19/03/2025

Ο ρόλος της Ελλάδας στην Πρωτοβουλία των Τριών Θαλασσών -The Three Seas Initiative (3SI)

53647417619_717e89d4b5_k-1-1000x563

 

Γράφει ο Δημήτριος Τσαϊλάς*


Η Πρωτοβουλία Three Seas (3SI) ιδρύθηκε το 2015, με την πρώτη σύνοδο κορυφής να λαμβάνει χώρα στο Ντουμπρόβνικ το 2016. Είναι μια μορφή περιφερειακής συνεργασίας που ενώνει 13 χώρες της Κεντρικής Ευρώπης που περιλαμβάνει την Αυστρία, τη Βουλγαρία, την Κροατία, την Τσεχική Δημοκρατία, την Εσθονία, την Ελλάδα, τη Λιθουανία, τη Λετονία, την Πολωνία, τη Ρουμανία, τη Σλοβακία, τη Σλοβενία και την Ουγγαρία. Αυτά τα έθνη, βρίσκονται μεταξύ της Αδριατικής, της Βαλτικής και της Μαύρης Θάλασσας, συνεργάζονται για να ενισχύσουν την οικονομική συνοχή μέσω της ανάπτυξης υποδομών σε τρεις πρωτογενείς τομείς: ενέργειας, μεταφορών και ψηφιοποιήσης.

Η Ελλάδα εντάχθηκε επίσημα στην 3SI το 2023, διευρύνοντας περαιτέρω το γεωγραφικό και στρατηγικό της πεδίο. Όλα τα μέλη της 3SI αποτελούν μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης και η πρωτοβουλία επιδιώκει πρωτίστως να βελτιώσει τη συνδεσιμότητα Βορρά-Νότου εντός του μπλοκ. Ενώ η 3SI λειτουργεί μέσω προεδρικών συνόδων κορυφής υψηλού επιπέδου, η πρακτική εφαρμογή της εξαρτάται από τη διακυβερνητική συνεργασία. Η ενίσχυση της δέσμευσης σε υπουργικό και κοινοβουλευτικό επίπεδο αναγνωρίζεται όλο και περισσότερο ως απαραίτητη για τη μεγιστοποίηση της αποτελεσματικότητας και του μακροπρόθεσμου αντίκτυπου της πρωτοβουλίας. Η δέκατη, επετειακή σύνοδος κορυφής στη Βαρσοβία θα πραγματοποιηθεί τον Απρίλιο, 28-29, 2025 και θα αντιπροσωπεύει όχι μόνο το συμβολικό αποκορύφωμα μιας δεκαετίας συνεργασίας, αλλά και μια κρίσιμη στιγμή για την αξιολόγηση των προηγούμενων επιτευγμάτων και την αντιμετώπιση μελλοντικών προκλήσεων.

 

Η δέσμευση των ΗΠΑ και το μέλλον της 3SI

Δεδομένου του μεταβαλλόμενου πολιτικού τοπίου, της εκλογής του Προέδρου των ΗΠΑ Τράμπ, του αυξανόμενου ρόλου της Κεντρικής Ευρώπης και των εξελισσόμενων οικονομικών απαιτήσεων, η 3SI πρέπει να επιδείξει την προσαρμοστικότητα και την αποτελεσματικότητά της, με ανάπτυξη μιας θαλάσσιας στρατηγικής. Οπότε και για την Ελλάδα  είναι μια κομβική στιγμή για την αξιολόγηση της προόδου και τον επαναπροσδιορισμό της μελλοντικής πορείας. Με τις εξελισσόμενες γεωπολιτικές προκλήσεις, την εσωτερική πολιτική δυναμική και τον συνεχιζόμενο πόλεμο στην Ουκρανία, η πρωτοβουλία πρέπει να συνεχίσει να προσαρμόζεται για να διατηρήσει τη συνάφεια και την αποτελεσματικότητά της. Η ενίσχυση του συντονισμού σε κυβερνητικό επίπεδο, η εξασφάλιση βιώσιμης χρηματοδότησης για έργα υποδομής και η εμβάθυνση της διατλαντικής δέσμευσης θα είναι απαραίτητα για τη συνεχή επιτυχία της 3SI τα επόμενα χρόνια.

