Πρόταση για Αναγέννηση της Ελληνικής Θαλάσσιας Ισχύος

Γράφει ο Δημήτριος Τσαϊλάς*
Τα ενδιαφερόμενα μέρη στον ναυτιλιακό τομέα πρέπει να αρχίσουν να σκέφτονται με υψηλή στρατηγική οριζόμενη από την αρχή του «Μέγα το της Θαλάσσης Κράτος» όταν πρόκειται για την αναζωογόνηση της ελληνικής θαλάσσιας ισχύος. Η τελευταία στρατηγική πρωτοβουλία της Κυβέρνησης με τον θαλάσσιο χωροταξικό σχεδιασμό χαράζει μια τολμηρή πορεία, αλλά οι προκλήσεις που καθορίζουν την εποχή βρίσκονται μπροστά μας.
Κάπου, ο Θεμιστοκλής μας γνέφει καταφατικά. Για ένα σαρωτικό εθνικό σχέδιο με στόχο την «Αναζωογόνηση του Θαλάσσιου Μέλλοντος της Ελλάδας» απαιτείται μια οδηγία που πιθανότατα θα υπερασπίζεται τη θαλάσσια ισχύ ως τη ραχοκοκαλιά του εθνικού μεγαλείου. Η Ελλάδα σήμερα βρίσκεται σε μια πολύ διαφορετική θέση από τις δυνάμεις στις οποίες απευθυνόταν κάποτε ο Θεμιστοκλής. Η έκκλησή του αφορούσε ένα Ελληνισμό που έπρεπε να υπερασπιστεί την ακεραιότητά του. Η Ελλάδα, ωστόσο, είναι ένα ναυτικό έθνος από ιστορία και γεωγραφία, που έχει εκχωρήσει δυναμική τις τελευταίες δεκαετίες. Η κυβέρνηση πρέπει να στοχεύει να το αλλάξει αυτό με την αποκατάσταση των υλικών και ανθρώπινων πυλώνων της ελληνικής θαλάσσιας ισχύος.
Μια εθνική προσπάθεια αγκυροβολημένη στη στρατηγική
Η θαλάσσια ενέργεια, ορίζεται, ως μια αλυσίδα αλληλοσυνδεόμενων κρίκων: βιομηχανία, εμπόριο, ναυπηγική βιομηχανία και στρατηγική πρόσβαση σε ζωτικές περιοχές. Με αυτόν τον ορισμό, η Ελλάδα βρίσκεται σε ιδανική θέση. Έχει πλοιοκτήτες που διοικούν έναν παγκόσμιο εμπορικό στόλο, μια μεγάλη ακτογραμμή και λιμάνια που έχουν χρησιμεύσει ως σταυροδρόμι για αιώνες. Ωστόσο, της λείπει μια ολιστική θαλάσσια στρατηγική, ένα εθνικό όραμα για την ενσωμάτωση του Πολεμικού Ναυτικού, του εμπορικού ναυτικού, των ναυπηγείων, του εκπαιδευτικού συστήματος και των ξένων συνεργασιών της.
Ένα νέο σχέδιο πρέπει να στοχεύει να σφυρηλατήσει ακριβώς αυτό. Ξεκινά με μια απλή αλλά τολμηρή δήλωση: «Η πολιτική της Ελληνικής Δημοκρατίας πρέπει να αναζωογονηθεί και να ανοικοδομήσει τις εγχώριες ναυτιλιακές βιομηχανίες και το εργατικό δυναμικό για την ενίσχυση της εθνικής ασφάλειας, της οικονομικής ζωτικότητας και της στρατηγικής μας θέσης στην Ανατολική Μεσόγειο».
Ανθρώπινος παράγοντας και Θαλάσσιος πολιτισμός
Ο θεωρητικός της ναυτικής στρατηγικής, Μάχαν εντόπισε έξι πυλώνες θαλάσσιας ισχύος, τρεις από τους οποίους είναι αμετάβλητοι -γεωγραφία, μέγεθος και φυσικά χαρακτηριστικά όπως λιμάνια και πλωτές οδοί. Η Ελλάδα συμπληρώνει όλα αυτά τα κουτάκια. Αλλά οι υπόλοιποι πυλώνες -πληθυσμός, εθνικός χαρακτήρας και κυβερνητική πολιτική- είναι ανθρωπογενείς και επομένως είναι ανοιχτοί σε επιρροές. Εκεί χρειάζεται να εστιάσει τις προσπάθειές του ο Πρωθυπουργός.
