25/04/2024

Μεταίχμιο

Γράφει ο Κωνσταντίνος Φίλης* 

Η Τουρκία έχει ανοίξει πολλά μέτωπα με την Ελλάδα. Μέσω δηλώσεων, χαρτών, δέσμευσης θαλάσσιων οικοπέδων, απειλών και προειδοποιήσεων αλλά και μίας ευρύτερης κινητικότητας, μοιάζει έτοιμη είτε να κάνει ένα βήμα χωρίς επιστροφή στις ελληνοτουρκικές σχέσεις (π.χ. ερευνητική γεώτρηση σε ελληνική υφαλοκρηπίδα) ή να επιχειρήσει να διευθετήσει μία και καλή τις ανοιχτές υποθέσεις με την Αθήνα.

Η σύγχυση στην οποία βρίσκονται οι ΗΠΑ τόσο στο εσωτερικό όσο και στην πολιτική τους σε Ανατολική Μεσόγειο και Μέση Ανατολή δίνει χώρο σε περιφερειακές δυνάμεις, όπως η Τουρκία να ελιχθούν και δη μεταξύ των αντιθέσεων των μεγάλων δυνάμεων, εμφανίζοντας την εικόνα του απαραίτητου εταίρου. Η αποστασιοποίηση της Ουάσιγκτον και η αναζήτηση πυξίδας επιτρέπει στην Αγκυρα να δρα με ελευθερία κινήσεων, ακριβώς γιατί η αμερικανική ατζέντα είναι ευμετάβλητη. Τρανό παράδειγμα η Λιβύη (είχε προηγηθεί η Συρία), όπου οι ΗΠΑ αναζητούν ερείσματα μέσω των περιφερειακών συμμάχων τους, χωρίς ουσιαστική απήχηση στις εξελίξεις.

Κάπως έτσι, η Τουρκία «πουλάει» τον ρυθμιστικό της ρόλο. Στοιχείο επιπρόσθετου προβληματισμού αποτελεί η σχεδόν αποκλειστική ενασχόληση του Λευκού Οίκου με τις επικείμενες προεδρικές εκλογές και μάλιστα υπό πολύ δυσμενέστερες συνθήκες μετά την αποτυχημένη διαχείριση της πανδημίας και τις εσωτερικές αναταραχές. Ισως, λοιπόν, αυτή η κατάσταση θεωρηθεί από τον Ερντογάν ευκαιρία για να προβεί σε ενέργειες στην Ανατολική Μεσόγειο που θα δεσμεύσουν και την επόμενη ηγεσία, υπό τον φόβο ότι ο Τραμπ με τον οποίο υπάρχει κατανόηση και ο οποίος επιδεικνύει χαρακτηριστική ανοχή έναντί  του, ενδέχεται να μη βρίσκεται στην εξουσία.

Μόνο τυχαίες δεν είναι, άλλωστε, οι τρεις επικοινωνίες Τραμπ – Ερντογάν εν μέσω πανδημίας. Είναι, ωστόσο, αβέβαιο αν σε αυτές στις συνομιλίες ο πρώτος θέλησε και κατάφερε να μετριάσει τις ορέξεις του τούρκου προέδρου, αν και το πλέον επιτυχημένο παράδειγμα «διόρθωσης» της πολιτικής Ερντογάν έλαβε χώρα όταν οι ΗΠΑ επέβαλαν κυρώσεις για την υπόθεση του πάστορα Μπράνσον, με αποτέλεσμα η Αγκυρα να τον επιστρέψει χωρίς πρακτικό αντίκρισμα (σ.σ.: ο τούρκος πρόεδρος είχε συνδέσει την περίπτωσή του με την απέλαση του Γκιουλέν, «πάστορας αντί πάστορα» έλεγε χαρακτηριστικά).

Δεδομένης της σημασίας που αποδίδει η τουρκική ηγεσία στις διαπροσωπικές σχέσεις και εφόσον οι δίαυλοι επικοινωνίας με την Ελλάδα παραμένουν κλειστοί (ελπίζω όχι για πολύ ακόμη), μόνο τρεις ηγέτες δείχνουν ικανοί να περάσουν αποφασιστικό μήνυμα αποτροπής στην Τουρκία. Ο Τραμπ, ο οποίος δεν έχει πειστεί για την αναγκαιότητα μίας τέτοιας κίνησης, πέραν του ότι βλέπει στο πρόσωπο του Ερντογάν ένα συνομιλητή, που του δίνεται τώρα η ευκαιρία – λόγω πανδημίας και οικονομίας – να τον επαναφέρει στο δυτικό μαντρί, ενώ η Αγκυρα καλύπτει εν μέρει την αμερικανική υποχώρηση από τα περιφερειακά δρώμενα.

Ο Πούτιν, ο οποίος δεν καίγεται για να αποσοβήσει μία αντιπαράθεση ανάμεσα σε δύο νατοϊκούς εταίρους, η οποία θα έπληττε τόσο την αξιοπιστία της Βορειοατλαντικής Συμμαχίας, όσο και την εικόνα των ΗΠΑ ως εγγυητή της περιφερειακής σταθερότητας. Τέλος, η καγκελάριος Μέρκελ, η οποία, εντούτοις, έχει ως προτεραιότητα τη διατήρηση μίας λειτουργικής σχέσης με την Αγκυρα. Τούτων δοθέντων, το χρονικό διάστημα μεταξύ Σεπτεμβρίου – Νοεμβρίου (ίσως και νωρίτερα) είναι κρίσιμο.

*Ο Κωνσταντίνος Φίλης είναι εκτελεστικός διευθυντής ΙΔΙΣ. Κυκλοφορεί το βιβλίο του «Η Ελλάδα στη γειτονιά της» (εκδόσεις Παπαδόπουλος).

πηγή:in.gr 

Facebooktwitterredditpinterestlinkedinmail
Geopolitics & Daily News Copyrights Reserved 2024