23/04/2025

Στρατηγική λήψη αποφάσεων και χρονισμός για το υποθαλάσσιο καλώδιο

Η κατάσταση στην Ανατολική Μεσόγειο απαιτεί κάτι περισσότερο από προσεκτική διπλωματία, απαιτεί αποφασιστική δράση με βάση την ιστορική κατανόηση και ένα σαφές όραμα για το μέλλον

Mitsotakis-Netanyahu-PMs-office-960x600

Greek Prime Minister Kyriakos Mitsotakis (left) meets with his Israeli counterpart Benjamin Netanyahu during the former’s visit to Israel on March 30, 2025. [Dimitris Papamitsos/Prime Minister's Press Office]

Ένας σύγχρονος προβληματισμός με τη σοφία του Θουκυδίδη: Στρατηγική λήψη αποφάσεων και χρονισμός για το υποθαλάσσιο καλώδιο

 

Γράφει ο Δημήτριος Τσαϊλάς*

 

Σε μια εποχή που χαρακτηρίζεται από επιτάχυνση του γεωπολιτικού ανταγωνισμού, η σημασία της θαλάσσιας ισχύος όχι μόνο δεν έχει μειωθεί, αλλά έχει ενταθεί. Ο θαλάσσιος τομέας, εκτός από το εμπόριο, τον ανταγωνισμό και τις συγκρούσεις, είναι και πάλι κεντρικό θέατρο στις στρατηγικές φιλοδοξίες τόσο των εδραιωμένων όσο και των αναδυόμενων δυνάμεων. Καθώς προκύπτουν νέες προκλήσεις από τους ισχυρούς περιφερειακούς παράγοντες έως τις αμφισβητούμενες θαλάσσιες λωρίδες και τις τακτικές της γκρίζας ζώνης τα έθνη χρειάζεται να επανεξετάσουν τα θεμέλια της ναυτικής στάσης και στρατηγικής τους. Ο έλεγχος και η διοίκηση της θάλασσας παραμένουν απαραίτητες προϋποθέσεις για στρατηγική ευελιξία, αποτελεσματική αποτροπή και προστασία των φιλελεύθερων δημοκρατικών αξιών.

Εισαγωγή

Στις πρόσφατες εξελίξεις στην Ανατολική Μεσόγειο, ιδιαίτερα αυτές που αφορούν τις ενεργειακές εξερευνήσεις νότια της Κρήτης, που ενορχηστρώθηκαν από μεγάλες αμερικανικές εταιρείες πετρελαίου, έχουν στείλει ένα ισχυρό μήνυμα ευκαιρίας σε περιφερειακούς και διεθνείς παράγοντες. Αυτό το στρατηγικό άνοιγμα έχει προκαλέσει ένα κύμα ευκαιριών οι οποίες, εάν αντιμετωπιστούν αποφασιστικά, θα μπορούσαν να οδηγήσουν το μέλλον της περιοχής προς τη σταθερότητα και την ανάπτυξη ή σε περαιτέρω σύγκρουση.

Στο επίκεντρο αυτής της ανάλυσης βρίσκεται μια κριτική εξέταση του χρόνου και της λήψης αποφάσεων θέτοντας απλά ερωτήματα. Πρώτο ερώτημα. Θα πρέπει να θεωρηθεί συνετή η απόφαση της ελληνικής κυβέρνησης για αναστολή ή αναβολή κρίσιμων έργων, όπως η τοποθέτηση του αγωγού ενέργειας ή του υποθαλάσσιου καλωδίου; Δεύτερο ερώτημα. Είναι η αναστολή αντανάκλαση προσεκτικού ιστορικού χρονισμού, στρατηγικής αναβολής ή ατυχής παρανόηση της τρέχουσας γεωπολιτικής πραγματικότητας; Ή μήπως αποτελεί αναχρονιστικό λάθος, χάνοντας μια κρίσιμη στιγμή ευκαιρίας; Και μια τρίτη σκέψη. Η αυξανόμενη αυτοπεποίθηση της Τουρκίας, ωθούμενη από τις ρεβιζιονιστικές της φιλοδοξίες υπό τη νεο-οθωμανική ιδεολογία της, εγείρει ένα ακόμη, τρίτο πιεστικό ερώτημα. Πρέπει η αντιπαράθεση με την Τουρκία, η οποία απαιτεί συνεχώς περαιτέρω παραχωρήσεις, να γίνει τώρα όταν η γεωπολιτική ισορροπία φαίνεται ευνοϊκή ή θα πρέπει να καθυστερήσει υπέρ ενός πιο αβέβαιου μέλλοντος;

Οι απαντήσεις σε αυτά τα ερωτήματα έχουν βαθιές επιπτώσεις για τη σταθερότητα της περιοχής, τη σχέση με τους διατλαντικούς συμμάχους και τους ευρύτερους στρατηγικούς στόχους όλων των εμπλεκόμενων μερών. Κυρίως όμως αφορά το μέλλον του Ελληνισμού.

