Η ηρωική Έξοδος του Μεσολογγίου: Μια κομβική στιγμή στην ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως

Γράφει ο ιστορικός Παναγιώτης Γέροντας
Στις 10 Απριλίου του 1826, πραγματοποιήθηκε η ηρωική Έξοδος του Μεσολογγίου. Μια κομβική στιγμή στην ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως του 1821. Με τον εμφύλιο σπαραγμό, γνήσιο χαρακτηριστικό της φυλής μας, υπήρχε ο κίνδυνος όλα να σβήσουν και να χαθούν. Η Πελοπόννησος είχε σαρωθεί από τον Ιμπραήμ, ενώ ο Ελληνικός Στόλος, παρά τις προσπάθειες του Μιαούλη, ο οποίος είχε διασπάσει επανειλημμένως τον θαλάσσιο αποκλεισμό το 1825 αλλά απέτυχε να ενισχύσει τους πολιορκημενους τον Μάρτιο του 1826, αδυνατούσε λόγω της μη συντήρησης των πλοίων και της μη καταβολής των μισθών να ανταποκριθεί λυσιτελως στην αποστολή του.
Ο Μιαούλης με δραματικό τόνο ζητάει από τους προκρίτους της Ύδρας σε επιστολή του το “μηνιαίον”, τους μισθούς των ναυτικών για να μπορέσει να συνεχίσει τις επιχειρήσεις στο Μεσολόγγι (Αρχείο Ύδρας, τομ. 12, σελ 89-90). Στα Αρχεία της Ελληνικής Παλιγγενεσίας διαβάζουμε: “Ανεγνώσθη αναφορά προκρίτων Ύδρας, δια τας οποίας ζητούσι να πληρωθώσιν εις αυτούς 250.000 γρόσια, το δεύτερον μηνιαίον εις τα καράβια, τα οποία ημέραν παρ’ ημέραν επιστρέφουν από Μεσολόγγιον…” καταλήγοντας ότι χωρίς αυτά τα χρήματα ούτε το Μεσολόγγι μπορεί να σωθεί ούτε “ναυτικόν της Ύδρας μπορεί να υπάρξει πλέον” [Περίοδος Γ’, 7 Φεβρουαρίου 1826, 324η (μυστική) συνεδρίαση Βουλευτικού, τομ. 7ος, σελ 503].
Το φρούριο της πόλεως μετά την πρώτη πολιορκία (15 Απριλίου έως 12 Δεκεμβρίου 1825) είχε βελτιωθεί, κατόπιν των προσπαθειών του Αλέξανδρου Μαυροκορδάτου, του Βύρωνα και του μηχανικού Μιχαήλ Κοκκίνη. Η τάφρος έγινε βαθύτερη, ο μικρός περίβολος ενισχύθηκε με πύργους και πολύγωνα προτειχίσματα, πάνω στα οποία τοποθετήθηκαν 48 τηλεβόλα και 4 βομβοβόλα. Η νησίδα Βασιλάδι, μεταξύ της λιμνοθάλασσας και της θάλασσας, έγινε ένα είδος προκεχωρημένου οχυρού. Μετά την κατάληψη απο τους εχθρούς των στρατηγικής σημασίας νησίδων Βασιλάδι και Ντολμά, η πίεση στο Μεσολόγγι έγινε ασφυκτική. Στην Κλείσοβα, όμως, οι οθωμανικές δυνάμεις υπέστησαν δεινή ήττα (25 Μαρτίου) από ελάχιστους Έλληνες στρατιώτες υπό τους Κίτσο Τζαβέλλα και Κίτσο Πάσχο. Τα πολλά πολεμοφόδια που εγκατέλειψαν οι εχθροί καθώς και η προσωρινή ανύψωση του ηθικού των αμυνομένων δεν ήταν αρκετά για να αλλάξουν την μοίρα που περίμενε το “ένδοξο αλωνάκι”.
