19/03/2024

«Οι προβολές του Δημοκρατικού Πολιτεύματος από την Αρχαιότητα στο σήμερα» Μέρος Α΄

«Οι προβολές του Δημοκρατικού Πολιτεύματος από την Αρχαιότητα στο σήμερα. Οι διαδικασίες και τα στάδια δημιουργίας και εξέλιξης του Δημοκρατικού πολιτεύματος»

 

Γράφει ο Βλάσης Οικονόμου
Ιστορικός 

 

Οι προβολές του Δημοκρατικού Πολιτεύματος είναι η βασική ιδέα της εν λόγω μελέτης. Λέγοντας, προβολές ουσιαστικά υπονοείται, η κυκλικότητα της ιστορίας, δηλαδή ότι, τα γεγονότα τα οποία διαδραματίστηκαν κάποια στιγμή στο παρελθόν, σε συγκεκριμένη χρονολογική στιγμή και τόπο, θα επαναληφθούν με την  ίδια ή ανάλογη μορφή στη σύγχρονη πραγματικότητα. Επομένως, οι νεότερες γενιές εάν κατορθώσουν και αντιληφθούν τις διδαχές των παρελθόντων ιστορικών χρόνων, ενδεχομένως να καταφέρουν να υπερπηδήσουν τα τυχόν προβλήματα και να αδράξουν τις ευκαιρίες που θα τους δοθούν.

 

Η Δημοκρατία λοιπόν, πρωτοεμφανίστηκε, γιατί οι συνθήκες το επέτρεψαν, στην αρχαία Αθήνα κατά την διάρκεια του 6ου και 5ου αιώνα π.Χ.  Πρωτοστάτησε ως μορφή πολιτεύματος και αντικατέστησε τα αυταρχικά και απολυταρχικά συστήματα που επικρατούσαν έως τότε. Η  βασικότερη προϋπόθεση επικράτησης της Δημοκρατίας ως σύστημα ήταν το σταδιακό πέρασμα και η πορεία της από τις προγενέστερες φάσεις της. Αυτές οι προγενέστερες φάσεις δεν θα μπορούσαν να είναι άλλες από αυτές, α) προ-αντιπροσώπευση και β) αντιπροσώπευση. Κάθε μία από τις φάσεις της δημοκρατικής ολοκλήρωσης απαιτεί συγκεκριμένες ‘’προδιαγραφές’’. Ουσιαστική, σε αυτό το στάδιο ήταν, η εννοιολόγηση της ελευθερίας και η περιγραφή των μορφών της.

 

Μετά την ολοκλήρωση της εφαρμογής των δύο προγενέστερων κατηγοριών της Δημοκρατίας, αυτό που απομένει είναι η εδραίωση και εφαρμογή του πολιτικού συστήματος. Για να γίνει όμως αντιληπτό αυτό το φαινόμενο, κρίνεται σχεδόν απαραίτητος ο διαχωρισμός του ελληνικού κόσμου σε δύο τεράστιες κατηγορίες. Η πρώτη κατηγορία είναι, α) το κρατοκεντρικό σύστημα με ανθρωποκεντρική μορφή και β) το οικουμενικό κοσμοσύστημα με ανθρωποκεντρική μορφή. Το μεν πρώτο επικεντρώνεται στη σπουδαιότητα του δημοκρατικού τρόπου διακυβέρνησης εντός των τειχών της πόλης-κράτους (π.χ. αρχαία Αθήνα), το δε δεύτερο ‘’απομακρύνεται’’ από τα στενά όρια της πόλης-κράτος και ξεδιπλώνεται σε ολόκληρη την οικουμένη, έχοντας ως βασικό του πυλώνα την οικονομική διαχείριση.

 

Χάρη σε αυτή τη μεθόδευση, ως ανωτέρω, το πολίτευμα της Δημοκρατίας συνεχίζει να διαδίδει τα ευεργετικά του δεδομένα σε όλο τον γνωστό τότε κόσμο. Είναι σημαντικό να αναφέρουμε ότι, ο βασικότερος διαμεσολαβητής για την διάδοση της δημοκρατίας ήταν ο Μ. Αλέξανδρος, ο οποίος μέσω της δεκάχρονης εκστρατείας του, ουσιαστικά μεταλαμπάδευσε τις ιδέες του πολιτεύματος, σε κοινωνίες που έως τότε διαβιούσαν ως υπήκοοι-δούλοι σε χώρες με απολυταρχικά και βασιλικά καθεστώτα (π.χ. Περσία με τον βασιλιά Δαρείο Α΄).