Ανάλυση και προσπάθεια απαντήσεων στα ερωτήματα.

Οι ναυτικές δυνάμεις είναι μοναδικά κατάλληλες για να προσφέρουν ένα ευρύ φάσμα στρατηγικών επιλογών. Από την αντιμετώπιση κρίσεων έως την ανθρωπιστική βοήθεια, από την αποτροπή έως τις πολεμικές επιχειρήσεις, οι θαλάσσιες δυνάμεις είναι συχνά οι πρώτες που φτάνουν και οι τελευταίες φεύγουν. Η κινητικότητά τους, η αντοχή και η διάρκεια παραμονής τους δίνουν στους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής πολύτιμο χρόνο και χώρο για να ανταποκριθούν κατάλληλα σε αναδυόμενες καταστάσεις.

Η ευέλικτη αποτροπή απαιτεί αξιόπιστες, ορατές ικανότητες που μπορούν να κλιμακωθούν γρήγορα προς τα πάνω ή προς τα κάτω. Μια επίμονη ναυτική παρουσία σε βασικές περιοχές σηματοδοτεί τη δέσμευση και σταθεροποιεί πιθανά σημεία ανάφλεξης. Καθησυχάζει συμμάχους και εταίρους, αποτρέπει τους αντιπάλους και παρέχει επιλογές εκτός του πολέμου. Αντίθετα, η απουσία θαλάσσιας παρουσίας μπορεί να ενθαρρύνει τους αντιπάλους, να περιορίσει τις στρατηγικές επιλογές και να διακινδυνεύσει λάθος υπολογισμό.

Στο πλαίσιο περιορισμένης διαχείρισης πολέμου ή κλιμάκωσης, οι ναυτικές δυνάμεις γίνονται πολιτικά αποδεκτές πιο ευχάριστα από τις χερσαίες αναπτύξεις. Ομάδες κρούσης, ομάδες αμφίβιων και υποβρύχια προσφέρουν ευέλικτες, ακριβείς επιλογές για προβολή ισχύος χωρίς το άμεσο αποτύπωμα ή τους κινδύνους κλιμάκωσης που σχετίζονται με τις επίγειες δυνάμεις. Αυτή η ικανότητα επιρροής χωρίς κατοχή είναι κρίσιμη σε μια εποχή όπου οι πόλεμοι διεξάγονται όλο και περισσότερο στις γκρίζες ζώνες του εξαναγκασμού και του ανταγωνισμού.

Κίνδυνοι Στρατηγικής Μετατόπισης

Η αποτυχία διατήρησης μιας στιβαρής στάσης στη θάλασσα ενέχει σημαντικούς κινδύνους. Σηματοδοτεί μια υποχώρηση από τα κυριαρχικά δικαιώματα, υπονομεύει την αποτροπή και προκαλεί προκλήσεις στα διεθνή πρότυπα. Πουθενά αυτό δεν είναι πιο εμφανές όσο στην Ανατολική Μεσόγειο, όπου η Τουρκία έχει αυξήσει σταθερά τη θαλάσσια δραστηριότητά της, συχνά αψηφώντας τα διεθνή νομικά πλαίσια και τα συμφέροντα των γειτόνων της.

Η διεκδίκηση της Τουρκίας, που κυμαίνονται από τα αμφισβητούμενα δικαιώματα γεώτρησης και τη ναυτική στάση έως τις εκτεταμένες διεκδικήσεις για τα θαλάσσια σύνορα, καταδεικνύει πώς οι περιφερειακοί παράγοντες εκμεταλλεύονται τα στρατηγικά κενά. Χωρίς συνεπή ναυτική παρουσία, αυτές οι προκλήσεις παραμένουν ανεξέλεγκτες, ενθαρρύνοντας περαιτέρω δράση και αποσταθεροποιώντας την περιφερειακή τάξη πραγμάτων.

