20/04/2024

Οι «ανατροπές» του Μπάιντεν

By George Friedman 
Geopolitical Futures 

 

Σχεδόν κάθε πρόεδρος των ΗΠΑ υπόσχεται μια νέα εποχή εξωτερικής πολιτικής για τη χώρα. Ο Τζορτζ Μπους υποσχέθηκε να καταργήσει τον στόχο της οικοδόμησης των εθνών. Ο Μπαράκ Ομπάμα υποσχέθηκε να κάνει τον κόσμο, και ιδιαίτερα τον μουσουλμανικό κόσμο, όπως η Αμερική. Ο Ντόναλντ Τραμπ υποσχέθηκε μια εξωτερική πολιτική που ωφέλησε τις Ηνωμένες Πολιτείες. Ο Τζο Μπάιντεν υπόσχεται μια εξωτερική πολιτική που αντιστρέφει τη ζημία που έκανε ο Τραμπ στις εξωτερικές σχέσεις των ΗΠΑ. Η αρχή της λειτουργίας όλων των παραπάνω είναι ότι το παρελθόν ήταν κακό και το μέλλον θα είναι καλό. Και για να είναι καλό, το κακό πρέπει να αντιστραφεί.

 

Αλλά η πολιτική αντιπροσωπεύει μόνο τις επιθυμίες των ηγετών, όχι την πραγματικότητα. Ο Μπους πέρασε τις δυο θητείες του προσπαθώντας να οικοδομήσει έθνη στο Αφγανιστάν, το Ιράκ και αλλού. Ο τζιχαντισμός δεν υπέκυψε στις προσπάθειες του Ομπάμα. Ο Τραμπ επεδίωξε τα αμερικανικά συμφέροντα, αλλά σπάνια όριζε ποια ήταν αυτά. Όλες οι προθέσεις των Αμερικανών προέδρων ήταν πραγματικές. Αλλά ο κόσμος δεν συμμορφώνεται πάντα. 

 

Ως παράδειγμα μιας από τις πρώτες πολιτικές του κινήσεις, ο Μπάιντεν ανακοίνωσε τις προηγούμενες ημέρες  ότι θα ακυρώσει τον αγωγό Keystone XL, ένα έργο 50 δισεκατομμυρίων δολαρίων  από τον Καναδά στις Ηνωμένες Πολιτείες. Ο Τραμπ ενέκρινε τον αγωγό, τον οποίο οι Καναδοί εύλογα θωρούσαν ως μια ολοκληρωμένη συμφωνία. Η ακύρωση έχει εξοργίσει την πλούσια σε πετρέλαιο επαρχία Αλμπέρτα, και ακόμη και ο πρωθυπουργός του Καναδά, Τζάστιν Τρουντού, με τον οποίο η Αλμπέρτα συχνά διαφωνεί, καταδίκασε την απόφαση.

 

Από την άποψη του Μπάιντεν, η κίνηση έχει νόημα. Λέει ότι έχει δεσμευτεί για περιβαλλοντικά αίτια και βλέπει τον αγωγό ως απειλή για το περιβάλλον. Ωστόσο, είναι περίεργο στο βαθμό που υποσχέθηκε να αναστρέψει τις επικλήσεις του Τραμπ  που είχε ως στόχο την «Αμερική πρώτα». Η πρώτη σημαντική δράση του, με άλλα λόγια, ήταν να εγκαταλείψει μονομερώς μια συμφωνία που θεωρείται κρίσιμη για τον Καναδά, αναμφισβήτητα έναν από τους πιο στενούς συμμάχους της Ουάσιγκτον. Ο Καναδάς έχει λίγες επιλογές για προσφυγή, εκτός ίσως από το να αναθεωρήσει τη Συμφωνία ΗΠΑ-Μεξικού-Καναδά για ζητήματα που είναι ιδιαίτερα σημαντικά για τις Ηνωμένες Πολιτείες.

