28/03/2024

Οι αμερικανικές εκλογές του 2020

Γράφει ο Ισίδωρος Καρδερίνης*

 

Οι προεδρικές εκλογές της 3ης Νοεμβρίου 2020 ήταν αναμφισβήτητα οι πιο σημαντικές εκλογές στη μεταπολεμική ιστορία των ΗΠΑ. Σε αυτές τις εκλογές, λοιπόν, η συμμετοχή των Αμερικανών ψηφοφόρων ήταν η μεγαλύτερη από το 1900, καταδεικνύοντας την αναθέρμανση του πολιτικού τους ενδιαφέροντος αλλά και το έντονα πολωτικό κλίμα που επικράτησε στη χώρα. Ο Τζο Μπάιντεν ταυτόχρονα μπορεί να κέρδισε τη λαϊκή ψήφο (4,5 εκατομμύρια περισσότερες ψήφους από τον Τραμπ) και τους απαραίτητους εκλέκτορες, όμως ο Ντόναλντ Τραμπ επέδειξε μεγάλη ανθεκτικότητα, έχοντας μάλιστα απέναντί του το σύνολο σχεδόν των ΜΜΕ, τη μεγάλη πλειοψηφία του Χόλυγουντ και όλο το κατεστημένο.

 Αυτές οι εκλογές έδειξαν τον βαθύ διχασμό στις ΗΠΑ, που σε πολλά μέρη οδήγησε σε εξαιρετικά οριακά εκλογικά αποτελέσματα. Η έντονη αντιπαράθεση μεταξύ των δύο πλευρών και η ακραία ρητορική και πρακτική δεν αποτελεί ένα μεμονωμένο γεγονός και ενδέχεται να βαθύνει ακόμα περισσότερο επιφέροντας αρνητικές επιπτώσεις για τη χώρα.

Οι αιτίες της εκλογικής αντοχής του Τραμπ οφείλονται στο ότι ο πρόεδρος Τραμπ είχε υιοθετήσει μια αντισυστημική ρητορική καταγγελίας των ελίτ, στις οποίες παρεμπιπτόντως ανήκει και ο ίδιος, καθώς και μια επιθετική τακτική κατά των δυνάμεων της παγκοσμιοποίησης, πτυχές που άγγιζαν έντονα κι αγγίζουν πλατιά τμήματα της μεσαίας και βεβαίως της εργατικής τάξης.

Έτσι, στους άνεργους, στους ανθρώπους που νιώθουν ότι δεν έχουν φωνή, σε επαρχιώτες που χλευάζονται για τα ήθη και τα έθιμά τους από αλαζόνες κατοίκους των μητροπόλεων, ακόμη και σε πολίτες που ανήκουν σε μειονότητες αλλά και σε όλες τις μεγάλες κοινότητες, όπως των Αφροαμερικανών και των Λατίνων, ο λόγος του Ντόναλντ Τραμπ έβρισκε και συνεχίζει να βρίσκει μεγάλη απήχηση. Κι αυτό παρά το ότι όλα τα κινήματα προστασίας δικαιωμάτων (black lives matter κ.λ.π) ήταν σαφώς εναντίον του.

Κι αν δεν είχε προκύψει η πανδημία του κορονοϊού και δεν είχε ξεσπάσει το δεύτερο κύμα, το οποίο πλήττει τις ΗΠΑ εξίσου βίαια με το πρώτο, ο Ντόναλντ Τραμπ θα είχε κατακτήσει άνετα τη νίκη στις εκλογές. Έτσι μετά από τα πρώτα τρία χρόνια θετικών οικονομικών επιδόσεων της διακυβέρνησης Τραμπ, το λοκντάουν του Μαρτίου προκάλεσε το κλείσιμο πολλών μικρομεσαίων επιχειρήσεων, ενώ πάνω από 20 εκατομμύρια Αμερικανοί έμειναν ξαφνικά χωρίς δουλειά.

