28/03/2024

Πόσο χρειάζεται η Ελλάδα μια Σύγχρονη Μεγάλη Ιδέα;

 

Γράφει ο Θεμιστοκλής Ζ. Ζανίδης
Διεθνολόγος

 

 Η πρόσφατη παρατεταμένη κρίση με το ερευνητικό σκάφος Oruc Reis να προκαλεί ωμά την Ελλάδα στην περιοχή του Καστελλόριζου αποκάλυψε ακόμα μια φορά, επί του πεδίου, την επεκτατική πολιτική της Άγκυρας. Το δόγμα του νέο-οθωμανισμού με την Γαλάζια Πατρίδα απειλεί τα ζωτικά συμφέροντα του ελληνισμού, τόσο σε Ελλάδα όσο και σε Κύπρο, μιας και στρέφει την Τουρκία στη θάλασσα δηλαδή το κέντρο βάρους της ελληνικής ισχύος. Δυστυχώς είναι μια πραγματικότητα πως οι τουρκικές προκλήσεις, με την πάροδο των ετών, κλιμακώνονται τόσο ποσοτικά (αριθμός παραβιάσεων-παραβάσεων σε αέρα και θάλασσα) όσο και ποιοτικά (υπερπτήσεις πάνω από κατοικημένα νησιά, γεωλογικές έρευνες, αμφισβήτηση ελληνικής κυριαρχίας σε νησιά του Αιγαίου, ζήτημα μειονοτήτων, υβριδικός πόλεμος -μεταναστευτικό). Εντούτοις, η ελληνική πλευρά διατηρεί συνεχώς αμυντικό προσανατολισμό, προτάσσοντας το σεβασμό του Διεθνούς Δικαίου και τη διπλωματία προκειμένου να συγκρατηθεί η αναθεωρητική Τουρκία με σχετικά περιορισμένα αποτελέσματα. Στο δυσμενές αυτό πλαίσιο δεν πρέπει να παραβλέψουμε την εσωτερική κρίση που βίωσε και βιώνει η χώρας μας η οποία προκάλεσε προβλήματα σε διάφορα επίπεδα πλήττοντας επίσης την αποτρεπτική της ισχύ. Πώς μπορεί να πορευθεί η Ελλάδα στο μέλλον όταν συνορεύει με μια δύναμη η οποία σε κάθε ευκαιρία και με κάθε τρόπο προβάλλει την επεκτατική της πολιτική και απειλεί την ασφάλεια μας;

 

Η επιστήμη των Διεθνών Σχέσεων φυσικά και δεν κάνει προβλέψεις, παρ’ όλα αυτά δεν υπάρχει κανένας λόγος να θεωρήσουμε πως η ερντογανική Τουρκία στο εγγύς μέλλον θα εγκαταλείψει οικειοθελώς την αναθεωρητική της πολιτική στο πλαίσιο του νέο-οθωμανισμού. Από την πλευρά της η χώρα μας χρειάζεται κάτι περισσότερο από την αμυντική στάση που τηρεί έναντι της Τουρκίας. Αυτό θα αφορά την αλλαγή της γεωπολιτικής αντίληψης που διακατέχει τις ελληνικές ελίτ τις τελευταίες δεκαετίες και την κατάστρωση μιας νέας στρατηγικής που θα “βλέπει” στο μέλλον. Με άλλα λόγια η Ελλάδα χρειάζεται μια σύγχρονη Μεγάλη Ιδέα.


Η Ιστορία μας διδάσκει πως η Μεγάλη Ιδέα υπήρξε η κινητήριος δύναμη του ελληνισμού κατά το 19ο αιώνα καθώς προέβλεπε την απελευθέρωση όλων των ιστορικών ελληνικών περιοχών της Νότιας Βαλκανικής και την ενσωμάτωσή τους στο νέο ελληνικό κράτος, μια αυτοκρατορία όπως την οραματίστηκε ο Ρήγας στη Χάρτα του. Παράλληλα, το κράτος αυτό θα λειτουργούσε ως φάρος της Ανατολής αφού θα μεταλαμπάδευε τον δυτικό διαφωτισμό κι επιτεύγματα στην καθυστερημένη, ελέω Οθωμανών, Ανατολή. Η Μεγάλη Ιδέα γεννήθηκε κατά τη διάρκεια της Ελληνικής Επανάστασης αλλά ήταν ο Ιωάννης Κωλέττης, ο πρώτος κοινοβουλευτικός Πρωθυπουργός, ο οποίος την εξήγγειλε από το βήμα της Εθνοσυνέλευσης το 1844. Έκτοτε, οι ελληνικές κυβερνήσεις επεδίωκαν την απελευθέρωση των αλύτρωτων περιοχών που κατοικούσαν ιστορικά ελληνικοί πληθυσμοί κατορθώνοντας είτε μέσω διπλωματίας είτε μέσω πολεμικών αναμετρήσεων να επιτύχουν την απελευθέρωση πολλών εξ αυτών. Εντούτοις, η τελευταία εθνική εξόρμηση, οι Βαλκανικοί Πόλεμοι, έληξαν το 1922 με την Μικρασιατική Καταστροφή και τον ξεριζωμό των Ελλήνων από τη Μικρά Ασία. Η Καταστροφή σήμανε και τον οριστικό θάνατο της Μεγάλης Ιδέας.