Για να ενισχύσει τον ναυτιλιακό τομέα, η κυβέρνηση πρέπει να διασφαλίσει ότι η Ελλάδα όχι μόνο έχει αρκετούς ναυτικούς, αλλά και τους σωστούς ναυτικούς—ειδικευμένοι ναύτες, μηχανικούς, ναυπηγούς και επαγγελματίες στα logistics. Και αυτό απαιτεί κάτι περισσότερο από επένδυση, απαιτεί πολιτιστική αναβίωση. Οι ασχολούμενοι με την θαλάσσια ασφάλεια τόνισαν ότι η εθνική κλίση προς το εμπόριο και τις θαλάσσιες επιχειρήσεις είναι ο μεγαλύτερος δείκτης του δυναμικού της θαλάσσιας ισχύος. Αυτό το ήθος είναι στο DNA της Ελλάδας, αλλά πρέπει να αναζωογονηθεί μέσω της εκπαίδευσης, της ευαισθητοποίησης του κοινού και της πολιτικής.
Ο ρόλος της κυβέρνησης δεν είναι απλώς να επενδύει, αλλά να διαμορφώνει μια ναυτική ταυτότητα, ακριβώς όπως κάποτε οι ναυτικοί ευθυγράμμισαν τον εθνικό χαρακτήρα των αγώνων της παλιγγενεσίας με τις ναυτικές φιλοδοξίες. Η προσέγγιση του Πρωθυπουργού -συνδυάζοντας την κρατική πρωτοβουλία με τη συνεργασία δημόσιου και ιδιωτικού τομέα – μπορεί να απηχεί αυτό το μοντέλο.
Οργάνωση Κατακερματισμένου Ναυτιλιακού Τομέα
Εδώ βρίσκεται ένα από τα μεγαλύτερα εμπόδια: ο συντονισμός. Ο ναυτιλιακός τομέας της Ελλάδας είναι εκτεταμένος και κατακερματισμένος, με τη συμμετοχή των υπουργείων Άμυνας, Ναυτιλίας, Ανάπτυξης, Παιδείας, Εξωτερικών και του Πολεμικού Ναυτικού, καθώς και ισχυρές ναυτιλιακές οικογένειες, λιμενικές αρχές, συνδικάτα και διεθνή ενδιαφερόμενα μέρη. Δεν υπάρχει κανένα σημείο ισχύος που να δεσμεύει αυτούς τους παίκτες σε μια ενοποιημένη δύναμη.
Για να επιλυθεί αυτό, ο Πρωθυπουργός πρέπει να συγκεντρώσει τον συντονισμό στο πλαίσιο ενός προτεινόμενου Εθνικού Ναυτιλιακού Συμβουλίου, υπό την προεδρία ενός έμπιστου συμβούλου στο γραφείο του Πρωθυπουργού. Αποστολή του: να εκπονήσει ένα Σχέδιο Δράσης για τη Ναυτιλιακή Στρατηγική που θα συνδυάζει τον ναυτικό εκσυγχρονισμό, την ανάπτυξη του ναυτιλιακού εργατικού δυναμικού, τα κίνητρα για επενδύσεις και τη συνεργασία στο εξωτερικό. Αυτό πρέπει να είναι κάτι παραπάνω από συμβολικό. Χρειάζεται πραγματική εξουσία.
Το σχέδιο πρέπει να περιλαμβάνει επίσης άμεση προσέγγιση με τους συμμάχους της Ελλάδας -ειδικά στην Ευρώπη και την Μεσόγειο- για να συνεργαστούν στη ναυπηγική, να μοιραστούν βέλτιστες πρακτικές και να προσελκύσουν κεφάλαια στα ελληνικά ναυπηγεία. Η ξένη συμμετοχή δεν είναι προδοσία της κυριαρχίας, αλλά σύγχρονη αναγκαιότητα σε έναν διασυνδεδεμένο θαλάσσιο κόσμο.
Ο τελευταίος πυλώνας είναι η κατασκευή ενός στόλου -και εδώ η κυβέρνηση κληρονόμησε την αμφισβήτηση της φήμης της Ελλάδας. Η Ελλάδα διαθέτει τον μεγαλύτερο εμπορικό στόλο στον κόσμο ανά χωρητικότητα, αλλά μεγάλο μέρος του πλέει υπό ξένες σημαίες και δεν ενσωματώνεται άμεσα στην εθνική στρατηγική.
