29/05/2023

Geopolitics & Daily News

Global news on Economy, Security, Politics and more

Βασικές Αρχές της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής

Γράφει ο ιστορικός Παναγιώτης Γέροντας 

Το τελευταίο διάστημα, μετά τους σεισμούς στην ανατολική Τουρκία είδαμε προς στιγμήν να αναβιώνει η λεγόμενη «διπλωματία των σεισμών». Τότε, το 1999, οι διαδοχικοί σεισμοί που έπληξαν τη Τουρκία και την Ελλάδα οδήγησαν σε μια κάποια βελτίωση των ελληνοτουρκικών σχέσεων. Δεν συνέβη όμως το ίδιο και φέτος αφού η οργανωμένη εισβολή των μεταναστών στον Έβρο, οι μεταναστευτικές ροές στο Αιγαίο, η κρίση με το Oruc Reis, η συνεχής προκλητική τουρκική ρητορική από φορείς του κυβερνώντος κόμματος (και του ίδιου του Ερντογάν) αλλά και της αντιπολίτευσης δεν άφησαν και πολλά περιθώρια για αυταπάτες.

Είναι εξόχως σημαντικό όταν μια χώρα έχει έναν τόσο επεκτατικό και αναθεωρητικό γείτονα, οι ιθύνοντες της απειλούμενης χώρας να προχωρούν στην απαραίτητη εχθρογνωσία, ήτοι την απόκτηση γνώσης για τον πολιτισμό και τις αρχές και τις αξίες του ούτως ώστε να προσπαθήσει να κατανοήσει κάπως την εθνική ιδέα του αντιπάλου – ανταγωνιστή. Η γνώση και η κατανόηση του εχθρού θα οδηγήσει σε μία λυσιτελή ανάλυση και τελικά πρόβλεψη των κινήσεων του. Με βάση το παραπάνω και το παρόν κείμενο θα προσπαθήσει να εξηγήσει τη συμπεριφορά του τουρκικού κράτους στα διεθνή ζητήματα και να καταλήξει σε κάποιες βασικές αρχές συμπεριφοράς.

Pan-Turkish Rally in Constantinople- March 2009

 

Η εθνική ιδέα των Τούρκων

Η Οθωμανική Αυτοκρατορία πιεζόταν να ακολουθήσει την οδό του εκσυγχρονισμού από δύο μέτωπα. Το πρώτο ήταν το εσωτερικό. Οι  συνεχόμενες ήττες της αυτοκρατορίας πρώτα από τους Γάλλους έπειτα  με την Ελληνική Επανάσταση του 1821 και τέλος από τους Ρώσους προκάλεσαν προβληματισμούς σε εκπροσώπους της οθωμανικής ελίτ. Το δεύτερο ήταν το εξωτερικό. Οι Ρώσοι απαιτούσαν μεταρρυθμίσεις εμφανιζομενοι ως προστάτες των Ορθοδόξων Χριστιανών.

Οι υπόλοιπες Μεγάλες Δυνάμεις προσπαθούσαν να εκσυγχρονίσουν τις δομές του κράτους για να διευκολύνουν την οικονομική τους διείσδυση. Χαρακτηριστικοί σταθμοί αυτής της πορείας ήταν ο Κριμαϊκός Πόλεμος (1853 – 1856) και το διάταγμα  Χαττ-ι-Χουμαγιούν (1856). Βασικός άξονας του κειμένου ήταν η αρχή της ισότητας των θρησκευτικών κοινοτήτων (μιλλέτ) της αυτοκρατορίας. Το Χαττ-ι- Χουμαγιούν αντιμετώπιζε τις θρησκευτικές κοινότητες ως εθνότητες με την δυτική έννοια του όρου. Το παραπάνω όμως ερχόταν σε αντίθεση με την  νομιμοποίηση της σουλτανικης εξουσίας, ενώ ενίσχυσε τις κεντροφυγες τάσεις.

