Προεδρία Τραμπ και οι Προκλήσεις Εξωτερικής Πολιτικής για την Ελλάδα

Γράφει ο Δημήτριος Τσαϊλάς*
Ο συναλλακτικός χαρακτήρας της εξωτερικής πολιτικής του Τραμπ, σε συνδυασμό με την συγκρουσιακή του στάση απέναντι στην ΕΕ, εγείρει σοβαρές ανησυχίες για την οικονομική σταθερότητα, τις δεσμεύσεις για την ασφάλεια και την παγκόσμια συνεργασία. Η Ελλάδα, ειδικότερα, θα μπορούσε να βιώσει αβεβαιότητα σχετικά με τις δεσμεύσεις του ΝΑΤΟ, την πολιτική των ΗΠΑ στην Ανατολική Μεσόγειο και οικονομικές πιέσεις από τους πιθανούς δασμούς. Το ευρύτερο γεωπολιτικό τοπίο, συμπεριλαμβανομένων των εντάσεων ΗΠΑ-Κίνας και των μεταβαλλόμενων συμμαχιών, περιπλέκει περαιτέρω την κατάσταση. Δεδομένων αυτών των κινδύνων, η ενίσχυση της ευρωπαϊκής συνεργασίας στον τομέα της ασφάλειας και η δημιουργία στρατηγικών εταιρικών σχέσεων πέραν της ΕΕ θα είναι ζωτικής σημασίας.
Δεδομένου του πιθανού απρόβλεπτου των στρατηγικών δεσμεύσεων των ΗΠΑ στο ΝΑΤΟ, η Ελλάδα και η Ευρώπη θα πρέπει να πιέσουν για ισχυρότερες αμυντικές πρωτοβουλίες υπό την ηγεσία της ΕΕ, όπως η PESCO (Μόνιμη Δομημένη Συνεργασία) και η αυξημένη χρηματοδότηση για το Ευρωπαϊκό Ταμείο Άμυνας. Το Ηνωμένο Βασίλειο παραμένει μια σημαντική στρατιωτική δύναμη και μετά το Brexit, η ισχυρότερη συνεργασία ΗΒ-ΕΕ για την ασφάλεια είναι ζωτικής σημασίας. Η Ελλάδα μπορεί να εμβαθύνει τις αμυντικές της συνεργασίες με τη Γαλλία, την Ιταλία και άλλα μεσογειακά κράτη, καθώς και να ενισχύσει τις στρατιωτικές συμφωνίες με το Ισραήλ και την Αίγυπτο.
Η Ευρώπη θα πρέπει να επιδιώξει μια πιο ισορροπημένη εξωτερική πολιτική, σε στενότερη συνεργασία με την Ινδία, την Ιαπωνία, τη Νότια Κορέα, τον Καναδά και την Αυστραλία για να αντισταθμίσει το απρόβλεπτο των ΗΠΑ. Η Ελλάδα μπορεί να διαδραματίσει ρόλο στη σταθεροποίηση της Ανατολικής Μεσογείου μέσω των δεσμών της με την Κύπρο, το Ισραήλ και την Αίγυπτο, μειώνοντας την εξάρτηση από τη μεσολάβηση των ΗΠΑ σε περιφερειακές διαφορές. Αν και είναι δύσκολη, μια πιο ρεαλιστική προσέγγιση έναντι της Τουρκίας θα μπορούσε να βοηθήσει στην αποτροπή της αστάθειας, ειδικά εάν οι πολιτικές των ΗΠΑ στην περιοχή καταστούν ασυνεπείς.
Εάν ο Τραμπ επιβάλει νέους δασμούς, η Ελλάδα και η ΕΕ θα πρέπει να διαφοροποιήσουν περαιτέρω τις εμπορικές σχέσεις, ιδιαίτερα με την Κίνα, τις χώρες ASEAN και τη Λατινική Αμερική. Ένα πιο ανθεκτικό ευρωπαϊκό οικονομικό σύστημα —που ενδεχομένως να περιλαμβάνει μεγαλύτερη ενεργειακή ανεξαρτησία— θα μπορούσε να προστατεύσει την Ευρώπη από οικονομικούς κλυδωνισμούς που προκαλούνται από τις πολιτικές των ΗΠΑ.