 

Ένα άλλο παράδειγμα είναι η δέσμευση του Μπάιντεν να ξανανοίξει τις συνομιλίες με το Ιράν και να αναστήσει την πυρηνική συμφωνία. Ο Τραμπ αρνήθηκε τη συμφωνία, υποστηρίζοντας ότι δεν παρείχε ούτε ασφάλεια ούτε εγγυήσεις έναντι άλλων ιρανικών ενεργειών, όπως οι ειδικές επιχειρήσεις εναντίον του Ισραήλ και των κρατών του Περσικού Κόλπου. Λαμβάνοντας πολύ πιο αυστηρή στάση, επέβαλε τεράστιες κυρώσεις που κατέστρεψαν την οικονομία του Ιράν.

 

Θα είναι εξαιρετικά δύσκολο για τον Μπάιντεν να επανέλθει στη προηγούμενη συμφωνία. Υπό τον Τραμπ, οι ΗΠΑ προώθησαν τη Συμφωνία του Αβραάμ, σύμφωνα με την οποία τα σουνιτικά αραβικά κράτη αναγνώρισαν επίσημα το Ισραήλ με τη δημιουργία διπλωματικών δεσμών. Η κινητήρια δύναμη πίσω από αυτήν τη συμφωνία ήταν ο κοινός φόβος για το Ιράν. Τα σουνιτικά αραβικά κράτη γύρω από τον Κόλπο ήταν ιδιαίτερα ευάλωτα σε ιρανικές μηχανορραφίες. Το Ισραήλ πολεμούσε τους συμμάχους του Ιράν  στη Συρία και τον Λίβανο. Δεν εμπιστεύονταν το Ιράν να ανταποκριθεί σε οποιαδήποτε πυρηνική συμφωνία, ακόμη και όταν αντιμετώπιζαν μη πυρηνικές απειλές από την Τεχεράνη. Η επιστροφή της προηγούμενης συνθήκης χωρίς συμφωνία για την παύση των εχθρικών ιρανικών ενεργειών θα είναι αντίθετη με τη νέα συμμαχία.

 

Η συμμαχία Ισραήλ-Σουνιτών έχει αναμορφώσει ριζικά τη Μέση Ανατολή. Αυτό έγινε εφικτό από το Ισραήλ και τα ΗΑΕ, αλλά οι ΗΠΑ, οι οποίες θα μπορούσαν να το μπλοκάρουν, το υποστήριξαν σθεναρά. Οποιαδήποτε προσπάθεια ανανέωσης της πυρηνικής συμφωνίας του Ιράν και εγκατάλειψη κυρώσεων εναντίον της Τεχεράνης, χωρίς επαληθεύσιμες δεσμεύσεις από το Ιράν για αποτροπή της συμπεριφοράς που αντιτίθενται στις αντίπαλες χώρες είναι αντίθετη στη συμμαχία. Το Ιράν δεν θα συμφωνήσει να παραδώσει τα περιφερειακά του συμφέροντα και τα μέλη της συμμαχίας δεν θα συμφωνήσουν σε οποιαδήποτε συνθήκη που θα τερματίσει τις κυρώσεις και δεν θα αυξήσει δραματικά τους ελέγχους στο πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν. Με απλά λόγια, η συμφωνία που εφάρμοσε η κυβέρνηση Ομπάμα ήταν δυνατή τότε. Δεν είναι όμως τώρα.