 

Οι διάδοχοι του Μ. Αλεξάνδρου, ως συνεχιστές των πολιτικών δεδομένων εφάρμοσαν, όσο βέβαια ήταν δυνατό, τις ιδέες του πολιτεύματος. Επειδή όμως η χρονολογική εξέλιξη της ιστορίας δεν είναι δυνατόν να ανακοπεί, μετά από την ελληνιστική εποχή έχουμε την εμφάνιση της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Πλέον σε αυτή τη  ιστορική στιγμή το σκηνικό που έως τότε επικρατούσε αλλάζει. Μέχρι τότε η γεωγραφική περιοχή που στεγάζονταν η Δημοκρατία ήταν τόσο η περιοχή του ελλαδικού χώρου όσο και οι κτήσεις του Μ. Αλεξάνδρου προς την ανατολή. Με την Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία υφίσταται μεταφορά των ιδεολογιών προς την δύση και πιο συγκεκριμένα στην περιοχή της Ιταλίας και ιδιαίτερα της αρχαίας Ρώμης. Μόνο όταν η Ρώμη αναβαθμίζεται και γίνεται Αυτοκρατορία, αναγνωρίζεται και εφαρμόζεται η δημοκρατία ως οικουμενική ανθρωποκεντρική μορφή.

 

Η Ρώμη δεν ήταν όμως δυνατόν αν επικρατήσει αιώνια, και μετά την διάσπασή της σε δυτική και ανατολική, πραγματοποιείται η ίδρυση μιας νέας αυτοκρατορίας, αυτής της Βυζαντινής. Πραγματοποιείται έτσι θα λέγαμε, επαναφορά των ιδεών της Δημοκρατίας από την δύση προς τα πάτρια εδάφη, την ανατολή και τον ελληνικό γεωγραφικό χώρο. Επομένως είναι ευκολότερο τώρα πλέον οι ιδέες του Δημοκρατικού Πολιτεύματος να εφαρμοστούν, διότι βρίσκονται σε χώρο όπου εθιμικά διαθέτει ανάλογες μνήμες.

 

Η ιστορική εξέλιξη όμως είναι ασταμάτητη, η Βυζαντινή αυτοκρατορία μετά από 1100 περίπου χρόνια ποικιλόμορφης ζωής, καταστρέφεται. Οι αυτοκρατορίες διαλύονται, αλλά οι ιδέες του πολιτεύματος διατηρούνται. Η Οθωμανική Αυτοκρατορία είναι πλέον στο προσκήνιο, σε αντικατάσταση της Βυζαντινής. Σε αυτή όμως την ιστορική στιγμή, οι ιδέες της Δημοκρατίας δεν διαδίδονται μέσω του κράτους, αλλά μόνο μέσα από εθιμικούς κανόνες και προσωπικές μνήμες των πολιτών της. Δεν υφίστανται πια ‘’κοσμόπολη’’ αλλά ‘’κοσμοπολίτες’’ που διαφυλάττουν ως ‘’θησαυρό’’ της δημοκρατικές ιδέες.

 

Αυτές οι δημοκρατικές ιδέες ήταν η αφορμή που το ελληνικό έθνος επαναστάτησε ώστε να γεννήσει εκ νέου ένα ελληνικό κράτος. Η κοσμόπολη και η ανθρωποκεντρική αφοσίωση θα αναγεννήσουν από τις στάχτες του το νεόδμητο ελληνικό κράτος. Και εκεί που ήταν βέβαιο ότι, και πάλι οι ιδέες της δημοκρατικής ολοκλήρωσης θα απαλλάξουν και θα βοηθήσουν το ελληνικό κράτος να εφαρμόσει για πολλοστή φορά την κεντρική ιδέα της κυκλικής ιστορίας, συνέβη το απροσδόκητο. Δυστυχώς, η μη πλήρης εφαρμογή των αρχέγονων ιδεών έστω και για μία φορά μπορεί να οδηγήσει στην μη συνέχισή τους.

 

 

Εισαγωγή: 

Η Αθηναϊκή δημοκρατία χρειάσθηκε περίπου 120 χρόνια για να οικοδομηθεί σταδιακά. Τα βασικά θεμέλια της οικοδομής τα έθεσε ο Σόλων και την στέγη τοποθέτησαν ο Κλεισθένης και ο Περικλής. Μεσολάβησαν, α) η εποχή του Πεισίστρατου που, αν και τύραννος, άφησε -άθικτους- να λειτουργήσουν οι θεσμοί του Σόλωνα, β) η καταστατική μεταρρύθμιση του Κλεισθένη που δεν ήταν θεσμική αλλά τεχνική. Δεν έθιξε, δηλαδή, τους θεσμούς του Σόλωνα, αλλά επέφερε, απλώς, ουσιαστικές αλλαγές στην κατανομή των κοινωνικών ομάδων που κατοικούσαν την Αττική. Οι απλές πάντα, αλλά ορθολογικές λύσεις, έχουν βάσεις στερεές και, σχεδόν πάντα, δημιουργούν μακροβιότατα σταθερά πλαίσια.