Οι Ηνωμένες Πολιτείες όπως φαίνεται από τις δηλώσεις του προέδρου Τράμπ, παραμένει σταθερός υποστηρικτής της 3SI, αναγνωρίζοντάς την ως ζωτικής σημασίας εργαλείο για την ενίσχυση της ασφάλειας και της σταθερότητας στην Κεντρική Ευρώπη, ενώ ταυτόχρονα μετριάζεται η ρωσική και η κινεζική επιρροή. Η πρωτοβουλία ευθυγραμμίζεται με τα στρατηγικά συμφέροντα των ΗΠΑ για την προώθηση της δημοκρατίας, της οικονομικής ολοκλήρωσης και των ισχυρών διατλαντικών δεσμών. Ιστορικά, η δέσμευση των ΗΠΑ με την 3SI ήταν ισχυρή, όπως αποδεικνύεται από τη συμμετοχή του Προέδρου στη σύνοδο κορυφής της Βαρσοβίας το 2017. Πέρα από την πολιτική ρητορική, η απτή υποστήριξη των ΗΠΑ για την 3SI έχει υλοποιηθεί με διάφορες μορφές. Ένα αξιοσημείωτο ορόσημο ήταν το ψήφισμα της Βουλής των Αντιπροσώπων των ΗΠΑ το 2020 που αναγνωρίζει την 3SI ως στρατηγική εταιρική σχέση. Ωστόσο, οι οικονομικές δεσμεύσεις δεν ανταποκρίνονταν πάντα στις προσδοκίες -ενώ ο πρώην υπουργός Εξωτερικών Mike Pompeo υποσχέθηκε 1 δισεκατομμύριο δολάρια για το 3SI το 2020, η πραγματική συνεισφορά των ΗΠΑ στο Three Seas Investment Fund ήταν 300 εκατομμύρια δολάρια από τη σύνοδο κορυφής της Ρίγα το 2022. Ωστόσο, αναμένεται συνεχιζόμενη εκπροσώπηση των ΗΠΑ στη σύνοδο κορυφής του 2025, ενισχύοντας τη μακροπρόθεσμη δέσμευση της Ουάσιγκτον στην πρωτοβουλία.

 

Ενεργειακή Ασφάλεια και Ελληνισμός

Η Ελλάδα, ως το τελευταίο μέλος της Πρωτοβουλίας των Τριών Θαλασσών από το 2023, φέρνει ένα μοναδικό στρατηγικό πλεονέκτημα στο μπλοκ. Ευρισκόμενη στο σταυροδρόμι της Ευρώπης, της Μέσης Ανατολής και της Ανατολικής Μεσογείου, η Ελλάδα χρησιμεύει ως ζωτικής σημασίας γέφυρα που συνδέει την περιοχή των Τριών Θαλασσών με τη Νότια Ευρώπη και πέραν αυτής. Επίσης, διαδραματίζει κρίσιμο ρόλο στην ενίσχυση της ενεργειακής ασφάλειας της 3SI, ιδιαίτερα στη μείωση της εξάρτησης από ρωσικές πηγές ενέργειας. Βασικά έργα υποδομής, όπως ο Διαδριατικός Αγωγός Φυσικού Αερίου (TAP), ο Διασυνδετήριος Αγωγός Ελλάδας-Βουλγαρίας (IGB) και ο τερματικός σταθμός υγροποιημένου φυσικού αερίου της Αλεξανδρούπολης ενισχύουν την ενεργειακή διαφοροποίηση και εξασφαλίζουν τον εφοδιασμό της περιοχής με φυσικό αέριο. Οι εξελίξεις αυτές ευθυγραμμίζονται με τον ευρύτερο στόχο της 3SI για βελτίωση της περιφερειακής ενεργειακής ανθεκτικότητας και προώθηση της ενοποίησης με τα ευρωπαϊκά ενεργειακά δίκτυα.

Με την εκτεταμένη ακτογραμμή και τα μεγάλα λιμάνια της, συμπεριλαμβανομένου του Πειραιά και της Θεσσαλονίκης, η Ελλάδα ενισχύει τις δυνατότητες μεταφορών και εφοδιασμού της 3SI. Η ένταξη της Ελλάδας στην πρωτοβουλία επιτρέπει μια ισχυρότερη σύνδεση μεταξύ της Αδριατικής, της Βαλτικής και της Μαύρης Θάλασσας με τους εμπορικούς δρόμους της Μεσογείου και της Ινδομεσογείου. Η ενισχυμένη συνεργασία με τον Οικονομικό Διάδρομο Ινδίας-Μέσης Ανατολής-Ευρώπης (IMEC) θα μπορούσε να τοποθετήσει την Ελλάδα ως βασικό κόμβο για το εμπόριο Ευρώπης-Ασίας, ενισχύοντας περαιτέρω τον οικονομικό αντίκτυπο της 3SI.