Μετά την ανάκληση των δεσμεύσεων των ΗΠΑ για το κλίμα, η Ελλάδα και η ΕΕ θα πρέπει να ηγηθούν ανεξάρτητα από τις επενδύσεις πράσινης τεχνολογίας και τις στρατηγικές ενεργειακής μετάβασης. Εάν ο Τραμπ πιέσει την Ευρώπη για τη μετανάστευση, η ΕΕ πρέπει να υιοθετήσει μια συνεκτική και βιώσιμη πολιτική ασύλου για να χειριστεί αποτελεσματικά τις προσφυγικές ροές.
Η συνεργασία με το Κογκρέσο, τα δικαστήρια και τους δικομματικούς φορείς χάραξης πολιτικής στις ΗΠΑ μπορεί να βοηθήσει στον περιορισμό των ακραίων πολιτικών από τον Λευκό Οίκο. Ως εκ τούτου η ενίσχυση των δεσμών με την ελληνική διασπορά στις ΗΠΑ και η διατήρηση της διπλωματικής πίεσης στην Ουάσιγκτον θα μπορούσε να βοηθήσει τα συμφέροντα της Ελλάδας να παραμείνουν ή να επανέλθουν στην ατζέντα των ΗΠΑ.
Η εστίαση στον IMEC (Οικονομικός Διάδρομος Ινδίας-Μέσης Ανατολής-Ευρώπης) ως μέρος της περιφερειακής στρατηγικής της Ελλάδας και των ευρύτερων μέτρων ασφαλείας της ΕΕ θα είναι μια έξυπνη προσέγγιση, παρότι ο Τραμπ ανακοίνωσε την εξαίρεση των ελληνικών λιμένων. Ο IMEC θα μπορούσε να χρησιμεύσει ως στρατηγικό αντίβαρο στο απρόβλεπτο των ΗΠΑ, εμβαθύνοντας τον γεωπολιτικό ρόλο της Ελλάδας και ενισχύοντας την ευρωπαϊκή ανθεκτικότητα.
Η συναλλακτική προσέγγιση του Τραμπ περιορίζει την υποστήριξη των ΗΠΑ για τον IMEC όσον αφορά τα ελληνικά λιμάνια, ενισχύοντας τα Ιταλικά, ιδιαίτερα της Τεργέστης. Ωστόσο η Ελλάδα και η ΕΕ πρέπει να διατηρήσουν διπλωματική δέσμευση τόσο με τους εταίρους των ΗΠΑ όσο και με τους περιφερειακούς εταίρους της IMEC. Ενώ ο IMEC θεωρείται εναλλακτική λύση στο BRI της Κίνας, πρέπει να εξασφαλίσουμε εποικοδομητική δέσμευση και με τους δύο οικονομικούς διαδρόμους για να αποφευχθούν γεωπολιτικές συγκρούσεις. Ο συντονισμός της χρηματοδότησης της ΕΕ και της δέσμευσης του ιδιωτικού τομέα θα είναι ζωτικής σημασίας για την αξιοποίηση του πλήρους δυναμικού της IMEC.
Συμπεράσματα
Η δεύτερη προεδρία Τραμπ φέρνει στην Ελλάδα και την Ευρώπη μεγάλες προκλήσεις. Η πολιτική της νέας κυβέρνησης των ΗΠΑ θα χαρακτηρίζεται από μια συγκρουσιακή στάση απέναντι στην ΕΕ. Όσον αφορά τον Ελληνισμό, φαίνεται μια προτίμηση στις συναλλαγές με βάση το συμφέρον, αλλά και από απρόβλεπτες αλλαγές πορείας.
Οι ενέργειες της κυβέρνησης Τραμπ θα ασκήσουν πίεση στην παγκόσμια συνεργασία, ειδικά στην πολιτική για το κλίμα και τους πρόσφυγες. Η ΕΕ και άλλοι παράγοντες δεν έχουν ακόμη αναπτύξει λύσεις για να αντισταθμίσουν την έλλειψη δέσμευσης των ΗΠΑ.
Η συναλλακτική εξωτερική πολιτική του Τραμπ επηρεάζει τοπικές και περιφερειακές συγκρούσεις, όπως στις σχέσεις με το Ισραήλ και τη Μέση Ανατολή, και θα μπορούσε να υπονομεύσει το διεθνές δίκαιο και τις δημοκρατικές αρχές. Επίσης, είναι για άλλη μια φορά ασαφές πώς θα εξελιχθεί η πολιτική των ΗΠΑ έναντι του Ιράν.
