Eurofighter στην Τουρκία, μια στρατηγική κλιμάκωση που η Αθήνα δεν μπορεί να αγνοήσει
Γράφει ο Δημήτριος Τσαϊλάς*
Η πρόθεση της βρετανικής κυβέρνησης να προχωρήσει στην πώληση 40 αεροσκαφών Eurofighter Typhoon στην Τουρκία θα πρέπει να τραβήξει την άμεση προσοχή των Ελλήνων υπευθύνων χάραξης πολιτικής και της ευρύτερης ευρωατλαντικής κοινότητας. Με την πρώτη ματιά, ορισμένοι στην Ευρώπη θα απορρίψουν αυτή τη συναλλαγή ως μια τυπική αναβάθμιση για έναν σύμμαχο του ΝΑΤΟ. Δεν είναι. Είναι μια εξέλιξη που κινδυνεύει να μεγεθύνει την αστάθεια στην Ανατολική Μεσόγειο σε μια εποχή που η αποτροπή, η προβλεψιμότητα και ο σεβασμός του διεθνούς δικαίου είναι πιο απαραίτητα από ποτέ.
Επί δεκαετίες, η Τουρκία έχει επιδείξει προθυμία να αξιοποιήσει τη στρατιωτική ισχύ όχι ως εργαλείο συλλογικής ασφάλειας, αλλά ως μέσο καταναγκασμού. Από τις συνεχείς παραβιάσεις του ελληνικού εθνικού εναέριου χώρου έως την αμφισβήτηση κυρίαρχων θαλάσσιων ζωνών, η συμπεριφορά της Άγκυρας αποτελεί σαφή παραβίαση των αρχών που φαινομενικά υποστηρίζει το ΝΑΤΟ. Η ενίσχυση της αεροπορικής ισχύος της Τουρκίας ελλείψει παράλληλων δεσμεύσεων για αποκλιμάκωση ουσιαστικά ανταμείβει τον αναθεωρητισμό.
Οι υποστηρικτές της πώλησης υποστηρίζουν ότι οι αναβαθμισμένες τουρκικές δυνατότητες θα βοηθήσουν το ΝΑΤΟ να μοιραστεί το βάρος της ασφάλειας. Αυτό το επιχείρημα καταρρέει μετά την επιθεώρηση. Η συνοχή της Συμμαχίας δεν μπορεί να οικοδομηθεί πάνω σε πλατφόρμες που ενθαρρύνουν τη μονομερή προσέγγιση. Οι μεταφορές όπλων θα πρέπει να ενισχύουν τις κοινές αξίες, όχι να επιδοτούν τον τυχοδιωκτισμό. Όπως μας διδάσκει η ιστορία, οι ποιοτικές βελτιώσεις στην επιθετική ικανότητα συχνά προηγούνται της κλιμακούμενης συμπεριφοράς.
Επιπλέον, οι φιλοδοξίες της Τουρκίας εκτείνονται πέρα από τη διατήρηση της ισότητας στην περιοχή. Η Άγκυρα επιδιώκει ανοιχτά την περιφερειακή πρωτοκαθεδρία μέσω της προβολής αεροπορικής ισχύος βαθιά στην Ανατολική Μεσόγειο και την Ανατολική Μεσόγειο. Αυτά τα αεροσκάφη Eurofighter -ειδικά αν παραδοθούν σε πιο προηγμένες διαμορφώσεις- θα επιτρέψουν στην Τουρκία να επεκτείνει το επιχειρησιακό της πεδίο, μειώνοντας τους χρόνους απόκρισης και περιπλέκοντας τον υπολογισμό της αεράμυνας της Ελλάδας.
Η τρέχουσα στρατιωτική ισορροπία
Προκειμένου να αξιολογηθεί η ουσιαστική φύση της εκτίμησης του κινδύνου, είναι απαραίτητο να συγκριθούν οι βασικές διαστάσεις της ελληνοτουρκικής στρατιωτικής ισορροπίας, ιδίως στον αεροπορικό τομέα, ο οποίος βρίσκεται στον πυρήνα της αποτροπής στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο.
- Η Ελλάδα έχει εκσυγχρονίσει σημαντικά τα μαχητικά αεροσκάφη της. Η Ελλάδα προμηθεύτηκε και παρέλαβε Dassault Rafale (24 αεροσκάφη). Η Ελλάδα προχωρά επίσης με την προγραμματισμένη αγορά F-35A στο πλαίσιο ενός μακροπρόθεσμου σχεδίου προμηθειών που ανακοινώθηκε το 2025.
- Το πρόγραμμα αναβάθμισης των ελληνικών F-16 (F-16V) βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη καθώς η Ελλάδα αναβαθμίζει δεκάδες αεροσκάφη Block-52+/52+ Advanced στο πρότυπο Viper (Block 70/72) για τον εκσυγχρονισμό του ραντάρ, του υπολογιστή αποστολής, των ζεύξεων δεδομένων και των αισθητήρων. Οι παραδόσεις έχουν προχωρήσει σημαντικά.
