19/04/2024

Συρία: Ίντριγκες, “συνωμοσίες” και παιχνίδια πολέμου από Τραμπ, Πούτιν και Ερντογάν

Του Κώστα Ράπτη

Σπανίως γεγονός που έχει προαναγγελθεί καθ’ όλους τους δυνατούς τρόπους προκάλεσε τόσο μεγάλο αιφνιδιασμό όσο η έναρξη της τουρκικής εισβολής (με την ευφάνταστη ονομασία “Επιχείρηση Πηγή Ειρήνης”) στην κουρδοκρατούμενη βορειοανατολική Συρία.

Και όμως, ο Τούρκος πρόεδρος, Ταγίπ Ερντογάν, είχε επανειλημμένα προειδοποιήσει ότι η χώρα του θα πράξει ακριβώς αυτό, ενώ ο Αμερικανός ομόλογός του, Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος σε τηλεφωνική τους συνομιλία την Κυριακή έδωσε τρόπον τινά το “πράσινο φως”, έχει εκδηλώσει την πρόθεση απόσυρσης των αμερικανικών στρατευμάτων από την περιοχή εδώ και τουλάχιστον 10 μήνες, οπότε και για τον λόγο αυτό παραιτήθηκε ο έως τότε επικεφαλής του Πενταγώνου, Τζέιμς Μάτις.

Άλλωστε, η δημιουργία μιας “ασφαλούς ζώνης” νοτίως των τουρκοσυριακών συνόρων αποτελούσε αντικείμενο πολύμηνης επίπονης διαπραγμάτευσης ανάμεσα στην Ουάσιγκτον και την Άγκυρα, με πρώτους καρπούς την επίτευξη μιας αρχικής συμφωνίας τον Αύγουστο και τη συγκρότηση κοινού επιχειρησιακού κέντρου στη νότια Τουρκία τον Σεπτέμβριο. Σύμφωνα, μάλιστα, με δημοσίευμα των “Τάιμς της Νέας Υόρκης”, η αμερικανική πλευρά τροφοδότησε προ της εισβολής την τουρκική με αεροφωτογραφίες που θα ήταν χρήσιμες για την επιλογή στόχων.

Ο ρόλος Ρωσίας και Ιράν

Η συναίνεση του Τραμπ ήταν αναγκαία, αλλά όχι επαρκής συνθήκη για το ξεδίπλωμα των πολεμικών πρωτοβουλιών του Ερντογάν. Είναι σαφές ότι γύρω από την “Επιχείρηση Πηγή Ειρήνης” διαμορφώθηκε μια ευρύτερη συνεννόηση, με τη Ρωσία σε ρόλο-“κλειδί”. Καμία τουρκική στρατιωτική ενέργεια δεν θα μπορούσε να ξεκινήσει χωρίς εγγυήσεις ότι δεν θα ενεργοποιηθούν εναντίον των εισβολέων τα ρωσικά συστήματα αεράμυνας και ηλεκτρονικού πολέμου που βρίσκονται στη Συρία και, επίσης, ότι δεν θα κινηθούν τα συριακά κυβερνητικά στρατεύματα. Αντιθέτως, παρά τη φραστική αποδοκιμασία της παραβίασης της συριακής εθνικής ακεραιότητας και κυριαρχίας, η Μόσχα δείχνει να αντιμετωπίζει την περίσταση ως μια ευκαιρία προκειμένου να πιέσει την κουρδική πλευρά να δεχτεί την επανυπαγωγή των εδαφών της υπό την κεντρική εξουσία της Δαμασκού. Παράλληλα, η ρωσική διπλωματία εργάζεται για την ομαλοποίηση των σχέσεων της Τουρκίας με τη Συρία, με πιθανό αντάλλαγμα την ανακατάληψη της υπό οιονεί τουρκική προστασία ανταρτοκρατούμενης επαρχίας της Ίντλιμπ στα βορειοδυτικά, όπου οι ισλαμιστικές ένοπλες οργανώσεις αρνούνται να συμμορφωθούν με την εκεχειρία που έχουν σχεδιάσει Άγκυρα και Μόσχα. Πολλές αποφάσεις φέρεται να επισφραγίστηκαν κατά την τελευταία σύνοδο κορυφής της “Πρωτοβουλίας της Αστάνα” (που περιλαμβάνει τη Ρωσία, την Τουρκία και το Ιράν) στις 16 Σεπτεμβρίου.

Η ιρανική ηγεσία κατήγγειλε, βέβαια, σε υψηλούς τόνους την τουρκική εισβολή, όμως δεν έχει λόγους να είναι δυσαρεστημένη με ό,τι αποδυναμώνει την προοπτική δημιουργίας μιας νέας αυτόνομης κουρδικής οντότητας, η οποία θα λειτουργεί ως “σφήνα” στα πλευρά όλων των χωρών της περιοχής και, για τον λόγο αυτό, ενθαρρύνεται κατεξοχήν από το Ισραήλ.

Αυτό εξηγεί και γιατί το εκ πρώτης όψεως εύλογο επιχείρημα του Ντόναλντ Τραμπ ότι οι ανησυχίες ασφαλείας της δεύτερης μεγαλύτερης χώρας του ΝΑΤΟ προέχουν έναντι των όποιων αμερικανικών οφειλών σε μη κρατικούς δρώντες, όπως η κουρδική οργάνωση PYD, προκαλεί τόση ανησυχία στο εβραϊκό κράτος και τέτοια πολιτική αναταραχή στην ίδια την Ουάσινγκτον.