Με τον Σουλτάνο Αμπντουλ Χαμίντ Β’ η Οθωμανική Αυτοκρατορία αποκτά το πρώτο της σύνταγμα το 1876. Παρ’ όλα αυτά ο παραπάνω Σουλτάνος ακολούθησε εχθρική στάση απέναντι στους Χριστιανούς της αυτοκρατορίας. Προωθούσε την οθωμανικοτητα στους μουσουλμανικους πληθυσμούς (Κούρδοι, Αλβανοί, Τσερκεζοι, Τουρκμενοι, Άραβες), ενώ οι Χριστιανοί προβάλλονταν ως εχθροί της οθωμανικής πατρίδας (vatan: πατρίδα – δεν είναι τυχαίο που τουρκική εφημερίδα του ομίλου Doğan Media Group, φίλα προσκείμενο στον Ερντογάν έχει αυτό το όνομα). Αποτέλεσμα της παραπάνω πολιτικής ήταν οι αντιπαραθέσεις και οι σφαγές Χριστιανών. Κυρίως θύματα οι Αρμένιοι (πρώτη σφαγή των Αρμενίων 1894 – 1896). Η απολυταρχία του Αμπντουλ Χαμίντ Β’ ακόμα και στις (νεο)τουρκικές πήγες αναφέρεται ως “σκοτεινή περίοδος”.

Η «οθωμανικότητα» ήταν η ισχυρή ταυτότητα στους Μουσουλμάνους και αυτή του Τούρκου ερχόταν δεύτερη. Ήταν μάλιστα ύβρις  να αποκαλέσει κάποιος τον Μέγα Βεζυρη (Πρωθυπουργός) αλλά και όποιον άλλο αξιωματούχο Τούρκο. Υπάρχει ιστορικό παράδειγμα: τον 19ο αιώνα ο Γάλλος συγγραφέας Leon Cahun για να κολακεψει Οθωμανο αξιωματούχο σε επιστολή του τού είπε ότι είχε μεγαλόπρεπη εμφάνιση που ήταν τυπικό τούρκικο χαρακτηριστικό. Έκπληκτος ο Γάλλος έλαβε την δριμεία απάντηση του Οθωμανου ότι είχε καταγωγή από την Δαμασκό και ότι δεν είχε καμία σχέση με τους χωριάτες. Παρ’ όλη την αραβική του καταγωγή, συνέχιζε, ήταν απόλυτα αφοσιωμένος στον Σουλτάνο και την Σημαία του[1].

Η ασταθής εθνική ιδέα των Τούρκων

Η αποτελεσματική λειτουργία μιας εθνικής κοινότητας καθορίζεται από την εθνική ιδέα της κοινότητας και το πόσο σωστά διατυπωμένη είναι. Η ελληνική κοινότητα τον 19ο αιώνα είχε την τύχη να διαθέτει μια ισχυρή πολιτισμική παράδοση δια μέσου της Ορθοδόξου Εκκλησίας αλλά και μία ισχυρή πνευματική ελίτ, προϊόν του Διαφωτισμού, που συγκρότησε την εθνική ιδέα. Ασχολίαστη η δήλωση γνωστής Ελληνίδας καθηγήτριας, η οποία υποστήριζε ότι η Ελλάδα δεν πέρασε Διαφωτισμό…

Η εθνική ιδέα πρέπει να απαντάει σε θεμελιώδη υπαρξιακά ερωτήματα. Ποιοί είμαστε; Από πού προερχόμαστε; Ποιός όμως είναι ο εθνικός μας στόχος; Ποιά είναι τα απωτατα γεωγραφικά μας όρια; Κατά την διάρκεια του 19ου αιώνα και στις πρώτες δεκαετίες του 20ου οι απαντήσεις στα παραπάνω ερωτήματα άλλαζαν. Άλλαζαν όμως με εθνική και λογική συνέχεια. Πολλά οφείλουμε στους μορφωμένους ανθρώπους αυτού του τόπου.