 

Η Αθηναϊκή Δημοκρατία, είχε ως βασικό της γνώρισμα τον ανθρωποκεντρισμό, τις κοινωνίες, δηλαδή, που συγκροτούνται με βασικό υπόβαθρο την ελευθερία. Στηρίχθηκε και εδραιώθηκε έχοντας ως κυρίαρχο πρόταγμα της τον άνθρωπο και την κυριαρχία των ελευθερίων του. Ήταν ισχυρή υπέρμαχος της ατομικής, της κοινωνικής και της πολιτικής ελευθερίας. Μόνο μέσω αυτών των ελευθεριών θα μπορέσει να υπάρξει Δημοκρατία. Οι ισχυρές αυτές βάσεις του Ελληνικού Κοσμοσυστήματος μικρής κλίμακας, δεν έπαψαν να υπάρχουν, συνέχισαν την πορεία τους εξελισσόμενες σε Κοσμοπολιτεία και σε Κοσμόπολη, κατά την διάρκεια της ιστορικής εξέλιξης. Οι βάσεις της Δημοκρατίας βοήθησαν τις κοινωνίες, μέσω τον ανθρώπων οι οποίοι είχαν εντρυφήσει σε αυτή, να οδηγήσουν στη μετάβαση προς την νεοτερικότητα. Ίσως τελικά ένα πολίτευμα όπως η Δημοκρατία, με έδρα την Αθήνα, να είναι αυτό που ίσως κάποτε, μέσω της κυκλικότητας της ιστορίας, να  βοηθήσει τις σύγχρονες κοινωνίες να ανακαλύψουν σε ποια φάση του ελληνικού ανθρωποκεντρικού συστήματος βρίσκονται.

 

 

«ΠΟΡΕΙΑ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ»

 

  • Σόλων ο Αθηναίος (περ. 639 π.Χ. – 559 π.Χ.)  

Ο Σόλωνας υπήρξε ένας ευπατρίδης Αθηναίος πολίτης χωρίς και όμως να συγκαταλέγεται μεταξύ των πλουσίων. Οι ξεχωριστές αρετές και ικανότητές του και γενικά η ζωή του και η δράση του τον είχαν αναδείξει σε προσωπικότητα με μεγάλο κύρος και γόητρο. Γι’ αυτό οι Αθηναίοι του ανέθεσαν εν λευκώ το αξίωμα του επώνυμου άρχοντα (594/3 π.Χ.) με σκοπό να εξισορροπήσει και να εξομαλύνει τη δραματική κατάσταση που είχαν δημιουργήσει οι κοινωνικές και οικονομικές ανισότητες και αντιπαλότητες μεταξύ των πλουσίων αφενός και των φτωχών αφετέρου. Όπως, μας λέει «η Αθηναίων πολιτεία» του Αριστοτέλη (κεφ. 5-12), ο Σόλωνας ανέλαβε την εξουσία, έδωσε στον λαό την ελευθερία του. Εισήγαγε νέο πολίτευμα και θέσπισε νέους νόμους και έτσι οι Αθηναίοι έπαυσαν να χρησιμοποιούν τους νόμους του Δράκοντα, εκτός από εκείνους που αναφέρονταν σε φόνο.

Σόλων ο Αθηναίος (περ. 639 π.Χ. – 559 π.Χ.)

 

Φαίνεται ότι τα εξής τρία στοιχεία του πολιτεύματος του Σόλωνα είναι τα πιο δημοκρατικά: το πρώτο και σπουδαιότερο, η εφαρμογή του νόμου της «Σεισάχθεια», η απαγόρευση, δηλαδή, του δανεισμού με υποθήκευση του σώματος: το «μή δανείζειν επί τοις σώμασιν», δεύτερον το να έχει ο καθένας το δικαίωμα να υπερασπίζεται δικαστικά αυτούς που αδικούνται: το «εξ είναι ο βουλομένω τιμωρείν υπέρ των αδικουμένων» και τρίτον, το οποίο έδωσε πολύ μεγάλη δύναμη στον λαό, το δικαίωμα έφεσης ενώπιον του δικαστηρίου της Ηλιαίας: «η εις το δικαστήριον έφεσις». Διότι, όταν ο λαός έχει το πάνω χέρι στις ψηφοφορίες, γίνεται κυρίαρχος και της πολιτείας.[1]