 


Ερχόμενοι στη σύγχρονη εποχή, είναι εμφανής ολοένα και περισσότερο η έλλειψη στρατηγικού σχεδιασμού από την Ελλάδα η οποία οφείλεται τόσο στο πολιτικό σύστημα με τις παθογένειές του (επανάπαυση στο ρόλο κι τη βούληση της Ευρωπαϊκής Ένωσης κι άλλων Διεθνών Οργανισμών, ενίοτε άκρατη αντιπολίτευση στην εκάστοτε κυβέρνηση πάνω στα ευαίσθητα ζητήματα των εθνικών θεμάτων με βαριές κατηγορίες περί προδοσίας-εθνικής μειοδοσίας, αποφυγή ανάληψης πολιτικού κόστους, τέρψη κομματικού ακροατηρίου κτλ)  αλλά και στην ελληνική κοινωνία  στην οποία έχει κυριαρχήσει η αντίληψη περί μικρής κι αδύναμης Ελλάδας η οποία λιγότερο ή περισσότερο είναι υποχείριο των ξένων δυνάμεων. Στο πλαίσιο αυτό είναι διάχυτη η πεποίθηση πως είναι αδύνατον να εμπλακούμε σε πολεμική αναμέτρηση με την γειτονική χώρα αφού θα επεμβαίνει κάθε φορά μια μεγάλη δύναμη, συνήθως οι ΗΠΑ, αποτρέποντάς τον, ενώ η ειρήνη είναι περίπου δεδομένη. Μάλιστα, στο πλαίσιο αυτό έχει υιοθετηθεί η πολιτική του κατευνασμού η οποία έχει τα γνωστά αποτελέσματα.

           

Η πραγματικότητα σε μεγάλο βαθμό είναι αρκετά διαφορετική ακόμα και για ένα κράτος, το οποίο βρίσκεται στην ευρωπαϊκή ήπειρο, όπως είναι η Ελλάδα. Ολόκληρο το Διεθνές Σύστημα βρίσκεται σε μεταβατικό στάδιο, με τη μοναδική υπερδύναμη να έχει στρέψει την προσοχή της στην Ασία καθώς εκεί έχει αναδυθεί ο σοβαρότερος ανταγωνιστής της, για την παγκόσμια ηγεμονία, η Κίνα. Στο νέο, εξαιρετικά ανταγωνιστικό, κόσμο που διαμορφώνεται πολλές δυνάμεις καταστρώνουν τη στρατηγική τους διεκδικώντας ευνοϊκότερη θέση για τις ίδιες. Αυτό ακριβώς πράττει η Τουρκία με το υπερφιλόδοξο δόγμα του νέο-οθωμανισμού φυσικά εις βάρος όλων των γειτονικών της κρατών και ιδιαιτέρως της Ελλάδας. Συνεπώς η χώρα μας, προκειμένου να επιβιώσει αλλά και να ευημερήσει στο μέλλον, οφείλει να καταστρώσει γρήγορα το δικό της στρατηγικό σχέδιο. Με άλλα λόγια θα πρέπει όλοι οι εμπλεκόμενοι, συμπεριλαμβανομένης της ελληνικής κοινωνίας, να αποφασίσουν πως επιθυμούν να “δουν” την Ελλάδα σε μερικές δεκαετίες από σήμερα. Αυτό το Όραμα θα συνιστά τη Νέα Μεγάλη Ιδέα του Ελληνικού Έθνους η οποία μπορεί κάλλιστα να μην αναφέρεται σε εδαφική επέκταση αλλά σε πολιτική, οικονομική, πολιτιστική αύξηση της επιρροής και του διεθνούς της αποτυπώματος. Η σημερινή επίκληση στο Διεθνές Δίκαιο, το οποίο η Τουρκία γράφει συστηματικά στα παλαιότερα των υποδημάτων της, μπορεί να αποτελέσει μάθημα πως το Δίκαιο τελικά επιβάλλεται δια μέσου της ισχύος, σκληρής και ήπιας, που διαθέτει η χώρα και πρέπει να αναπτύξει περαιτέρω. Μιλούμε για μια ριζική ανανέωση τόσο της γεωπολιτικής αντίληψης της Ελλάδας, από τους ίδιους τους Έλληνες αρχικά, όσο και την εμπέδωση προς όλες τις κατευθύνσεις πως η χώρα δεν θα διστάσει να εμπλακεί ακόμα και σε πολεμικές αναμετρήσεις για την υπεράσπιση των συμφερόντων της.