Η τουρκική εθνική ιδέα όμως δεν διαθέτει ούτε την ίδια σταθερότητα ούτε την ίδια σφριγηλότητα. Στα τελευταία χρόνια της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, επί βασιλείας Αμπντουλ Χαμίντ του Β’ θα γίνει μια προσπάθεια επανεφεύρεσης της οθωμανικότητας[2]. Είμαστε στην εποχή της έξαρσης των εθνικισμών. Τα βαλκανικά έθνη προωθούν τις διεκδικήσεις τους στα ευρωπαϊκά εδάφη της αυτοκρατορίας, ενώ οι Αρμένιοι διεκδικούν ένα σημαντικό κομμάτι της Μέσης Ανατολής. Η Οθωμανική Αυτοκρατορία θα απαντήσει με την προσπάθεια οργάνωσης της δημοτικής κρατικής εκπαίδευσης. Μέχρι τότε την εκπαίδευση την κατείχαν οι θρησκευτικές αρχές [βακούφια: (αραβικά: وقف)  αναφαίρετα φιλανθρωπικά ιδρύματα σύμφωνα με τον ισλαμικό νόμο, τα οποία συνήθως περιλαμβάνουν τη δωρεά ενός κτηρίου, οικοπέδου ή άλλων περιουσιακών στοιχείων για μουσουλμανικούς θρησκευτικούς ή φιλανθρωπικούς σκοπούς, χωρίς πρόθεση ανάκτησης των περιουσιακών στοιχείων]. Στόχος της οθωμανικής στοιχειώδους εκπαίδευσης ήταν οι μουσουλμανικοί πληθυσμοί της αυτοκρατορίας (Αλβανοί, Κούρδοι, Τουρκμενοι, Τσερκεζοι κλπ). Σε αυτά τα παιδιά μάθαιναν το Κοράνι, τις θρησκευτικές συνήθειες καθώς και την τουρκική γλώσσα.

 

 

Ziya Gökalp

Το Κόμμα της Ένωσης και της Προόδου, κοινώς οι Νεότουρκοι, άλλαξε την κατεύθυνση. Πλέον όλα έπρεπε να τουρκέψουν. Όλα έπρεπε να συντελέσουν στην δημιουργία του τουρκικού έθνους. Σημαντικός ιδεολογικός καθοδηγητής αυτής της αλλαγής ήταν ο Ζιγιά Γκιοκάλπ[3] (Mehmed Ziya Gökalp, 1876 – 1924). Υπήρξε ο πατέρας του ιδεολογικού ρεύματος του Παντουρκισμού και ως Νεότουρκος συνέβαλε διοικητικά στην οργάνωση του σχεδίου εθνικής εκκαθάρισης των χριστιανικών λαών μετά τους Βαλκανικούς Πολέμους. Στο τέλος, μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή, ανέλαβε την ιδεολογική ανασυγκρότηση της εθνικιστικής Τουρκίας. Η έννοια του Τούρκου βρέθηκε πιο πάνω από αυτήν του Μουσουλμάνου – Οθωμανού. Ο Κεμάλ Ατατούρκ και οι επίγονοι προσπάθησαν να καταπιέσουν την οθωμανικότητα κάτω από έναν κοσμικό εκσυγχρονισμό που όμως απευθυνόταν μόνο στην ελίτ του κράτους.

 

 

Από τον Παντουρκισμό στον Νεοοθωμανισμό

Ο Κεμάλ Ατατούρκ στην Μικρά Ασία διεξήγε έναν ταξικό πόλεμο που έγινε εθνικός.  Τα μουσουλμανικά στίφη είχαν ήδη ενωθεί με τα αισθήματα της έχθρας και του μίσους απέναντι στους Χριστιανούς «πλουσίους» που «λυμαίνονταν την οθωμανική πατρίδα» (vatan). Είναι χαρακτηριστική η περίπτωση του Τοπάλ Οσμάν, του αρχισυμμορίτη που έπαιξε πολύ ενεργό ρόλο στην εξόντωση των Αρμενίων και των Ποντίων. Αυτός λοιπόν, σύμφωνα με μαρτυρίες Ελλήνων της Κερασούντας, από μικρός δούλευε ως βοηθός (τσιράκι) σε ελληνικό ξυλουργείο της πόλης, γεγονός που του δημιούργησε σύμπλεγμα κατωτερότητας και απωθημένα απέναντι στους Έλληνες, οι οποίοι κυριαρχούσαν σε όλους τους τομείς στην κοινωνία της Κερασούντας.

