26/04/2025

Η κούρσα προς τον Λευκό Οίκο

2148726724

Γράφει η Γιώτα Χουλιάρα

 

Μερικά στοιχεία για το εκλογικό σύστημα των ΗΠΑ

Το Αμερικανικό Σύνταγμα ορίζει ότι ο πρόεδρος των ΗΠΑ πρέπει να είναι τουλάχιστον 35 ετών, πολίτης των ΗΠΑ και γεννημένος εκεί. Η θητεία του είναι τετραετής, και έχει δικαίωμα επανεκλογής μόνο μία φορά.

Πρώτο βήμα στη διεκδίκηση για την προεδρία είναι η διερευνητική επιτροπή (exploratory committee). Kάθε τέσσερα χρόνια, σχεδόν ένα χρόνο πριν από την ημερομηνία των εκλογών, όποιος Αμερικανός πολίτης (φυσικά πολιτικός, αλλά τελευταία και επιχειρηματίας) θεωρεί ότι μπορεί να διεκδικήσει τη προεδρία σχηματίζει μια «διερευνητική επιτροπή» προκειμένου να αρχίσει να συγκεντρώνει την υποστήριξη οπαδών αλλά και χρηματοδοτών για την προεκλογική του εκστρατεία. Άλλωστε, η προεκλογική εκστρατεία για το χρίσμα Ρεπουμπλικάνων και Δημοκρατικών είναι μια πανάκριβη υπόθεση -η οποία γίνεται ολοένα και ακριβότερη τα τελευταία χρόνια- κοστίζοντας στους υποψηφίους εκατομμύρια δολάρια.

Αν ο υποψήφιος μέσα από τη διερευνητική επιτροπή συγκεντρώσει αρκετή υποστήριξη αλλά και χρήματα, ενημερώνει τις ομοσπονδιακές αρχές ότι διεκδικεί το χρίσμα και ο αγώνας, που ίσως οδηγήσει στο Λευκό Οίκο, αρχίζει.

Έτσι ξεκινά και στα δύο μεγάλα κόμματα η διαδικασία των προκριματικών εκλογών, η οποία είναι μάλλον περίπλοκη για τα ελληνικά δεδομένα. Η πρώτη σημαντική διαφορά είναι ότι, ενώ στις περισσότερες χώρες τα κόμματα επιλέγουν τους υποψηφίους, στις ΗΠΑ είναι οι ψηφοφόροι που επιλέγουν τον υποψήφιο της αρεσκείας τους. Οι υποψήφιοι λοιπόν αγωνίζονται ενάντια σε υποψηφίους του ίδιου κόμματος και επιδιώκουν να κερδίσουν στις προκριματικές εκλογές προκειμένου να εξασφαλίσουν τους εκλέκτορες κάθε πολιτείας που θα συμμετάσχουν στο συνέδριο του κόμματος. (Στις φετινές εκλογές είδαμε ότι δεν τηρήθηκε ακριβώς η διαδικασία ενώ είχαμε και το πολιτικό θρίλερ της μη αποχώρησης Μπάιντεν, ο οποίος ουσιαστικά αντικαταστάθηκε από την Κάμαλα Χάρις τελευταία στιγμή).

Οι προκριματικές εκλογές έχουν μεταξύ τους δύο πολύ σημαντικές διαφορές:

πρώτον, υπάρχουν πολιτείες όπου υποψηφίους του κάθε κόμματος μπορούν να εκλέξουν όλοι οι ψηφοφόροι και όχι μόνο τα μέλη του κόμματος

και δεύτερον, σε αρκετές πολιτείες η κατανομή των υποψηφίων δεν γίνεται αναλογικά αλλά ο πρώτος υποψήφιος παίρνει το σύνολο των εκλεκτόρων.

Κάθε υποψήφιος που θέλει να έχει ελπίδες για την προεδρία επιδιώκει να «καθαρίσει» τη διαδικασία των προκριματικών γρήγορα και αυτό για δύο πολύ σημαντικούς λόγους:

αφενός για να επικεντρώσει τις προσπάθειές του όχι εναντίον των εσωκομματικών του αντιπάλων αλλά του υποψηφίου του άλλου κόμματος

και αφετέρου για να εξοικονομήσει χρήματα για την κυρίως προεκλογική εκστρατεία.

Η διαδικασία των προκριματικών ολοκληρώνεται στα τέλη της άνοιξης και πλέον τα κόμματα οδεύουν για τη μεγάλη αμερικανική εορτή των συνεδρίων, στα μέσα του καλοκαιριού.

