Η ανάπτυξη βορειοκορεατών στρατιωτών στη Ρωσία σηματοδοτεί μια βαθιά αλλαγή στο παγκόσμιο τοπίο ασφάλειας
Γράφει ο Δημήτριος Τσαϊλάς*
Η εξελισσόμενη συμμαχία μεταξύ Ρωσίας και Βόρειας Κορέας εγκυμονεί σοβαρούς γεωπολιτικούς κινδύνους, ιδίως όσον αφορά τη στρατιωτική συνεργασία και τη μεταφορά πόρων που θα μπορούσαν να επιδεινώσουν τις υπάρχουσες συγκρούσεις και να αποσταθεροποιήσουν τη διεθνή ασφάλεια. Αυτή η εταιρική σχέση έχει εκτεταμένες επιπτώσεις για την Ευρώπη, τις Ηνωμένες Πολιτείες και τα έθνη του Ινδο-Ειρηνικού, υπογραμμίζοντας την ανάγκη για συντονισμένες και πολύπλευρες απαντήσεις. Μάλιστα, η ανάπτυξη βορειοκορεατών στρατιωτών στη Ρωσία υπογραμμίζει μια κρίσιμη κλιμάκωση δείχνοντας ένα όλο και πιο διασυνδεδεμένο παγκόσμιο τοπίο ασφάλειας. Κοντολογίς η συμφωνία μεταξύ Μόσχας και Πιονγκγιάνγκ δημιουργεί έναν δεσμό μεταξύ του ευρωπαϊκού δυναμικού ασφάλειας και του Ινδο-Ειρηνικού, απαιτώντας μια ενιαία και συνολική απάντηση από την Ευρώπη.
Δεδομένων των υψηλών διακυβευμάτων, η Ευρώπη πρέπει να συνεργαστεί με τις Ηνωμένες Πολιτείες και τους εταίρους του Ινδο-Ειρηνικού για να παρουσιάσει ένα ενιαίο μέτωπο. Η απάντηση δεν θα πρέπει μόνο να αποτρέψει την περαιτέρω κλιμάκωση αλλά και να ενισχύσει τις συμμαχίες που θα διαρκέσουν πέρα από αυτήν την άμεση κρίση. Ο ρόλος της Ευρώπης στον καθορισμό παγκόσμιων κανόνων θα είναι κρίσιμος για τη διαμόρφωση μιας ισχυρής, βασισμένης σε αξίες διεθνούς απάντησης. Η έμφαση στην ενίσχυση της συνεργασίας πληροφοριών και των στρατηγικών συνεργασιών με τη Νότια Κορέα είναι πολύ σημαντική δεδομένης της εξελισσόμενης συμμαχίας Ρωσίας-Βόρειας Κορέας και των ευρύτερων συνεπειών της.
Οι προφανείς ελλείψεις στις απαντήσεις του ΝΑΤΟ και της ΕΕ στις έγκαιρες προειδοποιήσεις σχετικά με τις μεταφορές στρατευμάτων της Βόρειας Κορέας υπογραμμίζουν ένα κρίσιμο κενό στην ανταλλαγή πληροφοριών και τη χρήση αυτών σε πραγματικό χρόνο. Αυτό το έλλειμα θα απαιτήσει άμεση δημιουργία καναλιών απευθείας επικοινωνίας μεταξύ του ΝΑΤΟ, του Κέντρου Πληροφοριών και Καταστάσεων της ΕΕ (EU INTCEN) και της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών της Νότιας Κορέας (NIS). Έτσι εκτιμάται πως αυτό θα επιτρέψει την ανταλλαγή δεδομένων σε πραγματικό χρόνο, ιδιαίτερα για τις κινήσεις στρατευμάτων της Βόρειας Κορέας, τη διάδοση όπλων και την υλικοτεχνική υποστήριξη στη Ρωσία. Επίσης απαιτείται η δημιουργία κοινών ομάδων εργασίας που θα αποτελούνται από εμπειρογνώμονες από τη Νότια Κορέα, τα κράτη μέλη του ΝΑΤΟ και τις υπηρεσίες της ΕΕ για την ανάλυση και την ερμηνεία των αναδυόμενων απειλών.
Με αυτή τη συνεργασία θα έχουμε βελτίωση των μηχανισμών έγκαιρης προειδοποίησης και πρόγνωσης ανάλυσης της στρατιωτικής συμφωνίας Ρωσίας-Βορείου Κορέας, με επίκεντρο τους κόμβους υλικοτεχνικής υποστήριξης, τις μεταφορές όπλων και την ανάπτυξη στρατευμάτων. Θα χρειαστεί να αναπτυχθούν λύσεις πληροφοριών με γνώμονα την τεχνολογία, όπως δορυφορική επιτήρηση και ανίχνευση απειλών με βάση την τεχνητή νοημοσύνη, αξιοποιώντας τις προηγμένες τεχνολογικές δυνατότητες της Νότιας Κορέας. Προσοχή θα δοθεί στη διεξαγωγή κοινών εκπαιδευτικών προγραμμάτων για την ευθυγράμμιση μεθοδολογιών πληροφοριών και πλαισίων αξιολόγησης απειλών. Και τέλος, θα ενισχυθούν πρακτικές για την αντιμετώπιση τακτικών ασύμμετρου πολέμου, όπως οι επιθέσεις στον κυβερνοχώρο και οι εκστρατείες παραπληροφόρησης, που είναι πιθανά στοιχεία της συνεργασίας Ρωσίας-Βόρειας Κορέας.
