15/11/2025

Η Μεγάλη Επανεκκίνηση στην Άμυνα και το μέλλον της Ναυτικής Ισχύος

558430924_1112827351035168_6772236293268070342_n

Γράφει ο Δημήτριος Τσαϊλάς*

 

Η Ελλάδα βρίσκεται για άλλη μια φορά σε ένα ναυτικό σταυροδρόμι. Δύο αιώνες μετά την αναγέννηση του σύγχρονου Ελληνικού Πολεμικού Ναυτικού (ΠΝ), το έθνος μας αντιμετωπίζει ένα ανησυχητικό παράδοξο. Τη διαμόρφωση ενός στόλου πιο σύγχρονου και ικανού από οποιαδήποτε άλλη στιγμή στη σύγχρονη ιστορία, αλλά και ένα στρατηγικό περιβάλλον πιο ασταθές και αμείλικτο από οποιοδήποτε άλλο από την εποχή του Ψυχρού Πολέμου.

Η πρόκλησή μας δεν αφορά μόνο τους πόρους. Είναι εννοιολογική. Διανύουμε μια επικίνδυνη μετάβαση, από μια εποχή όπου η αποτροπή βασιζόταν σε ορατές χαλύβδινες πλατφόρμες ικανής χωρητικότητας και κύρους πυροβόλων και πυραύλων, σε μια εποχή όπου η νίκη θα ανήκει στον στόλο που μπορεί να σκέφτεται, να προσαρμόζεται και να επιτίθεται ταχύτερα από τον αντίπαλό του. Ο κίνδυνος δεν είναι απλώς η τεχνολογική απαξίωση, αλλά ο πνευματικός εφησυχασμός.

Η ιστορία προσφέρει τις προειδοποιήσεις της. Κάθε φορά που η Ελλάδα είχε μπερδέψει περιόδους ηρεμίας με μονιμότητα, όπως μετά τους Βαλκανικούς Πολέμους και μετά τον Ψυχρό Πόλεμο, η ετοιμότητα διαβρωνόταν και ακολουθούσε επώδυνη επανεκκίνηση.

 

Η «Μεγάλη Επανεκκίνηση» της εποχής μας πρέπει να ξεκινήσει όχι  μόνο στα ναυπηγεία, αλλά κυρίως στο μυαλό.

 

Η ψευδαίσθηση της συμβατικής ισορροπίας δυνάμεων

Επί χρόνια, η αμυντική μας αφήγηση βασιζόταν στην επιδίωξη να διατηρήσουμε μια «ισορροπημένη» ή «συμμετρική» απάντηση στην επέκταση της ισχύος της Τουρκίας. Αυτή η φιλοδοξία, αν και πολιτικά παρήγορη, είναι στρατηγικά παραπλανητική.

Η κλίμακα βιομηχανικής παραγωγής της Τουρκίας, το δημογραφικό βάθος και η γεωγραφική εμβέλεια αποκλείουν οποιαδήποτε βιώσιμη ελληνική προσπάθεια για επίτευξη αριθμητικής ισότητας. Η προσπάθεια αυτή εξαντλεί τους πόρους, ενισχύει την εξάρτηση και διακινδυνεύει τη στρατηγική εξάντληση.

Η Ελλάδα πρέπει αντ’ αυτού να αποδεχτεί την ασυμμετρία, όχι ως σύνθημα ανάγκης, αλλά ως δόγμα επιλογής. Η πραγματική αποτροπή στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο θα προκύψει από την ικανότητά μας να αρνούμαστε, όχι να κυριαρχούμε,  και να επιβάλλουμε κόστος, όχι να επιδιώκουμε συμμετρία.

Το μάθημα είναι απλό: όταν ο αντίπαλος παίζει με τους κανόνες της μάζας και της ορμής, η ασθενέστερη πλευρά επικρατεί μόνο αλλάζοντας το παιχνίδι.

Η Λογική της Άρνησης

Το Αιγαίο δεν είναι απλώς ένα θέατρο επιχειρήσεων. Είναι ένα όπλο. Η κατακερματισμένη γεωγραφία του, οι στενοί δίαυλοι και το διασκορπισμένο αρχιπέλαγος παρέχουν μια φυσική βάση για μια πολυεπίπεδη αρχιτεκτονική κατά της πρόσβασης/άρνησης περιοχής (A2/AD). Εάν αξιοποιηθεί σωστά, αυτός ο θαλάσσιος λαβύρινθος μπορεί να μετατρέψει την αριθμητική αδυναμία σε επιχειρησιακή ισχύ.