Από το 1923 τα ετερόκλητα μουσουλμανικά στίφη έπρεπε να ομογενοποιηθουν σε ένα τουρκικό έθνος. Αυτή η προσπάθεια των κεμαλικών έπεσε στο κενό καθώς ακόμη και η προβολή της τουρκικής γλώσσας ως κοινό ενωτικό στοιχείο είναι κάτι το ουτοπικό. Παρά πολλές γλώσσες από πολλούς λαούς ομιλουνται στην τουρκική επικράτεια. Αυτό όμως δεν εμπόδιζε την Τουρκία να προσπαθεί να εξάγει αυτό το μοντέλο προς τα έξω. Μια Τουρκία που κοιτάζει προς τα μέσα, εκτιμώ ότι κοιτάζει προς την διάλυσή της.

Είναι κοινός τόπος ότι η Τουρκία συνεχώς εξάγει στο εξωτερικό την εσωτερική, διαρκή της κρίση. Δείγματα του παραπάνω είναι ο Παντουρανισμός και ο Παντουρκισμός. Και αν ο Παντουρανισμός, η ένωση όλων των λαών που μιλούν γλώσσες που ανήκουν στην ουραλοαλταϊκή οικογένεια, παρέμεινε στις «φιλοσοφικές συζητήσεις», ο Παντουρκισμος χρησιμοποιήθηκε κατά κόρον από την τουρκική πολιτική. Ο Παντουρκισμός ήταν ο πυρήνας της ιδεολογίας των Νεοτούρκων στις αρχές και τα μέσα του 20ου αιώνα, ενώ θα επανεμφανιστεί και πάλι στα τέλη της δεκαετίας του 1980 με τον Τουργκούτ Οζάλ (Halil Turgut Özal, 13 Οκτωβρίου 1927 – 17 Απριλίου 1993), ο οποίος ανέλαβε πρωθυπουργός και πρόεδρος της Τουρκίας.

Ανέφερε χαρακτηριστικά: «Ο τουρκικός κόσμος τον 21ο αιώνα θα κυριαρχήσει στη ζώνη που εκτείνεται από την Αδριατική μέχρι το Σινικό Τείχος και θα καταστεί κυρίαρχη δύναμη στον κόσμο». Η πολιτική του μάλιστα φάνηκε και στην πράξη με την συμμετοχή της Τουρκίας στον πόλεμο του Ναγκόρνο-Καραμπάχ (1988 – 1994) μεταξύ Αρμενίων και Αζέρρων στο πλευρό των τελευταίων. Η Εθνοσυνέλευση της Δημοκρατίας του Αρτσάχ ψήφισε την ένωση με την Αρμενία. Ακολούθησε αιματηρός πόλεμος με συνέπεια η κάθε πλευρά να κατηγορεί την άλλη για εθνοκαθάρσεις.

Ο σύγχρονος Νέο – οθωμανισμός του Ερντογάν αποτελεί συνέχεια του Παντουρκισμου αλλά με μια σημαντική διαφοροποίηση: το βάρος δεν δίνεται πια σε κάποιο τουρκικό έθνος αλλά στην πολιτισμική ταυτότητα του Οθωμανου. Με αυτόν τον τρόπο η Τουρκία προσπαθεί να εκμεταλλευθεί την διεθνικοτητα του Ισλάμ.