- Η Τουρκία προσπαθεί να εξισορροπήσει τις επιλογές προμηθειών μετά από πολιτικές τριβές με τις ΗΠΑ. Η Τουρκία κινείται προς την απόκτηση των Eurofighters. Ο πρωθυπουργός του Ηνωμένου Βασιλείου, Κιρ Στάρμερ, συναντήθηκε με τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν στην Άγκυρα τη Δευτέρα για να συζητήσουν την επικείμενη πώληση 40 αεροσκαφών Eurofighter Typhoon στην Τουρκία. Σύμφωνα με την αναδυόμενη συμφωνία, η Τουρκία θα παραλάβει άμεσα περίπου 12 μεταχειρισμένα αεροσκάφη (από το Κατάρ και το Ομάν) και στη συνέχεια 28 νεότευκτα αεροσκάφη τα επόμενα χρόνια. Η Γερμανία είχε αρχικά μπλοκάρει την πώληση (επικαλούμενη πολιτικές ανησυχίες/ανησυχίες για τα ανθρώπινα δικαιώματα), αλλά έκτοτε ήρε το βέτο της, ανοίγοντας τον δρόμο για την υλοποίηση της συμφωνίας.
- Μη Επανδρωμένα Αεροσκάφη ( UAV): Το πλεονέκτημα της Τουρκίας αυξήθηκε. Η εγχώρια παραγωγή τουρκικών UAV (Bayraktar TB2, Akinci και νεότεροι τύποι) και οι εξαγωγές συνεχίστηκαν. Η Baykar και άλλοι προμηθευτές αύξησαν την χωρητικότητα και τις νέες δυνατότητες κατά την περίοδο 2022-25, ενισχύοντας την επιχειρησιακή εμπειρία της Τουρκίας στην απασχόληση UAV. Η Ελλάδα έχει επιδιώξει μισθώσεις από την Heron και μικρότερες αγορές UAV, αλλά ο αριθμός των τουρκικών drones και η επιχειρησιακή εμπειρία παραμένουν ένα αποφασιστικό ασύμμετρο πλεονέκτημα.
- Εναέριος ανεφοδιασμός (πολλαπλασιαστής δύναμης): Η Τουρκία διατηρεί οργανική ικανότητα δεξαμενόπλοιων (στόλος KC-135R — αναφέρεται ευρέως ως επτά KC-135R, με σχέδια/έργα που συζητούνται για την αντικατάσταση/αύξηση). Η Ελλάδα ιστορικά δεν είχε οργανικά μεγάλα τζετ δεξαμενόπλοια (αλλά έχει συζητήσει/αναφερθεί ότι επιδιώκει εξαγορές). Τα δεξαμενόπλοια δίνουν στην Τουρκία πλεονέκτημα διατήρησης/περιπλάνησης για εξόδους και εκτεταμένες θαλάσσιες περιπολίες.
Ποιοτικό πλεονέκτημα και μελλοντική τροχιά
Οι αριθμοί από μόνοι τους δεν λένε την πλήρη αλήθεια. Η ποιότητα, η ετοιμότητα, τα προγράμματα εκσυγχρονισμού και η στάση ανάπτυξης έχουν μεγάλη σημασία.
- Η απόκτηση από την Ελλάδα 24 μαχητικών αεροσκαφών Dassault Rafale τελευταίας γενιάς (η παράδοση του τελευταίου αεροσκάφους αναφέρθηκε τον Ιανουάριο του 2025) αποτελεί ένα άλμα ποιοτικού πλεονεκτήματος, ειδικά όταν συνδυάζεται με πυραύλους Meteor και σύγχρονα ραντάρ.
- Η Τουρκία, αν και αριθμητικά μεγαλύτερη σε πολλές αεροπορικές κατηγορίες, υστερεί στις δυνατότητες πέμπτης γενιάς και έχει υποστεί πολύπλοκους περιορισμούς στις προμήθειες (π.χ., την προηγούμενη απομάκρυνσή της από το πρόγραμμα F-35).
- Η επένδυση της Ελλάδας σε συστήματα ικανά να χρησιμοποιηθούν στο μέλλον ενισχύει την αποτρεπτική της ικανότητα: παράλληλα με τη συμφωνία για τα F-35, η Αθήνα έχει θέσει σε εφαρμογή ένα σχέδιο αμυντικών προμηθειών που υπερβαίνει τα 25 δισεκατομμύρια ευρώ έως το 2036 για την αναβάθμιση αεριωθούμενων αεροσκαφών, υποβρυχίων, μη επανδρωμένων αεροσκαφών και μέσων αεροπορικής/θαλάσσιας/πυραυλικής άμυνας.