Η στρατηγική μετατόπιση έχει επίσης συνέπειες πέρα ​​από τις άμεσες ανησυχίες για την ασφάλεια. Διαβρώνει την εμπιστοσύνη μεταξύ των συμμάχων και των εταίρων που βασίζονται στην αξιοπιστία των θαλάσσιων εγγυήσεων. Όταν η ελευθερία της ναυσιπλοΐας αφήνεται απροστάτευτη, η τάξη που βασίζεται σε κανόνες αρχίζει να καταρρέει και τα αυταρχικά μοντέλα θαλάσσιας διακυβέρνησης -που ορίζονται από τον καταναγκασμό και τη μονομερή συμπεριφορά- αποκτούν έλξη.

Προβληματισμός για Ιστορικά Μαθήματα και Άμεση Δράση

Το σκηνικό της κρίσης στην Ανατολική Μεσόγειο του 2020, όταν οι τουρκικές προκλήσεις κλιμάκωσαν τις εντάσεις, παραμένει φρέσκο ​​στο μυαλό μας. Σε αυτό το πλαίσιο, είναι ζωτικής σημασίας να αναρωτηθούμε. Το μάθημα του 2020 έχει αφομοιωθεί πλήρως από τους βασικούς περιφερειακούς παράγοντες και τους συμμάχους; Οι προκλήσεις και τα αιτήματα της Τουρκίας που συνεχίζουν να υπονομεύουν το διεθνές δίκαιο και την περιφερειακή ασφάλεια αντιμετωπίζονται με την απαιτούμενη αποφασιστικότητα ή υπάρχει μια υφέρπουσα διστακτικότητα που κινδυνεύει να υπολογίσει εσφαλμένα τη γεωπολιτική ισορροπία;

Εάν η απόφαση ευνοεί τώρα τη συνέχιση των έργων του ενεργειακού αγωγού ή των έργων υποθαλάσσιων καλωδίων χωρίς σημαντική καθυστέρηση, ποιες θα είναι οι επιπτώσεις για τους παράγοντες της Ανατολικής Μεσογείου; Πώς θα ερμηνεύσουν μια τέτοια απόφαση οι σύμμαχοι, ιδιαίτερα οι Ηνωμένες Πολιτείες, το Ισραήλ και η Ευρωπαϊκή Ένωση; Ο δισταγμός απέναντι σε αυτές τις προκλήσεις δεν είναι απλώς ένδειξη προσεκτικής στρατηγικής. Θα μπορούσε να εκληφθεί ως στρατηγική αναξιοπιστία, ένα χαρακτηριστικό που αποστρέφονται οι σύμμαχοι όταν αναζητούν σταθερές συνεργασίες.

Η διπλωματική κοινότητα παρακολουθεί στενά αυτές τις εξελίξεις, γνωρίζοντας ότι ο δισταγμός θα μπορούσε να εμψυχώσει τους αντιπάλους, να αποδυναμώσει τις συμμαχίες και να αποσταθεροποιήσει την περιοχή. Σε αυτή τη λεπτή ισορροπία διπλωματίας και ισχύος, όσοι αποτυγχάνουν να δράσουν αποφασιστικά κινδυνεύουν να χάσουν το στρατηγικό πλεονέκτημα που αποκτήθηκε μέσω της προσεκτικής τοποθέτησης στο παρελθόν.

Ο Θουκυδίδης και το Σύγχρονο Στρατηγικό Δίλημμα

Το φιλοσοφικό βάρος όλων αυτών των ερωτημάτων βρίσκει απήχηση στην αρχαία σοφία του Θουκυδίδη, του οποίου η ανάλυση της ισχύος, της λήψης αποφάσεων και της ανθρώπινης φύσης παραμένει εξαιρετικά επίκαιρη σήμερα. Στο μνημειώδες έργο του, Η Ιστορία του Πελοποννησιακού Πολέμου, ο Θουκυδίδης προειδοποίησε για τους κινδύνους της κακής ανάγνωσης των ευκαιριών και της αποτυχίας να ενεργήσουμε εγκαίρως. Έγραφε περίφημα: «Γιατί φοβάμαι τα δικά μας λάθη περισσότερο από τα σχέδια των εχθρών». Αυτή η προειδοποιητική δήλωση υπογραμμίζει μια θεμελιώδη πτυχή της ηγεσίας. Την ανάγκη να προβλέπει κανείς όχι μόνο τις ενέργειες των αντιπάλων του, αλλά και τις πιθανές παγίδες στη διαδικασία λήψης αποφάσεων. Η ουσία της σύγχρονης πρόκλησης είναι η εξής: Θα αξιοποιηθεί η ευκαιρία να διεκδικήσουμε στρατηγική ηγεσία στην Ανατολική Μεσόγειο ή η αναποφασιστικότητα και οι ιστορικοί λανθασμένοι υπολογισμοί θα επιτρέψουν στους αντιπάλους να υπονομεύσουν τις σκληρά κερδισμένες θέσεις;

