Άγια Νύχτα: Η ιστορία πίσω από το διάσημο χριστουγεννιάτικο τραγούδι και η ανακωχή των Χριστουγέννων
Γράφει η Γιώτα Χουλιάρα
Το τραγούδι «Άγια Νύχτα » (γερμ. Stille Nacht, heilige Nacht) είναι το διεθνώς γνωστότερο Χριστουγεννιάτικο τραγούδι. Γράφτηκε στις αρχές του 18ου αι. και συνθέτες του είναι οι Αυστριακοί Φραντς Ξάβερ Γκρούμπερ (Franz Gruber) και Γιόζεφ Μορ (Joseph Mohr).
Για χρόνια οι δημιουργοί του ήταν άγνωστοι και πολλοί απέδιδαν την πατρότητα του τραγουδιού σε διάσημους κλασσικούς συνθέτες, όπως τον Μότσαρτ, τον Μπετόβεν τον Χάυντν ή θεωρούσαν ότι επρόκειτο για κάποιο παραδοσιακό γερμανικό νανούρισμα.
Η «Άγια Νύχτα» πρωτοτραγουδήθηκε τις παραμονές των Χριστουγέννων του 1818 στην εκκλησία του μικρού χωριού Όμπερντορφ (Oberndorf) στην περιοχή του Σάλτσμπουργκ της Αυστρίας. Οι στίχοι είχαν γραφεί δύο χρόνια νωρίτερα, το 1816, από τον νεαρό εφημέριο του χωριού Γιόζεφ Μορ, όπως έγινε γνωστό από ένα χειρόγραφο που ανακαλύφθηκε το 1995 και φέρει την υπογραφή του εφημέριου. Το χειρόγραφο χρονολογείται από τους μελετητές το 1820. Στην αριστερή πλευρά αναγράφεται η ημερομηνία συγγραφής των στίχων και στην άνω δεξιά γωνία η ένδειξη «Melodie von Fr. Xav. Gruber».
Σήμερα φυλάσσεται στο Carolino Augusteum Museum του Σάλτσμπουργκ. Μετά την πρώτη εκτέλεση το τραγούδι ξεχάστηκε, καθώς μάλιστα οι δρόμοι των δύο συνθετών χώρισαν, αφού καθένας τους μετακινήθηκε σε διαφορετικό τόπο.
Το 1825, ο τότε εφημέριος της εκκλησίας του Όμπερντορφ κάλεσε έναν τεχνίτη ονόματι Καρλ Μαουράχερ (Karl Mauracher) για να επισκευάσει το εκκλησιαστικό όργανο του ναού. Αυτός ανακάλυψε στο πίσω μέρος του οργάνου πεταμένο ένα αντίγραφο του τραγουδιού. Έδωσε το τραγούδι στην οικογένεια Στράσερ (Strasser) που ζούσε στο Τυρόλο και συνήθιζε να ταξιδεύει σε διάφορες πόλεις της Γερμανίας και να τραγουδάει σε γιορτές.
Έτσι, η «Άγια Νύχτα» άρχισε να διαδίδεται στις γερμανικές χώρες και σύντομα έγινε ιδιαίτερα δημοφιλής. Το 1839, μια άλλη οικογένεια τραγουδιστών από το Τυρόλο παρουσίασε το τραγούδι στην Νέα Υόρκη, ξεκινώντας τη διάδοση της «Άγιας Νύχτας» στον αγγλόφωνο κόσμο. Στην αγγλική μεταφράστηκε το 1863 από τον Τζον Φρίμαν τον Νεότερο, με μελωδία ελαφρώς διαφορετική του αυστριακού πρωτοτύπου.
Το 1840, εκδόθηκε πρώτη φορά με την ένδειξη «αγνώστου συνθέτη». Υπήρξε το αγαπημένο τραγούδι του βασιλιά Φρειδερίκου-Γουλιέλμου Δ΄ της Πρωσσίας, ο οποίος διέταξε την διεξαγωγή έρευνας για τον εντοπισμό των δημιουργών του. Οι έρευνες ξεκίνησαν το 1854 και τελικά κατέληξαν τόσο στη γνωστοποίηση των Μορ και Γκρούμπερ, όσο και του θρύλου γύρω από τις συνθήκες που γράφηκε το τραγούδι και που μέχρι πρόσφατα θεωρείτο αληθινή ιστορία.
Ο Θρύλος
Σύμφωνα με την πιο γνωστή εκδοχή του θρύλου, την προπαραμονή των Χριστουγέννων του 1818, στο μικρό χωριό του Όμπερντορφ στην περιοχή του Σάλτσμπουργκ, κατά τη διάρκεια της Θείας Λειτουργίας ξαφνικά χάλασε το μοναδικό εκκλησιαστικό όργανο της εκκλησίας. Ένοχοι ήταν τα ποντίκια που είχαν ροκανίσει τα διάφορα μέρη του παλιού οργάνου. Μετά τη Λειτουργία ο εφημέριος Γιόζεφ Μορ κάλεσε το δάσκαλο του χωριού και οργανίστα της εκκλησίας Φράντς Γκρούμπερ για να βρουν κάποια λύση, αφού δεν μπορούσαν να αποδώσουν τον χριστουγεννιάτικο ύμνο χωρίς εκκλησιαστικό όργανο. Αποφάσισαν τελικά να γράψουν ένα χριστουγεννιάτικο τραγούδι για κιθάρα και ο δάσκαλος αποσύρθηκε στο δωμάτιό του πάνω από το σχολείο, περιμένοντας τους στίχους του τραγουδιού που θα έγραφε ο εφημέριος. Το γαλήνιο χιονισμένο τοπίο ενέπνευσε τον πατέρα Μορ, που φαντάστηκε ότι σε μια τόσο γαλήνια και ήρεμη νύχτα θα ήρθε στον κόσμο το Θείο Βρέφος. Οι σκέψεις αυτές έγιναν οι πρώτοι στίχοι του καινούριου τραγουδιού.
