Το κρίσιμο πλαίσιο των σχέσεων Ερντογάν Δύσης και η συνάντηση με τον Έλληνα πρωθυπουργό
Γιώτα Χουλιάρα
Διεύθυνση Σύνταξης
Geopolitics & Daily News
Την πρώτη του επίσκεψη στς ΗΠΑ μετά την επανεκλογή του τον Μάιο πραγματοποιεί ο Τούρκος πρόεδρος. Πρόκειται για μια επίσκεψη η οποία έρχεται στον απόηχο της συμφωνίας του India-Middle East-Europe corridor και την αποτυχίας του Ερντογάν να πείσει τον Ρώσο πρόεδρο Βλάντιμιρ Πούτιν να επιστρέψει στην συμφωνία για τα σιτηρά (γνωστή ως συμφωνία της Μαύρης Θάλασσας) η οποία είχε ιδιαίτερη σημασία για την γεωπολιτική ανάδειξη της Τουρκίας και την οποία, ο Τούρκος πρόεδρος επιθυμούσε να «πουλήσει» ως τουρκική επιτυχία από το βήμα του ΟΗΕ.
Η επίσκεψη Ερντογάν έρχεται επίσης σε μια κρίσιμη περίοδο για τις σχέσεις της Άγκυρας με την Δύση και ενώ βρίσκεται σε εξέλιξη η σύσφιξη των επαφών της Τουρκίας με την Κίνα. Ας εξετάσουμε όμως τα γεγονότα αποσπασματικά.
Σχέσεις Άγκυρας Ουάσιγκτον
Οι σχέσεις Άγκυρας-Ουάσιγκτον φαίνεται να βρίσκονται σε αδιέξοδο. Η Άγκυρα μοιάζει να έχει ανατατωθεί ιδιαίτερα καθώς δεν βλέπει να προχωρά η προσφορά της για αγορά νέων μαχητικών αεροσκαφών F-16 από τις Ηνωμένες Πολιτείες. Ο Λευκός Οίκος, με τη σειρά του, είναι απογοητευμένος από την συνεχή αναβολή της σουηδικής επικύρωσης από την τουρκική εθνοσυνέλευση. Και οι δυο πλευρές μοιάζουν τη δεδομένη χρονική στιγμή απρόμυθες να υποχωρήσουν, επιθυμώντας να δουν την άλλη πλευρά να αναλαμβάνει δράση και παίζοντας ένα ιδιόρρυθμο «chicken game».
Η αβεβαιότητα γύρω από το θέμα της σουηδικής ένταξης τροφοδοτήθηκε περαιτέρω από τις δηλώσεις του Ερντογάν στο περιθώριο της συνόδου κορυφής της ομάδας G20 στην Ινδία. Παρά το γεγονός ότι ο κυβερνητικός συνασπισμός του έχει κοινοβουλευτική πλειοψηφία, ο Ερντογάν δήλωσε πως δεν είναι δική του απόφαση, αλλά του τουρκικού κοινοβουλίου εάν θα επικυρώσει την υποψηφιότητα της Σουηδίας, στέλνοντας ένα σαφές μήνυμα προς τον Αμερικανό πρόεδρο, ο οποίος συχνά πυκνά χρησιμοποιεί το αμερικάνικο Κογκρέσο για να δικαιολογήσει την αμερικάνικη κωλυσιεργία στο θέμα της αγοράς των F-16.
Ταυτόχρονα σχεδόν με τις δηλώσεις Ερντογάν, ήρθαν και οι δηλώσεις του ΥΠΕΞ της Τουρκίας Χακάν Φιντάν, ο οποίος είπε ότι η Τουρκία είναι προσηλωμένη στις κατανοήσεις που συμφώνησαν η Τουρκία και η Σουηδία στο περιθώριο των συνόδων κορυφής του ΝΑΤΟ στη Μαδρίτη πέρυσι και στο Βίλνιους τον Ιούλιο. Ωστόσο, οι τουρκικές και σουηδικές ερμηνείες αυτών των «κατανοήσεων» που επιτεύχθηκαν στο περιθώριο των συνόδων κορυφής του ΝΑΤΟ διαφέρουν πολύ, καθώς κάθε πλευρά έχει τη δική της ερμηνεία.