Ο Ελληνικός Στόλος εμφανίστηκε στις 30 Μαρτίου στο Μεσολόγγι, όμως παρά τις επίμονες προσπάθειές του και τη συμπλοκή του χωρίς ξεκάθαρο αποτέλεσμα με τον εχθρικό στόλο την 1η-2α Απριλίου, δεν κατάφερε να εφοδιάσει τους Μεσολογγίτες. Σε αυτήν τη χρονική συγκυρία φάνηκε ξεκάθαρα ότι τα πλοία του Ελληνικού Στόλου είχαν φθαρεί υπερβολικά από τη συνεχόμενη κίνηση και τις ναυμαχίες. Η Κυβέρνηση δεν είχε μεριμνήσει έτσι ώστε να αποκτηθούν νέες ναυτικές μονάδες, με αποτέλεσμα η μαχητική ικανότητα του Στόλου να έχει υποβιβασθεί σημαντικά.
Η πείνα θέρισε τον πληθυσμό. Άρχισαν να σφάζουν τα ζώα για να ζήσουν. Στο τέλος δεν είχε μείνει ούτε βατράχι ή ποντίκι στην πόλη. Αποφασίστηκε σε συμβούλιο οπλαρχηγών και προκρίτων στις 6 Απριλίου η έξοδος και ορίστηκε γι’ αυτή, η νύχτα του Σαββάτου του Λαζάρου προς Κυριακή των Βαΐων (9 προς 10 Απριλίου). Τα μεσάνυχτα, σύμφωνα με το σχέδιο, χωρίστηκαν σε τρεις ομάδες, υπό τους Δημήτριο Μακρή, Νότη Μπότσαρη και Κίτσο Τζαβέλα, με την ελπίδα να διασπάσουν τις εχθρικές γραμμές, επωφελούμενοι από τον αιφνιδιασμό των πολιορκητών. Νωρίτερα είχαν σκοτώσει τους Οθωμανούς αιχμαλώτους, ενώ στην πόλη παρέμειναν τραυματίες και γέροι.
Οι Ήρωες του Μεσολογγίου ακολουθώντας ως απόγονοι του Πλάτωνα τους “αναβαθμους της Αρετής” κατέστησαν εαυτούς πραγματικά ελεύθερους. Αντιμετώπισαν τον φόβο, την πείνα, την απελπισία ακόμα και τις σειρήνες της Άνοιξης. Αυτούς τους αναβαθμους μας δείχνει και ο εθνικός μας ποιητής Σολωμός στο ποίημα “Ελεύθεροι Πολιορκημένοι”.
Ας θυμηθούμε τα λόγια του ποιητή:
“Άκρα του τάφου σιωπή στον κάμπο βασιλεύει
Λαλεί πουλί, παίρνει σπυρί, κι η μάνα το ζηλεύει.Τα μάτια η πείνα εμαύρισε’ στα μάτια η μάνα μνέει
Στέκει ο Σουλιώτης ο καλός παράμερα και κλαίει:
«Έρμο τουφέκι σκοτεινό, τι σ΄έχω γω στο χέρι;
Οπού συ μου ‘γινες βαρύ κι ο Αγαρηνός το ξέρει»…”
και σε άλλο σημείο…
“Ο Απρίλης με τον Έρωτα χορεύουν και γελούνε,
Κι’ όσ’ άνθια βγαίνουν και καρποί τόσ’ άρματα σε κλειούνε.
Λευκό βουνάκι πρόβατα κινούμενο βελάζει,
Και μες στη θάλασσα βαθιά ξαναπετιέται πάλι,
Κι’ ολόλευκο εσύσμιξε με τ’ ουρανού τα κάλλη.
Και μες στης λίμνης τα νερά, όπ’ έφθασε μ’ ασπούδα,
Έπαιξε με τον ίσκιο της γαλάζια πεταλούδα,
Που ευώδιασε τον ύπνο της μέσα στον άγριο κρίνο·
Το σκουληκάκι βρίσκεται σ’ ώρα γλυκιά κι’ εκείνο.
Μάγεμα η φύσις κι’ όνειρο στην ομορφιά και χάρη,
Η μαύρη πέτρα ολόχρυση και το ξερό χορτάρι·
Με χίλιες βρύσες χύνεται, με χίλιες γλώσσες κραίνει·
Όποιος πεθάνη σήμερα χίλιες φορές πεθαίνει”.