Η πορεία προς τα εμπρός πρέπει να καθοδηγείται από τολμηρή ηγεσία, την κατανόηση του ιστορικού χρονισμού και την ακλόνητη δέσμευση στα εθνικά και περιφερειακά συμφέροντα. Για τα δημοκρατικά έθνη και τους συμμάχους τους, το διακύβευμα είναι υψηλό. Η σταθερότητα της Ανατολικής Μεσογείου, η ασφάλεια του παγκόσμιου θαλάσσιου εμπορίου και η προώθηση των φιλελεύθερων δημοκρατικών αξιών βρίσκονται σε κίνδυνο. Τώρα, περισσότερο από ποτέ, η ικανότητα δράσης με θάρρος, αποφασιστικότητα και προνοητικότητα θα καθορίσει την έκβαση αυτής της γεωπολιτικής πρόκλησης.

Σε στιγμές αμφισβήτησης ισχύος, μόνον η τολμηρή ηγεσία μπορεί να εξασφαλίσει νίκες χωρίς να καταφύγει σε πόλεμο. Οι ηγέτες που γυρνούν την πλάτη τους στον κατευνασμό και παραμένουν συντονισμένοι στις λεπτές αποχρώσεις της στρατηγικής ευκαιρίας και του ρεαλισμού έχουν την ικανότητα να ενεργούν αποφασιστικά. Το θάρρος, η αποφασιστικότητα και το ξεκάθαρο όραμα τους καθοδηγούν προς στρατηγικούς θριάμβους, συχνά αξιοποιώντας διπλωματικά, οικονομικά και στρατιωτικά πλεονεκτήματα χωρίς υπερβολικές αντιπαραθέσεις.

Συμπέρασμα: Η Στρατηγική Επιταγή για Τολμηρή Δράση

Η κατάσταση στην Ανατολική Μεσόγειο απαιτεί κάτι περισσότερο από προσεκτική διπλωματία, απαιτεί αποφασιστική δράση με βάση την ιστορική κατανόηση και ένα σαφές όραμα για το μέλλον. Η ισορροπία δυνάμεων σήμερα προσφέρει μια ευκαιρία να διεκδικήσουμε επιρροή χωρίς πόλεμο, να ενισχύσουμε τις συμμαχίες και να εξασφαλίσουμε μακροπρόθεσμη σταθερότητα. Ωστόσο, αυτή η ευκαιρία δεν πρέπει να χαθεί λόγω δισταγμού ή άστοχου κατευνασμού.

Όπως προειδοποίησε ο Θουκυδίδης, ο μεγαλύτερος κίνδυνος συχνά δεν βρίσκεται στις ενέργειες των αντιπάλων αλλά στην αποτυχία μας να ενεργήσουμε αποφασιστικά όταν είναι η κατάλληλη στιγμή. Μόνο μέσω τολμηρής ηγεσίας, με γνώμονα τη βαθιά κατανόηση του χρόνου και της στρατηγικής, μπορεί να διασφαλιστεί το μέλλον της Ανατολικής Μεσογείου για ειρήνη, ευημερία και προστασία των δημοκρατικών αξιών.

 


Δημήτριος Τσαϊλάς είναι απόστρατος Αξιωματικός του ΠΝ, δίδαξε επί σειρά ετών στις έδρες Επιχειρησιακής Σχεδιάσεως καθώς και της Στρατηγικής και Ασφάλειας, σε ανώτερους Αξιωματικούς στην Ανώτατη Διακλαδική Σχολή Πολέμου. Σήμερα είναι συνεργάτης και ερευνητής του Institute for National and International Security (INIS), του Strategy International (SI) και του Research Institute for European and American Studies (RIEAS).

 

 

 

 

Facebooktwitterredditpinterestlinkedinmail
Don`t copy text!