 

Declaration of the Young Turk Revolution by the leaders of the Ottoman millets in 1908

Η εξωτερική πολιτική της Τουρκίας

Μια από τις μεγαλύτερες παρανοήσεις της ελληνικής κοινής γνώμης αλλά και, όπως αποδεικνύεται διαχρονικά και των ταγών της εξωτερικής μας πολιτικής, είναι ότι στη Τουρκία «μάχονται» δύο πολιτικά μπλοκ, κεμαλιστές και μουσουλμάνοι, και ότι αυτά τα δύο μπλοκ έχουν διαφορετικές αντιλήψεις για τις εξωτερικές υποθέσεις της Τουρκίας. Η ολοκληρωτική σήψη και ήττα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και το μέγεθος της προσωπικότητας του Κεμάλ, οδήγησε στο να επικρατήσει η “κοσμική τάση”. Ο Κεμάλ προσπάθησε να δημιουργήσει ένα κοσμικό κράτος και οι κεμαλικοί κυβέρνησαν μονοκομματικά μέχρι και τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.

Στη συνέχεια, ήρθε το σχέδιο Μάρσαλ και οι Αμερικάνοι ενοχλημένοι με την ομοιότητα του τουρκικού μονοκομματισμού με τα σοβιετικά καθεστώτα επέβαλαν τον πολυκομματισμό. Ο Adnan Menderes με το «Δημοκρατικό Κόμμα» (Demokrat Partisi) κατέλαβε την εξουσία το 1950. Ο Μεντερές πέρα όλων των άλλων, είναι ο πρώτος που άνοιξε τις θύρες του κράτους για τη «μουσουλμανική τάση» επιτρέποντας τη λειτουργία κάποιων θρησκευτικών σχολείων. Δεν είναι τυχαία η επέμβαση του στρατού το 1960 και τελικά ο απαγχονισμός του το 1961. Το αστείο είναι ότι μία από τις κατηγορίες του καθεστώτος ήταν και το πογκρόμ που εξαπολύθηκε εναντίον των Ελλήνων της Κωνσταντινούπολης τον Σεπτέμβριο του 1955.

Το επόμενο ρήγμα ήρθε με τον Turgut Özal, ο οποίος έδωσε νέα ώθηση στη μουσουλμανική άποψη. Και η ώθηση ήταν οικονομική με τη προώθηση των ισλαμικών τραπεζών που δάνειζαν το λεγόμενο «κεφάλαιο της Ανατολής». Οι τράπεζες αυτές, επειδή στο Ισλάμ τόκος δεν υφίσταται, δάνειζαν τις ιδιωτικές εταιρείες της Ανατολής έχοντας μερίδιο στα κέρδη. Γίνονταν δηλαδή αντί για πιστωτές, επενδυτές[4] (για περισσότερα). Η γιγάντωση αυτού του ιδιωτικού κεφαλαίου το οδήγησε σε σύγκρουση με το κρατικό κεφάλαιο της δυτικής Τουρκίας. Το παραπάνω μεταφράστηκε σε πολιτική σύγκρουση. Ο Οζάλ πιθανώς δηλητηριάστηκε, ενώ ο Ερμπακάν ανατράπηκε με πραξικόπημα.

Αν δούμε την εξωτερική πολιτική της Τουρκίας όλο αυτό το διάστημα μπορούμε να διακρίνουμε τις εξής περιόδους:

Α) 1922-1945: εποχή της εσωστρέφειας. Η Τουρκία είναι προσανατολισμένη στην εσωτερική της οργάνωση. Το 1930 υπάρχει το ελληνοτουρκικό σύμφωνο φιλίας, ενώ από το 1933 συμμετέχει μαζί με την Ελλάδα στη Βαλκανική Συνεννόηση που στρεφόταν ουσιαστικά εναντίον της αναθεωρητικής Βουλγαρίας και της Ιταλίας. Είναι χαρακτηριστικό ότι η Ελλάδα το 1936 επέκτεινε τα χωρικά της ύδατα στο Αιγαίο από τα 3 ναυτικά μίλια στα 6 χωρίς καμία τουρκική αντίδραση. Αυτή τη περίοδο η οικονομία της Τουρκίας αρχίζει τη μεταστροφή της από την αγροτική παραγωγή προς τον τομέα της μεταποίησης. Η οικονομία της είναι κλειστή όπως και της Ελλάδος αυτή τη περίοδο.