Και ο Ντόναλτ Τραμπ θα κέρδιζε σίγουρα χωρίς την υγειονομική κρίση τις προεδρικές εκλογές καθώς ο Τζο Μπάιντεν, ο οποίος εκφράζει τον διεθνιστικό νεοφιλελευθερισμό, τη σχετική διαδικασία της παγκοσμιοποίησης και την «ανοιχτή κοινωνία» των μη κυβερνητικών οργανώσεων και των πανίσχυρων οικονομικά ιδρυμάτων τύπου Τζορτζ Σόρος, Μπιλ Γκέιτς κ.λπ., έδειχνε σαφώς να έχει ξεμείνει από δυνάμεις, προτάσεις και συνθήματα πριν καν εισέλθει στην τελική ευθεία.  

Οι πολιτικοί αντίπαλοι του Τραμπ και οι πιο πολλοί αναλυτές αλλά και οι δημοσκόποι επικέντρωναν στα υπερφίαλα και εγωπαθή χαρακτηριστικά της προσωπικότητάς του, ενός εκκεντρικού και ιδιαίτερα παρορμητικού δίχως αμφιβολία δισεκατομμυριούχου, και φυσικά έκαναν λάθος πιστεύοντας ότι θα ηττηθεί κατά κράτος. Ο Τραμπισμός ως ιδεολογικό και κοινωνικό φαινόμενο είναι σίγουρο, λοιπόν, ότι δεν έφυγε, είναι παρών και θα εξακολουθήσει να υπάρχει. Ο Τραμπ δεν αποτελεί απλά μια παρένθεση στην πολιτική ιστορία των ΗΠΑ αλλά εκφράζει συγκεκριμένες ευδιάκριτες τάσεις στην αμερικανική κοινωνία και στην αστική τάξη.   

Οι Αμερικανοί πολίτες επιθυμούν να ευημερούν οικονομικά μέσα σε μια χώρα όπου θα κυριαρχεί η κοινωνική γαλήνη, η τάξη και η ασφάλεια. Εξαιτίας της παγκοσμιοποίησης πολλές βιομηχανικές μονάδες έφυγαν για τις φτωχές χώρες όπου υπάρχει φθηνό εργατικό δυναμικό. Έτσι η εργατική τάξη των ΗΠΑ πληγώθηκε σε μεγάλο βαθμό. Ο Τραμπ ήταν εκείνος που ζήτησε την επιστροφή των εργοστασίων στη χώρα του, τοποθετώντας μπροστά τις ΗΠΑ και τον αμερικανικό λαό, στα πλαίσια της ιδεολογικής τάσης του εθνοκεντρικού συντηρητισμού.

Και μπορεί σε άλλες χώρες και δη τις ισχυρές να μην αρέσει η πολιτική του «America First», δεν συμβαίνει όμως το ίδιο με τον μέσο Αμερικάνο πολίτη και ειδικά στη βαθιά Αμερική και τις κεντρικές πολιτείες.

Στις 20 Ιανουαρίου ο Τζο Μπάιντεν θα καθίσει στην καρέκλα του στο Οβάλ Γραφείο έχοντας στο πλευρό του στη θέση του Αντιπροέδρου, την Kamala Harris, για πρώτη φορά στο αξίωμα αυτό μια γυναίκα αφρικανικής και ινδικής καταγωγής. Κατά τη διάρκεια της θητείας του οι ΗΠΑ με βάση τα λεγόμενά του θα επιστρέψουν στη Συνθήκη των Παρισίων για το Κλίμα, σύμφωνα με την οποία ο μίνιμουμ στόχος των κρατών είναι να κρατήσουν τη θερμοκρασία στους συν 2 βαθμούς Κελσίου (+2 C), κι αυτό θα αποτελεί μια θετική εξέλιξη, δεδομένου ότι η κλιματική αλλαγή δεν είναι ένας «μύθος». Κι αυτό μπορεί να το διαπιστώσει εύκολα κανείς αν ρίξει μια ματιά στα ακραία καιρικά φαινόμενα που συμβαίνουν στον πλανήτη. Ας μην λησμονούμε εξάλλου ότι οι ΗΠΑ αποτελούν τον δεύτερο μεγαλύτερο παγκόσμιο ρυπαντή μετά την Κίνα.