Γεωγραφικές και Στρατηγικές Σκέψεις
- Το Αιγαίο και η Ανατολική Μεσόγειος επιβάλλουν μια μοναδική γεωμετρία ασφαλείας: οι νησιωτικές βάσεις της Ελλάδας, η προωθημένη επιτήρηση στα αρχιπελάγη και οι προηγμένες αεράμυνες αποτελούν το θεμέλιο της εθνικής αποτροπής.
- Η πρόθεση της Τουρκίας να ενισχύσει την αεροπορική της ισχύ μέσω Eurofighters, και εγχώριων μαχητικών θα μείωνε τους χρόνους αντίδρασής της σε αυτήν την περιοχή, ασκώντας ενδεχομένως πρόσθετη πίεση στους ελληνικούς κύκλους έγκαιρης προειδοποίησης και λήψης αποφάσεων.
Η Αθήνα πρέπει να απαντήσει με νηφαλιότητα, όχι με πανικό.
Πρώτον, η Ελλάδα θα πρέπει να εντείνει τη διπλωματική της συνεργασία με το Βερολίνο και το Λονδίνο, τα οποία διατηρούν επιρροή εντός της κοινοπραξίας Eurofighter. Πρέπει να καταστεί σαφές ότι οι πωλήσεις όπλων χωρίς όρους, όπως η αυστηρή τήρηση του διεθνούς αεροπορικού δικαίου και η παύση των προκλητικών υπερπτήσεων, θέτουν απαράδεκτους κινδύνους για την ασφάλεια των συμμάχων.
Δεύτερον, πρέπει να διπλασιάσουμε τις επενδύσεις σε συστήματα που ενισχύουν την αποτρεπτική μας ικανότητα: ολοκληρωμένα δίκτυα αεράμυνας, εκσυγχρονισμένες σουίτες ηλεκτρονικού πολέμου και έγκαιρη προμήθεια μαχητικών αεροσκαφών επόμενης γενιάς. Η τεχνολογία, όταν χρησιμοποιείται σωστά, είναι ένας εξισορροπητής.
Τρίτον, η Ελλάδα πρέπει να συνεχίσει να οικοδομεί στρατηγικές συνεργασίες. Η Γαλλία, η Αίγυπτος, το Ισραήλ και τα κράτη του Κόλπου έχουν ήδη δείξει την ετοιμότητά τους να συνεργαστούν για τη σταθεροποίηση του ευρύτερου μεσογειακού περιβάλλοντος. Η συλλογική εξισορρόπηση μπορεί να περιορίσει τις μονομερείς παρορμήσεις.
Είναι κρίσιμο να μην παρασυρθούμε από την αφήγηση ότι ο τουρκικός εξοπλισμός είναι υποδεέστερος και επομένως ακίνδυνος. Τίποτα στην πολιτική ασφαλείας δεν είναι αναπόφευκτο. Είναι προϊόν επιλογών. Η Ευρώπη έχει την ευθύνη να διασφαλίσει ότι οι αμυντικές της βιομηχανίες δεν συμβάλλουν στη διάβρωση των διεθνών κανόνων.
Η ρητορική της Τουρκίας τα τελευταία χρόνια έχει εξελιχθεί προς τον μαξιμαλισμό, ιδίως όσον αφορά το Αιγαίο και την Κύπρο. Χωρίς επαληθεύσιμες δεσμεύσεις για νόμιμη συμπεριφορά, ο εξοπλισμός ενός τέτοιου κράτους με προηγμένα μαχητικά αεροσκάφη κινδυνεύει να ενθαρρύνει αντί να μετριάσει. Αν η ιστορία έχει φωνή, προειδοποιεί ότι η αποτροπή πρέπει να είναι αξιόπιστη, όχι φιλόδοξη.
Η Ελλάδα παραμένει σταθερή στη δέσμευσή της στη διπλωματία, το διεθνές δίκαιο και την ακεραιότητα της συμμαχίας. Ωστόσο, όπως γνωρίζει κάθε ναυτικός, η καλή θέληση πρέπει να συνοδεύεται από ετοιμότητα. Η πώληση των Eurofighters στην Τουρκία αποτελεί υπενθύμιση ότι η επαγρύπνησή μας δεν πρέπει να κλονιστεί.
Σε ταραγμένες θάλασσες, ο προσανατολισμός δεν διατηρείται με ευσεβείς πόθους αλλά με ένα σταθερό χέρι στο πηδάλιο.
*Ο Δημήτριος Τσαϊλάς είναι απόστρατος Αξιωματικός του ΠΝ, δίδαξε επί σειρά ετών στις έδρες Επιχειρησιακής Σχεδιάσεως καθώς και της Στρατηγικής και Ασφάλειας, σε ανώτερους Αξιωματικούς στην Ανώτατη Διακλαδική Σχολή Πολέμου. Σήμερα είναι συνεργάτης και ερευνητής του Institute for National and International Security(INIS), του Strategy International (SI) και του Research Institute for European and American Studies (RIEAS).