Φυγή προς τα εμπρός

Η ανοχή προς την τουρκική εισβολή ερμηνεύεται ως προάγγελος ευρύτερης αμερικανικής αναδίπλωσης από τη Μέση Ανατολή και ο Τραμπ κάνει ό,τι μπορεί για να το επιβεβαιώσει, με τις αναρτήσεις του στο Twitter, όπου αποκηρύσσει τους “αχρειάστους πολέμους”, επί τη βάσει “ψεμάτων” που κόστισαν στην Αμερική “οκτώ τρισ. δολάρια”.

Εν μέσω της αφόρητης πολιτικής πίεσης που του ασκεί το σκάνδαλο του Ukrainegate, ο ένοικος του Λευκού Οίκου επιλέγει μια παράτολμη “φυγή προς τα εμπρός”, δείχνοντας στην εκλογική του βάση ότι θα επιμείνει στο ιδιόμορφο μείγμα εξωτερικής πολιτικής που είχε παρουσιάσει προεκλογικά. Στο Κογκρέσο, όμως, η “εγκατάλειψη” των Κούρδων (και η προοπτική απόσυρσης από την ευρύτερη περιοχή) ερμηνεύεται από Δημοκρατικούς και Ρεπουμπλικανούς ως πλήγμα στην αμερικανική αξιοπιστία – εξού και οι διακομματικές προσπάθειες να νομοθετηθούν κυρώσεις κατά της Τουρκίας.

Χωρίς διεθνή απάντηση

Το ότι οι εξελίξεις δεν έχουν σημασία απλώς περιφερειακή, αλλά παγκόσμια, αποτυπώθηκε ανάγλυφα την Πέμπτη στην έκτακτη συνεδρίαση του Συμβουλίου Ασφαλείας που προκάλεσαν τα πέντε μόνιμα και μη κράτη-μέλη εξ Ευρώπης, χωρίς, λόγω της απροθυμίας ΗΠΑ και Ρωσίας, να υιοθετηθεί ψήφισμα. Μοιάζει σαν οι συνασπισμένοι αντίπαλοι της “φιλελεύθερης τάξης πραγμάτων” να νικούν επί των τελευταίων θιασωτών της.

Η Ευρώπη αποτελεί πράγματι έναν από τους μεγάλους χαμένους της υπόθεσης, καθώς όχι μόνο αδυνατεί αντικειμενικά (και υποκειμενικά…) να επηρεάσει τα πράγματα, αλλά δέχεται και δημόσιες απειλές από τον Ερντογάν ότι θα πλημμυρίσει τη γηραιά ήπειρο με 3,4 εκατομμύρια πρόσφυγες – σε μια κυνική ομολογία χειραγώγησης των ροών.

Η Ελλάδα, ειδικότερα, θα πρέπει να καταγράψει με τη μέγιστη προσοχή την περιορισμένη αξία που έχουν οι πολιτικές εγγυήσεις τρίτων απέναντι σε έναν Ερντογάν ο οποίος έχει δηλώσει ότι η χώρα του “ή θα κερδίσει εδάφη ή θα χάσει εδάφη” – και κινείται αναλόγως. Το ότι η εισβολή στη Συρία εξελίσσεται ταυτόχρονα με τη λιγότερο ορατή τουρκική “εισβολή” στη θαλάσσια δικαιοδοσία της Κυπριακής Δημοκρατίας έχει τη σημασία του.

Κέρδη και ρίσκα για τον Τούρκο ηγέτη

Δεν είναι, πάντως, προεξοφλημένο ότι όλα θα κυλήσουν ρόδινα για τον ισχυρό άνδρα της Άγκυρας. Από την επιχείρηση “Πηγή Ειρήνης” εισπράττει, βέβαια, μέχρι τώρα μεγάλα εσωτερικά πολιτικά οφέλη, καθώς η πατριωτική έξαρση αποτρέπει την επανάληψη πολιτικών συμπράξεων της αντιπολίτευσης με το κουρδικό στοιχείο, όπως αυτή που χάρισε τον δήμο Κωνσταντινούπολης στον Εκρέμ Ιμάμογλου. Όμως η τουρκική οικονομία άρχισε και πάλι να “τρίζει”, για τον φόβο των αμερικανικών κυρώσεων, ενώ σε επιχειρησιακό επίπεδο πολλά μένουν να κριθούν. Είναι προφανές ότι, για να μην εμπλακεί σε διακρατική σύρραξη με τη Συρία (ή και τη Ρωσία), η Άγκυρα έχει υποσχεθεί μια οριοθετημένη στον χρόνο (λ.χ. μέχρι το ραντεβού Τραμπ-Ερντογάν στις 13 Νοεμβρίου) και στον χώρο επέμβαση – ίσα για να εξασφαλίσει σε πρώτο στάδιο χώρο για την επαναπροώθηση Σύρων προσφύγων για την αποφόρτιση των τουρκικών αστικών κέντρων που δυσφορούν. Όμως τυχόν επιλογή των Κούρδων να παγιδεύσουν τις τουρκικές δυνάμεις σε μάχες εντός των πόλεων της περιοχής θα αλλάξει τα δεδομένα.

 

 

*Αναδημοσίευση από το “Κεφάλαιο” που κυκλοφορεί

 

ΠΗΓΗ: Capital.gr

 

 

Facebooktwitterredditpinterestlinkedinmail
Geopolitics & Daily News Copyrights Reserved 2024