Η Άγκυρα υποστηρίζει ότι η Σουηδία, η οποία έχει ήδη τροποποιήσει το σύνταγμά της και τον αντιτρομοκρατικό νόμο για να αντιμετωπίσει τα αιτήματα της Τουρκίας, θα πρέπει επίσης να εκδώσει ή να απελάσει δεκάδες άτομα για τους φερόμενους δεσμούς τους με την τρομοκρατία. Η Στοκχόλμη, με τη σειρά της, υποστηρίζει ότι έχει ήδη εκπληρώσει το μέρος της συμφωνίας και τα υπόλοιπα βαρύνουν τους ώμους της Τουρκίας. Ο χρόνος περνά, ο Οκτώβριος, μήνας όπου ο Ερντογάν είχε υποσχεθεί ότι θα γίνει η επικύρωση της σουηδικής ένταξης στο τουρκικό κοινοβούλιο, φθάνει και τα περιθώρια ελιγμών της Τουρκίας συρρικνώνονται. Με άλλα λόγια ο Τούρκος πρόεδρος δεν μπορεί να παίζει σε βάθος χρόνου το συγκεκριμένο χαρτί και θα χρειαστεί είτε να κρατήσει την αρχική του υπόσχεση, δηλαδή την επικύρωση της σουηδικής ένταξης, είτε να ακολουθήσει τον δρόμο της Ουγγαρίας που επίσης δεν έχει δώσει το πράσινο φως. Φυσικά, η δεύτερη επιλογή δεν φαίνεται ρεαλιστική καθώς θα δυναμιτίσει ακόμη περισσότερο τις σχέσεις με τις ΗΠΑ υπονομεύοντας παράλληλα και τη θέση της Τουρκίας στο ΝΑΤΟ.
Τα παραπάνω επιδεινώνονται από το γεγονός ότι η κυβέρνηση Μπάιντεν επέβαλε κυρώσεις σε πέντε ακόμη εταιρείες που εδρεύουν στην Τουρκία επειδή βοήθησαν τη Ρωσία να αποφύγει τις αμερικανικές κυρώσεις και συνέδραμαν στην πολεμική προσπάθεια της Μόσχας στην Ουκρανία. Η κίνηση ήρθε μόλις λίγες μέρες πριν από την άφιξη Ερντογάν στη Νέα Υόρκη.
Μία από τις εταιρείες είναι η Margiana, η οποία σύμφωνα με τις ΗΠΑ είχε στείλει εκατοντάδες αποστολές σε δύο ρωσικές εταιρείες που ασχολούνται με την παραγωγή στρατιωτικών drones για χρήση στην Ουκρανία. Οι ΗΠΑ κατηγόρησαν μια άλλη εταιρεία, την Demirci Bilisim Ticaret Sanayi Limited Sirketi, ότι έστειλε «αισθητήρες και εργαλεία μέτρησης στη Ρωσία».
Δύο άλλες εταιρείες με έδρα την Τουρκία, η Denkar Ship Construction και η ναυπηγική εταιρεία ID Ship Agency, έγιναν στόχος κυρώσεων. Η CTL limited και ο ιδιοκτήτης της εταιρείας ID Ship, Ilker Dogruyol, επλήγησαν επίσης με κυρώσεις για την προσφορά εργασιών επισκευής σε ρωσικά πλοία που συνδέονται με τον ρωσικό στρατό και για την αποφυγή κυρώσεων με την αποστολή ηλεκτρονικών εξαρτημάτων δυτικής προέλευσης σε εταιρείες στη Ρωσία.
Το ψήφισμα του Ολομέλειας του ευρωκοινοβουλίου
Την Τετάρτη 13 Σεπτεμβρίου 2023, η ολομέλεια του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου υιοθέτησε ψήφισμα 2023 το οποίο με ψήφους 434 υπέρ, 18 κατά και 152 αποχές «ρίχνει πόρτα» στην τουρκική ένταξη στην ΕΕ. Πιο συγκεκριμένα, στο κεφάλαιο «Η περαιτέρω πορεία για τις σχέσεις ΕΕ-Τουρκίας» τονίζεται με έμφαση ότι η Ευρωβουλή «θεωρεί, δεδομένων όλων των ανωτέρω, ότι, ελλείψει δραστικής αλλαγής πορείας από την τουρκική κυβέρνηση, η διαδικασία ένταξης της Τουρκίας στην ΕΕ δεν μπορεί να συνεχιστεί υπό τις παρούσες συνθήκες· καλεί την τουρκική κυβέρνηση, τα θεσμικά όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και τα κράτη μέλη να άρουν το σημερινό αδιέξοδο και να προχωρήσουν προς μια στενότερη, δυναμικότερη και πιο στρατηγική εταιρική σχέση· συνιστά εν προκειμένω μια προσέγγιση με το υψηλότερο επίπεδο ευθύνης και αφοσίωσης και την έναρξη μιας διαδικασίας προβληματισμού για την εξεύρεση ενός παράλληλου και ρεαλιστικού πλαισίου για τις σχέσεις ΕΕ-Τουρκίας, το οποίο να περιλαμβάνει τα συμφέροντα όλων των εμπλεκόμενων μερών· καλεί, συνεπώς, την Επιτροπή να διερευνήσει πιθανές μορφές για ένα αμοιβαία ελκυστικό πλαίσιο μέσω μιας διεξοδικής και συμπεριληπτικής διαδικασίας, όπως μια εκσυγχρονισμένη συμφωνία εταιρικής σχέσης» (Παράγραφος 38 του Ψηφίσματος).
