Γράφει ο Ανδρέας Ανδριανόπουλος

To Μόναχο υπήρξε μέχρι το 1918 μια ήσυχη αστική γερμανική μεγαλούπολη. Το ίδιο περίπου ίσχυε και για το Βερολίνο μέχρι και το τέλος του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου. Τα πράγματα άλλαξαν δραματικά με τις πρωτοβουλίες των επαναστατικών πυρήνων της Ακρας Αριστεράς, που μέσα από κινήσεις επαναστατών Σπαρτακιστών στο Βερολίνο ή με την ίδρυση τοπικού Σοβιέτ στο Μόναχο ξεκίνησαν έναν κύκλο βίας με τραγικά συνεπακόλουθα.

Αστόχαστα, οι γερμανοί Μπολσεβίκοι και οι οπαδοί τους θεώρησαν πως μπορούσαν δίχως συνέπειες να ταπεινώνουν προσωπικότητες και θεσμούς, επιδιώκοντας την επιβολή διά της βίας των μαρξιστικών τους προτύπων. Η διάχυτη κοινωνική αγανάκτηση και δυσαρέσκεια δεν άργησε να κορυφωθεί και ορμητικά να ξεσπάσει. Συντηρητικές κοινωνικές δυνάμεις, εκκλησιαστικές ομάδες και οι στρατευμένοι των Freikorps πήραν τα όπλα κι αντέδρασαν.

Η Ρόζα Λούξεμπουργκ, ο Καρλ Λίμπκνεχτ, o Koυρτ Αϊσνερ κ.ά. βρήκαν τραγικό τέλος κάτω από τα πυρά των εξεγερμένων – λόγω των αριστερών τους υπερβολών  – συντηρητικών κοινωνικών δυνάμεων (βλ. σχετ. Robert Gerwarth, «The Vanquished», 2017, σελ. 125-132). Εκτοτε σχεδόν κανείς δεν προκαλεί, και μετά τη ναζιστική εμπειρία βέβαια, επιλέγοντας τον δρόμο της συνεννόησης, της συνδιαλλαγής και της διαπραγμάτευσης.

Εκτός βέβαια των ελλήνων αντιεξουσιαστών. Που, τηρουμένων των σχετικών ιστορικών – και όχι μόνο – αναλογιών βεβαίως, επιλέγουν τον δρόμο της πρόκλησης, της καταστροφής και της βίας. Υποστηρίζοντας τις απόψεις αμετανόητων δολοφόνων που θεωρούν πως, απολύτως εκ του ασφαλούς, μπορούν να δοκιμάζουν τις αντοχές της κοινωνίας. Το ποτήρι όμως της αγανάκτησης κοντεύει να ξεχειλίσει. Τα όρια ανοχής ενός κοινωνικού συνόλου που γίνεται μάρτυρας απίθανων παραλογισμών τείνουν να εξαντληθούν. Καιρός είναι όλοι να το συνειδητοποιήσουν…

πηγή:in.gr