Β) 1945 -1955: εποχή της ανάδυσης. Η Τουρκία, η οποία κήρυξε τον πόλεμο στη Γερμανία μόλις το 1945, αναδύεται ως σημαντικό κομμάτι της νοτιοανατολικής πτέρυγας του ΝΑΤΟ. Στις 28 Σεπτεμβρίου 1953 θα υπογραφεί από την Ελλάδα, την Τουρκία και τη Γιουγκοσλαβία το Βαλκανικό Σύμφωνο στην Άγκυρα που προέβλεπε την ενδεχόμενη δημιουργία μιας κοινής στρατιωτικής δράσης για τις τρεις χώρες. Οι σχέσεις Βελιγραδίου – Μόσχας ευρίσκονταν στο ναδίρ και το σύμφωνο ήταν ένας έμμεσος τρόπος ενδεχόμενης συμμαχικής στρατιωτικής εμπλοκής της Γιουγκοσλαβίας χωρίς αυτή να εισέλθει στο ΝΑΤΟ. Το 1955 ξεκινά το Κυπριακό και πραγματοποιείται και το πογκρόμ στους Έλληνες της Κωνσταντινούπολης. Η στροφή προς τη βιομηχανία συνεχίζεται και προχωρά η αστικοποίηση.

Γ)1955 – 2003: εποχή των διεκδικήσεων. Από το 1955 και μετά η Τουρκία προχωρά σε μια συνεχή αναθεωρητική συμπεριφορά. Αυτή η συμπεριφορά δεν αλλάζει με όποιον ηγέτη και να ευρίσκεται στην εξουσία, ενώ διατυπώνεται πλέον σαφώς η ιδέα περί περιφερειακής και παγκόσμιας δύναμης δια μέσου των ιδεολογημάτων του Παντουρκισμού και του Παντουρανισμού.

Δ) 2003 – 2022: εποχή του Νεοοθωμανισμού. Αργά αλλά σταθερά η Τουρκία αρχίζει να εξάγει το πολιτισμικό αφήγημα περί οθωμανικής κληρονομιάς[5] ιδιαίτερα στα Βαλκάνια και τη Μέση Ανατολή. Προβάλλεται ιδιαίτερα το αφήγημα περί εκπροσώπησης των μουσουλμάνων από τη Τουρκία.

Από τα παραπάνω προκύπτουν κάποιες αρχές της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής:

Α)Κεντρική και μακροπρόθεσμη σχεδίαση. Όπως αποδεικνύεται από τα ίδια τα εγχειρίδια και δημόσια έγγραφα της Τουρκίας, οι στόχοι της εξωτερικής της πολιτικής είναι σταθεροί και μακροπρόθεσμοι.

Β) Υπομονή στην εκτέλεση. Η Τουρκία επιδεικνύει μεγάλη υπομονή στην ευόδωση των στόχων της. Περιμένει το κατάλληλο γεωπολιτικό και γεωστρατηγικό περιβάλλον για να δράσει.

Γ) Παγκοσμιότητα. Είναι λάθος να θεωρούμε ότι η Τουρκία επικεντρώνεται στην Ελλάδα. Η τουρκική εξωτερική πολιτική είναι παγκόσμια[6]. Αυτό φαίνεται τόσο από τα εγχειρίδια που η ίδια η τουρκική διοίκηση εκδίδει διαχρονικά, όσο και από τους εκπεφρασμένους στόχους και δράσεις.

Δ)Οι εκπεφρασμένοι στόχοι είναι πραγματικοί στόχοι. Η Τουρκία ό,τι έχει εκφράσει ως στόχο δεν ήταν απλά ρητορικό σχήμα αλλά πραγματική πρόθεση που πραγματοποιήθηκε στη συνέχεια. Καμία «εθνικιστική ρητορική» δεν γίνεται μόνο για εσωτερική κατανάλωση.

