19/04/2024

Πώς η Ευρώπη μπορεί να συνεργαστεί με τον Μπάιντεν

Της Rosa Balfour
Carnegie Europe 

Η ορχήστρα που τραγουδούσε την επιστροφή των ΗΠΑ στις διατλαντικές σχέσεις, “φάλτσαρε” όταν η ΕΕ αναπάντεχα ήλθε σε μια συνολική επενδυτική συμφωνία με την Κίνα στο τέλος του 2020 -προς απογοήτευση των παρατηρητών από την Αμερική.

Καθώς η νέα κυβέρνηση Biden ορκίζεται στις 20 Ιανουαρίου, η ΕΕ και πάλι με ασυνεπές χρονοδιάγραμμα, πρόκειται να παρουσιάσει μέτρα για την ενίσχυση του διεθνούς ρόλου του ευρώ ώστε να μειωθεί η εξάρτησή της από το δολάριο και να αντιμετωπίσει τις οικονομικές αδυναμίες της ΕΕ.

Αυτές οι αποφάσεις είναι κάπως αντίθετες με την πρόταση της ΕΕ για επανέναρξη των διατλαντικών σχέσεων γύρω από την παγκόσμια υγεία και την ανάκαμψη μετά την πανδημία, το κλίμα και την τεχνολογία.

Υπάρχουν προειδοποιητικά σημάδια ότι και η Ευρώπη έχει αλλάξει, είναι τραυματισμένη από την τετραετία του Trump και αυξάνει την άμυνα της για μια πιθανή επιστροφή του Trump-ισμού το 2024. Η προσδοκία ότι η κυβέρνηση Biden θα απορροφηθεί από τα εσωτερικά προβλήματα και θα εστιάσει λιγότερο στην εξωτερική πολιτική, ενισχύθηκε από την εισβολή στο Καπιτώλιο στις 6 Ιανουαρίου, που αποκάλυψε το βάθος της ρήξης στην αμερικανική κοινωνία.

Οι αποφάσεις ήταν δικαιολογημένες ως απόδειξη ότι η ΕΕ είναι σοβαρή για τη φιλοδοξία της για στρατηγική οικονομία, την λέξη που παρουσιάζεται τώρα σε κάθε διάλογο αναφορικά με τον διεθνή ρόλο της Ευρώπης. Η ανοικοδόμηση της εμπιστοσύνης με τους συμμάχους θα είναι πραγματικά ένας δύσκολος δρόμος.

Το να τοποθετηθούν ασπίδες από την πλευρά της Ευρώπης για ενδεχόμενες ανατρεπτικές πολιτικές, είναι ασφαλώς νόμιμο. Ωστόσο η ΕΕ πρέπει να επενδύσει στην ανοικοδόμηση της συνεργασίας της με τις ΗΠΑ ακριβώς για να ασφαλίσει τις διατλαντικές σχέσεις από την επιστροφή του trump-ισμου ή ακόμη και από νίκες της ευρωπαϊκής Ακροδεξιάς.

Ο βαθμός στον οποίο η Ευρώπη και οι ΗΠΑ μοιράζονται παρόμοιες προκλήσεις είναι εντυπωσιακός: πρέπει να μεταρρυθμίσουν τις δημοκρατίες τους για να αντιμετωπίσουν την απώλεια εμπιστοσύνης από την πλευρά των πολιτών, να κάνουν “πράσινες” τις οικονομίες τους και να αναλάβουν ευθύνες για την μετά την πανδημία ανάκαμψη, να αντιμετωπίσουν την διεκδικητικότητα των απολυταρχικών παραγόντων, και να μεταρρυθμίσουν την πολυμέρεια για να υποστηρίξουν μια πιο ειρηνική διεθνή τάξη. Για να το κάνουν αυτό, πρέπει να συνεργαστούν οι δημοκρατικές και διεθνείς δυνάμεις.

Δεν θα είναι εύκολο. Μια σύνοψη του Carnegie Europe κάνει μια βαθιά βουτιά στους τομείς όπου η ΕΕ μπορεί να προτείνει μια θετική ατζέντα στην κυβέρνηση Biden, προσδιορίζοντας γρήγορες νίκες βραχυπρόθεσμα -ανοικοδομώνταας ττην χαμένη εμπιστοσύνη- και προσφέροντας μια ειλικρινή αανάλυση των πολλών εμποδίων που θα ανακύψουν καθώς η διατλαντική συνομιλία γίνεται πιο δύσκολη.

Ηη ΕΕ μπορεί να διεκδικήσει ηγετικό ρόλο στη μάχη εναντίον της κλιματικής κρίσης και να προσδιορίσει προτεραιότητες που πρέπει να αντιμετωπιστούν από κοινού. Αλλά σε άλλους τομείς, η ΕΕ συνεχίζει να εξαρτάται από τις ΗΠΑ, από θέματα ασφάλειας και άμυνας μέχρι αντιμετώπιση συγκρούσεων και αστάθειας στις γειτονιές της Ευρώπης. Εδώ η συζήτηση για στρατηγική αυτονομία της ΕΕ κάνει “κοιλιά”.

Η ΕΕ στηρίζει την προσπάθεια του Biden να προάγει τον διεθνή ρόλο των δημοκρατιών, αλλά το να αναδιατυπωθεί η δημοκρατία παγκοσμίως είναι ένα φιλόδοξο έργο γεμάτο κινδύνους. Στο μεταξύ, σε θέματα από την τεχνολογία μέχρι και τις σχέσεις με την Κίνα, οι αποκλίνουσες απόψεις και τα ενδιαφέρονται του κόσμου θα πλήξουν τις προσπάθειες για την ανεύρευση κοινού εδάφους μεταξύ Ευρώπης και Αμερικής.