Αργά τη νύχτα, όταν ο νεαρός εφημέριος τελείωσε τη συγγραφή, έτρεξε στο δωμάτιο του δασκάλου. Τα όμορφα λόγια του τραγουδιού συγκίνησαν τον Γκρούμπερ που έβαλε τα δυνατά του για να συνθέσει μία εξίσου ωραία μελωδία. Μέχρι τα ξημερώματα το τραγούδι ήταν έτοιμο και τη νύχτα της παραμονής, στη Λειτουργία των Χριστουγέννων, στη θέση του χριστουγεννιάτικου ύμνου οι δύο συνθέτες άρχισαν να ψάλλουν την «Άγια Νύχτα».
Όταν τελείωσαν, μια απέραντη σιωπή επικρατούσε στην εκκλησία, φέρνοντας τον πατέρα Μορ και τον Γκρούμπερ σε αμηχανία. Τότε όμως μια γλυκιά γυναικεία φωνή άρχισε να τραγουδάει κατανυκτικά τους στίχους του νέου ύμνου. Σιγά-σιγά όλο το εκκλησίασμα άρχισε να συμμετέχει, ψάλλοντας ξανά και ξανά το όμορφο αυτό τραγούδι με τους τόσο γλυκείς στίχους.
Η Ιστορία
Κατά καιρούς και με τη διάδοση της «Άγιας Νύχτας» σε όλο τον κόσμο, ο δημοφιλής αυτός θρύλος παραλλάχθηκε σε πολλές διαφορετικές εκδοχές, με τον εμπλουτισμό της αρχικής ιστορίας με στοιχεία των κατά τόπους παραδόσεων. Η «Άγια Νύχτα» έχει μεταφραστεί σε περισσότερες από 300 γλώσσες και διαλέκτους σε όλον τον κόσμο. Είναι εξαιρετικά δημοφιλής τόσο μεταξύ των Καθολικών, όσο και των Προτεσταντών. Μάλιστα, κατά τον Ά Παγκόσμιο Πόλεμο τραγουδήθηκε ταυτόχρονα στην αγγλική και γερμανική γλώσσα από τα αντιμαχόμενα στρατεύματα στο μέτωπο κατά τη χριστουγεννιάτικη ανακωχή του 1914, καθώς ήταν από τα λίγα κοινώς γνωστά χριστουγεννιάτικα τραγούδια και των δύο πλευρών.
Την συγκλονιστική αυτή ιστορία παρουσιάζει η ταινία του Κριστιάν Καριόν «Καλά Χριστούγεννα» (Joyeux Noel – 2005). Πρόκειται για μια γαλλο-γερμανική παραγωγή που μας μεταφέρει στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο και συγκεκριμένα στα Χριστούγεννα του 1914 στα χαρακώματα του Δυτικού Μετώπου.
Το Δυτικό Μέτωπο αποτέλεσε το κύριο και αποφασιστικότερο μέτωπο του πολέμου. Εδώ τέθηκαν αντιμέτωπες οι δυνάμεις της Γερμανίας με αυτές της Γαλλίας, της Βρετανίας, του Βελγίου, και αργότερα των ΗΠΑ. Ενώ και οι δυο πλευρές ήλπιζαν αρχικά σε μια ταχεία αποφασιστική προέλαση, τελικά το Δυτικό Μέτωπο χαρακτηρίστηκε από τις πιο μακρές γραμμές χαρακωμάτων και τις εκατοντάδες χιλιάδες νεκρών, στον μεγαλύτερο πόλεμο φθοράς στην Ιστορία.
Παραμονή των Χριστουγέννων και οι άνδρες του βρετανικού στρατού άκουσαν τους Γερμανούς να τραγουδούν τα κάλαντα και είδαν φανάρια και μικρά έλατα στα χαρακώματα τους. Τα μηνύματα άρχισαν να περνούν σε όλους τους στρατιώτες, με την επόμενη ημέρα να βρίσκει Βρετανούς και Γερμανούς να ανταλλάσσουν δώρα, να βγάζουν φωτογραφίες, να θάβουν τους νεκρούς τους και να παίζουν έναν αγώνα ποδοσφαίρου για να γιορτάσουν την εκεχειρία που μόνοι τους αποφάσισαν.
Πολλοί αξιωματικοί ανησύχησαν πως η συμπεριφορά των στρατιωτών τους θα υπονόμευε το μαχητικό πνεύμα, με αποτέλεσμα οι ανώτεροι να δίνουν εντολές για λήψη μέτρων, ώστε να μην συμβεί ξανά ανάλογο περιστατικό, θέλοντας να διατηρήσουν την αυθόρμητη ανακωχή στο επίπεδο ενός μεμονωμένου περιστατικού στο Δυτικό Μέτωπο. Η ανταρσία της ανακωχής επιβεβαιώνεται και από τα αρχεία του γερμανικού στρατού, ενώ συγκλονιστική είναι και η μαρτυρία του Φράνσις Τόλιβερ, ως επιζήσας στρατιώτης από το Λίβερπουλ: «Ήταν τα ωραιότερα Χριστούγεννα της ζωής μου».
Καθώς τα φετινά Χριστούγεννα η Ευρώπη έρχεται αντιμέτωπη με τα φαντάσματα του παρελθόντος και ενώ η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία συνεχίζεται, η συγκεκριμένη ιστορία παραμένει πιο επίκαιρη από κάθε άλλη χρονιά.