Η σύγκρουση με την Κίνα παραμένει στο επίκεντρο της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής και πολιτικής ασφάλειας. Αυτό έχει τεράστιες επιπτώσεις για τους εταίρους των ΗΠΑ στην περιοχή Ινδο-Ειρηνικού που εξαρτώνται από την υποστήριξη ασφαλείας του Τραμπ.
Πολλά εξαρτώνται από την ανάπτυξη των ελέγχων και των ισορροπιών στις Ηνωμένες Πολιτείες. Παραμένει ασαφές σε ποιο βαθμό το Κογκρέσο και τα δικαστήρια μπορούν να θέσουν όρια στην εξωτερική πολιτική του προέδρου. Επιπλέον, δεν είναι σαφές εάν εκείνες οι φωνές εντός της κυβέρνησης που βλέπουν τη διατήρηση των συμμαχιών ως στρατηγικό πλεονέκτημα για τις Ηνωμένες Πολιτείες θα επικρατήσουν έναντι των απομονωτικών δυνάμεων.
Αυτό που θα είναι κρίσιμο για τον Ελληνισμό είναι ο τρόπος με τον οποίο η κυβέρνηση Τραμπ αντιμετωπίζει τα βασικά ζητήματα πολιτικής ασφάλειας στο χώρο μας – το ΝΑΤΟ και την Ουκρανία. Εάν οι ΗΠΑ περιορίσουν τις δεσμεύσεις τους εδώ, η αρχιτεκτονική ασφάλειας θα μπορούσε να αλλάξει ριζικά.
Οι νέοι εμπορικοί δασμοί και τα οικονομικά μέτρα καταναγκασμού από τις ΗΠΑ θα μπορούσαν να προκαλέσουν σημαντική ζημιά στην ΕΕ και την Ελλάδα φυσικά– εκτός από την αβεβαιότητα για την ασφάλεια.
Πιο προβληματική από το καθαρά οικονομικό κόστος των δασμών, ωστόσο, είναι η τάση του Τραμπ να συνδέει το εξωτερικό εμπόριο και την πολιτική ασφάλειας, καθώς αυτό μέχρι στιγμής έχει δυσκολέψει να δοθούν απαντήσεις με ενιαίο τρόπο στις απειλές του.
Η Ευρώπη και η Ελλάδα πρέπει επομένως να αυξήσουν σημαντικά τις προσπάθειές τους για να ισχυροποιήσουν τη δική τους ασφάλεια. Αυτό που είναι σημαντικό δεν είναι μόνο ο συντονισμός μας με την Ευρώπη, συμπεριλαμβανομένου του Ηνωμένου Βασιλείου αλλά να συμπεριληφθούν και άλλοι εταίροι που βρίσκονται σε παρόμοια κατάσταση.
Για την Ελλάδα, ο IMEC αντιπροσωπεύει μια στρατηγική ευκαιρία για την ενίσχυση του ρόλου της ως ευρωπαϊκής πύλης, ενώ για την ΕΕ, προσφέρει ένα μονοπάτι για μεγαλύτερη οικονομική ανθεκτικότητα και ανεξαρτησία ασφάλειας . Προχωρώντας προς τα εμπρός, ο ισχυρός συντονισμός μεταξύ της Ελλάδας, της ΕΕ και των εταίρων της IMEC θα είναι το κλειδί για την αντιμετώπιση των γεωπολιτικών αβεβαιοτήτων, συμπεριλαμβανομένων εκείνων από μια δεύτερη προεδρία Τραμπ.
*Ο Δημήτριος Τσαϊλάς είναι απόστρατος Αξιωματικός του ΠΝ, δίδαξε επί σειρά ετών στις έδρες Επιχειρησιακής Σχεδιάσεως καθώς και της Στρατηγικής και Ασφάλειας, σε ανώτερους Αξιωματικούς στην Ανώτατη Διακλαδική Σχολή Πολέμου. Σήμερα είναι μέλος και ερευνητής του Institute for National and International Security, του Strategy International και του Research Institute for European and American Studies.