Οι θαλάσσιες δυνάμεις είναι ευλογημένες με την πιθανότητα μεγαλείου αλλά αντιμετωπίζουν και σημαντικούς περιορισμούς. Το βασικό πρόβλημα είναι ότι η θαλάσσια υπεροχή δεν μεταφράζεται εύκολα και αυτόματα σε έλεγχο της πολιτικής δυναμικής. Η μεγάλη στρατηγική μιας θαλάσσιας δύναμης που δεν αξιολογεί συνεχώς αυτά τα όρια και δεν υιοθετεί πολιτικές για τον μετριασμό των απειλών, είναι πιθανό να αποτύχει. Τέτοιες πολιτικές περιλαμβάνουν τη δημιουργία θαλασσίου ελέγχου. Διαφέρουν ανάλογα με τη φύση του αντιπάλου, απαιτώντας επομένως μια συνεχή αξιολόγηση του αντιπάλου και των γεωγραφικών περιγραμμάτων του ανταγωνισμού.

Καθώς η 3SI συνεχίζει να επεκτείνει την επιρροή της, η Ελλάδα πρέπει να είναι έτοιμη να διαδραματίσει κεντρικό ρόλο στις στρατηγικές της πρωτοβουλίας για την οικονομία και την ασφάλεια. Αξιοποιώντας τη γεωγραφική της θέση, τις ενεργειακές υποδομές και τη ναυτιλιακή τεχνογνωσία της, η Ελλάδα ενισχύει τους στόχους συνδεσιμότητας βορρά-νότου της 3SI, ενισχύοντας την ευρύτερη αποστολή της για περιφερειακή συνεργασία, οικονομική ανάπτυξη και στρατηγική ανθεκτικότητα. Ως θαλάσσια δύναμη έχουμε πολλά μειονεκτήματα που συχνά ξεχνιούνται, με αποτέλεσμα μια επικίνδυνη υπερεκτίμηση της ασφάλειας, της επιρροής και της παραμονής μας σε έναν ανταγωνιστικό κόσμο. Μια πιο ξεκάθαρη εκτίμηση της θαλάσσιας δύναμης μπορεί να αποκαλύπτει ότι συχνά οι ελπίδες μας ήταν αδικαιολόγητες και κατέληξαν να έχουν τραγικά αποτελέσματα.

Συμπέρασμα

Καθώς η 3SI πλησιάζει τη δέκατη επέτειό της, η σύνοδος κορυφής της Βαρσοβίας του 2025 θα χρησιμεύσει ως κρίσιμη συγκυρία για την αξιολόγηση των επιτευγμάτων της και τη διαμόρφωση της μελλοντικής της τροχιάς. Εν μέσω μεταβαλλόμενης γεωπολιτικής πραγματικότητας, εσωτερικών πολιτικών αλλαγών και του συνεχιζόμενου πολέμου στην Ουκρανία, η πρωτοβουλία πρέπει να ενισχύσει την προσαρμοστικότητά της για να διατηρήσει τη στρατηγική της σημασία. Οι βασικές προτεραιότητες για τη συνεχή επιτυχία της 3SI περιλαμβάνουν την ενίσχυση του συντονισμού σε κυβερνητικό επίπεδο, την εξασφάλιση μακροπρόθεσμης χρηματοδότησης για έργα υποδομής και την επέκταση της διατλαντικής συνεργασίας για τη διασφάλιση της ανθεκτικότητας και της οικονομικής ανάπτυξης στην περιοχή.

Μια τέτοια στρατηγική για την Ελλάδα θα περιλάμβανε μια ενισχυμένη συμμαχία με την Ινδία, τις ΗΠΑ, και το Ισραήλ με προσπάθειες να δημιουργηθεί μια σφήνα έναντι της Τουρκίας. Το σημαντικό στοιχείο από αυτά είναι ότι η στρατηγική της Ελλάδας έναντι της Τουρκίας, ειδικά στο άμεσο μέλλον, θα στηρίζεται σε μεγάλο βαθμό στην πλευρά της θαλάσσιας ισχύος, αλλά μακροπρόθεσμα η Αθήνα παραμελεί τη συνιστώσα της ναυτικής ισχύος θέτοντας σε κίνδυνο το εθνικό συμφέρον.

 

 

 

Δημήτριος Τσαϊλάς είναι απόστρατος Αξιωματικός του ΠΝ, δίδαξε επί σειρά ετών στις έδρες Επιχειρησιακής Σχεδιάσεως καθώς και της Στρατηγικής και Ασφάλειας, σε ανώτερους Αξιωματικούς στην Ανώτατη Διακλαδική Σχολή Πολέμου. Σήμερα είναι συνεργάτης και ερευνητής του Institute for National and International Security(INIS), και του Strategy International (SI).

Facebooktwitterredditpinterestlinkedinmail
Don`t copy text!