 

Σύμφωνα με τη νομοθεσία του Σόλωνα οι άρχοντες έπρεπε να αναδεικνύονται στο αξίωμά τους με κλήρωση από κατάλογο προεκλεγμένων, τους οποίους θα επέλεγε κάθε φυλή. Ο Σόλωνας θέσπισε Βουλή από τετρακόσια μέλη, δηλαδή εκατό από κάθε φυλή, ενώ τη Βουλή του Αρείου Πάγου την κατέστησε υπεύθυνη για την τήρηση των νόμων, και έτσι παρέμεινε θεματοφύλακας του πολιτεύματος. Ο Άρειος Πάγος επόπτευε τις περισσότερες και σημαντικότερες υποθέσεις της πολιτείας και είχε απόλυτη εξουσία να τιμωρεί τους παραβάτες του νόμου. Δίκαζε, επίσης, όσους συνωμοτούσαν για την ανατροπή της Δημοκρατίας μετά από νόμο του Σόλωνα περί καταγγελίας κατά συνωμοτών. Βλέποντας, ο Σόλωνας, ότι η πολιτεία συχνά υπέφερε από εσωτερικές αναταραχές
και ότι μερικοί πολίτες από αδιαφορία άφηναν τα πράγματα στην τύχη τους εισήγαγε για την αντιμετώπισή τους ειδικό νόμο: «όποιος, όταν η πόλη σπαράσσεται από εσωτερικές συγκρούσεις, δεν πάρει τα όπλα και δεν
ταχθεί με τη μία ή την άλλη παράταξη, θα χάνει τα πολιτικά του δικαιώματα και δεν θα συμμετέχει στη δημόσια ζωή»
.[2]

 

«Στον απλό λαό έδωσα», λέει ο Σόλωνας, «τόσα δικαιώματα όσα του χρειάζονται». «Για εκείνους που είχαν δύναμη και ήταν θαυμαστοί για τον πλούτο και τούς φρόντισα να μην πάθουν τίποτε το ανάρμοστο. Στάθηκα ανάμεσά τους κρατώντας δυνατή ασπίδα και δεν επέτρεψα σε κανέναν άδικα να νικήσει». Και συνεχίζει: «Ο λαός θα ακολουθούσε πολύ πρόθυμα τους ηγέτες αν δεν του άφηναν υπερβολική ελευθερία ή αν δεν τον καταπίεζαν υπερβολικά». Το πολίτευμα του Σόλωνα ήταν τιμοκρατικό, αφού το πολιτικά αξιώματα απονέμονταν με οικονομικά κριτήρια: «εκάστοις ανάλογον τω μεγέθει του τιμήματος αποδίδούς την αρχήν».[3] Γι’ αυτό και οι φορείς των δημοσίων αξιωμάτων δεν ήταν έμμισθοι, πράγμα που δυσκόλευε τη συμμετοχή των φτωχών στη δημόσια διοίκηση. Οι πολίτες διακρίνονταν σε τέσσερις κατηγορίες με βάση το εισόδημά τους:

  1. Πεντακοσιομέδιμνοι,
  2. Τριακοσιομέδιμνοι ή Ιππείς
  3. Διακοσιομέδιμνοι ή ζευγίτες και
    4.  Θήτες.

Πάντως οι μεταρρυθμίσεις του Σόλωνα, όσο και αν δεν ικανοποίησαν καμία παράταξη, επειδή αφενός θεωρήθηκαν πολύ ριζοσπαστικές από τους πλούσιους και αριστοκράτες που έχαναν κάποια προνόμια και έβλεπαν να περιορίζεται η
οικονομική τους δύναμη, και αφετέρου δεν θεωρήθηκαν αρκετά ριζοσπαστικές από τους φτωχούς, επειδή πάρα την επιβολή του ευεργετικού γι’ αυτούς νόμου της Σεισάχθειας δεν ικανοποίησε το αίτημά τους για γενικό αναδασμό και επειδή έβλεπαν ότι οι πλούσιοι διατήρησαν βασικά την πολιτική και οικονομική τους δύναμη και υπεροχή, γεφύρωσαν οπωσδήποτε το χάσμα που χώριζε
τους πλούσιους από τους φτωχούς και έθεσαν τα θεμέλια της Δημοκρατίας, όσο και αν δεν υπήρξαν επαναστατικές, όπως ανέμενε η δημοκρατική παράταξη, αφού πράγματι η πολιτεία συνέχισε να είναι τιμοκρατική. Ο Σόλωνας, θα μπορούσαμε ίσως να πούμε, υπήρξε ένας ευπατρίδης κεντρώος δημοκράτης.