Ωστόσο το να κινηθεί μεταξύ αυτών των περιπλοκοτήτων στις ΗΠΑ μετά από τέσσερα χρόνια μοναξιάς, πρέπει να αποτελεί προτεραιότητα της ΕΕ. Δεν είναι θέμα τυφλής ευθυγράμμισης με την Ουάσιγκτον. Είναι θέμα αποκλιμάκωσης των γεωπολιτικών αντιπαλοτήτων και του να δοθεί μια νέα κεντρική σημασία στις μετριοπαθείς δυνάμεις της διεθνούς διακυβέρνησης.

Έναν στόχος της Ευρώπης είναι η πολυμέρεια ως μοντέλο για την παγκόσμια πολιτική, μπορεί να επιτευχθεί μέσω του διατλαντισμού και της στρατηγικής αυτονομίας της ΕΕ. Τα δύο δεν είναι αμοιβαία αποκλειστικά.

Προχωρώντας προς τα εμπρός, τρεις αρχές μπορούν να καθοδηγήσουν τη συνεργασία της ΕΕ με τις ΗΠΑ σε βασικά στρατηγικά θέματα.

Πρώτον, η ΕΕ πρέπει να γίνει ελκυστικός εταίρος. Η εκλογή του Biden έχει προκαλέσει έναν διαγωνισμό ομορφιάς μεταξύ συμμάχων για να τραβήξουν την προσοχή της Ουάσιγκτον. Επί του παρόντος, το Λονδίνο δείχνει σημάδια ανταγωνισμού παρά συνεργασίας με την εΕ -και η απάντηση του Ηνωμένου Βασιλείου στις παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων στη Λευκορωσία, στην Κίνα, στο Χονγκ Κονγκ και στη Ρωσία είναι πιο κοντά στη θέση των ΗΠΑ παρά της ΕΕ.

Η ελκυστικότητα της ΕΕ κάποτε περιλάμβανε τον ισχυρισμό της ως προστάτιδα των κανόνων παγκοσμίως, για δεν θα πρέπει να παραιτηθεί από αυτό. Άλλα θετικά της είναι η οικονομική ευρωστία, η παρουσία της ανά τον κόσμο και στους διεθνείς οργανισμούς, και η ηγετική της θέση σε θέματα κλιματικής αλλαγής.

Δεύτερον, η ΕΕ θα πρέπει κατά καιρούς να ρίξει τα assets της ως Ένωση και να δείξει την ικανότητα να προσαρμόζεται σε κινούμενες μορφές συνεργασίας. Οι μηχανισμοί της ΕΕ και οι διαδικασίες είναι δυσάρεστοι και δυσκίνητοι για τους εταίρους. Η πολυπολικότητα και η άνοδος των δυνάμεων εκτός Δύσης, συμπεριλαμβανομένων των μεσαίων δυνάμεων, έχουν συμβάλει στη δημιουργία ενός διεθνούς περιβάλλοντος που ευνοεί περισσότερο ρευστές και μεταβαλλόμενες διευθετήσεις μαζί με παλαιότερες συμμαχίες.

Αντί να εξαρτηθεί από τη σχέση ΕΕ-ΗΠΑ, η ΕΕ πρέπει να εκμεταλλευτεί κάθε ευκαιρία για να συνεργαστεί με τις ΗΠΑ -στα Ηνωμένα Έθνη και στα σώματα της, μέσω των G7 και G20, και μέσω νέων μορφών όπως το Democracy 10 και το technology 12, ακόμη και αν περιλαμβάνουν λίγες μόνο χώρες-μέλη της εε.

Τρίτον, η ΕΕ χρειάζεται να αποφύγει τις σιωπηλές προσεγγίσεις σε πολιτικές και να εστιάσει αντί αυτού σε τομείς διατλαντικού συμβιβασμού.

Τα περισσότερα από τα θέματα στα οποία πρέπει να συνεργαστούν ΕΕ και ΗΠΑ -από την κλιματική κρίση μέχρι τη συνεργασία με τα Δυτικά Βαλκάνια, την Ανατολική Ευρώπη, την Τουρκία και το Ιράν- θα απαιτήσουν σύγκλιση καθώς και ανταλλαγές. Αυτό που χρειάζεται τώρα είναι μια ιεραρχία αρχών και συμφερόντων για να διέπουν τις συνομιλίες τους με την Ουάσιγκτον και για να ταιριάξουν με τη σαφήνεια της νέας αμερικανικής κυβέρνησης.

Δυστυχώς, η συζήτηση για τη στρατηγική αυτονομία έχει εστιάσει λιγότερο στο τι θέλει η Ευρώπη και περισσότερο στη διαμόρφωση μιας πράξης εξισορρόπησης, μιας γέφυρας ή ακόμη και ενός παιχνιδιού μηδενικού αθροίσματος μεταξύ των γεωπολιτικών αντιπάλων. Τα τέσσερα χρόνια του Trump έχουν βάλει τους Ευρωπαίους σε μια τέτοια νοοτροπία. Αλλά η νέα, φιλική προς την ΕΕ αμερικανική κυβέρνηση, αλλάζει αυτό το σκηνικό.

Η ευκαιρία να αλλάξουν τα φύλλα στο τραπέζι θα διαρκέσει τέσσερα χρόνια. Η ΕΕ θα πρέπει να κάνει μια επένδυση και να σώσει αυτό που εξακολουθεί να είναι η πιο σημαντική της σχέση.

πηγή: Capital.gr 

Facebooktwitterredditpinterestlinkedinmail
Geopolitics & Daily News Copyrights Reserved 2024