Εκεί, μέσα σε πανηγυρική ατμόσφαιρα ο υποψήφιος που έχει εξασφαλίσει την πλειοψηφία των εκλεκτόρων μέσω της διαδικασία των προκριματικών παίρνει και τυπικά το χρίσμα, αλλά και την υποστήριξη των εσωκομματικών του αντιπάλων -που λίγους μήνες πριν διαλαλούσαν πως είναι βέβαιο ότι θα χάσει τις εκλογές, δίνει ψεύτικες υποσχέσεις και άλλα παρόμοια, όχι ιδιαιτέρως κομψά.

Στο συνέδριο ο επίσημα πλέον υποψήφιος για την προεδρία ανακοινώνει και το όνομα του υποψήφιου αντιπροέδρου που ο ίδιος προσωπικά έχει επιλέξει.

Το συνέδριο λήγει και η κυρίως προεκλογική εκστρατεία αρχίζει. Οι υποψήφιοι διασχίζουν χιλιάδες μίλια, πραγματοποιούν εκατοντάδες μικρές και μεγάλες συγκεντρώσεις, μιλούν σε δεκάδες δείπνα, εκδηλώσεις και fund-raisers, εκδηλώσεις δηλαδή για τη συγκέντρωση χρημάτων, καθώς τα έξοδα, ιδίως για τηλεοπτικές διαφημίσεις είναι τεράστια. Το κόστος της προεκλογικής εκστρατείας για την προεδρία μπορεί να πλησιάσει και τα 100 εκατομμύρια δολάρια.

Αναπόσπαστο κομμάτι της προεκλογικής εκστρατείας είναι τα debates, οι τηλεοπτικές μονομαχίες των υποψηφίων. Η αποτελεσματικότητά τους αμφισβητείται έντονα. Το 1984, ο πρόεδρος Ρέιγκαν τα πήγε άθλια στο debate και παρ’ όλα αυτά κέρδισε τις εκλογές με σχεδόν 60%. Αντίθετα το 1988, ο Μάικ Δουκάκις θεωρείται πως αυτοκτόνησε πολιτικά, όταν σε ερώτηση για το πως θα αντιδρούσε αν βίαζαν τη γυναίκα του απάντησε μάλλον ψυχρά, χωρίς κανένα συναίσθημα, γεγονός που τον απαξίωσε στη γνώμη του κοινού. Χαρακτηριστικό είναι και το πρώτο debate στην ιστορία των αμερικάνικων εκλογών, το οποίο έγινε στις 26 Σεπτεμβρίου 1960 με αντιπάλους τον Τζον Κένεντι και τον Ρίτσαρντ Νίξον. Όσοι άκουσαν την αντιπαράθεση των δυο πολιτικών από το ραδιόφωνο θεώρησαν ότι είχε κερδίσει ο Νίξον. Όσοι όμως παρακολούθησαν το ντιμπέιτ τηλεοπτικά, είδαν έναν άνετο Κένεντι και έναν ιδρωμένο Νίξον, που έδειχνε νευρικός.

Και φτάνουμε στις εκλογές, που διεξάγονται σταθερά την πρώτη Τρίτη του Νοέμβρη. Πρόκειται για μια παράδοση που ξεκίνησε το 1845. Η επιλογή του μήνα έχει τις ρίζες της βαθιά πίσω στο χρόνο. Για πολλά χρόνια η Αμερική ήταν μια αγροτική κοινωνία. Οι νομοθέτες πριν ορίσουν το μήνα των εκλογών έλαβαν υπόψη τους ότι ο Νοέμβριος βόλευε τους αγρότες. Η αποκομιδή της σοδειάς είχε τελειώσει και ο καιρός δεν ήταν τόσο άσχημος, ώστε οι ψηφοφόροι να ταξιδέψουν στα εκλογικά τους κέντρα. Η Τρίτη επελέγη επίσης για πρακτικούς λόγους. Συνήθως οι ψηφοφόροι ταξίδευαν Κυριακή και έτσι δεν προλάβαιναν να φτάσουν τη Δευτέρα.

Αξίζει εδώ να πούμε δύο λόγια για το εκλογικό σύστημα των ΗΠΑ. Αντίθετα από ό,τι πιστεύουμε η εκλογή του προέδρου δεν γίνεται άμεσα από το λαό αλλά από το κολέγιο των εκλεκτόρων.

Κάθε πολιτεία ανάλογα με τον πληθυσμό της διαθέτει έναν αριθμό εκλεκτόρων. Το Εκλεκτορικό Κολλέγιο (Electoral College) ή Σώμα Εκλεκτόρων είναι πολιτικός θεσμός των ΗΠΑ, μέσω του οποίου εκλέγεται ο πρόεδρος και ο αντιπρόεδρος των ΗΠΑ κάθε τέσσερα χρόνια.