Αν και πολιορκημένοι πέθαναν Ελεύθεροι
Οι Οθωμανοί τελικά κατέλαβαν το Μεσολόγγι, του οποίου η δεύτερη πολιορκία διήρκεσε ένα έτος, με τεράστιες απώλειες. Έχασαν περίπου 20.000 άνδρες, ενώ οι Έλληνες 11.000 αμάχους και πάνω από 2.500 μαχητές. Η Έξοδος του Μεσολογγίου προκάλεσε τον θαυμασμό της Δύσης. Στο Παρίσι, φοιτητές διαδήλωσαν ζητώντας την επέμβαση εκ μέρους της Κυβέρνησής τους υπέρ των Ελλήνων, ενώ ο Πάλμερστον μίλησε στην Αγγλική Βουλή κατηγορώντας τους Οθωμανούς για αγριότητα.
Η πτώση του Μεσολογγίου προκάλεσε πολιτικές εξελίξεις στους Επαναστάτες, με αποτέλεσμα την παραίτηση της Κυβέρνησης και τον ορισμό νέας υπό τον Ανδρέα Ζαΐμη, η οποία έπρεπε άμεσα να βρει χρήματα: πρώτον, για να αποκρούσει την εισβολή των Οθωμανών στην Αττική, αφού αμέσως μετά την πτώση του Μεσολογγίου ο Κιουταχής εισέβαλε στην Αττική με 11.000 άνδρες και 20 πυροβόλα· δεύτερον, για να αντιμετωπίσει την εχθρική ναυτική απειλή στα νησιά Ύδρα, Σπέτσες και Σάμο και τέλος, τρίτον, για να ενισχύσει με νέες ναυτικές δυνάμεις τον Ελληνικό Στόλο. Για αυτούς τους σκοπούς επομένως, χρησιμοποιήθηκαν τα εναπομείναντα χρήματα του δανείου του 1824, ένα σημαντικό ποσό που μαζεύτηκε από τον λαό του Ναυπλίου, καθώς και δωρεές Ευρωπαίων φιλελλήνων, από τις οποίες ξεχωρίζει αυτή του βασιλιά της Βαυαρίας, Λουδοβίκου.
Η Ελληνική Επανάσταση ζούσε την πιο σκοτεινή της στιγμή



Στη πρώτη προσωπογραφία του Βαυαρού Karl Krazeisen (Καρλ Κράτσαϊζεν) εικονίζεται ο Κίτσος Τζαβέλλας. Κατά τον Αναστάσιο Γούδα “ουδεμία συνέβη σπουδαία έφοδος, ούτε αποτελεσματική έξοδος χωρίς να αγωνισθεί και να δοξασθεί και ο Κίτσος Τζαβέλας”.
Στη δεύτερη προσωπογραφία εικονίζεται ο Γεώργιος Κουντουριώτης. Διετέλεσε πρόεδρος του Εκτελεστικού από τον Ιανουάριο του 1824 ως τον Απρίλιο του 1826. Έδωσε βάρος στις εμφύλιες συγκρούσεις περισσότερο παρά στον εθνικό αγώνα, σπαταλώντας και χρήματα των αγγλικών δανείων. Η μη ενίσχυση των επαναστατημένων περιοχών οδήγησε στο τέλος του αγώνα στην Κρήτη, στην καταστροφή της Κάσου και των Ψαρών και στην επιτυχή απόβαση του Ιμπραήμ στη Μεθώνη (26 Φεβρουαρίου 1825). Ελαφρυντικό στοιχείο ότι έδωσε μεγάλο μέρος της περιουσίας του στην εθνική υπόθεση.
Στη τρίτη εικονίζεται ο Ανδρέας Μιαούλης, ο οποίος προσπαθούσε με πολλές δυσκολίες να διατηρήσει ενωμένο και μάχιμο τον Στόλο λόγω έλλειψης χρηματοδότησης από την κυβέρνηση. Στη κεντρική εικόνα του άρθρο ο πίνακας του Θεόδωρου Βρυζάκη: Έξοδος του Μεσολογγίου.
About Post Author