 

Η μεταρρύθμιση του Σόλωνα (592/1 π.Χ) δεν είχε σκοπό να εγγυηθεί την ελευθερία, αλλά να προστατεύσει την ιδιοκτησία και να την κάνει λιγότερο τρωτή στη «φιλαργυργία» και την αρπακτικότητα των πλουσίων.[4] Αυτήν ακριβώς τη δυσαρέσκεια από τον συντηρητικό χαρακτήρα της δημοκρατικής μεταρρύθμισης του Σόλωνα εκμεταλλεύθηκε ο Πεισίστρατος και κατάφερε να έλθει στην εξουσία. Ο Σόλωνας συνέβαλε αποφασιστικά, ώστε να δημιουργηθεί στους πολίτες η συνείδηση ότι η ευημερία της πόλεως-πολιτείας εξαρτάται από την μετριοπαθή, υπεύθυνη και δίκαιη στάση και η συμπεριφορά όλων των μελών της.

 

Πεισίστρατος (561 π.Χ. – 527 π.Χ.)

 

  • Τυραννία Πεισίστρατου (561 π.Χ. – 527 π.Χ.)                  

 

Ο Πεισίστρατος, αν και στην ιστορία έχει μείνει γνωστός ως τύραννος, υπήρξε μια πολύπλευρη προσωπικότητα προικισμένη με εξαιρετικά προσόντα δημοκρατικές ευαισθησίες, αφού μάλιστα υπήρξε αρχηγός του κόμματος των ‘’ιδακρίων’’, δηλαδή των ορεινών, που θεωρούνταν κατεξοχήν δημοκρατικό κόμμα, το κόμμα του απλού λαού, με τη βοήθεια του οποίου κατέλαβε την Ακρόπολη και συγχρόνως την εξουσία τριάντα δύο χρόνια μετά τη νομοθεσία του Σόλωνα. Την εξουσία την άσκησε με σεβασμό στις μεταρρυθμίσεις του Σόλωνα, δηλαδή ‘’δημοκρατικά’’. Σχετικά με τον τρόπο διακυβέρνησης του ο Πεισίστρατος, φρόντιζε να υπάρχει πάντοτε ειρήνη και ησυχία. Πολλές φορές συνήθιζαν να λένε εγκωμιαστικά ότι η τυραννίδα του Πεισίστρατου έμοιαζε με τη χρυσή εποχή του Κρόνου.[5]

 

Αξιοσημείωτο είναι ότι ο Πεισίστρατος δεν ανέλαβε ο ίδιος κανένα ιδιαίτερο αξίωμα. Η ουσιαστική εξουσία που ασκούσε του επέτρεπε να αναθέτει τα δημόσια αξιώματα στους οπαδούς του και στους συγγενείς του.[6] Με αυτή τη φιλολαϊκή πολιτική ο Πεισίστρατος πετύχαινε δύο στόχους. Πρώτον οι φτωχοί γεωργοί ζούσαν διασκορπισμένοι στην ύπαιθρο με σχετική ευμάρεια και, δεύτερον, δεν είχαν ούτε την επιθυμία, αλλά ούτε και ελεύθερο χρόνο να ασχοληθούν με τα κοινά. Με την πολιτική αυτή απέτρεπε ενδεχόμενες οργανωμένες κοινωνικές και πολιτικές αντιδράσεις. Είναι γεγονός ότι με την πολιτική του ο Πεισίστρατος περιόρισε τη δύναμη των αριστοκρατών, ευνόησε και ενίσχυσε τις ασθενέστερες τάξεις και κατόρθωσε, ώστε να δημιουργηθεί μια συνείδηση αλληλεγγύης μεταξύ των πολιτών και ένας εθισμός σεβασμού των νόμων, γεγονότα, όπως αποδείχθηκε, πολύ σημαντικά για τις πολιτικές εξελίξεις που οδήγησαν στην εμπέδωση και στην ολοκλήρωση της δημοκρατίας με τον Κλεισθένη.

 

 

 

Κλεισθένης (570 π.Χ. – 508 π.Χ.)

