμβρακία, Α και Δ, τους ατμομυοδρόμονες Ἀλφειός, Εὐρώτας, Ἀχελῶος και Πηνειός καθώς και από τέσσερα εξοπλισμένα εμπορικά. Αρχηγός της Μοίρας ορίστηκε ο πλοίαρχος Ι. Δαμιανός, ο οποίος ύψωσε το σήμα του επί του Άκτιον.
Τέλη Σεπτεμβρίου, η Μοίρα συγκεντρώθηκε στη Λευκάδα. Για την προστασία των μεταφορών εντός του Αμβρακικού, αποφασίστηκε ο είσπλους εντός του κόλπου των κανονιοφόρων Α (κυβερνήτης και αρχηγός και των δύο υποπλοίαρχος Ν. Μακκάς) και Δ (υποπλοίαρχος Κ. Μπούμπουλης) στις 4 Οκτωβρίου, τις πρώτες πρωινές ώρες και πριν από την επίσημη κήρυξη του πολέμου.
Το εγχείρημα ήταν πολύ τολμηρό λόγω των εχθρικών επάκτιων πυροβολείων, τα οποία ευρίσκονταν στο βόρειο τμήμα της εισόδου του κόλπου που κατείχαν οι Οθωμανοί. Η νότια ακτή ήταν ελληνική (φρούριο Άκτιου), αλλά λόγω του αβαθούς τα ελληνικά πολεμικά θα έπρεπε να ακολουθήσουν πορεία, η οποία στο στενότερο σημείο του στομίου θα απείχε μόνο 300 μέτρα από το οθωμανικό φρούριο Παλιοσαραγάς. Τα ελληνικά πλοία είχαν την αποστολή να παραμείνουν στον ελληνικό τομέα του Αμβρακικού για να προστατεύσουν τις ελληνικές αποστολές ενισχύσεων από Αμφιλοχία προς Άρτα, Κόπραινα και Μενίδι, που απειλούνταν από τα οθωμανικά τορπιλοβόλα. Ο είσπλους είχε επιτυχή έκβαση.
Με την κήρυξη του πολέμου, η Μοίρα άρχισε περιπολίες έξω από το στενό της Πρέβεζας για να εμποδίσει την έξοδο των οθωμανικών πλοίων, ενώ παράλληλα οι δύο κανονιοφόροι προστάτευαν τις ελληνικές στρατιωτικές μεταφορές. Τα εχθρικά πολεμικά πλοία δεν ανέπτυξαν καμία εχθρική δράση ούτε κατά των ελληνικών κανονιοφόρων, ούτε αποπειράθηκαν να εξέλθουν προς το Ιόνιο. Αντίθετα, περιορίστηκαν σε περιπολίες υπό την προστασία των φρουρίων.
Στις 20 Οκτωβρίου, διετάχθη από τον αρχηγό Στρατού Ηπείρου, αντιστράτηγο Κ. Σαπουντζάκη, η κατάληψη του οχυρού της Νεάπολης και στη συνέχεια, η προέλαση προς Πρέβεζα. Η Μοίρα Ἰονίου είχε ως αποστολή την υποστήριξη της επιτιθέμενης στρατιωτικής δύναμης με κανονιοβολισμό των οχυρών θέσεων του εχθρού. Η επίθεση των στρατιωτικών δυνάμεων άρχισε στις 6 το πρωί, αλλά των ελληνικών πολεμικών λόγω θαλασσοταραχής στις 8 το πρωί. Λόγω του έντονου κυματισμού οι βολές δεν ήταν εύστοχες. Από την άλλη, οι ελληνικές κανονιοφόροι που ευρίσκονταν εντός του κόλπου άνοιξαν πυρ συγχρόνως της επίθεσης των στρατιωτικών τμημάτων από απόσταση 6.000 μέτρων. Τα οθωμανικά πλοία ευρισκόμενα υπό την προστασία επάκτιου πυροβολείου άρχισαν σφοδρό πυρ κατά των ελληνικών στρατιωτικών τμημάτων. Οι ελληνικές κανονιοφόροι έστρεψαν τα πυρά τους εναντίον των εχθρικών πλοίων από απόσταση 5.000 μέτρων. Οι βολές ήταν εύστοχες και τα οθωμανικά πλοία χτυπήθηκαν και εξόκειλαν, ενώ τα πληρώματά τους αφού τους έβαλαν φωτιά κατευθύνθηκαν προς Πρέβεζα. Την 3η απογευματινή, η Νικόπολη καταλήφθηκε. Οι ελληνικές κανονιοφόροι συμφώνως διαταγών του αντιστράτηγου Σαπουντζάκη έπρεπε να πλεύσουν νότια και να απασχολήσουν τα φρούρια της Πρέβεζας, ώστε να διευκολύνουν την προέλαση του Ελληνικού Στρατού. Τα ελληνικά πλοία κατευθύνθηκαν στη Βόνιτσα προς αναχορηγία πυρομαχικών και την επόμενη μέρα (21/10), στις 5 το πρωί, έπλευσαν προς Πρέβεζα. Η Πρέβεζα όμως, είχε ήδη συνθηκολογήσει.
Μετά την απελευθέρωση της Πρέβεζας η Μοίρα Ἰονίου διαλύθηκε. Παρέμειναν στο Ιόνιο Πέλαγος οι τέσσερεις ατμομυοδρόμονες υπό τον αντιπλοίαρχο Κ. Γεωργαντά με σκοπό τον αποκλεισμό των παραλίων μέχρι τον Αυλώνα. Οι κανονιοφόροι κατέπλευσαν στον Ναύσταθμο και ο πλοίαρχος Ι. Δαμιανός ανέλαβε την αρχηγία της Μοίρας των Εὐδρόμων υψώνοντας το σήμα του επί του Αρκαδία.
Σημείωση: Στην λιθογραφία (κεντρική φωτογραφία) εικονίζεται η παράδοση του Εσάτ Πασά και του Οθωμανικού Στρατού στον Διάδοχο Κωνσταντίνο και τον Ελληνικό Στρατό