Όποιος υποψήφιος έρθει πρώτος σε κάθε πολιτεία στις εκλογές παίρνει και τους εκλέκτορες στο σύνολό τους. Ο υποψήφιος με την πλειοψηφία των εκλεκτόρων -και όχι των ψήφων- εκλέγεται πρόεδρος. Έτσι, έχει συμβεί αρκετές φορές στην αμερικανική ιστορία πρόεδρος να έχει εκλεγεί υποψήφιος που ήλθε δεύτερος σε ψήφους αλλά κατέκτησε την πλειοψηφία των εκλεκτόρων. Παραδοσιακά, η πολιτεία της Φλόριντα και του Οχάιο λόγω και του αριθμού των εκλεκτόρων που δίνουν, αποτελούν σημεία «κλειδιά» στην εκλογή Προέδρου.

Μετά τη επικύρωση των αποτελεσμάτων, κάθε υποψήφιο ζεύγος προέδρου και αντιπροέδρου συγκεντρώνει από τις εκλογικές περιφέρειες, όπου απλώς πλειοψήφησε, ένα συγκεκριμένο αριθμό εκλεκτόρων με βάση την προτίμηση της λαϊκής ψήφου (popular vote). Με αυτό τον τρόπο συγκροτείται πανεθνικά το Εκλεκτορικό Κολλέγιο (Electoral College). Τα μέλη του, δηλ. οι Εκλέκτορες (Electors), με τη σειρά τους σε τακτή ημερομηνία λίγες μέρες μετά τις εκλογές θα ψηφίσουν χωριστά για πρόεδρο και χωριστά για αντιπρόεδρο των Ηνωμένων Πολιτειών. Για κάθε εκλογή κάθε εκλέκτορας έχει μία μόνο ψήφο.

Πέντε φορές στην ιστορία των αμερικανικών εκλογών, ο υποψήφιος που κέρδισε τις περισσότερες ψήφους δεν εξελέγη πρόεδρος. Αυτό συνέβη το 1824, το 1876, το 1888, το 2000 (ο Μπους νίκησε τον Αλ Γκορ) και το 2016 όπου ο Ντόναλντ Τραμπ κέρδισε τη Χίλαρι Κλίντον.

Για το λόγο αυτό ιδιαίτερη σημασία έχουν οι λεγόμενες swing states, οι επτά πολιτείες κλειδιά που καθορίζουν τη νίκη, καθώς όποιος πετύχει να κυριαρχήσει σε αυτές, έχει εξασφαλίσει μαθηματικά την είσοδο στον Λευκό Οίκο.

Η Αριζόνα, η Τζόρτζια, το Μίσιγκαν, η Νεβάδα, η Βόρεια Καρολίνα, η Πενσιλβάνια και το Ουισκόνσιν.

Το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό τους είναι πως δεν έχουν σταθερή κομματική προτίμηση, όπως συμβαίνει με τις «παραδοσιακά» Δημοκρατικές ή Ρεπουμπλικανικές πολιτείες και μπορούν να επηρεάσουν το αποτέλεσμα των εκλογών. Για παράδειγμα, η Πενσιλβάνια θεωρείται από τις πιο κρίσιμες πολιτείες για το προς τα πού θα γύρει η πλάστιγγα στη μάχη για τον Λευκό Οίκο.

Θυμίζουμε πως πήγε στον Τραμπ το 2016 και στον Μπάιντεν το 2020. Όπως γράψαμε και σε χθεσινοβραδινές αναρτήσεις στο Geopolitics & Daily News τόσο στην πολιτεία της Πενσιλβάνια, όσο και στην πολιτεία του Μίσιγκαν ζουν πολλοί αραβικής καταγωγής ψηφοφόροι. Το ερώτημα που τίθεται είναι πώς η πολιτική της κυβέρνησης Μπάιντεν για τη  Μέση Ανατολή είναι πιθανό να διαμορφώσει την ψήφο τους και πόσο θα επηρεάσει την απόφαση τους να στηρίξουν ή όχι την Χάρις ή πόσο θα στραφούν προς τον Τραμπ, όσο οξύμωρο κι αν ακούγεται!

 

Έτσι, λοιπόν, την πρώτη Τρίτη του Νοεμβρίου του 2024, οι άνω των 18 Αμερικανοί πολίτες θα προσέλθουν στις κάλπες. Να σημειωθεί εδώ ότι η ψηφοφορία δεν είναι υποχρεωτική και ότι στις τελευταίες εκλογικές αναμετρήσεις έχει παρατηρηθεί ότι πολλοί ψηφοφόροι απέχουν και δεν προσέρχονται στις κάλπες. Το στοίχημα για τον εκάστοτε υποψήφιο είναι να προσελκύσει τη μαζική συμμετοχή των μειονοτήτων (μαύρων, ισπανόφωνων κλπ). Γι΄αυτό πολλές φορές επιλέγεται πολύ προσεχτικά το πρόσωπο του αντιπροέδρου ώστε να λειτουργήσει ως κράχτης.

 

Facebooktwitterredditpinterestlinkedinmail
Don`t copy text!