Οι Προοπτικές Εμπορίου της Λατινικής Αμερικής
Για πολλές χώρες της Λατινικής Αμερικής, οι εξαγωγές αποτελούν κρίσιμο στοιχείο της οικονομικής ανάπτυξης, με συνεισφορές που ισοδυναμούν ή υπερβαίνουν το 30% του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος στη Βολιβία, τη Χιλή, το Ελ Σαλβαδόρ, την Τζαμάικα, την Παραγουάη, το Περού, τον Ισημερινό και την Ουρουγουάη, με βάση τα τελευταία στοιχεία από την Παγκόσμια Τράπεζα. Αυτό το ποσοστό ξεπερνά το 40% για την Κόστα Ρίκα, τη Γουιάνα, την Ονδούρα, το Μεξικό, τον Παναμά και το Σουρινάμ. Οι περισσότερες από τις εξαγωγές της περιοχής είναι εμπορεύματα και όχι τελικά προϊόντα υψηλής προστιθέμενης αξίας.
Τα στοιχεία της Παγκόσμιας Τράπεζας δείχνουν συρρίκνωση 2,2% στην αξία των εξαγωγών από τη Λατινική Αμερική και την Καραϊβική πέρυσι, παρά τη μέτρια αύξηση του όγκου κατά 1,8%, κυρίως λόγω των εξαγωγών από το Μεξικό και τη Βραζιλία. Η πτώση της αξίας των εξαγωγών προέρχεται από την πτώση των τιμών (πτώση 16,7% για το λάδι, 8,6% για τη σόγια, 3,6% για τον χαλκό και 0,9% για την ελαιόλαδο σιδήρου) και τη μειωμένη ζήτηση από βασικούς εταίρους. Αν και η ύφεση της ζήτησης των εισαγωγέων έχει αρχίσει να επιβραδύνεται ή ακόμη και να σταθεροποιείται, οι προβλέψεις της Inter-American Development Bank δείχνουν ότι η επέκταση των εξαγωγικών αξιών ενδέχεται να μην ξεκινήσει πριν από τον Μάιο ή ακόμη και αργότερα.