Η σχέση ΕΕ-Νοτίου Κορέας βρίσκεται σε μια κρίσιμη καμπή. Καθώς η Βόρεια Κορέα εμβαθύνει την εταιρική της σχέση με τη Ρωσία, η ενίσχυση της συνεργασίας πληροφοριών και η ενσωμάτωση ανησυχιών για την ασφάλεια στη στρατηγική μας σχέση είναι απαραίτητα βήματα. Αυτή η συνεργασία όχι μόνο θα αντιμετωπίζει άμεσες απειλές, αλλά θα ενισχύει επίσης τον παγκόσμιο συνασπισμό που έχει δεσμευτεί για τη διατήρηση της τάξης βάσει κανόνων τόσο στις περιοχές του Ευρωατλαντικού όσο και του Ινδο-Ειρηνικού.
Οι εξελισσόμενες γεωπολιτικές εντάσεις στον Ινδο-Ειρηνικό, σε συνδυασμό με την αυξανόμενη εταιρική σχέση Βόρειας Κορέας-Ρωσίας, καθιστούν επιτακτική ανάγκη για τους ευρωπαίους να προετοιμαστούν για πιθανά σενάρια σύγκρουσης. Η υιοθέτηση μιας δομημένης, χωρίς αποκλεισμούς και προνοητικής προσέγγισης στο σχεδιασμό σεναρίων θα βοηθήσει το ΝΑΤΟ, την ΕΕ και τις εθνικές κυβερνήσεις να προβλέψουν τις προκλήσεις και να διαμορφώσουν αποτελεσματικές απαντήσεις.
Η Ευρώπη πρέπει να επεκτείνει τον στρατηγικό της ορίζοντα για να προβλέψει και να αντιμετωπίσει πιθανές συγκρούσεις στον Ινδο-Ειρηνικό. Ο ολοκληρωμένος σχεδιασμός σεναρίων, σε συνδυασμό με ισχυρότερη συνεργασία με συμμάχους Ινδο-Ειρηνικού μέσω μηχανισμών, θα επιτρέψει στην Ευρώπη να προετοιμαστεί και να ανταποκριθεί αποτελεσματικά στις προκλήσεις. Αυτή η προσέγγιση όχι μόνο θα ενισχύσει την αποτροπή, αλλά και θα εξασφαλίσει ανθεκτικότητα έναντι των διαδοχικών επιπτώσεων της σύγκρουσης στην παγκόσμια ασφάλεια.
Η ανάπτυξη βορειοκορεατικών στρατευμάτων στη Ρωσία αποτελεί μια κρίσιμη ευκαιρία για την ΕΕ και τη Νότια Κορέα να ενισχύσουν τη συνεργασία τους στον τομέα της ασφάλειας, αξιοποιώντας τα υπάρχοντα πλαίσια για την αντιμετώπιση κοινών προκλήσεων. Αυτή η βαθύτερη συνεργασία μπορεί να χρησιμεύσει τόσο ως απάντηση σε άμεσες απειλές όσο και ως βάση για μακροπρόθεσμη στρατηγική ευθυγράμμιση. Εστιάζοντας στην ανταλλαγή πληροφοριών, τις κοινές αμυντικές πρωτοβουλίες και τον πολυμερή συντονισμό, αυτή η εταιρική σχέση μπορεί να αντιμετωπίσει άμεσες απειλές όπως η ανάπτυξη βορειοκορεατικών στρατευμάτων, ενώ παράλληλα οικοδομεί ανθεκτικότητα έναντι μακροπρόθεσμων γεωπολιτικών προκλήσεων. Αυτή η συνεργασία όχι μόνο ενισχύει την περιφερειακή σταθερότητα, αλλά επίσης ενισχύει τον ρόλο της ΕΕ ως παγκόσμιου παράγοντα ασφάλειας.
*Ο Δημήτριος Τσαϊλάς είναι απόστρατος Αξιωματικός του ΠΝ, δίδαξε επί σειρά ετών στις έδρες Επιχειρησιακής Σχεδιάσεως καθώς και της Στρατηγικής και Ασφάλειας, σε ανώτερους Αξιωματικούς στην Ανώτατη Διακλαδική Σχολή Πολέμου. Σήμερα είναι μέλος και ερευνητής του Institute for National and International Security, του Strategy International και του Research Institute for European and American Studies.