Ε)Χρήση αφηγημάτων. Η Τουρκία χρησιμοποιεί διαφορά αφηγήματα προς εκπλήρωση των στόχων. Στην εξωτερική πολιτική ο κεμαλισμός ή ο νεοοθωμανισμός είναι το προπέτασμα των πραγματικών επιδιώξεων.

 

Table of Six leaders at the declaration meeting

Συμπέρασμα

Από όλα τα παραπάνω συνάγεται ότι η Τουρκία έχει συγκεκριμένους στόχους και επιδιώξεις που δεν αλλάζουν με τις κυβερνητικές μεταβολές. Αυτό για την Ελλάδα σημαίνει δύο πράγματα. Πρώτον, οφείλει να λαμβάνει πάντα σοβαρά τις στρατιωτικές απειλές της Τουρκίας και να θεωρεί την ελληνοτουρκική φιλία ως μια επικίνδυνη ψευδαίσθηση για τα ελληνικά συμφέροντα. Δεύτερον και κυριότερο, η ελληνική διπλωματία οφείλει να αναπτύξει την δική της αν όχι παγκόσμια, τουλάχιστον περιφερειακή στρατηγική. Οφείλει να πάψει να είναι «παρακολουθητική» των τουρκικών ενεργειών αλλά δημιουργική.

 

 

Μουσταφά Κεμάλ: Ο σφαγέας των Ελλήνων-Γιατί είναι ντροπή να τον αποκαλούμε Ατατούρκ

 

Όταν ο Ναζίμ Χικμέτ έγραφε ποίημα για την Άλωση της Πόλης

 

 

[1] Selim Deringil, The Well-protected Domains: Ideology and the Legitimation of Power in the Ottoman Empire, 1876-1909, Bloomsbury Publishing, 2011, σελ 8

[2] Πρόκειται για την οθωμανική πατρίδα, τη λεγόμενη vatan. “Because of the gradual retreat of Ottoman rule in the Balkans and the Caucasus, not only the Crimean Tatars but mllions of other Muslims left their lands and settled in the remaining Ottoman territories. They became known as muhajirs  in Turkey, which was derived from the word hijra and originally used for Muslims who fled persecution in Mecca and migrated to Medina. During the same era, while the Muslim population was starting to face the devastating impact of nationalism prevalent among Christians in the Balkans and the Caucasus, the modernizing ruling elites of the Ottoman Empire had the arduous task of creating an imperial patriotism based on homeland in place of ummah and the Abode of Islam […] they had to imagine and construct different political concepts in order to maintain the territorial integrity of the empire against the increasing nationalist movements and Western colonialism”. “Searching for a new Legitimacy: Ottoman Patriotism and Imperial Vatan” στο Behlül Özkan, From the Abode of Islam to the Turkish Vatan. The making of a national Homeland in Turkey, Yale University Press, 2012.

[3] Είναι χαρακτηριστικό ότι κατά ορισμένες πηγές ήταν κουρδικής καταγωγής.