Η μελλοντική ελληνική αποτρεπτική δύναμη θα πρέπει επομένως να βασίζεται σε τρεις αλληλένδετους πυλώνες:

  1. Κατανεμημένη Ισχύς Πυρός: Δίκτυα κινητών παράκτιων πυραυλικών συστοιχιών, οπλισμένων μη επανδρωμένων σκαφών επιφανείας και υποθαλάσσιων οχημάτων, περιφερομένων πυρομαχικών και συστημάτων ακριβείας κρούσης ικανών να κατακλύσουν σημεία ελέγχου και παράκτιες προσεγγίσεις.
  2. Ισχυρή Επιτήρηση: Ενσωμάτωση αισθητήρων δορυφόρων, drone και βυθού για απόκτηση μιας θαλάσσιας εικόνας σε πραγματικό χρόνο, ανθεκτική, πλεονάζουσα και αποκεντρωμένη.
  3. Ανθεκτικό C4ISR: Ένα σύστημα διοίκησης και ελέγχου ικανό να λειτουργεί υπό κυβερνοεπιθέσεις, ηλεκτρονικές διαταραχές και φυσική φθορά.

 

 

Αυτό δεν είναι ένα φουτουριστικό όραμα. Είναι μια δογματική επιταγή. Στην επόμενη σύγκρουση, η πλευρά που ελέγχει τις πληροφορίες, τον ρυθμό και τις ζώνες άρνησης θα επικρατήσει, όχι αυτή που θα παρελάσει με τα μεγαλύτερα και περισσότερα πλοία.

 

Από το Κύρος στο Αποτέλεσμα

Το βαθύτερο εμπόδιό μας είναι πολιτισμικό, όχι υλικό. Οι Ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις (ΕΕΔ), όπως και οι περισσότεροι παραδοσιακοί στρατοί, παραμένουν αγκυροβολημένες στο κύρος των παλαιών συστημάτων και στην πεποίθηση ότι η αποτροπή μετριέται στο άνοιγμα των φτερών και τη χωρητικότητα. Αυτή η νοοτροπία, που κληρονομήθηκε από τον εικοστό αιώνα, έχει γίνει στρατηγικά διαβρωτική στον εικοστό πρώτο αιώνα.

Όπως πιστεύουν αρκετοί, ο πολιτισμός επιμένει επειδή κάποτε λειτουργούσε. Η πίστη στον «έλεγχο του αέρα και της θάλασσας» εξυπηρέτησε καλά την Ελλάδα σε μια εποχή γραμμικού πολέμου. Δεν μας εξυπηρετεί σε μια εποχή αυτονομίας, δεδομένων και σμήνους πυρομαχικών.

 

Μια δύναμη που προσανατολίζεται στο κύρος επιδιώκει ορατότητα και αναγνώριση. Μια δύναμη που προσανατολίζεται στο αποτέλεσμα επιδιώκει την επιβίωση και τις συνέπειες.

 

Η Ελλάδα πρέπει να εξελιχθεί από το πρώτο στο δεύτερο. Αυτός ο μετασχηματισμός απαιτεί όχι μόνο νέα συστήματα, αλλά και νέους αξιωματικούς, στοχαστές που κατανοούν τα δεδομένα ως όπλο, τον αυτοσχεδιασμό ως πειθαρχία και την προσαρμογή ως την ουσία της στρατηγικής.

Προς ένα Προσαρμοστικό Ναυτικό Δόγμα

Για να θεσμοθετήσει τη «Μεγάλη Επανεκκίνηση», η Ελλάδα πρέπει να αναπροσαρμόσει το δόγμα της σε τέσσερις λειτουργικούς άξονες:

  1. Άρνηση Θαλάσσιας περιοχής ως Θεμελιώδες Δόγμα
    Το Πολεμικό Ναυτικό πρέπει να κωδικοποιήσει ρητά μια έννοια άρνησης θάλασσας προσαρμοσμένη στη γεωγραφία του Αιγαίου: διασκορπισμένη θνησιμότητα, πολυεπίπεδη άμυνα και ρυθμός φθοράς. Ο έλεγχος της θάλασσας δεν θεωρείται δεδομένος, κερδίζεται μέσω της άρνησης.
  2. Θεσμοθέτηση Ασύμμετρων Πολεμικών Παιγνίων
    Τα πληρώματα πρέπει να εκπαιδεύονται για να πολεμούν υπό μειονεκτική θέση, υποβαθμισμένες επικοινωνίες, φθορά και απομόνωση. Το μέτρο της ετοιμότητας δεν είναι η απόδοση υπό ιδανικές συνθήκες, αλλά η ανθεκτικότητα υπό χάος.
  3. Ομαδοποίηση Επανδρωμένων-Μη Επανδρωμένων Οχημάτων
    Σε ρηχά, περιορισμένα νερά, τα μη επανδρωμένα συστήματα – USV, UUV και drones, δεν είναι βοηθητικά. Είναι αποφασιστικά. Το Πολεμικό Ναυτικό πρέπει να εξελιχθεί προς ολοκληρωμένες ομάδες εργασίας επανδρωμένων-μη επανδρωμένων, ικανές να υπερφορτώσουν και να μπερδέψουν τους αισθητήρες και τα πυροβόλα του εχθρού.
  4. Η Γνωστική Ευκινησία και ο Αποκεντρωμένος
    Ο Πόλεμος Διοίκησης θα ευνοήσει την πλευρά που αποκεντρώνει την πρωτοβουλία χωρίς να χάνει τη συνοχή της. Οι κατώτεροι αξιωματικοί πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να ενεργούν με πρόθεση, όχι να περιμένουν εντολές. Αυτό απαιτεί εμπιστοσύνη, εκπαίδευση και πολιτισμική ωριμότητα.