 

  • Κλεισθένης οδηγός προς την Δημοκρατία (570 π.Χ. – 508 π.Χ.) Εικ.3

 

Οι ιστορικές μας πηγές για τις μεταρρυθμίσεις του Κλεισθένη αναφέρονται αποκλειστικά από τον «Ηρόδοτο» και από την «Αθηναίων πολιτεία» του Αριστοτέλη. Σύμφωνα λοιπόν με αυτές τις πηγές ο Κλεισθένης, από το γένος των Αλκμεωνιδών, συγκρούστηκε για την κατάληψη της πολιτικής εξουσίας με τον Ισαγόρα, προστάτη των τυράννων, το 510 π.Χ. αμέσως μετά την κατάλυση της τυραννίας του Ιππία (ένας από τους δυο υιούς του Πεισίστρατου). Από τη σύγκρουση αυτή νικητής τελικά εξήλθε ο Κλεισθένης, αφού κατάφερε να κερδίσει την υποστήριξη της δημοκρατικής παράταξης εξαγγέλλοντας τις πολιτικές του  μεταρρυθμίσεις. Ο λαός αναγνώρισε τον Κλεισθένη ως αρχηγό και προστάτη του, γιατί οι Αλκμεωνίδες υπήρξαν οι κυριότεροι συντελεστές της εκδίωξης των τυράννων και πρόβαλαν αντίσταση για μακρό διάστημα εναντίον της τυραννίας.

 

Ο Κλεισθένης έγινε αρχηγός των δημοκρατικών τον τέταρτο χρόνο μετά την εκδίωξη των τυράννων, όταν επώνυμος άρχοντας ήταν ο Ισαγόρας, και έκανε τις ακόλουθες μεταρρυθμίσεις:

α)         χώρισε τον πληθυσμό σε δέκα φυλές, αντί τεσσάρων που ήταν μέχρι τότε, επειδή ήθελε να του αναμείξει, για να αποκτήσουν έτσι περισσότεροι πολιτικά δικαιώματα,

β)         αύξησε τα μέλη της Βουλής από τετρακόσια (4×100) σε πεντακόσια (10×50),

γ)         διαίρεσε την Αθήνα κατά δήμους σε τριάντα μέρη, δέκα για την «πόλη» και τα «περίχωρα», δέκα για τα «παράλια» και δέκα για τα «μεσόγεια», και ονόμασε τις ομάδες αυτές των δήμων «τριττύες» για κάθε φυλή, έτσι ώστε κάθε φυλή να μετέχει σε όλες τις περιοχές. Και όρισε να είναι συνδημότες όσοι κατοικούν στον ίδιο δήμο, ώστε να μην μπορούν να διακρίνουν τους καινούργιους πολίτες ονομάζοντας τους με το πατρώνυμο τους, αλλά να τους ονομάζουν με το όνομα του δήμου τους. Γι’ αυτό και έβζαν οι Αθηναίοι στο όνομά τους και το όνομα του δήμου τους.

 

Μετά από αυτές τις αλλαγές το πολίτευμα έγινε πιο δημοκρατικό από εκείνο του Σόλωνα. Ανάμεσα στους νέους νόμους που θεσπίσθηκαν από τον Κλεισθένη ξεχωρίζει ο νόμος περί εξοστρακισμού, που εφαρμόσθηκε για πρώτη
φορά δύο χρόνια μετά τη νίκη των Ελλήνων εναντίον τον Περσών στον   Μαραθώνα (Αύγουστος/Σεπτέμβριος 490 π.Χ.). Ο νόμος αυτός θεσπίσθηκε από δυσπιστία έναντι των ισχυρών, από φόβο δηλαδή, μήπως κάποιοι άνθρωποι εκμεταλλευτούν το μεγάλο κύρος τους και καταλάβουν την εξουσία χωρίς δημοκρατικές διαδικασίες. Ο εξοστρακισμός ήταν βέβαια και ένα μέσο για να απαλλαγούν κάποιοι από έναν ισχυρό ανταγωνιστή τους ή και μία διέξοδος του φθόνου προς τον υπερέχοντα. Από τον Κλεισθένη διευρύνθηκε η ανάδειξη των αρχόντων με κλήρωση.

 

Ένα από τα σημαντικότερα στοιχεία των μεταρρυθμίσεων του Κλεισθένη ήταν η διεύρυνση της Δημοκρατίας με την παροχή του δικαιώματος του πολίτη σε πολλούς ξένους, μέτοικους και δούλους, για να αποδειχθεί έτσι πιο φιλελεύθερος και δημοκρατικός από τον Περικλή, ο οποίος περιόρισε το δικαίωμα του πολίτη μόνο σε εκείνους, των οποίων και ο πατέρας και η μητέρα ήταν Αθηναίοι. Είναι προφανές ότι με το μέτρο αυτό η Εκκλησία του δήμου απέκτησε μεγαλύτερη δύναμη. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο Κλεισθένης επιδίωξε αλλά και πέτυχε την επικράτηση κοινωνικής γαλήνης.