[4] Χρήστος Τεάζης, Η δεύτερη μεταπολίτευση στην Τουρκία: Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν – Η άνοδος των μη προνομιούχων, εκδ. Πατάκη, Αθήνα, σελ 137-140. Τον ρόλο του Οζάλ στην ισλαμοποίηση της Τουρκίας μπορούμε να τον αποκρυπτογραφήσουμε και σε άρθρο του Κωνσταντίνου Χολέβα με τίτλο «Τουρκία: Υπαρκτός ή τεχνητός ο ισλαμικός κίνδυνος;» (Οικονομικός Ταχυδρόμος, Μάιος 1995, σελ 33) διαβάζουμε: «Το στρατιωτικό καθεστώς του Εβρέν, το οποίο κατέλαβε την εξουσία στις 12-9-1980 εν ονόματι του Κεμαλισμού, επέλεξε εν συνεχεία για την μετάβαση στον πολυκομματισμό τον Τουργκούτ Οζάλ, πολιτικό με δεδηλωμένες φιλοϊσλαμικές τάσεις. Ο Οζάλ έλαβε πολλά μέτρα υπέρ της τονώσεως του ισλαμικού φρονήματος». Με αριθμούς (στοιχεία ληφθέντα από την εφημερίδα Το Ποντίκι 5-1-1990): από το 1982 μέχρι το 1985 οι θεολογικές σχολές αυξήθηκαν από 2 σε 8. Τα τζαμιά από 20.000 έγιναν 72.000. Τα ισλαμικά ιδρύματα από 300 το 1980 έφθασαν τα 1520 το 1985. Δημιουργήθηκαν δύο ισλαμικές τράπεζες (Αλ Μπαράκα και Φεϋζαλ) και πάνω από 100 εκδοτικοί οίκοι. Τέσσερις ημερήσιες ισλαμικές εφημερίδες και 19 μηνιαία ή εβδομαδιαία ισλαμικά έντυπα.

[5] Η επιλογή του νεοθωμανισμού έναντι του κεμαλισμού πρώτον εργαλειοποιεί την θρησκεία και δεύτερον τοποθετεί υπό το καθεστώς της οθωμανικότητας τα χαμένα εδάφη ήτοι για την περιοχή μας τα Βαλκάνια και τα νησιά του Αιγαίου (η… vatan που αναφέρθηκε παραπάνω). Ο Αχμέτ Νταβούτογλου, ο «ιθύνων νους» του Νεοοθωμανισμού με το βιβλίο του Στρατηγικό Βάθος θα δηλώσει για τους εθνικοαπελευθερωτικούς πολέμους της περιοχής μας: «οι πόλεμοι αυτοί διέλυσαν τους οργανικούς δεσμούς που είχαν αποκτήσει οι λαοί αυτοί με την Οθωμανική Αυτοκρατορία κατά τα διάρκεια της Ιστορίας και δημιούργησαν προσωρινές και τεχνητές ταυτότητες και αντιπαλότητες. Τώρα ήλθε η ώρα να δώσουμε όλοι μας λογαριασμό γι’ αυτήν τη διασπαστική νοοτροπία-πολιτισμό […] Οι Τούρκοι, οι Άραβες, οι Ρωμιοί, οι Αλβανοί και πόσες άλλες εθνικές και θρησκευτικές ομάδες, που μέχρι μόλις πριν από δυο αιώνες ζούσαν όλοι μαζί στις πόλεις και τις γειτονίες μας, σήμερα έχουν αποκοπεί από την οργανική τους δομή. Δεν θα επιτρέψουμε άλλες αποχωρήσεις (σ.σ. εννοεί τους Κούρδους)».

[6] Είναι χαρακτηριστικός ο οραματισμός των Τούρκων για τον… παγκόσμιο ρόλο του Τουρκικού Ναυτικού. Διαβάζουμε: “To sum up, the Turkish Naval Forces are taking steps accordingly to have an operational fleet that is effective in the open seas in the future, undertakes important roles in NATO, and fulfills the requirements of modern naval warfare. With the contemporary force composition, TN aims to be among the most effective navies globally and take part in all kinds of projects that will help keep the peace all over the world”.  Tayfun Ozberk, “Analysis: The Future of the Turkish Navy”, Naval News < https://www.navalnews.com/naval-news/2021/02/analysis-the-future-of-the-turkish-navy/ > (πρόσβαση: 16 Απρ. 2023, 14:00). Ο Tayfun Ozberk δεν είναι ένας τυχαίος αναλυτής αλλά απόστρατος αξιωματικός του Τουρκικού Ναυτικού.

About Post Author

Facebooktwitterredditpinterestlinkedinmail
2023 Copyright © All rights reserved - Geopolitics & Daily News | Newsphere by AF themes.
Translate »
Geopolitics & Daily News Copyrights Reserved 2023