Η Βιομηχανική Διάσταση

Η βιομηχανική αυτονομία δεν είναι πολυτέλεια, είναι αποτροπή. Η ικανότητα παραγωγής, επισκευής και συντήρησης κρίσιμων συστημάτων εντός της Ελλάδας καθορίζει όχι μόνο την ανθεκτικότητα σε καιρό πολέμου, αλλά και την ελευθερία δράσης σε καιρό ειρήνης.

Η συμμετοχή στη ναυπηγική βιομηχανία, η παραγωγή σε αρθρωτά συστήματα και η εγχώρια έρευνα και ανάπτυξη σε τεχνολογίες μη επανδρωμένων και ηλεκτρονικού πολέμου αποτελούν ζωτικά στρατηγικά περιουσιακά στοιχεία. Η Ελλάδα δεν έχει την πολυτέλεια να αναθέσει την θαλάσσια κυριαρχία της στους ρυθμούς των ξένων κύκλων προμηθειών.

 

 

Ένας στόλος «Ύδρας-Σπετσών» του εικοστού πρώτου αιώνα πρέπει να είναι τόσο ένα οικοσύστημα καινοτομίας όσο και μια συλλογή με νέες εγχώριες πλώρες.

 

Συμπέρασμα

Η ουσία της Μεγάλης Επανεκκίνησης είναι η ταπεινότητα, η αναγνώριση ότι ακόμη και μεγάλα ναυτικά έθνη μπορούν να ξεχάσουν πώς να πολεμούν. Η Ελλάδα πρέπει επομένως να καλλιεργήσει μια νοοτροπία αέναης μάθησης, πειραματισμού και προσαρμογής.

Αν προσκολληθούμε στην άνεση των πλατφορμών κύρους και των ξεπερασμένων παραδειγμάτων, θα ξαναμάθουμε μέσω της απώλειας ό,τι θα μπορούσαμε να θυμόμαστε μέσω της προνοητικότητας. Αλλά αν ασπαστούμε τη λογική της ασυμμετρίας, την πειθαρχία της άρνησης και το θάρρος της καινοτομίας, θα διασφαλίσουμε ότι η Ελλάδα θα παραμείνει μια ναυτική δύναμη όχι από κληρονομιά, αλλά από σχεδιασμό.

Όπως μας υπενθύμισε ο Θουκυδίδης, «Το μυστικό της νίκης βρίσκεται στην προνοητικότητα».
Ας προετοιμαστούμε, λοιπόν, όχι για τον τελευταίο πόλεμο, αλλά για τον επόμενο, έναν πόλεμο αισθητήρων, δεδομένων και αντοχής που θα διεξαχθεί ανάμεσα στις περιορισμένες θάλασσες που ανέκαθεν δοκίμαζαν την ελληνική εφευρετικότητα.

Το μέλλον του Πολεμικού Ναυτικού δεν θα εξαρτηθεί από το πόσα πλοία θα διοικεί, αλλά από το πόσο έξυπνα θα διοικεί τη θάλασσα.

 

 


Δημήτριος Τσαϊλάς είναι απόστρατος Αξιωματικός του ΠΝ, δίδαξε επί σειρά ετών στις έδρες Επιχειρησιακής Σχεδιάσεως καθώς και της Στρατηγικής και Ασφάλειας, σε ανώτερους Αξιωματικούς στην Ανώτατη Διακλαδική Σχολή Πολέμου. Σήμερα
 είναι συνεργάτης και ερευνητής του Institute for National and International Security(INIS), του Strategy International (SI) και του Research Institute for European and American Studies (RIEAS).

 

 

Facebooktwitterredditpinterestlinkedinmail
Don`t copy text!