Επίσης οι πολυμερείς οργανισμοί, όπως π.χ. το ΝΑΤΟ, ο ΟΗΕ και οι παραφυάδες του, που είχαν αμφισβητηθεί έντονα από τον απερχόμενο πρόεδρο Τραμπ θα έχουν μάλλον διαφορετική αντιμετώπιση από τη διοίκηση του Τζο Μπάιντεν, αλλά και οι σχέσεις των ΗΠΑ με τους Ευρωπαίους συμμάχους τους θα κινηθούν ίσως σε άλλες ράγες.

Πρέπει να επισημανθεί σε αυτό το σημείο ότι ο Ντόναλντ Τραμπ είχε απειλήσει πολλάκις με απόσυρση των Ηνωμένων Πολιτειών από το ΝΑΤΟ και τη μείωση της συνεισφοράς τους, στην περίπτωση που άλλα μέλη δεν δείξουν διάθεση να αυξήσουν τις δαπάνες τους για τον οργανισμό. Επίσης οι σχέσεις Γερμανίας-ΗΠΑ ήταν έκρυθμες τα τελευταία τέσσερα χρόνια, με τον Τραμπ να έχει απειλήσει ουκ ολίγες φορές με δασμούς την γερμανική αυτοκινητοβιομηχανία όπως και την Ευρωπαϊκή Ένωση στο σύνολό της. Παγωμένες ήταν επίσης και οι σχέσεις της Ουάσιγκτον με τις Βρυξέλλες μετά την απόφασή του να αποσύρει τις ΗΠΑ από τις διεθνείς συμφωνίες για το Κλίμα και το Ιράν για το πυρηνικό του πρόγραμμα.

Οι Ρεπουμπλικάνοι ωστόσο κέρδισαν τον έλεγχο της Γερουσίας, κάτι το οποίο θα προκαλέσει πολλά και βαθιά προβλήματα στον νέο πρόεδρο Τζο Μπάιντεν αφού θα εμποδίσει το μεγαλύτερο μέρος της νομοθετικής του ατζέντας.

Κλείνοντας θα ήθελα εμφατικά να τονίσω ότι η επικράτηση του Τζο Μπάιντεν που και αυτός έχει πρωταγωνιστήσει σε όλες τις παθογένειες που οδήγησαν την Αμερική στη σημερινή παρακμή- δηλαδή τις ευρείες κοινωνικές ανισότητες, το διάτρητο κοινωνικό κράτος, την εύνοια στις ισχυρές οικονομικές ελίτ, τη διεθνή ανομία κ.α.-δεν πρόκειται να οδηγήσει τις ΗΠΑ σε φωτεινά μονοπάτια. Άλλωστε δεν παρουσίασε κάποιο εμπνευσμένο, ολοκληρωμένο και πειστικό προγραμματικό σχέδιο για την κοινωνική, οικονομική και πολιτική αναδιοργάνωση της κοινωνίας και της χώρας.

 

*Είναι μυθιστοριογράφος, ποιητής και αρθρογράφος. Έχει σπουδάσει οικονομικές επιστήμες και έχει πραγματοποιήσει μεταπτυχιακές σπουδές στην τουριστική οικονομία. Άρθρα του έχουν δημοσιευθεί σε εφημερίδες, περιοδικά και sites σε όλο τον κόσμο.

Facebooktwitterredditpinterestlinkedinmail
Geopolitics & Daily News Copyrights Reserved 2024