 

Άλλη μεγάλη επιδίωξή του υπήρχε η αποτροπή -στο μέτρο του δυνατού-σχηματισμού ισχυρής ολιγαρχικής παράταξης. Εντούτοις, και μετά τη μεταρρύθμιση του εξακολουθούσαν να έχουν πρόσβαση στα μεγάλα αξιώματα μόνο πολίτες των ανωτέρων κοινωνικών τάξεων. Η βάση των μεταρρυθμίσεων του Κλεισθένη υπήρξε το τεχνητό φυλετικό σύστημα του, στο οποίο αναφέρθηκε ήδη με συντομία. Βάσει αυτού του συστήματος η Αττική διαιρέθηκε σε τρία διαμερίσματα: στην πόλη, στα παράλια και στα μεσόγεια. Κάθε διαμέρισμα διαιρέθηκε σε δέκα τμήματα που ονομάσθηκαν τριττύες. Τρεις τριττύες (από τρία διαφορετικά διαμερίσματα) αποτελούσαν μία φυλή. Κατά συνέπεια από τις τριάντα τριττύες προέκυψαν οι δέκα φυλές. Κάθε φυλή περιλάμβανε λοιπόν τρεις
τριττύες από τα τρία διαφορετικά γεωγραφικά διαμερίσματα και κάθε μία τριττύς αποτελούσε το ένα τρίτο μιας φυλής, όπως δηλώνει και το όνομά της. (Έτσι θέλησε ο Κλεισθένης να διασπάσει τις συμπαγείς γεωγραφικές μάζες πολιτών που αποτελούσαν οι τέσσερις φυλές, οι φατρίες και τα γένη του προηγούμενου πολιτικοθρησκευτικού και κοινωνικού συστήματος). Κάθε τριττύς περιλάμβανε έναν ορισμένο αριθμό δήμων. Κάθε δήμος περιλάμβανε τους κατοίκους μιας ορισμένης τοπικής κοινότητας.

 

Έτσι, ο Κλεισθένης τοποθετώντας στη θέση των φατριών τους δήμους και στη θέση των παραδοσιακών φυλών (με φυλετικά-γενεαλογικά κριτήρια) τις δικές του τεχνητές φυλές που βασίζονταν σε δήμους, αντικατέστησε σε πολιτικό επίπεδο την αιματοσυγγένεια με την εντοπιότητα. Μέσα σε κάθε δήμο που περιλάμβανε κάθε συντοπίτη, ανεξάρτητα από την όποια προέλευση του, αριστοκρατική ή λαϊκή, παλαιά Αθηναϊκή ή καινούργια, συγχωνεύθηκαν και εξισώθηκαν ετερόκλητα στοιχεία. Κορυφαία όμως επαναστατική πρωτοτυπία του Κλεισθένη υπήρξε η ανάθεση στην Εκκλησία του Δήμου της εξουσίας να αποφασίζει κυριαρχικά για όλα τα ζητήματα με αποτέλεσμα την καθιέρωση της λαϊκής κυριαρχίας. Αυτή υπήρξε η μεγαλύτερη δημοκρατική κατάκτηση των Αθηναίων και κατ’ επέκταση της ανθρωπότητας. 

 

Οι 10 φυλές της Αθήνας (πηγή: http://eleftheriskepsii.blogspot.com/2011/11/blog-post_3897.html)

 

Οι μεταρρυθμίσεις του Κλεισθένη περιόρισαν σαφώς το πολιτικό βάρος της αριστοκρατικής και ολιγαρχικής τάξης -χωρίς βεβαίως και να εξαλείψουν το προβάδισμα τους στην άσκηση της εξουσίας- και αύξησαν το πολικό βάρος της δημοκρατικής παράταξης. Οι νέες φυλές δεν επηρεάζονται πλέον από τις παραδοσιακές αριστοκρατικές οικογένειες και από τοπικά συμφέροντα, αφού δεν ίσχυε η ένταξη των κατοίκων σε φυλές, φατρίες και γένη με αριστοκρατικά, αιματοσυγγένεια, θρησκευτικά και τοπικιστικά κριτήρια. Αυτά βεβαίως δεν σημαίνουν ότι έπαυσαν να υπάρχουν οικονομικές και κοινωνικές ανισότητες με τις αυτονόητες πολιτικές τους συνέπειες. Το βέβαιο πάντως είναι ότι το πολίτευμα με τις μεταρρυθμίσεις του Κλεισθένη βελτιώθηκε και έγινε, όπως ήδη ελέχθη, σαφώς δημοκρατικότερο σε σχέση με εκείνο του Σόλωνα.