 

Στο μεταξύ, υπάρχει η δέσμευση του Μπάιντεν να αναθεωρήσει τη σχέση μεταξύ Ευρώπης και Ηνωμένων Πολιτειών. Δεν είναι ξεκάθαρο τι εννοεί με αυτό, εκτός  από το να τελειώνει με την άξεστη συμπεριφορά στις συναντήσεις. Ο μόνος σημαντικός διατλαντικός θεσμός που υπάρχει είναι το ΝΑΤΟ. Οι ΗΠΑ έχουν μια συμφωνία με τα μέλη του ΝΑΤΟ ότι το καθένα θα διατηρεί προϋπολογισμούς άμυνας που ισούται με το 2% του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος τους. Άραγε η καλύτερη σχέση περιλαμβάνει τη συνθηκολόγηση της Ευρώπης σε αυτό το ζήτημα;

 

Εξίσου σημαντικό είναι το ερώτημα σε τί ακριβώς συμφιλιώνονται η Ευρώπη και οι ΗΠΑ. Το Ηνωμένο Βασίλειο δεν είναι πλέον μέρος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ζητά μια συμφωνία ελεύθερου εμπορίου με τις Ηνωμένες Πολιτείες. Η δέσμευση του Μπάιντεν για την Ευρώπη περιλαμβάνει αυτόν τον βασικό σύμμαχο των ΗΠΑ; Κάτι τέτοιο θα μπορούσε να αποξενώσει άλλα μέλη της ΕΕ. Οι καλύτερες σχέσεις περιλαμβάνουν τη συμφωνία για τη θέση της Ευρώπης σχετικά με τους ψηφιακούς φόρους; Ίσως ναι, ίσως όχι. Οι Βρυξέλλες απειλούν την Πολωνία (και την Ουγγαρία) με κυρώσεις γι’ αυτό που θεωρεί η ‘Ενωση ως παραβιάσεις του κράτους δικαίου. Πώς θα επηρεάσει αυτό τα στρατεύματα των ΗΠΑ που βρίσκονται στις χώρες αυτές;  

 

Οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Ευρώπη είχαν στενές σχέσεις από το τέλος του Β ‘Παγκοσμίου Πολέμου. Ο συνασπισμός χτίστηκε εν μέρει επάνω στη σοβιετική απειλή. Στα 30 χρόνια από την πτώση της Σοβιετικής Ένωσης, η Ευρώπη έχει αλλάξει, γίνεται πιο στενόμυαλη, διαχειρίζεται το οικονομικό της σύστημα και θεωρεί δευτερεύοντα τα στρατιωτικά θέματα. Εάν αυτές είναι οι προτεραιότητές της, τότε τί σημαίνει η ανάκαμψη των σχέσεων με την Ευρώπη; Τί θέλουν οι Ηνωμένες Πολιτείες από την Ευρώπη και τί θα δώσει η Ευρώπη σε αντάλλαγμα; Και τί ακριβώς είναι η Ευρώπη χωρίς το Ηνωμένο Βασίλειο, ή εάν η Πολωνία (και η Ουγγαρία) απειλούνται από την Ένωση;  

 

Ο Μπάιντεν έχει υποσχεθεί νέες και συνεργατικές σχέσεις με τον υπόλοιπο κόσμο. Είναι εύκολο για έναν υποψήφιο να υποσχεθεί να κάνει πράγματα που σε όλους αρέσουν, αλλά είναι πολύ πιο δύσκολο για έναν πρόεδρο να ταπράξει. Ο Μπάιντεν περιβάλλεται από αξιωματούχους με ισχυρούς δεσμούς με παλιές πολιτικές που δεν αντιστοιχούν πλέον στην τρέχουσα παγκόσμια τάξη, με ιδεολογίες που θέλουν δράσεις ανεξάρτητα από το κόστος και με μεταβαλλόμενες πραγματικότητες που δεν ταιριάζουν με κανένα. Οι πρόεδροι έχουν μήνα του μέλιτος που όμως τελειώνει γρήγορα. Ο Μπάιντεν δεν διαφέρει σ΄αυτό. Έχει δώσει πολλές υποσχέσεις που δεν θα είναι σε θέση να τηρήσει και θα καταδικαστεί για εκείνες τις υποσχέσεις που τηρεί αλλά και για εκείνες που δεν τηρεί.

 

Facebooktwitterredditpinterestlinkedinmail
Geopolitics & Daily News Copyrights Reserved 2024