το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο εξέφρασε την πλήρη στήριξή του στην Αθήνα ενόψει των τουρκικών παράνομων ενεργειών επισημαίνοντας ότι «εκφράζει την ανησυχία του για τις δηλώσεις ορισμένων Τούρκων αξιωματούχων που αμφισβητούν την κυριαρχία ελληνικών νησιών· καλεί την Τουρκία να σέβεται την κυριαρχία όλων των κρατών μελών της ΕΕ επί των χωρικών υδάτων και του εναέριου χώρου τους, καθώς και όλα τα κυριαρχικά τους δικαιώματα, περιλαμβανομένου, μεταξύ άλλων, του δικαιώματος έρευνας και εκμετάλλευσης φυσικών πόρων, σύμφωνα με το ενωσιακό και το διεθνές δίκαιο· εκφράζει την πλήρη αλληλεγγύη του προς την Ελλάδα και την Κυπριακή Δημοκρατία· επαναλαμβάνει το αίτημά του προς την Τουρκία να επιδείξει γνήσια συλλογική δέσμευση για τη διευθέτηση της οριοθέτησης των αποκλειστικών οικονομικών ζωνών και της υφαλοκρηπίδας τόσο στο Αιγαίο Πέλαγος όσοτου και στην Ανατολική Μεσόγειο, με καλή πίστη και σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο και την αρχή των σχέσεων καλής γειτονίας, και να απόσχει από κάθε μονομερή παράνομη ενέργεια ή απειλή· εκφράζει βαθιά ανησυχία για το γεγονός ότι η Τουρκία εξακολουθεί να διατηρεί επίσημη απειλή πολέμου κατά της Ελλάδας (casus belli), σε περίπτωση που η τελευταία ασκήσει το νόμιμο δικαίωμά της να επεκτείνει τα χωρικά της ύδατα στα 12 ναυτικά μίλια στο Αιγαίο Πέλαγος, σύμφωνα με το άρθρο 3 της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για το Δίκαιο της Θάλασσας· καλεί όλους τους εμπλεκόμενους φορείς να ενεργούν καλόπιστα για την ειρηνική επίλυση των διαφορών» (Παράγραφος 34 του Ψηφίσματος).
Ελλάδα και Ισραήλ ως διέξοδοι;
Εν τω μεταξύ, αν και μια σημαντική βελτίωση στους δεσμούς ΗΠΑ-Τουρκίας είναι απίθανη, η περιφερειακή ώθηση της Τουρκίας για την αποκατάσταση των σχέσεων του με Ελλάδα και Ισραήλ αναμένεται να αντιμετωπισθεί με ιδιαίτερο ενδιαφέρον από τους Αμερικάνους. Οι συναντήσεις με τον Έλληνα πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη και τον πρωθυπουργό του Ισραήλ Μπενιαμίν Νετανιάχου στο περιθώριο της Συνόδου Κορυφής της Γενικής Συνέλευσης των Ηνωμένων Εθνών ενδεχομένως να είναι το διέξοδο που ο Τούρκος πρόεδρος επιθυμεί.
Η συνάντηση με τον Νετανιάχου θα σηματοδοτήσει την πρώτη συνάντηση μεταξύ τους μετά από χρόνια αντιπαράθεσης. Οι δύο χώρες αποκατέστησαν πλήρως τους διπλωματικούς δεσμούς τους πέρυσι μετά από περισσότερο από μια δεκαετία βαθύ παγώματος.
Η συνάντηση με τον Μητσοτάκη ενδεχομένως να χρησιμοποιηθεί καταλλήλως από την τουρκική πλευρά προκειμένου να δείξει ότι είναι το καλό παιδί που δεν δημιουργεί προβλήματα, ενώ η πραγματικότητα είναι άλλη.
Το σοβαρό οικονομικό ζήτημα
Εκτός από τη διπλωματική ώθηση, ο Ερντογάν, ο οποίος συνοδεύεται από πολλά μέλη του υπουργικού συμβουλίου, συμπεριλαμβανομένου του φιλικού προς τη Δύση υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών της χώρας Μεχμέτ Σίμσεκ, επιδιώκει επίσης να προωθήσει τις προσπάθειες της κυβέρνησής του να δελεάσει δυτικούς επενδυτές να ξεπεράσουν την τουρκική συναλλαγματική κρίση. Στο πλαίσιο αυτό έχει και η συνάντηση με τον Έλον Μασκ.
Ας μην λησμονούμε πως ο Ερντογάν έχει την επόμενη χρονιά αυτοδιοικητικές εκλογές και επιθυμεί να ρίξει χρήμα ώστε να μην χάσει από τους δημάρχους της αντιπολίτευσης τους μεγάλους δήμους της Κωνσταντινούπολης, της Σμύρνης και της Άγκυρας.