 

Αταλάντευτος στόχος θα πρέπει να είναι η ισχυροποίηση της ελληνικής θέσης σε παγκόσμιο και περιφερειακό επίπεδο και την ένταξη της Ελλάδας στις ισχυρότερες δυνάμεις του κόσμου[1]. Αυτό προφανώς θα αποτελέσει αντικείμενο χλευασμού από τμήματα της ελληνικής κοινωνίας που έχουν ανατραφεί με μια μίζερη εικόνα της χώρας η οποία μπορεί να ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα σε μεγάλο βαθμό εντούτοις είναι δυνατόν να αλλάξει. Οι Έλληνες λησμονούμε την κρίσιμη γεωγραφική μας θέση και την τεράστια ιστορική και πολιτιστική μας κληρονομιά που μας καθιστά κυριολεκτικά πολιτιστική υπερδύναμη και δεν επενδύουμε ορθά σε αυτές τις κρίσιμες παραμέτρους της ισχύος ώστε να βελτιώσουμε τη σχετική μας θέση στο Διεθνές Σύστημα. Η αντίσταση στον τουρκικό επεκτατισμό δεν είναι δυνατόν να παραμεληθεί στο βωμό οποιασδήποτε οπισθοχώρησης αφού εδώ που έχουν φτάσει τα πράγματα, αν η Ελλάδα οπισθοχωρήσει κι άλλο θα παύσει να εκλαμβάνεται στα σοβαρά από τις υπόλοιπες δυνάμεις. Η αντίσταση στη τουρκική επεκτατικότητα είναι εκ των ων ουκ άνευ, εντούτοις δεν πρέπει να αποτελεί το μοναδικό μέλημα του Ελληνικού Κράτους. Η χώρα μας  προκειμένου να αποφύγει τη παθητική στάση θα πρέπει να παράγει πολιτική σηκώνοντας επιτέλους το βλέμμα πέρα από την Τουρκία, στην ευρύτερη περιοχή αλλά και μακρύτερα. Πρέπει να αποτελέσει ουσιαστικό πυλώνα σταθερότητας και ασφάλειας δίνοντας το μήνυμα πως στην πράξη, επί του πεδίου, δεν θα ανεχτεί το παραμικρό όσον αφορά την αμφισβήτηση της εθνικής της κυριαρχίας και των εθνικών της συμφερόντων είτε από υβριδικές είτε από συμβατικές απειλές. Μόνο με τον τρόπο αυτό η Ελλάδα θα εξελιχθεί σε έναν εκ των πρωταγωνιστών των Διεθνών Εξελίξεων και όχι σε σάκο του μποξ άλλων δρώντων (Τουρκίας) που επιθυμούν την εκμηδένισή της.

 

Εν κατακλείδι, στη παρούσα γεωπολιτική συγκυρία ο Ελληνισμός συνολικά χρειάζεται να ενώσει τις δυνάμεις του και να καταστρώσει ένα μακρόπνοο στρατηγικό σχέδιο για το μέλλον δια μέσου του οποίου όχι μόνο θα επιβιώσει, αποκρούοντας τον τουρκικό κίνδυνο, αλλά θα αναπτυχθεί και ευημερήσει. Μπορεί προς ώρας κάτι τέτοιο να φαντάζει δύσκολο, σχεδόν ουτοπικό, εντούτοις ένα καράβι στη μέση της θάλασσας χωρίς συγκεκριμένο προορισμό είναι δεδομένο πως θα χαθεί. Ο ελληνισμός δεν έχει την πολυτέλεια της εκμηδένισης, συνεπώς χρειάζεται ένα σχέδιο για το μέλλον του, μια Νέα Μεγάλη Ιδέα.

           

 

 

 

 

 

[1] Εδώ μιλούμε προφανώς για το σύνολο του Ελληνισμού στην Ελλάδα, στην Κύπρο αλλά και τον Ελληνισμό της Διασποράς.

Facebooktwitterredditpinterestlinkedinmail
Geopolitics & Daily News Copyrights Reserved 2024