Ο Μαχάν, παρ’ όλη τη στρατιωτική του εστίαση, πίστευε ότι το εμπόριο ήταν η μηχανή της θαλάσσιας ισχύος. Υπό αυτό το πρίσμα, η στρατηγική του Πρωθυπουργού απαιτεί όχι μόνο επενδύσεις στο Πολεμικό Ναυτικό, αλλά και να φέρει ένα τμήμα της ελληνικής ναυτιλίας υπό την εθνική σημαία –ειδικά με τρόπους που θα ήταν χρήσιμοι σε σενάρια κρίσης. Περισσότερα ναυλωμένα πλοία από το κράτος, κίνητρα για ναυτιλία υπό ελληνική σημαία και μοντέρνα σχέδια πλοίων διπλής χρήσης όλα θα χρειαστεί να διερευνηθούν.
Επιπρόσθετα, η Κυβέρνηση πρέπει να σχεδιάσει να επιταχύνει τις αναβαθμίσεις σε εγχώρια ναυπηγεία, ενώ θα επιτρέψει προσωρινά σε πλοία ξένης κατασκευής ή εκσυγχρονισμού να εισέλθουν σε εθνική υπηρεσία για να καλύψουν κρίσιμα κενά επιμελητείας.
Στρατηγική θαλάσσια αλλαγή
Το σχέδιο της κυβέρνησης δεν θα είναι μια συνηθισμένη πολιτική κίνηση, αλλά θα είναι ένα κάλεσμα για μια εθνική αλλαγή στη θάλασσα. Είναι εθνικό σε εύρος: δίνοντας έμφαση στο εμπόριο, στη ναυτική ετοιμότητα και στην πολιτιστική ψυχή ενός ναυτικού λαού. Θα αντιμετωπίζει τις σκληρές αλήθειες ενός κατακερματισμένου συστήματος, περιορισμένων πόρων και ενός περίπλοκου γεωπολιτικού περιβάλλοντος.
Ωστόσο, ο Πρωθυπουργός πρέπει να στοιχηματίσει ότι μια χώρα που κάποτε δάμαζε τα κύματα από το Αιγαίο μέχρι τη Μαύρη Θάλασσα και πέρα στη Μεσόγειο μπορεί και πάλι να γίνει θαλάσσιος ακρογωνιαίος λίθος της ευρωπαϊκής και της μεσογειακής στρατηγικής. Θα χρειαστούν χρόνια, ίσως δεκαετίες. Η επιτυχία θα απαιτήσει μακροπρόθεσμη δέσμευση, διατομεακό συντονισμό και έξυπνες, μελλοντικές επενδύσεις. Όμως, με στρατηγική ηγεσία και εθνική βούληση, η Ελλάδα μπορεί να αποκαταστήσει τη ναυτιλιακή-βιομηχανική της βάση ως πυλώνα κυριαρχίας, οικονομικού δυναμισμού και γεωπολιτικής επιρροής. Αυτό δεν θα είναι απλώς μια ανάκαμψη θα είναι μια εθνική αναγέννηση στη θάλασσα.
Συμπέρασμα: Για άλλη μια φορά προς ένα θαλάσσιο έθνος
Μια ναυτιλιακή πρωτοβουλία του πρωθυπουργού είναι κάτι παραπάνω από ένα σχέδιο οικονομικής ανάπτυξης. Είναι μια επαναβεβαίωση της ταυτότητας και του ρόλου της Ελλάδας ως θαλάσσιου έθνους. Από τον μεγαλύτερο εμπορικό στόλο στον κόσμο μέχρι την πρώτη γραμμή του Πολεμικού Ναυτικού στην περιφερειακή ασφάλεια, η Ελλάδα έχει τα θεμέλια να ηγηθεί όχι μόνο στο εμπόριο και την άμυνα, αλλά στη θαλάσσια καινοτομία και βιωσιμότητα.
Αλλά κάθε σπουδαίο ταξίδι ξεκινά με μια διόρθωση πορείας.
Η Ελλάδα έχει τη γεωγραφία. Έχει τους ναυτικούς. Τώρα, είναι στο χέρι του Έλληνα Πρωθυπουργού, να μπορέσει επιτέλους να ανακτήσει τη θαλάσσια στρατηγική που μας ταιριάζει.
*Ο Δημήτριος Τσαϊλάς είναι απόστρατος Αξιωματικός του ΠΝ, δίδαξε επί σειρά ετών στις έδρες Επιχειρησιακής Σχεδιάσεως καθώς και της Στρατηγικής και Ασφάλειας, σε ανώτερους Αξιωματικούς στην Ανώτατη Διακλαδική Σχολή Πολέμου. Σήμερα είναι συνεργάτης και ερευνητής του Institute for National and International Security (INIS), του Strategy International (SI) και του Research Institute for European and American Studies (RIEAS).