 

Χαρακτηριστικό στο σημείο αυτό είναι το γεγονός ότι, τώρα γίνεται πλέον λόγος για ισηγορία και ισονομία, όσο και αν αυτό σε καμιά περίπτωση δεν σημαίνει ίσα δικαιώματα των πολιτών όλων των κοινωνικών τάξεων. Δημιουργήθηκαν νέα πολιτικά ήθη και νέες αξίες που έδωσαν νέο περιεχόμενο στην πολιτική ζωή. Τα προβλήματα της πολιτείας έγιναν υπόθεση όλου του λαού. Η συμμετοχή των απλών πολιτών στην πολιτική ζωή με τη θεσμική κατοχύρωση που τους παρείχε το πολίτευμα τους έδωσε πολιτική οντότητα και τη συνείδηση του υπεύθυνου και ενεργού πολίτη. Τη θέση των φατριών την παίρνουν οι δήμοι και τη θέση της αριστοκρατικής ή ολιγαρχικής εξουσίας την παίρνει η πανίσχυρη Εκκλησία του Δήμου. Και αυτό λέγεται ασφαλώς θρίαμβος της Δημοκρατίας[7].

 

Συνοψίζοντας, θα μπορούσαμε να αναφέρουμε ότι, οι βασικές αρχές στις οποίες στηρίχθηκε το μοντέλο της Αθηναϊκής δημοκρατίας ήταν τέσσερις: α) η ισότητα, β) η κλήρωση, γ) η αμοιβή ως πολιτική μισθοφορία και δ) η συμμετοχή. Θα αναφερθούμε με συντομία σε καθεμία από αυτές. Σε γενικές γραμμές, όλοι οι Αθηναίοι πολίτες, ανεξαρτήτως καταγωγής και εισοδήματος, είχαν τα ίδια δικαιώματα και τις ίδιες υποχρεώσεις μέσα στην κοινότητα, επομένως υπάρχει επικράτηση της ισότητας. Ως δεύτερη αρχή αναφέρθηκε αυτή της κλήρωσης, επομένως η ανάθεση όλων των δημόσιων αρμοδιοτήτων γινόταν σε γενικές γραμμές με κλήρωση, σε τέτοιο βαθμό που αυτός ο τρόπος επιλογής κατέληγε ως σήμα κατατεθέν της Δημοκρατίας. Η αμοιβή ως αρχή έλαβε αρκετά μεγάλη διάσταση κατά την διάρκεια εκτέλεσης των δημοσίων καθηκόντων. Προκειμένου, λοιπόν όλοι οι Αθηναίοι πολίτες να έχουν ίσες ευκαιρίες ως προς την εκτέλεση των δημόσιων καθηκόντων τους, εφαρμόστηκε ο πολιτικός μισθός. Έτσι, και ο απλός αγρότης, όταν εκλέγονταν σε μια δημόσια θέση για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα, η πολιτεία των αντάμειβε, τόσα χρήματα, όσα ‘’έχανε’’ από την μη εκτέλεση της εργασίας του. Τέλος, η τελευταία αρχή, αυτή της συμμετοχής, συνδέεται άμεσα με την προηγούμενη αρχή, αυτή της αμοιβής.[8]

 

 

 

 

 

 

 

[1] Αριστοτέλης «Αθηναίων Πολιτεία», εκδόσεις Ζήτρος, Αθήνα, 2009, σελ.35.

[2] Αριστοτέλης «Αθηναίων Πολιτεία», εκδόσεις Ζήτρος, Αθήνα, 2009, σελ.36.

[3] Αριστοτέλης «Αθηναίων Πολιτεία», εκδόσεις Ζήτρος, Αθήνα, 2009, σελ.37.

[4] Γεώργιος Κοντογιώργης, «Η Δημοκρατία ως ελευθερία», εκδόσεις Πατάκη, Αθήνα, 2007, σελ.208

[5] Αριστοτέλης «Αθηναίων Πολιτεία», εκδόσεις Ζήτρος, Αθήνα, 2009, σελ.38.

[6] Glaude Mosse, «Ιστορία μιας Δημοκρατίας, Αθήνα, Από τις αρχές ως τη μακεδονική κατάκτηση», εκδόσεις ΜΙΕΤ, Αθήνα, 1983, σελ.31.

[7] Αριστοτέλης «Αθηναίων Πολιτεία», εκδόσεις Ζήτρος, Αθήνα, 2009, σελ.40

[8] Ουμπέρτο Έκο, «Αρχαία Ελλάδα, Πολιτική, Οικονομική και Κοινωνική Ιστορία, Μέρος Α΄», Εκδόσεις Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα, 2018, σελ. 238

 

 

 

 

 

 

 Τέλος Α΄Μέρους

 

Το άρθρο δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Ναυτική Επιθεώρηση τεύχος 611

 

 

 

 

Facebooktwitterredditpinterestlinkedinmail
Geopolitics & Daily News Copyrights Reserved 2023